Hexvessel

Kindred

Svart (2020)
Από τον Άλκη Κοροβέση, 27/05/2020
Η απόπειρα ακόμα βαθύτερης επιστροφής στο παρελθόν στέφεται, αυτή τη φορά, με μερική επιτυχία
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Ο πολυπράγμων Mat McNerney από το 1992 μέχρι και σήμερα έχει καταπιαστεί με ουκ ολίγες εκφάνσεις της μουσικής. Ωστόσο, το ανήσυχο πνεύμα του φάνηκε εξαρχής όταν επέλεξε το avant-garde metal για να μας παρουσιαστεί, μέσα από τους Tragedians, τη μετεξέλιξη των Vomitorium. Αν και ο ακραίος ήχος φάνηκε να του ταιριάζει αρκετά, αφού η ουσιαστική ανάδειξή του προέκυψε μέσα από τους Dodheimsgard, η μελωδικότητα της φωνής του, του έδειξε τον δρόμο για λιγότερο στριφνά μουσικά μονοπάτια. Έτσι, προέκυψαν τα τελευταία χρόνια οι Beastmilk, αλλά και οι Hexvessel με εξειδίκευση στο post-punk και το folk αντίστοιχα. Οι τελευταίοι έμελλαν να είναι και η μπάντα στην οποία φαίνεται να μακροημερεύει ο εξαίρετος Βρετανός καλλιτέχνης.

Με σκάρτο 1.5 χρόνο να έχει περάσει από την τελευταία - και αρκετά αξιόλογη - κυκλοφορία τους, ο Kvohst και η παρέα του επιστρέφουν, ξαφνιάζοντας μας με νέο υλικό, και μάλιστα full length. Η δισκογραφική επιστροφή στη Svart Records με την οποία είχαν κυκλοφορήσει και τα πρώτα τους δυο άλμπουμ, μάλλον αποτελεί μια ένδειξη για τον ήχο που είχαν στο μυαλό τους να προσεγγίσουν αυτή τη φορά. Και αν η σταδιακή απομάκρυνσή από την πιο «ραδιοφωνική» στιγμή τους με το "When We Are Death" του 2016 ξεκίνησε με το περσινό "All Tree", εδώ οι Hexvessel βουτάνε ακόμα πιο βαθιά στο παρελθόν τους.

Το "Kindred" ξεκινά και το "Billion Year Old Being" με τον «ύπουλο» ηλεκτρισμό του αλλά και την έντονη προγκρεσιβίλα του, καταφέρνει με το καλημέρα αρκετά πράγματα. Διότι στο πρώτο μισό του αποτελεί ενδεχομένως ότι πιο βαρύ έχουμε ακούσει από τους κατά τα 4/5 Φινλανδούς, αλλά στο δεύτερο μισό, το βιολί, οι ακουστικές και η φωνή του McNerney σφραγίζουν το εισιτήριο για το ταξίδι πίσω στην πιο underground εποχή της μπάντας.

Η συνέχεια με το "Demian" είναι ιδιαίτερα οικεία και φέρνει αρκετά στο αυτί τις γνώριμες νότες του David Eugene Edwards, ενώ το υπέροχο blues σόλο του προσθέτει το συναίσθημα που φαινόταν να λείπει μέχρι εκείνη τη στιγμή. Το "Fire Of The Mind" αρχίζει να δικαιολογεί τη φυσιολατρική και αναγεννησιακή πλευρά της μπάντας, και καθόλου δεν πειράζει που το πρωτότυπο είναι των Coil, αφού οι Hexvessel το φέρνουν απολύτως στα μέτρα τους.

Αλλά αμέσως μετά έρχεται η κορυφαία στιγμή του "Kindred". Το jazz noir "Bog Bodies" δεν γίνεται παρά να σε αγγίξει με τη μελαγχολία του και να φέρει στο νου μνήμες "Woods To Conjure" από τo "No Holier Temple", ενώ σε σημεία ο McNerney ερμηνευτικά χαϊδεύει την Beth Gibbons των Portishead.

Το εισαγωγικό "Sic Luceat Lux" με τον occult χαρακτήρα του σε εισάγει σταδιακά στο μαγικό χώρο του "Phaedra"- μια σύνθεση που χωρούσε μια κορύφωση. Καθαρά folk το όμορφο ακουστικό ιντερλούδιο "Family", η μελωδία του οποίου εξελίσσεται στη σχεδόν ομότιτλη, συμπαθητική σύνθεση του δίσκου, "Kindred Moon". Η πανέμορφη αιθέρια μπαλάντα "Magical & Damned" διεκδικεί τον τίτλο του πιο γραμμικού κομματιού του δίσκου - με ξεκάθαρα ορισμένη αρχή, μέση και τέλος.

Ο επίλογος γράφεται με το "Joy Of Sacrifice" να κινείται σε σκοτεινα, folk, μονοπάτια, όντας ένα απογυμνωμένο τραγούδι, το οποίο σε μια unplugged συναυλία, όπως αυτή που πραγματοποίησαν πρόσφατα, δεν θα έχανε τίποτα από την ατμόσφαίρα του. Μας αφήνει έτσι με μια γλυκόπικρη αίσθηση…

... γιατί το "Kindred" μπορεί μεν να κρίνεται ως απολαυστικό - στο μεγαλύτερο μέρος του - για τον μέσο ακροατή και ακόλουθο της πορείας του McNerney στο φολκλόρ, αλλά πάσχει τόσο σε σχέση με τις 2 πολύ ποιοτικές πρόσφατες κυκλοφορίες τους, όσο και με τις πρώτες, τις οποίες επιχειρεί να προσεγγίσει στο περιεχόμενό του.

Ομολογώ ότι ο δίσκος κάπως «έκατσε» στο πέρασμα του χρόνου. Οι πρώτες ακροάσεις με είχαν συνεπάρει, αλλά κάτι μου έδειχνε πως ο ενθουσιασμός σύντομα θα καταλάγιαζε. Έτσι και συνέβη, χωρίς, ωστόσο, να προκύψει το συμπέρασμα πως το "Kindred" δεν είναι μια ακόμα ποιοτική προσθήκη στην δισκογραφία των Hexvessel.

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET