Stanley Clarke, Marcus Miller, Victor Wooten @ Θέατρο Παλλάς, 21/10/08

22/10/2008 @ 10:52
Δε μπορεί, αποκλείεται να ήμουν ο μοναδικός ακροατής στην κατάμεστη αίθουσα του «Παλλάς»... Όμως μου πέρασε η εξής παρανοϊκή σκέψη από το μυαλό: «αν έπεφτε μια βόμβα εδώ αυτή τη στιγμή, ο κόσμος της Μουσικής και δει των Χαμηλών Συχνοτήτων θα ήταν πολύ πιο φτωχός την επόμενη μέρα». Βάζω και στοίχημα, δε μπορεί να ήμουν μόνο εγώ που το σκέφτηκα! Από τη στιγμή που στο πάλκο στέκονταν τρεις γενιές του ηλεκτρικού μπάσου, τρεις ηγήτορες του slap, του τετράχορδου αυτοσχεδιασμού μα και της σύνθεσης που συνέβαλαν (και συμβάλουν ακόμη) στην ανάδειξη του οργάνου σε ρόλο πρωταγωνιστικό, το επιχείρημα στέκει ήδη.



Να συνεχίσω; Ε-πι-πλέ-ον, είχαμε στην πρώτη σειρά των καθισμάτων ένα Ιερό Τέρας των studio sessions, τον άνθρωπο που κατέχει το ρεκόρ στην παγκόσμια δισκογραφία, έχοντας ηχογραφήσει πάνω από πεντακόσια projects - τον υπέρτατο Anthony Jackson! Δίπλα του; Ο Φακανάς! Παραδίπλα;... Δε θα μου φτάσει μια σελίδα! Εγώ θα σας συνυπολογίσω όμως και τους υπόλοιπους παρευρισκόμενους συμπατριώτες μας, αφού είναι σίγουρο πως το ενενήντα πέντε τοις εκατό του κοινού ήμασταν μπασίστες - επώνυμοι και μη, μερικοί από εμάς δε «μπασίστες που λέει ο λόγος» (!), με το συμπάθειο, μετά από αυτά που βιώσαμε... ας αναφέρομαι καλύτερα στον εαυτό μου.



Πάντως, ένα άλλο μεγάλο «στοίχημα» κερδίσθηκε μπροστά στα μάτια μας και τούτο το λέω με σιγουριά: το Thunder Tour των S.M.V. δεν είναι Τσίρκο Ακροβατών, μα Μουσική Παράσταση με ύφος, ήθος και ουσία! Οι ενορχηστρώσεις (του Miller επί το πλείστον) πλούσιες, οι εναλλαγές του ρεπερτορίου γόνιμες (και οι τρεις είχαν το «φως στραμένο πάνω τους» κατά διαστήματα) και η... αυτονόητη επίδειξη δύναμης, ναι, στον προσδοκούμενο βαθμό, αφού δεν κατέληξε αυτοσκοπός.



Με τον Deriko Watson να παίζει το ρόλο του μετρονόμου που κάθε τόσο εκρήγνυται (!) και τον Federiko Gonzales Pena να μας δημιουργεί οπτικές παραισθήσεις με τον άκρατο λυρισμό του στα πλήκτρα, η παντελής έλλειψη της «Εξάχορδης Θεάς» δε στοίχησε φράγκο σε κανέναν μας! Άλλωστε οι πασιφανώς διαφοροποιημένες χροιές των πρωταγωνιστών (και) αυτό το ρόλο εξυπηρετούσαν: αριστερά ο «σολίστας» Stanley, με τον ανυπέρβλητα «οξύ» ήχο του Alembic, δεξιά ο slap virtuoso Victor, με το «μουντό», «χαμηλο-μεσαιάτο» προφίλ του Fodera Monarch Signature Yin Yang, και στη μέση ως στυλοβάτης, με όγκο θανατηφόρο και equalizer-χαμόγελο, το signature Jazz Bass του Marcus.



Το τελικό αποτέλεσμα κατά την ταπεινή μου γνώμη χαρακτηρίζεται με μια φράση ως εξής: «Η Αποθέωση των Χαμηλών Συχνοτήτων». Σκέψου, ακόμη και το σαξόφωνο που χειρίστηκε άψογα ο τελευταίος βαρύτονο ήταν!



Όσο για το λεγόμενο crash-test, την υποτιθέμενη «κόντρα» μέσα μας (;) που θα αναδείκνυε κάποιον από τους τρεις ως «καλύτερο», μη τρελαθούμε, εγώ δεν πρόκειται να μπω σε τέτοιου είδους διαδικασίες, αφού κατά την άποψή μου είναι πέρα ως πέρα ά-το-πες.



Οι κορυφές είναι Κορυφές, ακριβώς επειδή ορίζουν ένα ανώτατο όριο εξ ορισμού! Το να συγκρίνεις λοιπόν κορυφαίους μουσικούς είναι ανούσιο, αφού σαν τα διαφορετικά μήκη κύματος του φωτός που ένα πρίσμα μας αποκαλύπτει, αγγίζουν βαθιά μα, αλλού, τον καθένα μας...



Προσωπικά υποκλίθηκα σε όλους τους. Είδα ξανά τη μοναδική ψυχούλα του Wooten να αστράφτει επί σκηνής και η μαγεία του χαρχάλεψε τις πιο ευαίσθητες χορδές μου. Είδα τον πρωτομάστορα-δάσκαλο Clarke να ξεσπαθώνει και να «παίρνει το αίμα του πίσω» επί του κοντραμπάσου, όντας γενικώς δέκα φορές καλύτερος από την προηγουμένη του επίσκεψη στη χώρα μας. Και τέλος είδα τον αστείρευτο, πολυτάλαντο Miller να μετουσιώνει τον πραγματικό ρόλο του μπάσου πιότερο από όλους τους: της γέφυρας που ενώνει το Ρυθμό με την Αρμονία, το ρόλο το συνοδευτικό που είναι ΤΟΣΟ, μα ΤΟΣΟ πολύτιμος.



Δίχως την απέραντη αγκαλιά του μπάσου, όλα μοιάζουν ορφανά, ρηχά...



Χρήστος Κισατζεκιάν
  • SHARE
  • TWEET