ProgSession #15: Patto

Από τον Κώστα Σακκαλή, 12/06/2012 @ 12:23
Όση χαρά προσφέρει στους απανταχού μουσικόφιλους η παρακολούθηση της επικαιρότητας και η βιωματική συναίσθηση του παρόντος, άλλο τόσο, και ίσως και περισσότερο, ενδιαφέρον έχει η ενασχόληση με το άγνωστο παρελθόν, με το σκάλισμα της Ιστορίας, με τις πιο αφώτιστες γωνιές της. Στα πλαίσια αυτής της διαστροφής, το Rocking.gr κάθε μήνα θα παρουσιάζει, μέσω μίας στήλης που καθόλου τυχαία επέλεξε να παίξει με τις λέξεις progress και obsession, ένα δίσκο από το ευρύτατο φάσμα και την κληρονομιά του progressive rock, που δεν κατάφερε ποτέ να ξεφύγει ενός cult συλλεκτικού επιπέδου.

Days of progressive past Vol. 15:

Patto - PattoPatto - Patto
1970
Vertigo

Δεν υπάρχει απολύτως καμία εξήγηση γιατί κάποια συγκροτήματα «πιάνουν την καλή» ενώ άλλα μένουν στην αφάνεια παρότι τα κάνουν όλα σωστά. Τέτοια περίπτωση υπήρξαν οι Patto. Με τις κατάλληλες δόσεις μουσικού παρελθόντος, τεχνικών δεξιοτήτων, συνθετικού οίστρου, υποστήριξης, πρωτοπορίας και κριτικής αναγνώρισης, θα πίστευε κανείς ότι θα τα είχαν καταφέρει. Φευ!  Ακόμα και σήμερα παραμένουν ένα συγκρότημα παραγνωρισμένο.

Εξελίχθηκαν μέσα από την τελευταία μορφή του beat / pop συγκροτήματος των Timebox οι οποίοι υπήρξαν ένα από τα συγκροτήματα που στα τέλη της δεκαετίας του '60 κυριαρχούσαν στο Βρετανικό ραδιόφωνο με το μίγμα του r'n'b και της εύπεπτης ψυχεδέλειας που ήταν δημοφιλές την εποχή εκείνη. Η μεγαλύτερη επιτυχία τους ήταν μία διασκευή του "Beggin'" των Four Seasons (ναι, του ίδιου τραγουδιού που είχαμε βαρεθεί να ακούμε πριν από λίγα χρόνια) αλλά μετά από την αποτυχία των τελευταίων τους single και την επακόλουθη αποχώρηση του πληκτρά και βασικού στελέχους, Chris Holmes (αργότερα στους Babe Ruth) πήραν μία σειρά σημαντικές αποφάσεις. Καταρχήν θα ανανέωναν τη μουσική τους κατεύθυνση μια που πλέον η δεκαετία άλλαζε και μαζί μία ολόκληρη εποχή. Συνέπεια αυτού θα επανασυστήνονταν στο κοινό με νέο όνομα, το οποίο έμελλε τελικά να είναι το επίθετο του τραγουδιστή τους. Τρίτο και σπουδαιότερο, μετέφεραν τον Ollie Halsall από το βιμπράφωνο (και) στην ηλεκτρική κιθάρα. Και αν στο βιμπράφωνο ήταν εξαιρετικός (όπως οι σποραδικές χρήσεις του και στο εν λόγω άλμπουμ αποδεικνύουν) στην κιθάρα αποδείχτηκε ασυναγώνιστος.

Ο συμπαίκτης του στα drums, John Halsey, θα δήλωνε αργότερα «ο Ollie μπορεί να μην ήταν ο καλύτερος κιθαρίστας στον κόσμο, αλλά ήταν σίγουρα ανάμεσα στους δύο κορυφαίους». Όσο υπερβολικό και αν ακούγεται αυτό, έχει μεγάλη δόση αλήθειας, και τι άλλο μπορεί να πει κανείς για τον 21χρονο κατά τη διάρκεια αυτών των ηχογραφήσεων Halsall; Η απίστευτη μουσικότητα του παιξίματός του που φανερώνει τις jazz, blues και soul βάσεις του, ξεχύνεται από κάθε αυλάκι του βινυλίου και αποτελεί το θεμέλιο της μουσικής των Patto. Ποτέ ιδιαίτερα πολύπλοκος, πάντοτε ομαδικός αλλά και αρχηγικός όπου χρειάζεται, σίγουρα όχι πειραματικός αλλά γεμάτος ιδέες, ξεχωρίζει ανάμεσα στους περισσότερους κιθαρίστες του prog rock με τον βρώμικο a la Paul Kossoff (Free) ήχο του.

