Al Di Meola, Μιχάλης Παούρης @ Θέατρο Ακροπόλ, 04/11/11

Από τον Κώστα Σακκαλή, 07/11/2011 @ 15:47
300 «μπουζούκια» στη Βουλή προσπαθούσαν να διαφωνήσουν, αλλά ένα θα έκλεβε την παράσταση λίγο πιο δίπλα. Μπορεί στη συνείδηση του κόσμου η συναυλία να ανήκε στον Al Di Meola, μπορεί αρκετοί να μην είχαν προσέξει καν την παρουσία του Μιχάλη Παούρη, αλλά ήταν ουσιαστικά σε αυτόν αφιερωμένη η συγκεκριμένη βραδιά, και δικαίως, αν θέλετε την άποψή μου.

Η εμφάνιση του πασίγνωστου jazzίστα έγινε κατόπιν πρόσκλησης του φερέλπιδος Έλληνα, μετά την έκτακτη και απροβάριστη συνεργασία τους στη Γαλλία, που άφησε άπαντες με ανοιχτό το στόμα. Λειτούργησε δηλαδή κατά κάποιο τρόπο ως ο κράχτης που θα έκανε το κοινό της Αθήνας να μάθει τον Έλληνα καλλιτέχνη. Οξύμωρο, αλλά αληθινό.

Κάπως έτσι στη σκηνή ανέβηκε ο βιρτουόζος κιθαρίστας με την ακουστική κιθάρα του, παρέα με τον συνεργάτη του, επισης κιθαρίστα, Peo Alfonsi. Μετά από ένα σύντομο χαιρετισμό αλλά και μία εξομολογητική ιστορία για το πώς οφείλει την καριέρα του και τη γνωριμία του με τον Chick Corea σε έναν Έλληνα φίλο του, o Di Meola επιδόθηκε σε ένα ακουστικό set, όχι πολύ διαφορετικό από αυτό που μας παρουσίασε προ διετίας. Σε αντίθεση με την προηγούμενη συναυλία του, όμως, όπου και τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας έπαιρναν κατά καιρούς το πρωταγωνιστικό ρόλο, τώρα έπεφτε αποκλειστικά στα δικά του μαγικά χέρια η ευθύνη να κρατήσει τη μουσική ψηλά. Φυσικά δεν είχε κανένα πρόβλημα σε αυτό. Ο Peo Alfonsi είχε το ρόλο να συνοδεύει ρυθμικά τον σολίστα, γεγονός καθόλου εύκολο, αφού οι εμπνεύσεις του τελευταίου και οι εναλλαγές σε ρυθμούς, μελωδίες και σόλο πολλές φορές αποφασίζονταν στη στιγμή. Η επαφή με τα μάτια και οι σιωπηλές υποδείξεις έδιναν και έπαιρναν και τελικά το ντουέτο συγχρονιζόταν άψογα, με πολλές στιγμές μαγείας που με τη σειρά τους προκαλούσαν και τα θερμά χειροκροτήματα του κοινού. Τυπικό και αναμενόμενο για την ποιότητα του Di Meola, που αν η βραδιά έμενε εδώ, ούτε θα πρόσθετε, αλλά σαφώς και δε θα αφαιρούσε τίποτα από το σύνολο των ποιοτικών αναμνήσεων των εμφανίσεων στη χώρα μας.

Αμέσως με το κλείσιμο της εμφάνισης του Di Meola, στη σκηνή εμφανίστηκε ο Παούρης που λίγοι ήξεραν (αν και εμφανώς είχε δικούς του ανθρώπους στο κοινό), κάποιοι είχαν ακούσει στα βιντεάκια που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο, αλλά ελάχιστοι είχαν δει ζωντανά. Αρχικά μόνος του, έδωσε μία γεύση του τι θα πει jazz μπουζούκι. Κρατήστε τον ήχο του οργάνου, αλλά βάλτε εντελώς διαφορετικές μουσικές διαδρομές και θα έχετε μία εικόνα. Κάθε αναφορά στη δεξιοτεχνία του και την ταχύτητα των δαχτυλων του είναι περιττή, το σημαντικότερο είναι ο τρόπος που εντάσσει το όργανο αυτό σε ένα εντελώς διαφορετικό πλαίσιο. Πολύ περισσότερο έγινε αυτό φανερό όταν η απότομη άνοδος της κουρτίνας αποκέλυψε στο βάθος της σκηνής το υπόλοιπο συγκρότημα του Παούρη, τουτέστιν έναν πιανίστα, έναν ντράμερ και έναν μπασίστα. Με ολόκληρο συγκρότημα πλέον, ο μπουζουξής τζαζίστας έπαιξε κάτι σαν jazz fusion, με στοιχεία που κυμαίνονται από το tango μέχρι τη rock. Μοναδική παραφωνία θα εντόπιζα στον ντράμερ, που μου φάνηκε ότι έσπρωχνε τους υπόλοιπους μουσικούς σε πολύ πιο «στακάτες» power rock καταστάσεις, ενώ κατά την άποψή μου θα έπρεπε να δρα πιο επικουρικά, διακριτικά και εν τέλει ...jazzy.

Παρά τη σημαντική ποιότητα του συγκροτήματος του Παούρη, δε γινόταν να μην υπάρχει η αίσθηση ότι έβλεπες ένα support συγκρότημα να παίζει σε ανάποδη σειρά, κι αυτό δεν αποτελεί καθόλου μομφή προς τον Έλληνα μουσικό, αφού, αλίμονο, μιλάμε για έναν Al Di Meola, με τον οποίο ελάχιστοι μουσικοί μπορούν να συγκριθούν παγκοσμίως. Παρ' όλα αυτά, όταν στη σκηνή επανήλθαν οι δύο κιθάρες για να κρατήσουν συντροφιά στο μοναχικό μπουζούκι, κανείς δεν ένιωθε κάποια αιωρούμενη ανισότητα. Σε αυτό βοήθησε πολύ ο ίδιος ο Di Meola, ο οποίος αστειευόμενος, είτε κάνοντας αέρα στον Παούρη, είτε ζητώντας του να «μην παίξει πολύ γρήγορα» (θα το θυμάται για μια ζωή αυτή τη φράση ο πιτσιρικάς, είμαι σίγουρος), του φερόταν ως ίσος. Για άλλη μια φορά λειτουργώντας ως μαέστρος, ο Di Meola δε δίστασε αρκετά συχνά να κρατήσει ακόρντα και ρυθμούς προς χάριν του Παούρη και να του αφήσει αρκετά σόλο. Αν και κάποια μπλεξίματα από την ύπαρξη δύο σολίστ στο σχήμα ήταν αναμενόμενα, το "Mediterranean Sundance", για παράδειγμα, ακούστηκε σε μία εκπληκτική εκτέλεση, που πραγματικά δικαίωσε το όραμα του Παούρη για το μπουζούκι και πώς αυτό μπορεί να βγει από το μουσικό χυλό των σκυλάδικων της εθνικής και να αποκτήσει καλλιτεχνικό κύρος.

Η κατακλείδα ανήκει αναγκαστικά στον Έλληνα, που φυσικά έχει πολύ δρόμο ακόμα μπροστά του, κυρίως συνθετικά θα έλεγα, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί πραγματικά σπουδαίος τζαζίστας. Από την άλλη, όμως, ο τρόπος που έχει βρει να θέτει σε ένα τελείως διαφορετικό πλαίσιο ένα καθαρά ελληνικό (ως προς την κουλτούρα) και λαϊκό όργανο είναι προϋπόθεση να τον αναδείξει μελλοντικά ως τον σημαντικότερο Έλληνα μουσικό της jazz.

Υ.Γ.: Ευτυχώς, πέτυχα την ημέρα που δε «συμμετείχε» ο Γιώργος Νταλάρας.

Κώστας Σακκαλής
  • SHARE
  • TWEET