The Neal Morse Band

The Great Adventure

Radiant (2019)
Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 07/01/2019
Το μεγάλο prog ταξίδι της παρέας του Neal Morse συνεχίζεται και παραμένει το ίδιο συναρπαστικό
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Η ιστορία έχει δείξει πως ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος για να διαδεχθεί ένα άλμπουμ με το οποίο πραγματοποίησε μια καλλιτεχνική ή εμπορική υπέρβαση μια μπάντα είναι αυτός της διαφοροποίησης. Ειδικότερα, σε μια εποχή που το ακροατήριο ολοένα και μειώνει τον χρόνο που αφιερώνει σε ένα άλμπουμ, όταν αυτή η υπέρβαση επιτυγχάνεται με ένα διπλό, concept άλμπουμ, γνήσιου progressive rock και με στίχους πνευματικής αναζήτησης, τότε είναι σχεδόν βέβαιο ότι η συνέχεια θα πρέπει να ακολουθήσει έναν διαφορετικό δρόμο. Εκτός κι αν μιλάμε για την μπάντα του Neal Morse και για τους μουσικούς που την απαρτίζουν.

Το "The Similitude Of A Dream" δεν ήταν μόνο το άλμπουμ που ξεκαθάρισε ότι η σύνθεση των Neal Morse, Mike Portnoy, Eric Gillette, Randy George και Bill Hubauer αποτελεί μια ομάδα σπάνιου ταλέντου και χημείας, αλλά αποτελεί ένα από τα αριστουργήματα της σύγχρονης εποχής του progressive rock ήχου. Ένα highlight στις καριέρες τόσο του Morse, όσο και του Portnoy, που στέκεται δίπλα σε άλμπουμ όπως το "Snow", το "The Whirlwind" ή το "Scenes From A Memory", για να περιοριστώ μόνο στα concept άλμπουμ.

Ως εκ τούτου, το άλμπουμ που θα το ακολουθούσε θα ήταν «δύσκολο» εξ ορισμού. Έτσι, αντί να προαποφασίσουν την κατεύθυνση που θα ακολουθήσουν, οι πέντε μουσικοί - έχοντας τους Morse, Gillette και Hubauer ως κύριο συνθετικό τρίο - άφησαν τις ιδέες που είχαν συλλέξουν να μορφοποιηθούν σε τραγούδια χωρίς κάποιο περιορισμό και να υποδείξουν αυτά την πορεία που θα έπαιρνε το άλμπουμ. Κάπου στην πορεία όλοι συμφώνησαν ότι η κατεύθυνση που προέκυψε ήταν μια φυσικά συνέχεια του "The Similitude Of A Dream" και συνέχισαν από εκεί που είχαν σταματήσει, δημιουργώντας ένα ακόμα διπλό άλμπουμ, διάρκειας σχεδόν δυο ωρών. Διότι, τελικά, τι είναι πιο prog από το να ακολουθείς τον λιγότερο προφανή δρόμο;

Όπως και το "The Similitude Of A Dream" έτσι και το "The Great Adventure" αντλεί την έμπνευσή του από το ίδιο βιβλίο, το "The Pilgrim's Progress", ένα πνευματικό/θρησκευτικό βιβλίο του 17ου αιώνα. Το πρώτο μέρος καταπιάνεται με την ιστορία του Christian, ο οποίος αποφασίζει να φύγει από τη διεφθαρμένη πόλη που μένει ("City Of Destruction"), αφήνοντας πίσω του την οικογένειά του σε αναζήτηση μιας ανώτερης πνευματικής αλήθειας. Στο δεύτερο αυτό μέρος τώρα είναι η σειρά του γιού του, του Joseph, που έχει μεγαλώσει με θυμό απέναντι στον πατέρα του που τους εγκατέλειψε, να ξεκινήσει αυτός το δικό του ταξίδι.

Και μόνο από το στιχουργικό περιεχόμενο είναι προφανές ότι θα υπάρχουν παραλληλισμοί μεταξύ της δομής και της προσέγγισης των δυο άλμπουμ, οι οποίοι (λόγω της σημαντικότητας των στίχων) προκύπτουν και σε μουσικό επίπεδο. Έτσι, το "The Great Adventure", όπως και το "TSOAD", είναι χτισμένο πάνω σε συγκεκριμένα μουσικά θέματα που επανεμφανίζονται υπό διαφορετικές μορφές, σε διάφορα σημεία του άλμπουμ και με έναν τόσο μαεστρικό τρόπο, που ορισμένες φορές είναι δύσκολο ακόμα και να αναγνωριστούν. Ελάχιστες είναι δε  οι φορές που κάποια μελωδία από το προηγούμενο άλμπουμ κάνει την εμφάνισή της και μόνο για να εξυπηρετήσει έναν παραλληλισμό ή μια σύνδεση μεταξύ των δυο ιστοριών.

Κι αυτή τη  φορά η μουσική είναι χωρισμένη σε δυο CD (και πέντε ενότητες συνολικά), με κάθε ένα από αυτά να ξεκινάει με ένα "Overture", κατά τη διάρκεια των οποίων - πέραν του ότι παρελαύνουν όλα τα βασικά, μουσικά θέματα - παρέχεται και χώρος να αναπτύξουν τις εκθαμβωτικές τεχνικές αρετές τους όλα τα μέλη της μπάντας.

