Release Athens (Arctic Monkeys, The Hives, Willie J Healey, Green Was Greener) @ Πλατεία Νερού, 18/07/23
Αν αυτό είναι το παρόν του rock, τότε το μέλλον θα είναι μια χαρά
Ήταν τόσο μεγάλο το σοκ του σχεδόν instant sold out με την ανακοίνωση της συναυλιακής επιστροφής των Arctic Monkeys, που είχαμε ξεχάσει για πόσο μεγάλο γεγονός πρόκειται, συν το ότι για περίπου ενάμιση μήνα είχαμε προλάβει να πάρουμε ελάχιστες ανάσες ανάμεσα σε live και φεστιβάλ. Για τους δεκάδες χιλιάδες οπαδούς των Βρετανών, η μεγάλη στιγμή θα έφτανε τελικά μία μέρα νωρίτερα από την αρχικά ανακοινωμένη, ενώ προς ανακούφιση πολλών ο καύσωνας μετατέθηκε για λίγες μέρες. Με τις καλύτερες δυνατές συνθήκες λοιπόν να συντρέχουν, το Release Athens Festival άνοιξε ξανά τις πύλες του, προσφέροντας ένα ιδιαίτερα ελκυστικό από πολλές απόψεις πακέτο.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Μια λιτή μπασογραμμή σήμανε την έναρξη του σετ για τους Green Was Greener, πέντε λεπτά πριν την προκαθορισμένη ώρα έναρξης, ενώ αναμενόμενα ο κόσμος που βρισκόταν μπροστά στη σκηνή και υπέμενε τον ήλιο ήταν ήδη αρκετός. Με το ιδιαίτερα ενδιαφέρον δεύτερο άλμπουμ τους "Love Divine" στις αποσκευές τους, οι Ηρακλειώτες indie/pop rockers, προεξάρχοντος του Θωμά Στρατάκη, χώρεσαν σχεδόν μια ντουζίνα τραγούδια σε περίπου τρία τέταρτα της ώρας που βρέθηκαν στη μεγάλη σκηνή της Πλατείας Νερού, αποτελώντας συνολικά μια κατάλληλη για τη συγκυρία επιλογή.
Το ούτως ή άλλως πολυσυλλεκτικό τους ύφος τους κυμάνθηκε από ατμοσφαιρικό πλην καλοκαιρινό έως γκρουβάτο και ανατατικό, με δύο δίσκαλα να κυριαρχούν καταρχήν και τις κιθάρες να μπαίνουν στο παιχνίδι στην πορεία και να φτάνουν μέχρι Pink Floyd και Ανατολή. Νοσταλγικοί αλλά πάντα επίκαιροι, με έντονες αναφορές στις δεκαετίες του '60 και του '80, οι Green Was Greener έφεραν μια άλλη εποχή στο σήμερα με επιτυχία, και θα έπαιρναν άριστα εάν η φωνητική απόδοση έπιανε υψηλότερα στάνταρ. Σε κάθε περίπτωση, όσοι τους ήξεραν θεωρώ ότι θα πρέπει να τους απόλαυσαν, και όσοι δεν τους γνώριζαν, σχημάτισαν θετικές εντυπώσεις, που είναι και το ζητούμενο σε τέτοιες περιστάσεις.
Με περισσότερο κόσμο να καταφθάνει συνεχώς στην Πλατεία Νερού, ο Willie J Healey με την μπάντα του ακολούθησαν σχεδόν πανομοιότυπο χρονοδιάγραμμα με τους προκατόχους της σκηνής, και αποτέλεσαν προσωπικά ευχάριστη έκπληξη, ανεβάζοντας όσο έπρεπε το κοινό μέχρι την επόμενη καταιγίδα. Ο πάρα πολύ καλός και ωραίος ήχος με τρεις κιθάρες παρακαλώ στην αρχή έθεσε τις βάσεις για μια εξαιρετική και φουλ καλοκαιρινή εμφάνιση, με περίσσειο groove και ξεκάθαρη rock διάθεση περασμένων προ πολλού δεκαετιών. Ακόμα περισσότερο και από εμάς φάνηκε να το διασκεδάζει ο ίδιος ο Healey, πιθανότατα και πριν βρεθεί στη σκηνή, αν κρίνουμε από το πολύ χαλαρό στυλ που μιλούσε στο κοινό.
