Πιστεύει ακράδαντα ότι υπάρχουν μόνο δύο είδη μουσικής, η καλή και η κακή. Σχολιάζει και από τα δύο στις σελίδες του Rocking.gr, αν και οι κακές γλώσσες λένε ότι γράφει κυρίως για ό,τι είναι ή μοιάζει...

Η δεύτερη νιότη των Magnum πιστοποιήθηκε μέσα στη δεκαετία του 2000 με μία σειρά άλμπουμ στην SPV που έδειξαν να βάζουν παράμερα την εμπορική προσπάθεια της προηγούμενης δεκαετίας όταν και επιχείρησαν (μάλλον εκτός εποχής και κλίματος) να ανοιχτούν στην Αμερική. Αντιθέτως, από το άλμπουμ της επανένωσης και μετά έδειξαν να θυμούνται περισσότερο τον παλιό καλό εαυτό τους κι έκτοτε διατήρησαν ένα αξιοπρεπές επίπεδο, όπως αυτή εδώ η συλλογή αποδεικνύει.
Πρόκειται, λοιπόν, για συλλογή αυτό που κρύβεται πίσω από τον τίτλο "Evolution", αν και προσφέρει το δέλεαρ (;) των επαναηχογραφημένων μερών σε μία προσπάθεια τα αρχικά τραγούδια να εμπλουτιστούν με νέα πνοή (ή απλά να αποκτήσουν νέα εμπορική αξία στους οπαδούς τους, θα έλεγαν οι κακές γλώσσες). Πιο συγκεκριμένα, μάλιστα, πρόκειται για μία συλλογή που θέλει να δώσει την καθαρότερη δυνατή εικόνα για αυτά τα τελευταία χρόνια του συγκροτήματος, επιλέγοντας για το σκοπό αυτό δύο τραγούδια από κάθε του δίσκο και προσθέτοντας και δύο ολοκαίνουρια (δες παραπάνω τι θα λέγαν οι κακές γλώσσες).
Το πρώτο πράγμα που μπορεί κανείς εύκολα να διαπιστώσει, αν είναι η πρώτη φορά που ασχολείται με την ύστερη μορφή τους, είναι ότι αυτοί οι «νέοι» Magnum έχουν κρατήσει από τις ένδοξες πρώτες ημέρες τους το hard rock στοιχείο, ίσως μάλιστα να το έχουν ενισχύσει κιόλας, αλλά έχουν χάσει το λυρισμό τους. Ούτε συζήτηση δε για τις progressive πινελιές τους. Είναι κυρίως ο Clarkin, που προμηθεύει τα riff και τα solo, που έχει χάσει εκείνο τον ήχο που έκανε άλμπουμ όπως το "On A Storytellers Night" κλασικά και ο Stanway, του οποίου τα πλήκτρα έχουν έναν πιο συνοδευτικό ρόλο και όχι τόσο οργανικά δεμένο με τις μελωδίες των τραγουδιών. Ακολουθεί κατά πόδας ο Bob Catley του οποίου η φωνή «κρατάει» καλά, αλλά είτε λόγω ηλικίας, είτε ακολουθώντας τους άλλους δύο τραγουδάει πλέον πιο στακάτα και ρυθμικά, πλέον μόνο θυμίζοντας τις καθηλωτικές ερμηνείες του παρελθόντος.
Αν σταματούσαμε εδώ το κείμενο, όμως, θα είχαμε πει τη μισή αλήθεια. Η άλλη μισή λέει ότι δεν έχουν χάσει την επαφή τους με την πολύ καλή, αν και χωρίς εκπλήξεις, τραγουδοποιία. Πραγματικά όλα τα τραγούδια που έχουν επιλέξει είναι αντάξια του ονόματος που έχουν χτίσει και μάλιστα ανάλογα το δίσκο θα μπορούσαν να είχαν βρει κάποια άλλα δύο και το αποτέλεσμα να μην έχει αλλάξει. Το μόνο που δε μπορεί να φανεί από αυτή τη «δημοκρατική» συλλογή είναι ότι όλα τα άλμπουμ τους δεν είναι στην πραγματικότητα ισάξια. Έτσι, ενώ από το "Princess Alice & The Broken Arrow" για παράδειγμα θα μπορούσαν να είχαν περιληφθεί και άλλα τραγούδια, το "Visitation" με το ζόρι, κατά την προσωπική μου άποψη, βρήκε δύο άξιους αντιπροσώπους του. Μάλιστα (ως πιο πρόσφατα ηχογραφημένος δίσκος) δεν έχουν υποστεί και καμία αλλαγή. Αντίθετα, τα δύο τραγούδια του "Brand New Morning" είναι αυτά που έχουν λάβει και το καλύτερο ρετουσάρισμα, βελτιώνοντας κατά πολύ το αρχικό αποτέλεσμα.