Παράλληλα, εξυπηρετώντας την ροή της ιστορίας, υπάρχουν συνθέσεις που βασίζονται στην ακουστική κιθάρα (ή στο πιάνο) και στο ταλέντο που έχει στο storytelling ο Neal Morse, όπως τα "The Dream Isn’t Over", "A Momentary Change", "Long Ago" και "The Dream Continues", ενώ φυσικά υπάρχουν και πιο «πιασάρικα» τραγούδια, με μεγάλα ρεφρέν, όπως το φανταστικό "Welcome To The World" (που έχει κι ένα δεύτερο, πιο heavy μέρος) ή το "I Got To Run", τα οποία ξεχωρίζουν από την πρώτη ακρόαση. 

Μια μικρή διαφοροποίηση προκύπτει λόγω της πιο σκοτεινής φύσης του χαρακτήρα του πρωταγωνιστή της ιστορίας, η οποία οδηγεί σε κάποιες αντίστοιχα πιο σκοτεινές συνθετικές στιγμές, τουλάχιστον για τα δεδομένα της μπάντας. Τέτοιες είναι το "Dark Melody", το "Venture In Black", και κυρίως το τρομερό "The Great Despair", το οποίο παίρνει όλο πάνω το με την ερμηνεία του ο Eric Gillette κι αποτελεί μια από τις καλύτερες στιγμές του άλμπουμ, ενώ το σύντομο αλλά φορτισμένο ντουέτο των Morse/Hubauer στο "Child Of Wonder" έχει μια αύρα από "Testimony".

Από την άλλη πλευρά, βοηθώντας να διατηρηθεί μια συνολική ισορροπία, υπάρχουν οι πιο uplifting στιγμές όπως αυτή του ομότιτλου κομματιού, και οι πιο χαλαρές, γεμάτες με την pop ευαισθησία των The Beatles, απολαυστικές συνθέσεις όπως το "Hey Ho Let’s Go" και το "Vanity Fair", ενώ όπως θα αναμενόταν το άλμπουμ κλείνει με μια συναισθηματική κορύφωση και ενός είδους λύτρωσης που φέρνει μαζί του το - επίσης προβλεπόμενα υπέροχο - "A Love That Never Dies". Για μια ακόμα φορά - και σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό σε σχέση με το προηγούμενο άλμπουμ - τις μεγάλες ερμηνείες τις παίρνει πάνω του ο Eric Gillette και τα καταφέρνει εντυπωσιακά.

Γενικώς, το ότι υπάρχουν τρεις - όχι απλά κανονικοί, αλλά εξαιρετικοί - τραγουδιστές δίνει απίστευτη ευελιξία και βαθμούς ελευθερίας που τους εκμεταλλεύονται ιδανικά, όχι μόνο αλλάζοντας φωνές και ρόλους συνεχώς, προς όφελος της ροής του άλμπουμ, αλλά περιπλέκοντας τες και δημιουργώντας συνεχώς φωνητικές αρμονίες που είναι από τα μεγαλύτερα ατού που έχει να επιδείξει αυτή η μπάντα. Ακόμα κι ο Portnoy όπου καλείται να ερμηνεύσει κάποια σημεία, το κάνει εξαιρετικά και μετρημένα, ενώ δεν χρειάζεται να αναφέρω κάτι για το πάντα μεστό ως εντυπωσιακό παίξιμό του. Ενδεχομένως, ο ερμηνευτικός ρόλος του Hubauer να μοιάζει κάπως μειωμένος (πιθανότατα γιατί δεν υπάρχει ένα αντίστοιχο "The Ways Of A Fool"), αλλά την ίδια στιγμή η αίσθηση που μένει είναι πως αυτό το "The Great Adventure" αποτελεί ακόμα περισσότερο προϊόν ομαδικής δουλειάς. Πρώτος μεταξύ ίσων παραμένει ο Morse, αλλά κάθε μέλος έχει ένα πολύ ξεκάθαρο και σημαντικό ρόλο που δίνει πόντους στο άλμπουμ.

Θα μπορούσε να συνεχίσω, γράφοντας για μικρές λεπτομέρειες που ξεχωρίζω συνεχώς, για μελωδίες ή αναφορές που πετάγονται εδώ κι εκεί μέσα στις συνθέσεις ή για το πόσο ευφάνταστα είναι κάποια instrumental μέρη (πχ στο "Freedom Calling"), όπως γίνεται συνήθως με τα σπουδαία prog άλμπουμ. Όμως, αυτές οι «ανακαλύψεις» προκύπτουν με τις ακροάσεις κι αποτελούν μέρος της ομορφιάς του να μπαίνει κάποιος στην περιπέτεια του να ακούει ξανά και ξανά και να απολαμβάνει ένα άλμπουμ σαν το "The Great Adventure".

Ένα άλμπουμ φτιαγμένο με όλα εκείνα τα υλικά που έχουν καταστήσει το καλό progressive rock αειθαλές και με τη σφραγίδα μουσικών που ανήκουν μεταξύ των καλύτερων του είδους που πρεσβεύουν. Ένα άλμπουμ με θέση στα καλύτερα της χρονιάς κι ας ξεκίνησε μόλις αυτή...

  • SHARE
  • TWEET