Και γιατί να μην το κάνει άλλωστε, καθώς ακολουθεί τους Arctic Monkeys στην τρέχουσα ευρωπαϊκή τους περιοδεία, ενώ έχει κερδίσει εκτός από τον Alex Turner και την Florence Welch, με δύο δίσκους στο ενεργητικό του και έναν τρίτο να έρχεται τον Αύγουστο. Στη πορεία και σε βίους αντίθετους με τους Green Was Greener, η μία κιθάρα έδωσε τη θέση της στα πλήκτρα, και η rock διάθεση μετριάστηκε από έντονες soul και jam πινελιές. Ακόμη κι έτσι, η διάθεση ήταν φουλ καλοκαιρινή και ανεβαστική, το σετ του Βρετανού και της μπάντας του κύλησε νεράκι, το κοινό έδειξε να το απολαμβάνει και το ραντεβού ανανεώθηκε για την επόμενη ημέρα. Εν τέλει, ο Willie J Healey άξιζε και αζίξει λίγη επιπλέον ταλαιπωρία και μεγαλύτερη έκθεση στον ήλιο. [Θ.Ξ.]
Αργήσανε λίγο καιρό (ή και πολύ) οι The Hives, αλλά τελικά ήρθαν. Και έπαιξαν επιβλητικά, κερδίζοντάς μας. Οι αγαπημένοι Σουηδοί γκαραζιέρηδες μας βάλανε με τη μία φωτιά, ξεκινώντας το set τους με το πυραυλοκίνητο “Bogus Operandi”, το οποίο διαδέχτηκαν τα γνωστότατα “Main Offender” και “Walk Idiot Walk”. Η μπάντα μας συστήθηκε με πολύ χαρακτηριστικό και ακαταμάχητο τρόπο και κέρδισε κατ’ ευθείαν τις εντυπώσεις με σπουδαίο παίξιμο, εντυπωσιακά κοστούμια και τρομερό ήχο. Ειδικά τα νέα κοστούμια, για τα οποία μάλιστα μας είχαν ήδη μιλήσει και τα είχαν διαφημίσει, τα «σπάγανε».
Στο τέταρτο κομμάτι, αποκαλύφθηκε άλλο ένα drum set δίπλα σε αυτό του επανακάμψαντα Chris Dangerous (είχε κάνει ένα διάλειμμα από το συγκρότημα πριν κάποια χρόνια, αλλά πλέον έχει επιστρέψει). Η έκπληξη της βραδιάς λοιπόν, ήταν ότι το συγκεκριμένο drum set το ανέλαβε ο Matt Helders, ο drummer δηλαδή των Arctic Monkeys. Το φρεσκότατο και ρυθμικό “Rigor Mortis Radio” οι Hives και ο Matt μας έδειξαν ότι τα «the Hives are not even ready for themselves» που εκτόξευε τακτικά ο τραγουδιστής Howlin' Pelle Almqvist ήταν τελικά μεγάλο παπατζιλίκι – μια χαρά έτοιμοι για όλα ήταν.
Οι ίδιοι οι Hives καταλαβαίνουν και οι ίδιοι ότι τα χρόνια που έχουν περάσει από τον προηγούμενο είναι πολλά – δε θα διέθεταν στο merch τους καπελάκια με τη φράση “make the hives album again” πάνω τους, αν δεν ήταν έτσι! Ο νέος δίσκος “The Death Of Randy Fitzsimmons” είναι πολύ καλός, καταφτάνει τον επόμενο μήνα και τον τίμησαν με πέντε κομμάτια. Η συμμετοχή μας σε παλιά και καινούργια πάντως, υπό τις απαράβατες οδηγίες του Howlin' Pelle Almqvist, ήταν αδιάκοπη. Πότε φωνάζανε μόνο τα κορίτσια, πότε φωνάζανε μόνο τα αγόρια, πότε φωνάζαμε όλοι μαζί, σε μια σπάνια ένωση κοινού και μουσικών.
Το “Hate To Say I Told You So” κούνησε κεφάλια και γοφούς, το φρέσκο “Trapdoor Solution” κούνησε κεφάλια και το ορμητικό “Come On!” έδειξε ότι ένα τραγούδι δε χρειάζεται και πολλή διανόηση για να σε πάρει και να σε σηκώσει. Το “I’m Alive” ηρέμησε λίγο το κλίμα, ενώ το βραδυφλεγές “Tick Tick Boom” ήταν αυτό με το οποίο μας αποχαιρέτησαν. Οι δύο ninja που συνόδευαν τους Hives προσέφεραν από υπηρεσίες ξεμπλέγματος καλωδίων μικροφώνου μέχρι υπηρεσίες ντεφιού, συμμετείχαν κανονικά στην αποχαιρετιστήρια υπόκλιση.
Το μόνο που μας έλειψε από αυτή τη σπουδαία και καταιγιστική εμφάνιση των The Hives, ήταν δυο-τρία τραγούδια ακόμα. Μας άφησαν μετά από 55 λεπτά και έπρεπε να περιμένουμε μία ολόκληρη ώρα μέχρι να φάμε το κυρίως πιάτο, οπότε η πείνα μας δεν κορέστηκε στο έπακρο. Αν πάντως ένας από τους στόχους των διοργανωτών ήταν να τσεκάρουν την απήχησή τους στην Ελλάδα για να τους ξαναφέρουν αργότερα σε μία δική τους συναυλία σε κλειστό χώρο, νομίζω ότι αυτή την εξέταση την περάσαμε με επιτυχία. Θα γκρεμιστούνε τα τσιμέντα!