Ακολουθούν από κοντά, αλλά σαφώς σε δεύτερο πλάνο, το γεμάτο παίξιμο του John Halsey και ο μελωδικότατος μπασίστας Clive Griffiths. Στην πραγματικότητα ο έτερος πόλης έλξης του κουαρτέτου ήταν φυσικά ο τραγουδιστής τους, Mike Patto, που με την γρέζα φωνή του συμπλήρωνε άψογα τον ήχο του Halsall. Και αυτός με τη σειρά του φανερώνοντας τις «μαύρες» καταβολές του ελάχιστα έχει σχέση με τον τυπικό prog rock τραγουδιστή.

Τελικά και αυτό είναι μέρος της μαγείας των Patto. Αν και οι εναλλαγές της μουσικής τους, η θέληση να υπηρετήσουν την αυτόνομη ύπαρξη του κάθε τραγουδιού, να φτάσουν τη σύνθεσή τους στα άκρα της, να ξεφύγουν σε ρυθμούς και σόλο, εντάσσουν τελικά το συγκρότημα στη μεγάλη οικογένεια του progressive rock, είναι ο συγκερασμός των επιρροών τους που τελικά τους κάνει πραγματικά προοδευτικούς. Τους κάνει οικείους και διαφορετικούς, συνηθισμένους αλλά και με τελείως δική τους ταυτότητα.

Αναπτύσσουν τις jazz επιρροές τους άλλοτε αργά, όπως στο μεθυστικό "The Man", αλλού ταχύτατα όπως στο "San Antone" και αλλού με το Halsall σε ρόλο Coltrane όπως στο "Money Bag". Είναι όμως ταυτόχρονα και απίστευτα άμεσοι με έναν καθαρά rock 'n' roll τρόπο όπως στα, ουσιαστικά χορευτικά, "Government Μan" και "Hold Me Back", κοφτεροί στο "Red Glow" ή χαλαροί στα "Time To Die" και "Sitting Back Easy". Και εδώ θα πρέπει να αποδοθούν τα εύσημα και στον Muff Winwood (αδερφό του Steve) που, ως παραγωγός, φρόντισε να παρουσιάσει όλα αυτά τα πρόσωπα με ομοιογένεια.

Παρότι μετά από τρία άλμπουμ (+ ένα που κυκλοφόρησε 20 χρόνια μετά την ηχογράφησή του) η επιτυχία ακόμα τους διέφευγε, οι Mike Patto και Ollie Halsall συνέχισαν τη συνεργασία τους στο συγκρότημα Boxer ενώ παράλληλα ο δεύτερος συμμετείχε σε αρκετές σημαντικές ηχογραφήσεις, με σπουδαιότερες τις προσωπικές δουλειές του Kevin Ayers και το fusion supergroup των Tempest όπου αντικατέστησε έναν άλλον μεγάλο της εξάχορδης, τον Allan Holdsworth. Ίσως η πιο περίεργη στιγμή στη δισκογραφία του όμως, να είναι το συγκρότημα-παροδία των Beatles με την επωνυμία The Rutles όπου συνάντησε ξανά τον Halsey (μαζί με άλλα εκλεκτά μέλη της Βρετανικής μουσικής, και όχι μόνο, σκηνής). Δυστυχώς και οι δύο αυτοί μεγάλοι μουσικοί θα είχαν σύντομη ζωή, ο μεν Patto χτυπημένος από (τι ειρωνία) καρκίνο στο λάρυγγα το 1979 ο δε Halsall από τη γαμημένη την άσπρη σκόνη το 1992.

Τον επόμενο μήνα θα ασχοληθούμε με δύο πανομοιότυπα χρυσά δαχτυλίδια...
  • SHARE
  • TWEET