School Of Rock #7: Ακρίτας - "Ακρίτας"

«Το καλύτερο ελληνόφωνο rock concept album» (Γιάννης Πετρίδης). Μαζί με τα "Σε Άλλους Κόσμους" (Ηρακλής & Λερναία Ύδρα) και "Απέραντα Χωράφια" (Κώστας Τουρνάς), τολμώ να συμπληρώσω

Από τον Χρήστο Κισατζεκιάν, 18/10/2013 @ 11:23
Ακρίτας - ΑκρίταςΑκρίτας
"Ακρίτας"
(1973)

Line-up:
Σταύρος Λογαρίδης (μπάσο, φωνητικά, ακουστικές κιθάρες), Γιώργος Τσουπάκης (τύμπανα), Άρης Τασούλης (πιάνο, όργανο, VCS 3), Δήμης Παπαχρήστου (ηλεκτρικές κιθάρες), Κώστας Φέρρης (στίχοι, λιμπρέτο)


Για μια ολόκληρη γενιά Μουσικόφιλων και δει οπαδών της «έντεχνης», «εγκεφαλικής» και κατά κόσμον «προοδευτικής» πλευράς της rock που μεγαλώσαμε με αριστοτεχνήματα όπως π.χ. το "The Atom Heart Mother" των Pink Floyd, το «Ακρίτας» είναι εγχώριος σταθμός. Μνημείο ιστορικό για την ντόπια ηλεκτροδοτούμενη Μουσική.

Τρία μόλις χρόνια λοιπόν μετά την κυκλοφορία του προαναφερθέντος αριστουργήματος του βρετανικού κουαρτέτου που απογειωνόταν αργά αλλά σταθερά μετά την αντικατάσταση του αναντικατάστατου Syd Barrett από τον εξίσου μοναδικό David Gilmour, οι συμπατριώτες μας ένωσαν τις δυνάμεις τους με τον πολυπράγμονα σκηνοθέτη Κώστα Φέρρη για να συγγράψουν τούτη τη «Σουίτα Χορού για κουαρτέτο και playback».

Ήμουν πάρα πολύ μικρός όταν κυκλοφόρησε το εν λόγω εγχείρημα ώστε να νιώσω κι εγώ τη δεδηλωμένη έκπληξη των μεγαλυτέρων μου για αυτή την κατακλυσμική «ενηλικίωση» του δεκαεννιάχρονου Σταύρου Λογαρίδη. Λογικότατο. Από τη Γενιά των Λουλουδιών και την ελπιδοφόρα ευφροσύνη που απέπνεαν όσα συνέπραξε με τους θρυλικούς Poll, έπλασε ξάφνου αυτόν τον, πρόσεξε, όχι μεγαλεπήβολο, μα μεγαλειώδη Ηλεκτρικό Εφιάλτη με τους Ακρίτας! Του οποίου το σημαντικότερο προσόν είναι το Όραμα. Ή όπως μου δήλωσε λίγο πριν αναχωρήσει για την Άλλη Πλευρά ο τιτάνιος Joe Zawinul, ηγετική μορφή της αντίστοιχης επανάστασης του Fusion: «το σημαντικότερο όλων όταν θες να λέγεσαι καλλιτέχνης, είναι σε ό,τι δημιουργείς να έχεις συγκεκριμένο concept! (Ελληνιστί, Κεντρική Ιδέα)».

Με συνθετική ραχοκοκκαλιά το δίδυμο Λογαρίδη / Τασούλη λοιπόν, μα ενορχήστρωση που χτίστηκε και από τους τέσσερις συμβαλλόμενους, υπό τη στέγη της κραταιάς πολυεθνικής δισκογραφικής εταιρίας PolyGram, το κουαρτέτο απέφυγε τον ύφαλο του «δήθεν» και συνέγραψε τούτη την ασταμάτητη σουίτα τριαντατριών λεπτών που όχι μόνο δεν κουράζει, μα συντροφεύει στιγμές. Κυρίως μοναχικές. Κείνες που σπανίζουν πλέον, μες την τούρλα του Σαββάτου και τους ιλιγγιώδεις και καθοδηγούμενα αποχαυνωτικούς ρυθμούς της καθημερινότητας. Τις γόνιμες για διαλογισμό και αυτοπαρατήρηση. Αυτές.

Ως εκτελεστές, οι συμβαλλόμενοι αποδίδουν τα αντίστοιχα της φήμης τους για την εποχή. Ο Τσουπάκης οργώνει τα δέρματα σε βαθμό αξιομνημόνευτο ακόμη και σήμερα, που έχει χαθεί η μπάλα της τεχνικής κατάρτισης διεθνώς. Ο Παπαχρήστου ζωγραφίζει έξυπνα, πηγαία, ουσιαστικότατα, χωρίς φλυαρίες. Ο Τασούλης σηκώνει το μεγαλύτερο βάρος της ενορχήστρωσης ως αρχιτέκτονας της απαραίτητης ατμόσφαιρας που χαρίζουν τα πλήκτρα εξ ορισμού. Όσο για τον Λογαρίδη, παρότι κρατά συνετά ρόλο συνοδευτικό ως μπασίστας (ενώ παίζει παπάδες!), οι εύπλαστες, χαμαιλεωντικές ερμηνείες του εν τέλει, τον καθιστούν ηγετικό πέρα από βασικό συνθέτη.