Bogus Operandi
Main Offender
Walk Idiot Walk
Rigor Mortis Radio
Good Samaritan
Go Right Ahead
Stick Up
Hate To Say I Told You So
Trapdoor Solution
I’m Alive
Countdown To Shutdown
Come On!
Tick Tick Boom
Όταν ανακοινώθηκε η έλευση των Arctic Monkeys και πάλι στη χώρα μας, περίπου είκοσι χιλιάδες εισιτήρια εξαντλήθηκαν την ημέρα που κυκλοφόρησαν. Το αποτέλεσμα της πρωτοφανούς ζήτησης ήταν να προστεθεί και δεύτερη μέρα, ακριβώς την προηγούμενη, οπότε και τιμήσαμε το μεγάλο αυτό όνομα της εποχής μας. Από την αρχή που είχαμε βρεθεί στον χώρο, πριν ακόμα καν ξεκινήσει το πρώτο συγκρότημα, ο κόσμος μας είχε φανεί εντυπωσιακά πολύς για την ώρα και για τη ζέστη που επικρατούσε. Ακόμα και μέχρι αργά το βράδυ, η ροή συνεχιζόταν με κανονικούς ρυθμούς και η Πλατεία Νερού την ώρα που ξεκίνησαν οι Arctic Monkeys είχε γεμίσει από άκρη σε άκρη (όχι ενοχλητικά όμως).
Ορισμένα πράγματα έγιναν εμφανή από το πρώτο δευτερόλεπτο που πατήσανε τη σκηνή οι Βρετανοί. Καταρχάς, ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης είναι ο μορφονιός Alex Turner. Με τόνους αυτοπεποίθησης και με τόνους σταθεροποιητικού στο αγέρωχο μαλλί του, ο τύπος είναι rock star και παίζει το κοινό στα δάχτυλα των χεριών του. Έπειτα, η μπάντα έχει αέρα μεγάλου συγκροτήματος κι αυτό φαινόταν στην αύρα που εξέπεμπαν. Φαινόταν από την αρχή ότι βλέπαμε κάτι «μεγάλο» μπροστά μας. Τα ακραιφνή ουρλιαχτά αλλά και τα άπειρα κινητά που παλεύανε για ένα ενσταντανέ που να μην είναι γεμάτο χέρια ήταν η νόρμα μέχρι το τέλος.
Το “Brianstorm” και το “Teddy Picker” από το “Favourite Worst Nightmare”, αλλά και το “Don’t Sit Down ‘Cause I’ve Moved Your Chair” από το “Suck It And See” ξεχώρισαν εύκολα στην αρχή. Είμαι από εκείνους που η σημαντική ηχητική στροφή στους δύο τελευταίους δίσκους των Arctic Monkeys, δηλαδή στον έκτο και στον έβδομο της καριέρας τους, δε με έχει ενθουσιάσει. Έτσι, υποδέχτηκα με αρκετό ενθουσιασμό το setlist της βραδιάς, που περιείχε λίγα κομμάτια από το “The Car” και από το προηγούμενο και πολλά από κυκλοφορίες από το τρομερό “AM” του 2013 και πίσω.
Κάπου στη μέση, τα έμπειρα (ή και γέρικα, εξαρτάται από την ανάγνωση) αυτιά μας «έπιασαν» μονομιάς τις δύο νότες από το “War Pigs” που έκλεισαν το ωραιότατο “Arabella”. Αλλάζοντας ελαφρώς το setlist τους κάθε βράδυ, οι Arctic Monkeys μας έφεραν στην τυχερή θέση να ακούσουμε τα “Mardy Bum” και “ From The Ritz To The Rubble”, τα οποία δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα ακούγανε όσοι πήγαιναν την επόμενη μέρα. Στη θέση τους λογικά αναμένονται κάποιες άλλες, αντίστοιχα ευχάριστες εκπλήξεις, όπως κάνουν συνήθως οι Arctic Monkeys. Στο “Perfect Sense” ο Alex σηκώθηκε από το πιάνο που έπαιξε για λιγάκι και άρχισε να διευθύνει τη μπάντα σαν καλός μαέστρος, κάνοντάς το μια πολύ καλή croonerιά.
