Arctic Monkeys

The Car

Domino (2022)
Από τον Αντώνη Αντωνιάδη, 04/11/2022
Φύκια για μεταξωτές κορδέλες
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Είμαι από αυτούς που υποστηρίζουν πως η ελαφρότητα έχει μια ακατανίκητη γοητεία. Λατρεύω τα πολλαπλά επίπεδα στα οποία μπορεί να λειτουργήσει ένα έργο, τα νοήματα που κρύβονται πίσω από λέξεις και ήχους, την ουσία που μπορεί να εμπεριέχει μια καλλιτεχνική κατάθεση. Ταυτόχρονα όμως, απεχθάνομαι τους πάσης φύσης ελιτισμούς που οδηγούν σε συμπεράσματα τύπου "ό,τι δεν είναι πολυδιάστατο ή ακολουθεί τον δρόμο της απλότητας - ή ακόμη και της απλοϊκότητας - κινείται a priori στη σφαίρα της μη τέχνης". Αν κάτι όμως πραγματικά με ενοχλεί περισσότερο είναι η κεκαλυμμένη απουσία νοήματος, ουσίας, τεχνικής, έμπνευσης ή οράματος, να παρουσιάζεται σαν "άποψη" ή, ακόμη χειρότερα, ως "ωρίμανση" ενός καλλιτέχνη.

Γιατί τα λέω αυτά όμως και τι σχέση έχουν με τους Arctic Monkeys; Θα ήταν μάλλον ανόητο να υποστηρίξει κάποιος πως το συγκρότημα από το Sheffield υπήρξε ποτέ πολλά παραπάνω από μια brit pop/ rock μπάντα. Και αυτό ήταν υπέροχο! Δεν χαλάστηκε ποτέ κανείς που τα τραγούδια τους για αρκετό καιρό αποτελούσαν ένα εκρηκτικό μείγμα απλότητας σμιλευμένη από νεανικές στιχουργικές εμμονές και κιθαριστικά ξεσπάσματα.

Όμως, το "AM" ήρθε για να μετατρέψει τους Arctic Monkeys σε superstars και να αναγκάσει ακόμη και τους πιο εγκρατείς να τους παραδεχτούν αφού, βασιζόμενοι στα υλικά της μέχρι τότε δισκογραφίας τους, οι τέσσερις καλλιτέχνες κατάφεραν να πάνε ένα βήμα παραπέρα και να φτιάξουν ένα δίσκο διαφορετικό που έμοιαζε με εξέλιξη και όχι με "μεταμόρφωση", κάτι που νοιώσαμε όλοι πριν από τέσσερα χρόνια, όταν και κυκλοφόρησε το "Tranquility Base Hotel & Casino", μια δουλειά που συμπάθησαν μόνο οι κριτικοί του Q Magazine, του Variety, του Pitchfork και όλων αυτών των μέσων που επιμένουν εδώ και χρόνια να προωθούν τη ψευτοκαλλιτεχνική, καλογυαλισμένη, επαναλαμβανόμενη μίρλα ως "το καλύτερο πράγμα που υπάρχει εκεί έξω". Και μπορεί η πρώτη κάμψη τους να εμφανίστηκε στο "Humbug" αλλά εκεί τουλάχιστον μπορούσες να βρεις 5 καλά κομμάτια και, χωρίς αμφιβολία, αναγνώριζες πως το συγκρότημα ήταν το ίδιο που είχες γνωρίσει πριν από λίγα χρόνια.

Εξάλλου, σε αντίθεση με αυτά που λέει ο Alex Turner και κάποια Μέσα, οι περισσότεροι οπαδοί, συνήθως τουλάχιστον, αυτό που θέλουν δεν είναι να αναπαράγει το αγαπημένο τους συγκρότημα τον ίδιο δίσκο συνέχεια αλλά να μην αισθάνονται εξαπατημένοι με κάθε τους νέα κυκλοφορία ή μετά από μια συναυλία τους. Και οι οπαδοί των Arctic Monkeys έχουν κάθε λόγο να αισθάνονται πως το συγκρότημα που αγαπήσανε όχι μόνο δισκογραφικά έχει χάσει το μπούσουλα, αλλά και live, δεν έχει και πολλά να πει (όλοι θυμόμαστε εξάλλου την ξενέρωτη συναυλία τους στη Μαλακάσα πριν λίγα χρόνια όπου ο Turner πιο πολύ ασχολούταν με τη φράντζα του παρά με το μικρόφωνο).