Στην αυθεντική μορφή βινυλίου η Σουίτα αναγκαστικά χωρίζεται στα δυο, αλλά εκεί τα δεκατρία της μέρη δύσκολα διακρίνονται με το μάτι. Στην επανέκδοση του άλμπουμ από την Polydor σε CD το 1994, όμως, το άκουσμα δεν διαταράσσεται, μα παραμένει μονοκόμματο ως track one.

Στη διεύθυνση παραγωγής βρίσκουμε εδώ τον Κώστα Φασόλη και μηχανικοί ήχου είναι δυο ιερά τέρατα της ηχομηχανικής στη χώρα μας: Γιώργος Κωσταντόπουλος και Γιάννης Σμυρναίος. Ο πρώτος ηχογράφησε όλο το έργο και ο δεύτερος το «Ζέτα Ζωρζέτα». Στον Σμυρναίο μάλιστα είχα την απίστευτη τύχη να υπάρξω αργότερα «μαθητευόμενος» για ένα Καλοκαίρι στα ιστορικά στούντιο της Columbia στον Περισσό, όταν έψαχνα κι εγώ το δικό μου δρόμο ως έφηβος. Τα στούντιο όπου ηχογραφήθηκε τούτο το μικρό αριστούργημα μαζί με αμέτρητα ακόμη της Ελληνικής Δισκογραφίας. Τα στούντιο που σήμερα όμως μοιάζουν βομβαρδισμένα, σκέτος σκουπιδότοπος, σαν τις ψυχές των εκάστοτε εκλεγμένων, «πολιτισμένων» ηγετών μας που όμως φανερώνουν δυστυχώς και τη δική μας συλλογική συνείδηση αφού τους εκλέγουμε... Ξέφυγα; Κι όμως, δεν ξέφυγα καθόλου από το «θέμα», αφού το θέμα αυτό καθ' αυτό στο «Ακρίτας» του Καζαντζάκη μα και αυτού εδώ είναι η Αφύπνιση, και εν προκειμένω η Καλλιτεχνική.

Αναμενόμενο λοιπόν ο ήχος παρά τα σαράντα(!) χρόνια απόστασής μας σήμερα να στέκει αξιοπρεπέστατος και διαχρονικός.

Για κάθε δισκοθήκη που θέλει να λέγεται ενημερωμένη στην εγχώρια μουσική παραγωγή απαρχής των ηχογραφήσεων, ελληνόφωνων και μη, τούτο το διαμάντι κρίνεται απαραίτητο.



 
Ακρίτας«Οι Poll τελείωσαν με το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1972, όπου εγώ είχα ήδη αποχωρήσει αφού είχα μια έντονη ανάγκη για κάτι άλλο, για μια πιο ψαγμένη μουσική» δηλώνει ο Σταύρος στην επί τούτου τηλεφωνική μας συνέντευξη στα μέσα της εβδομάδας που κυλά. «Η γνωριμία μου με τον Κώστα (Φέρρη) στην Αγγλία με το που είχε ολοκληρώσει το  "666" με τον Παπαθανασίου και τους Aphrodite's Child, μας έδωσε την ευκαιρία να συζητήσουμε για διάφορα project» συνεχίζει ο ηγέτης του concept album. «Εκείνος ήθελε να κάνει και μια ταινία βασισμένη στην Αποκάλυψη του Ιωάννη. Εμένα μου πρότεινε διάφορα, ήταν μυαλό που γεννούσε ένα σωρό ιδέες ο Κώστας, μεταξύ των οποίων και μια Rock Opera με θέμα τον Βούδα όπου θα συμμετείχαν και ο Σπανουδάκης, ο Σιδεράς, ήμασταν μια μεγάλη παρέα τότε όλοι μας. Όμως τελικά στάθηκα στην πρότασή του να ασχοληθούμε με το δοκίμιο «Ασκητικά» του Νίκου Καζαντζάκη και συγκεκριμένα τον Ακρίτα. Εν τέλει όμως ο Κώστας γενίκεψε τη δική μας προσέγγιση στον ήρωα της Σουίτας μας και έτσι περάσαμε στη φάση του να βρούμε τους μουσικούς. Ο Τασούλης από τους Poll διάλεξε να έρθει μαζί μου. Με τον Δήμη γνωριζόμασταν από μικρά παιδιά στην Κωνσταντινούπολη όπου γεννηθήκαμε και παίζαμε στην ίδια γειτονιά. Και όπως με τους Aphrodite's Child και την περίπτωση του Κουλούρη, έτσι και εμείς, παρότι θεωρούμασταν τρίο, είχαμε τον Δήμη στις κιθάρες χωρίς τον οποίο δε γινόταν τίποτα σε πληροφορώ...