Είναι απορίας άξιο πώς κατάφερε ο κιθαρίστας Jamie Cook να βγάλει όλη τη βραδιά με το μπουφάν που φορούσε. Μόνο αν είχε κάποιο εσωτερικό σύστημα υδρόψυξης θα μπορούσα να το καταλάβω. Και μάλιστα, όχι μόνο να βγάλει τη βραδιά, αλλά να είναι και άνετος, όπως ήταν και όλοι τους. Με πολλά άτομα επί σκηνής, μιας και η τετράδα έχει κι άλλους μουσικούς να τη συνοδεύει, ο ήχος ήταν πολύ γεμάτος εμπλουτισμένος με τα περισσότερα από τα καλούδια που ακούμε και στους δίσκους.
Στο “There’d Better Be A Mirrorball” η ντισκομπάλα που κρεμόταν από την οροφή της σκηνής φωτίστηκε από τους προβολείς και διέχυσε το φως από τα καθρεφτάκια της πάνω μας, ενώ ο Turner τελείωσε την αργόσυρτη κομματάρα με ένα πολύ ωραίο solo στην κιθάρα. Κατηφορίζοντας προς το κλείσιμο του κανονικού set, ακούσαμε το τρομερό “505” και το εμβληματικό “Do I Wanna Know?”, στο οποίο ο Turner έδειχνε cool και γεμάτος αυτοπεποίθηση. Είναι κανονικός rock star ρε παιδί μου.
Το τελευταίο κομμάτι του κανονικού set ήταν μια φανταστική εκτέλεση του “Body Paint”, το οποίο είχε ένα πωρωτικό, εκτεταμένο outro με όλη τη μπάντα βαράει συντονισμένα. Τελικά, έχουν πολλά καλά κομμάτια, είδατε; Με το τελείωμα, ο Turner φόρεσε τα cool γυαλιά ηλίου του και όλοι μαζί την έκαναν για τα παρασκήνια. Από κάτω, παροξυσμός, χειροκρότημα, φωνές. Όλος ο κόσμος ήταν (δικαιολογημένα) ενθουσιασμένος και όλοι βάλαμε τα δυνατά μας, ασχέτως αν τελικά κάτι τέτοιο χρειαζόταν ή όχι, για να πάρουμε λίγες ακόμα στιγμές από τους Arctic Monkeys.
Το προβλεπόμενο encore είχε τρία κομμάτια, το “Cornerstone” από το “Humbug”, το κορυφαίο “I Bet You Look Good On The Dancefloor” από το επικό ντεμπούτο και τη μεγαλύτερη, ίσως, επιτυχία τους, το μοναδικό “R U Mine?”, στο οποίο ο ενθουσιασμός χτύπησε κόκκινο. Σε μια πιο προσωπική νότα, ένιωσα πόσο αναζωογονητικό είναι το να βλέπεις νέους ανθρώπους να διασκεδάζουν με κάτι με το οποίο μπορείς να ταυτιστείς κι εσύ. Παραμείναμε στον χώρο για την τελευταία πράξη αποθέωσης και για τις ευχαριστίες του συγκροτήματος προς εμάς, μην έχοντας το κουράγιο να ξεκολλήσουμε και να φύγουμε πριν από αυτούς.
Παρά τον πολύ κόσμο, δεν ταλαιπωρηθήκαμε παρά μόνο ελάχιστα κατά την έξοδό μας από τον χώρο. Ήταν ένα τεστ αντοχής η συγκεκριμένη βραδιά και το αποτέλεσμα ήταν καλό. Είκοσι χιλιάδες ως επί το πλείστο νέοι άνθρωποι συνέρρευσαν στην Πλατεία Νερού αψηφώντας την αφόρητη ζέστη. Τραγούδησαν, χόρεψαν, ούρλιαξαν, βιντεοσκόπησαν ασυστόλως με τα κινητά τους (αυτό το τελευταίο δε χρειάζεται και τόσο πολύ, καλά μου παιδιά…). Συνόδευσαν το νεαρότερο μεγάλο rock συγκρότημα της εποχής μας σε μια πολύ δυνατή εμφάνιση, πέντε χρόνια μετά την πρώτη τους. Και άλλοι τόσοι, θα το επαναλάμβαναν την επόμενη κιόλας μέρα, ανεβάζοντας τον κόσμο σε περίπου σαράντα χιλιάδες σε ένα διήμερο. Κάποιοι λόγοι θα υπάρχουν. [Π.Κ.]
Φωτογραφίες: Αφροδίτη Ζαγγανά
Sculptures Of Anything Goes
Brianstorm
Snap Out Of It
Don’t Sit Down ‘Cause I’ve Moved Your Chair
Crying Lightning
Teddy Picker
Four Out Of Five
Why’d You Only Call Me When You’re High?
Arabella
From The Ritz To The Rubble
Fluorescent Adolescent
Perfect Sense
Do Me A Favour
Mardy Bum
There’d Better Be A Mirrorball
505
Do I Wanna Know?
Body Paint
Encore:
Cornerstone
I Bet You Look Good On The Dancefloor
R U Mine?