Γενικότερα, οι αλλαγές των τραγουδιών δεν είναι εμφανείς στα επιμέρους σημεία, παρά μόνο στο πολύ έμπειρο και φανατικό αυτί. Αυτό που συνήθως αλλάζει είναι η ατμόσφαιρα ή η δυναμική του τραγουδιού. Και ομολογουμένως οι Magnum κατάφεραν να ενισχύσουν τα όποια καλά στοιχεία υπήρχαν και να εξαλείψουν τα όποια αρνητικά. Σχεδόν παντού έχει επαναηχογραφηθεί το rhythm section και σε λιγότερες περιπτώσεις τα φωνητικά. Τα πλήκτρα είναι τα μόνα που έχουν μείνει απείραχτα.
Μέσα στο σύνολο και μετά τις όποιες διορθώσεις, εξακολουθεί να ξεχωρίζει το "All Of My Bridges" από το, κατά τα άλλα, μέτριο "In The Valley Of The Moonking" ως το καλύτερο τραγούδι της νεότερης ιστορίας τους, που θα στεκόταν σε οποιοδήποτε από τα άλμπουμ-ορόσημά τους. Και αυτό μας φέρνει και στις δύο νέες συνθέσεις που είχαν το δύσκολο έργο να πρέπει να αντιμετωπίσουν μερικές από τις καλύτερες στιγμές των Magnum της τελευταίας δεκαετίας. Υπό αυτό το πρίσμα (και όχι μόνο) τα πάνε εξαιρετικά. Ειδικά το "The Fall" αξίζει να βρίσκεται στη συλλογή αυτή ως highlight, ενώ και το "Do You Know Who You Are?" θυμίζει τις πιο AOR στιγμές τους και είναι με τη σειρά του πολύ ευχάριστο.
Αν ήταν «κανονικός» δίσκος, θα έλεγα ότι είναι με διαφορά ο καλύτερος που έχουν ηχογραφήσει τα τελευταία όχι μόνο 10 αλλά 23 χρόνια. Δεν είναι, οπότε θα πρέπει να βρει κανείς σε ποιούς απευθύνεται αυτή η συλλογή. Οι φανατικοί του συγκροτήματος έχουν ήδη όλα τα άλμπουμ και μένουν ως μόνο κίνητρο τα δύο εξαιρετικά νέα τραγούδια. Από την άλλη, όσοι δεν ασχολήθηκαν ποτέ με τους Magnum σίγουρα θα πρέπει να ανατρέξουν στην ιστορία τους με χρονολογική σειρά. Μένουν ως πιο πιθανοί στόχοι όσοι είτε άφησαν τους Magnum στο παρελθόν και αγνοούν την τωρινή τους εξέλιξη, είτε όσοι έχουν σποραδικά ακούσει «τζούρες» των άλμπουμ τους και θέλουν μία συνοπτική εικόνα των Magnum του παρόντος. Αμφότεροι θα βρουν σίγουρα την εικόνα αυτή ικανοποιητική.
Πρόκειται, λοιπόν, για συλλογή αυτό που κρύβεται πίσω από τον τίτλο "Evolution", αν και προσφέρει το δέλεαρ (;) των επαναηχογραφημένων μερών σε μία προσπάθεια τα αρχικά τραγούδια να εμπλουτιστούν με νέα πνοή (ή απλά να αποκτήσουν νέα εμπορική αξία στους οπαδούς τους, θα έλεγαν οι κακές γλώσσες). Πιο συγκεκριμένα, μάλιστα, πρόκειται για μία συλλογή που θέλει να δώσει την καθαρότερη δυνατή εικόνα για αυτά τα τελευταία χρόνια του συγκροτήματος, επιλέγοντας για το σκοπό αυτό δύο τραγούδια από κάθε του δίσκο και προσθέτοντας και δύο ολοκαίνουρια (δες παραπάνω τι θα λέγαν οι κακές γλώσσες).
Το πρώτο πράγμα που μπορεί κανείς εύκολα να διαπιστώσει, αν είναι η πρώτη φορά που ασχολείται με την ύστερη μορφή τους, είναι ότι αυτοί οι «νέοι» Magnum έχουν κρατήσει από τις ένδοξες πρώτες ημέρες τους το hard rock στοιχείο, ίσως μάλιστα να το έχουν ενισχύσει κιόλας, αλλά έχουν χάσει το λυρισμό τους. Ούτε συζήτηση δε για τις progressive πινελιές τους. Είναι κυρίως ο Clarkin, που προμηθεύει τα riff και τα solo, που έχει χάσει εκείνο τον ήχο που έκανε άλμπουμ όπως το "On A Storytellers Night" κλασικά και ο Stanway, του οποίου τα πλήκτρα έχουν έναν πιο συνοδευτικό ρόλο και όχι τόσο οργανικά δεμένο με τις μελωδίες των τραγουδιών. Ακολουθεί κατά πόδας ο Bob Catley του οποίου η φωνή «κρατάει» καλά, αλλά είτε λόγω ηλικίας, είτε ακολουθώντας τους άλλους δύο τραγουδάει πλέον πιο στακάτα και ρυθμικά, πλέον μόνο θυμίζοντας τις καθηλωτικές ερμηνείες του παρελθόντος.
