Pixies

Beneath The Eyrie

Infectious Music (2019)
Από τον Αντώνη Αντωνιάδη, 19/12/2019
Ο καλύτερος δίσκος τους μετά την επανένωση!
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Όποιος έχει ασχοληθεί έστω και λίγο με τον λεγόμενο alternative ήχο σίγουρα έχει έρθει αντιμέτωπος με τη μουσική των Pixies. Πρόκειται εξάλλου για ένα συγκρότημα που σημάδεψε μια ολόκληρη εποχή δημιουργώντας κομμάτια που απευθύνονταν σε όσους λατρεύουν το punk και τον θόρυβο, αλλά και σε όσους προτιμούν indie μελωδίες και πιασάρικα ρεφρέν.

Και είναι αυτό το υπέροχο πείσμα τους να μην συμβιβάζονται με συγκεκριμένες φόρμες, που τους κατέστησε ένα από τα κορυφαία συγκροτήματα που εμφανίστηκαν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού κατά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1980. Εξάλλου, δεν είναι και λίγοι αυτοί που στο ερώτημα "U2 ή R.E.M;" απαντάνε με ευκολία Pixies.

Πρέπει όμως να παραδεχτούμε ότι μετά το reunion το συγκρότημα δεν κατάφερε να κερδίσει τις εντυπώσεις δισκογραφικά. Η τρέχουσα δεκαετία τους βρήκε να μην είναι ιδιαίτερα σίγουροι για τον ρόλο τους και την πορεία που πρέπει να ακολουθήσουν, κάτι που ήταν πολύ έντονο στο "Indie Cindy" του 2014, και, λιγότερο, στο "Head Carrier" του 2016.

Και φτάνουμε στο σήμερα όπου, λίγο πριν το τέλος της δεκαετίας, οι Pixies επιστρέφουν με τον έβδομο δίσκο τους με τίτλο "Beneath The Eyrie". Σε αυτόν, ο Black Francis και η παρέα του πετυχαίνουν να ενσωματώσουν στοιχεία απ' όλη την καριέρα τους ενώ, παράλληλα, ο ήχος κουβαλάει κάτι από την κολεγιακή ανεμελιά που αγαπήσαμε σε αυτούς. Φυσικά, οι Pixies δεν είναι σήμερα πιτσιρικάδες και αυτό είναι κάτι που φαίνεται και στη μουσική τους. Άλλοτε πιο pop, άλλοτε βγάζοντας στην επιφάνεια τις blues επιρροές τους, και άλλοτε επιστρατεύοντας ιδέες και riff που παραπέμπουν κατευθείαν στο ένδοξο παρελθόν τους, το συγκρότημα πετυχαίνει νομίζω να δημιουργήσει τον καλύτερο δίσκο του μετά το "Trompe Le Monde" του 1991.

Από μόνο του αυτό όμως, δυστυχώς δεν σημαίνει και πάρα πολλά αφού οι προηγούμενες απόπειρες τους κινούνταν στα όρια της απογοήτευσης. Βέβαια, κι από εδώ δεν λείπουν τα προβλήματα καθώς, παρά τις πολλές καλές του στιγμές, ο δίσκος συνολικά δεν κινείται σε σταθερά ποιοτικά επίπεδα ενώ μου δημιούργησε την αίσθηση πως δεν απευθύνεται και τόσο στους «βαμμένους» οπαδούς τους. Κοινώς, οι Pixies σήμερα μπορεί να μην έχουν αλλάξει τελείως όμως, αφού μάλλον συνειδητοποίησαν πως δεν μπορούν να αναπαράγουν τον ήχο της νιότης τους, αποφάσισαν να ακολουθήσουν το ένστικτό τους αδιαφορώντας για το τι περιμένει ο κόσμος από αυτούς.Και αυτή είναι μία καλλιτεχνική απόφαση που προσωπικά σέβομαι περισσότερο και νομίζω πως θα τους δικαιώσει. Εξάλλου, παρόλο που ο δίσκος ανά φάσεις κάνει «κοιλιά» και μέσα σε αυτόν συναντάμε και μέτρια τραγούδια, συνολικά πρόκειται για μια άρτια κυκλοφορία που φέρει περήφανα στο εξώφυλλο το όνομα τους και που διακυρήτει δυναμικά πως το συγκρότημα παραμένει ζωντανό. 

Οι Pixies λοιπόν, 31 χρόνια μετά το ντεμπούτο τους, κυκλοφορούν έναν δίσκο που τιμά την ιστορία τους και, παράλληλα, τους βρίσκει ανανεωμένους και χωρίς το άγχος του να πρέπει να αποδείξουν ότι μπορούν να βγάλουν ξανά ένα δίσκο σαν το "Doolittle". Και αυτή η ελευθερία κινήσεων νομίζω πως γίνεται αντιληπτή και από τον ακροατή ο οποίος με τη σειρά του, αφού δεν περιμένει να ακούσει το επόμενο "Debaser", μπορεί να απολαύσει το άλμπουμ για αυτό που είναι: ένα σύνολο δηλαδή από radio-friendly κιθαριστικά διαμαντάκια που δεν θα σας αφήσουν με το στόμα ανοιχτό αλλά, σε αντίθεση με το τι συνέβη με τις προηγούμενες πρόσφατες κυκλοφορίες των Pixies, δεν θα σας απογοητεύσουν. Οι Pixies, μετά από καιρό, δείχνουν επιτέλους να βρίσκονται στο σωστό δρόμο. Και αυτό από μόνο του, αν μην τι άλλο, είναι μια άκρως ευχάριστη και καλοδεχούμενη εξέλιξη.

  • SHARE
  • TWEET