Τέλος πάντων, εκεί που θέλω να καταλήξω είναι πως σε αντίθεση με το τι συνέβη πριν από τέσσερα χρόνια που μας έπιασαν απροετοίμαστους, με δεδομένη την πορεία τους τα τελευταία χρόνια, φέτος ο πήχης δεν ήταν ψηλά. Και όμως, οι Arctic Monkeys κατάφεραν να μην μπορέσουν να ξεπεράσουν ούτε τις χαμηλές προσδοκίες μας και να μας παραδώσουν ένα άλμπουμ που να είναι έστω κάπως ανάλογο του ονόματός τους. Αυτό που πήραμε όμως ήταν το "The Car", μια retro-λατρική, απολύτως άνευρη, κατάθεση με εντυπωσιακή παραγωγή που φαίνεται όμως να νομίζει πως είναι τόσα πολλά παραπάνω.

Ας ξεκινήσουμε από τα απλά δεδομένα. Είναι δεδομένο εδώ και χρόνια πως ο Turner την έχει ψωνίσει. Το μέγεθος του ψώνιου όμως φαίνεται να μεγαλώνει με κάθε νέα δουλειά τους. Και αν ο προηγούμενος δίσκος τους έμοιαζε με μουσική για ένα sci- fi casino, ο καινούργιος τους μοιάζει με μουσική για κρουαζιερόπλοιο, για να μην πω για supermarket. Και αυτό γιατί ο ναρκισσισμός του frontman τους φαίνεται να έχει καταπιεί ένα ολόκληρο συγκρότημα. Είναι δυνατόν δηλαδή να έχεις τον Matt Helders, έναν από τους καλύτερους ντράμερ της γενιάς του και να το βάζεις να κρατάει διακριτικά τον ρυθμό για να το παίζεις εσύ ντίβα; Αγόρασε έναν μετρονόμο, ξέρωγω. Δεν χρειάζεται να χαραμίζεις το χρόνο τους και τον χρόνο μας.

Όμως, όλο το "The Car" μοιάζει με μια άγονη προσπάθεια του Turner να αποδείξει πως είναι ένας καλλιτέχνης αντίστοιχος του David Bowie, του Burt Bacharach, του Paul McCartney, του Scott Walker και του Brian Wilson. Δηλαδή, όχι απλά ένας πολύ καλός μουσικός, συνθέτης, στιχουργός και τραγουδιστής, αλλά ένας πραγματικός auteur του σύγχρονου ήχου, ένας μετρ της μουσικής βιομηχανίας, μια διάνοια που κάθε φορά που επιστρέφει, καταφέρνει να χαρίζει νέες δυνατές συγκινήσεις. Όμως, για κακή του τύχη, για να καταφέρει κανείς κάτι τέτοιο πρέπει να έχει και τα τραγούδια που το αποδεικνύουν.

Το "The Car" στην πραγματικότητα έχει 3-4 καλά τραγούδια που ξεχωρίζουν και το 50% των λόγων που συμβαίνει αυτό το χρωστάνε στην παραγωγή του James Ford που, για άλλη μία φορά, κάνει παπάδες. Αντίστοιχα, ένα μεγάλο θετικό του δίσκου είναι η ενορχήστρωση του, και κυρίως η διαχείριση των εγχόρδων, που πετυχαίνουν να δημιουργήσουν όμορφες κινηματογραφικές ατμόσφαιρες που ανυψώνουν τις επιεικώς μέτριες συνθέσεις. Αν βγάλεις δηλαδή την παραγωγή και την ενορχήστρωση από το ''Sculptures Of Anything Goes'', τι σου μένει; Τίποτα βασικά. Κι όμως, στα χέρια του Ford, το κομμάτι, μαζί με τα "I Ain't Quite Where I Think I Am" και "Bodypaint", καταφέρνει να βρίσκεται ανάμεσα στα καλύτερα του δίσκου. Αλλά στο μεγαλύτερο μέρος του άλμπουμ αυτό που διαδραματίζεται στα ηχεία μας είναι οι απελπισμένες απόπειρες του Turner να το παίξει crooner, τραγουδώντας ασυναρτησίες που προσπαθεί να πουλήσει ως "μεγάλα νοήματα" πάνω από παρωχημένες chamber pop και soft rock μελωδίες τις οποίες, όχι απλά έχουμε ξανακούσει, αλλά τις έχουμε ακούσει δέκα φορές καλύτερα (και κάποιες φορές από τον ίδιο τον Turner). Και μην διαβάζω ανοησίες για πειραματισμούς. Κανέναν πειραματισμό δεν κάνουν στο "The Car" οι Arctic Monkeys. Άσκηση ύφους κάνουν πάνω από καλογυαλισμένες παραγωγές.