Αν σταματούσαμε εδώ το κείμενο, όμως, θα είχαμε πει τη μισή αλήθεια. Η άλλη μισή λέει ότι δεν έχουν χάσει την επαφή τους με την πολύ καλή, αν και χωρίς εκπλήξεις, τραγουδοποιία. Πραγματικά όλα τα τραγούδια που έχουν επιλέξει είναι αντάξια του ονόματος που έχουν χτίσει και μάλιστα ανάλογα το δίσκο θα μπορούσαν να είχαν βρει κάποια άλλα δύο και το αποτέλεσμα να μην έχει αλλάξει. Το μόνο που δε μπορεί να φανεί από αυτή τη «δημοκρατική» συλλογή είναι ότι όλα τα άλμπουμ τους δεν είναι στην πραγματικότητα ισάξια. Έτσι, ενώ από το "Princess Alice & The Broken Arrow" για παράδειγμα θα μπορούσαν να είχαν περιληφθεί και άλλα τραγούδια, το "Visitation" με το ζόρι, κατά την προσωπική μου άποψη, βρήκε δύο άξιους αντιπροσώπους του. Μάλιστα (ως πιο πρόσφατα ηχογραφημένος δίσκος) δεν έχουν υποστεί και καμία αλλαγή. Αντίθετα, τα δύο τραγούδια του "Brand New Morning" είναι αυτά που έχουν λάβει και το καλύτερο ρετουσάρισμα, βελτιώνοντας κατά πολύ το αρχικό αποτέλεσμα.
Γενικότερα, οι αλλαγές των τραγουδιών δεν είναι εμφανείς στα επιμέρους σημεία, παρά μόνο στο πολύ έμπειρο και φανατικό αυτί. Αυτό που συνήθως αλλάζει είναι η ατμόσφαιρα ή η δυναμική του τραγουδιού. Και ομολογουμένως οι Magnum κατάφεραν να ενισχύσουν τα όποια καλά στοιχεία υπήρχαν και να εξαλείψουν τα όποια αρνητικά. Σχεδόν παντού έχει επαναηχογραφηθεί το rhythm section και σε λιγότερες περιπτώσεις τα φωνητικά. Τα πλήκτρα είναι τα μόνα που έχουν μείνει απείραχτα.
Μέσα στο σύνολο και μετά τις όποιες διορθώσεις, εξακολουθεί να ξεχωρίζει το "All Of My Bridges" από το, κατά τα άλλα, μέτριο "In The Valley Of The Moonking" ως το καλύτερο τραγούδι της νεότερης ιστορίας τους, που θα στεκόταν σε οποιοδήποτε από τα άλμπουμ-ορόσημά τους. Και αυτό μας φέρνει και στις δύο νέες συνθέσεις που είχαν το δύσκολο έργο να πρέπει να αντιμετωπίσουν μερικές από τις καλύτερες στιγμές των Magnum της τελευταίας δεκαετίας. Υπό αυτό το πρίσμα (και όχι μόνο) τα πάνε εξαιρετικά. Ειδικά το "The Fall" αξίζει να βρίσκεται στη συλλογή αυτή ως highlight, ενώ και το "Do You Know Who You Are?" θυμίζει τις πιο AOR στιγμές τους και είναι με τη σειρά του πολύ ευχάριστο.
Αν ήταν «κανονικός» δίσκος, θα έλεγα ότι είναι με διαφορά ο καλύτερος που έχουν ηχογραφήσει τα τελευταία όχι μόνο 10 αλλά 23 χρόνια. Δεν είναι, οπότε θα πρέπει να βρει κανείς σε ποιούς απευθύνεται αυτή η συλλογή. Οι φανατικοί του συγκροτήματος έχουν ήδη όλα τα άλμπουμ και μένουν ως μόνο κίνητρο τα δύο εξαιρετικά νέα τραγούδια. Από την άλλη, όσοι δεν ασχολήθηκαν ποτέ με τους Magnum σίγουρα θα πρέπει να ανατρέξουν στην ιστορία τους με χρονολογική σειρά. Μένουν ως πιο πιθανοί στόχοι όσοι είτε άφησαν τους Magnum στο παρελθόν και αγνοούν την τωρινή τους εξέλιξη, είτε όσοι έχουν σποραδικά ακούσει «τζούρες» των άλμπουμ τους και θέλουν μία συνοπτική εικόνα των Magnum του παρόντος. Αμφότεροι θα βρουν σίγουρα την εικόνα αυτή ικανοποιητική.