Όσο για τον Τσουπάκη, έτυχε να είναι ο πρώτος στη σειρά της audition. Ε, με το που κάθισε στα τύμπανα, έστειλα τους υπόλοιπους σπίτια τους! Ο άνθρωπος δούλευε είτε σε ορχήστρες κρουαζιερόπλοιων, είτε στο μανάβικο του πατέρα του, «διαλέχτε» φώναζε πρωί-βράδυ και όμως ήταν φοβερός ντράμερ. Και έτσι φτιάχτηκε το γκρουπ.

Αρχίσαμε τις πρόβες και όταν ήρθε η ώρα για τις ηχογραφήσεις, επειδή η Columbia τότε ήταν ένα από τα δυο κορυφαία στούντιο στην Ελλάδα και η ατζέντα του ήταν γεμάτη από εγχώριες παραγωγές, μας έδιναν τρία στούντιο το μήνα με το ζόρι, οπότε κάναμε έντεκα μήνες για να το ολοκληρώσουμε... Όμως αυτό πιστεύω πως ήταν και καλό, αφού έτσι είχαμε μια άνεση χρόνου ώστε να σκεφτούμε και να επιλέξουμε σωστά τι θα κρατήσουμε και τι θα πετάξουμε».


 
Iggy Pop
Rock of Gods Festival, Αθήνα
14/07/1996
Όσοι το ζήσαμε, γνωρίζουμε πως ουσιαστικά, ως το πρώτο μεγάλο Φεστιβάλ «σκληρής» μουσικής ορίζεται το "Rock Of Gods" που έλαβε μέρος στην Αποβάθρα 3 στο λιμάνι του Πειραιά το τριήμερο 12,13 & 14 Ιουλίου του 1996 και ήταν προάγγελος του "Rock Wave Festival". Ήταν μια ιστορική συνεργασία δυο μεγάλων εταιριών διοργάνωσης συναυλιών, της Άνωσης και της Didi Music/Big Star Promotion, που πάντρεψε μοναδικά γραφεία μετάκλησης, ιδιώματα και κυρίως, ακροατές από μια μεγάλη γκάμα ακουσμάτων. Από τους Violent Femmes και τον Moby έως τους Slayer, ζήσαμε έντονες βραδιές που χαράχτηκαν βαθιά στη μνήμη...

Σε τούτη τη νέα μηνιαία στήλη που θα συνοδεύει το εβδομαδιαίο "School Of Rock" επέλεξα λοιπόν ως πρώτη παρουσιαζόμενη στιγμή από το φωτογραφικό μου αρχείο τον πολυαγαπημένο μας Iggy Pop. Πρόκειται για ένα αρχείο που πάει πίσω στα 1989, ξεπερνώντας τα έξι χιλιάδες ονόματα και φτάνει έως και... αύριο, αφού θα ανανεώνεται διαρκώς με κάθε νέα κάλυψη συναυλίας στη χώρα μας και στο εξωτερικό.

Αν διάλεξα τον ιλιγγιώδη Iggy, είναι επειδή η σειρά των τεσσάρων επιλεγμένων καρέ που δημοσιεύτηκαν εκείνο τον Σεπτέμβρη στο ιστορικό περιοδικό «Ποπ & Ροκ» είναι ένα από τα «φυλακτά» μου. Συναυλιακό Ρεπορτάζ θα το αποκαλούσα. Τι συνέβη; Ως είθισται, οι φωτογράφοι είχαμε περιθώριο τα τρία πρώτα τραγούδια μέσα από τη μπάρα που χωρίζει κοινό και σκηνή, τα photo pits. Άρα όλα έγιναν μπροστά στα μάτια μας, στα τρία μέτρα. Σε ανύποπτη στιγμή, «ενθουσιώδης» θεατής εκσφενδόνισε γεμάτο πλαστικό μπουκαλάκι νερού, κλειστό, με το καπάκι του. Αποτέλεσμα; Το σκληρό σημείο του καπακιού βρήκε ψηλά στο μέτωπο τον αεικίνητο τραγουδιστή και προφανώς πέτυχε φλέβα, αφού ευθύς αμέσως το αίμα κύλησε ποτάμι, ασταμάτητο, σε σημείο που μετά από ένα-δυο λεπτά της ώρας να φτάσει έως και τον αφαλό του!

Τα καρέ που κατάφερα εγώ και οι συνάδελφοί μου ήταν αρκετά. Όμως τέσσερα από αυτά, στην περίπτωσή μου, αποτύπωναν γλαφυρά όλη τη φάση, από την αρχή έως το τέλος, με κορυφαίο τούτο εδώ (σημ: το τρίτο κατά σειρά) όπου ο Iggy σταματά για μια στιγμή να χτυπιέται, κοιτά ξανά το χέρι του και συνειδητοποιεί για δεύτερη φορά πως δεν πρόκειται για ιδρώτα, μα για αίμα. Η συνέχεια ήταν αναμενόμενη... Άρχισε να κοπανά τα πάντα, καβάλησε πάνω στους ενισχυτές και τους κουνούσε για να τους ρίξει, έκανε κωλοδάκτυλα προς το κοινό, έως και έβγαλε το ένα του παπούτσι(!) και το πέταξε με δύναμη προς τα εκεί από όπου προήρθε το ιπτάμενο μπουκάλι.

  • SHARE
  • TWEET