Κι ακόμη κι αν καταλάβω την απουσία νεύρου και δικαιολογήσω την απουσία πρωτοτυπίας, δεν γίνεται να εξηγηθεί η απουσία πάθους. Ο Turner μπορεί να έχει το στυλ και την πόζα αλλά μένει εκεί με αποτέλεσμα να αποτυγχάνει πλήρως να μιλήσει στην ψυχούλα του ακροατή. Και αν στην περίπτωση του "Tranquility Base Hotel & Casino" μιλούσαμε για τραγωδία, με το "The Car" φτάσαμε επισήμως στο επίπεδο της φάρσας αφού στο τέλος καταλήγεις να αναρωτιέσαι αν ο Turner μας κάνει πλάκα ή αν όντως η ματαιοδοξία του αγγίζει τέτοια ύψη.

Αν κάτι μπορώ να αναγνωρίσω βέβαια, είναι πως, σε αντίθεση με την προηγούμενη κυκλοφορία τους, αυτή δείχνει να έχει αρχή, μέση και τέλος και τηρεί πιο ευδιάκριτες αποστάσεις ανάμεσα στα τραγούδια ώστε να καταλαβαίνεις πως "τώρα πήγαμε στο επόμενο κομμάτι". Και αυτό από μόνο του μπορεί να αποτελεί μια κάποια βελτίωση αλλά, εδώ που τα λέμε, με αυτό τον ρυθμό βελτίωσης, καλό δίσκο θα ξαναβγάλουν σε 35 χρόνια.

Δεν ξέρω αν είμαι αυστηρός με τον δίσκο. Αν σας φαίνομαι όμως, θέλω να ξεκαθαρίσω πως αυτό δεν συμβαίνει ούτε γιατί θα ήθελα ένα ακόμη "AM", ούτε γιατί μου έλειψε η rock ωμότητά τους αλλά γιατί οι Arctic Monkeys χαραμίζονται αυτή τη στιγμή σε μια ατέρμονη προσπάθεια του Alex Turner να αποδεικνύει συνεχώς πως είναι μία ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης και καινοτομιών. Όμως, οι περισσότεροι γνωρίζουμε πως ο Turner, σε μεγάλο βαθμό, είχε ψιλοστερέψει πριν το "AM", το οποίο περισσότερο αποτελούσε μια έκπληξη μετά από δύο μέτρια άλμπουμ, παρά μια επιβεβαίωση πως "τα παιδιά κλάνουν νότες και παράγουν χρυσάφι". Δεν ξέρω αν γι’ αυτό φταίει το "εγώ του" ή αν τον "έκαψαν" τα κολλητιλίκια με τον Josh Homme, όμως η πορεία προς τα εδώ που βρισκόμαστε σήμερα ξεκίνησε πολύ καιρό πριν.

Και ξέρετε κάτι, αυτό είναι ok γιατί, στην πραγματικότητα, δεν υπάρχουν ανεξάντλητοι καλλιτέχνες. Υπάρχουν όμως αρκετοί που κατάφεραν να επαναπροσδιοριστούν πάνω από μία φορές στην ιστορία τους, χαρίζοντας μας, στο μεταξύ, πολλά σπουδαία τραγούδια. Αλλά αυτό συνήθως γίνεται όταν ένας καλλιτέχνης κόψει τους δεσμούς με το παρελθόν κι αποχωρήσει για το επόμενο λιμάνι.

Δυστυχώς δηλαδή, ο μόνος τρόπος για να σωθεί πλέον το όχημα των Arctic Monkeys φαίνεται να είναι είτε να πάρει άλλος τα ηνία του συγκροτήματος, είτε να το διαλύσουν και να επικεντρώσουν το ταλέντο τους σε πιο ουσιαστικά πράγματα συνεργαζόμενοι με άλλους μουσικούς με τους οποίους μπορεί να καταφέρουν πιο ουσιαστικά πράγματα απ’ ότι σε άλμπουμ όπως το "The Car". Δεν είναι και δύσκολο καθώς ο πήχης αυτή τη στιγμή είναι χαμηλά ενώ οι ίδιοι είναι ακόμη πάρα πολύ νέοι. Και παρόλο που η εμπορικότητα δεν μπορεί να είναι ποτέ ο αυτοσκοπός ενός καλλιτέχνη, το γεγονός πως με τον έβδομο δίσκο τους κατάφεραν να σπάσουν το σερί των έξι #1 στα βρετανικά charts, κάτι θα έπρεπε να τους πει. Εμένα πάντως το "The Car" δεν μου είπε σχεδόν τίποτα και περισσότερο ενίσχυσε την απογοήτευσή μου για ένα συγκρότημα που, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, σημάδεψε τη γενιά μου και στο οποίο πολλοί εναποθέσαμε τις ελπίδες μας για το μέλλον του εναλλακτικού ήχου.

  • SHARE
  • TWEET