Cosmic Cathedral

Deep Water

InsideOutMusic / Sony Music (2025)
Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 15/04/2025
Το νέο εγχείρημα του Neal Morse τον βρίσκει να συνεργάζεται με σπουδαίες παλιοσειρές, να προσθέτει μια Steely Dan προσέγγιση στις γνωστές prog rock καταβολές του, και φυσικά να τα καταφέρνει ξανά περίφημα
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Όπως υπάρχουν λογής λογής μουσικοί, έτσι υπάρχουν και λογής λογής ακροατές. Μια κατηγορία από τους τελευταίους επιλέγει - συνειδητά ή ασυνείδητα δεν μπορώ να ξέρω - να ασχολείται με καλλιτέχνες αναζητώντας μόνο το αριστούργημά τους ή τις δουλειές τους που στη συλλογική συνείδηση έχουν μείνει ως σημαντικοί/σπουδαίοι. Και της αρκεί αυτό. Προσωπικά, τείνω να πιστεύω ότι πάντα υπάρχουν «διαμάντια» σε μέρη που ο πολύς κόσμος παραβλέπει, έχοντας μάλιστα μια ιδιαίτερη γοητεία…

Ο παραπάνω πρόλογος έρχεται ως απάντηση σε όσους a priori αμφιβάλλουν για το αν ένας καλλιτέχνης σαν τον Neal Morse, με τόσες πολλές κυκλοφορίες στο ενεργητικό του, μπορεί να παρουσιάσει κάτι τόσο ιδιαίτερο πλέον ή να ματσάρει τις πιο σπουδαίες στιγμές του, μετά από δεκαετίες και τόνους δισκογραφίας. Ως επέκταση της παραπάνω συλλογιστικής μάλλον δεν έχει νόημα να ακούσεις το "Counterparts" όταν μπορείς να ακούσεις το "2112" ή να ακούσεις το "The Power To Believe" όταν μπορείς να ακούσεις το "Red";». Σωστά; Φυσικά και όχι…

Σε αυτό το πλαίσιο δηλώνω ξεκάθαρα ότι όσο ο Neal Morse δεν σταματάει να βγάζει ποιοτικότατες μουσικές προτάσεις, δεν βρίσκω κανένα λόγο να σταματήσω εγώ με τη σειρά μου να προτείνω κάθε μια από αυτές. Είτε όταν κινείται σε οικεία χωράφια παραδοσιακού progressive rock με γνώριμους συνεργάτες στο πλευρό του, είτε όταν δοκιμάζει διαφορετικές μουσικές εκφάνσεις και νέες συνεργασίες. Το πιο πρόσφατο εγχείρημά του, οι Cosmic Cathedral, αποτελούν μια ενδιάμεση κατάσταση, κι αυτό έχει ένα ενδιαφέρον από μόνο του.

Μόλις μερικούς μήνες πριν, θυμάμαι τον Neal να μου μιλάει με ενθουσιασμό για αυτό το νέο project που είχε στα σκαριά με τον Chester Thompson. Μιλάμε για έναν drummer με κατά κύριο λόγο fusion και jazz μουσικό background, ο οποίος έχει υπάρξει συνεργάτης του Frank Zappa, των Genesis, του Santana, του Phil Collins και των Weather Report μεταξύ άλλων, γεγονός που δικαιολογεί τον ενθουσιασμό του Neal και παράλληλα αποδεικνύει το στάτους που έχει κατακτήσει ο ίδιος. Τη συνεργασία των δυο αυτών σπουδαίων μουσικών έρχονται να πλαισιώσουν δυο ακόμα καταξιωμένοι μουσικοί όπως ο Phil Keagy (Glass Harp) στην κιθάρα και τα φωνητικά και ο Byron House (Band Of Joy) στο μπάσο, με βιογραφικά που ζαλίζουν και τους τέσσερείς τους να συνθέτουν τους Cosmic Cathedral.

Το αποτέλεσμα που ακούμε στο "Deep Water" είναι αντάξιο των προσδοκιών που θέτουν τα ονόματα των μουσικών, αλλά ας αναφερθούμε σε κάποια σημαντικά πράγματα εξ αρχής, όπως είναι ο ρόλος του Jerry Guidroz, του επί χρόνια συνεργάτη του Neal Morse, ο οποίος συνέλλεγε μέρη από τα μακροσκελή jam sessions των τεσσάρων μουσικών, τα επεξεργαζόταν και τα επέστρεφε ως προτεινόμενα τραγούδια, οπότε ο ρόλος του υπήρξε πολύ κομβικός στη διαμόρφωση του τελικού αποτελέσματος. Μπορεί η διαδικασία να μοιάζει κάπως ανορθόδοξη, αλλά ούτως ή άλλως όλα ξεκίνησαν με τους Morse και Thompson να τζαμάρουν παρέα, αφότου γνωρίστηκαν σε μια συναυλία του Steve Hackett το 2024, οπότε ο αυτοσχεδιασμός ήταν δομικό στοιχείο της όλης σύμπραξης.

Το τελικό αποτέλεσμα φέρει φαρδιά-πλατιά την σφραγίδα του Neal Morse στο μεγαλύτερο μέρος του, καθώς υπάρχουν πολλά σημεία και θέματα που θα είχαν θέση αυτούσια σε μια νέα δουλειά των NMΒ ή των Transatlantic. Την ίδια στιγμή, όμως, είναι αρκετές οι επιμέρους διαφοροποιήσεις, οι οποίες προκύπτουν λόγω του αναπόφευκτου αποτυπώματος που αφήνουν οι πολύπειροι συμπαίκτες του. Φερ’ ειπείν ο Thompson έχει έναν πιο groovy ρυθμό στο jazzy παίξιμό του από τον Mike Portnoy που συνήθως συνοδεύει τις δουλειές του Morse, ενώ ο Keagy έχει διαφορετικό τόνο από πχ τον Roine Stolt, ο οποίος αναφέρεται ως το πιο κοντινό σημείο αναφοράς από τους κιθαρίστες που έχει στα διάφορα σχήματά του. Παράλληλα, συνεισφέρει και στον τομέα των φωνητικών με μια χροιά που φέρνει ο Eric Gillette στους NMB.

Είναι πάντως αρκετά σαφές πως το άλμπουμ έχει ως βάση τις κλασικές μουσικές καταβολές του Neal Morse (βλέπε Genesis, Kansas, The Beatles κοκ) συμπέρασμα που προκύπτει ήδη από το εναρκτήριο "The Heart Of Life": ένα εξαιρετικό τραγούδι, με ξεκάθαρη ηχητική και συνθετική προσέγγιση του Morse. Όπως επίσης, προσωπική του υπόθεση μοιάζει να είναι η πανέμορφη μπαλάντα "I Won’t Make It", με την υπέροχη ενορχήστρωση και την φορτισμένη ερμηνεία.

Στον αντίποδα, το "Time To Fly" στρέφει αλλού τον προβολέα, έχοντας κάτι πιο ανάλαφρο και jazz rock, με τα gospel φωνητικά στο ρεφραίν να το δίνουν μια διαφορετική αύρα, και με τα παιξίματα των Thompson και Keagy και το σαξόφωνο να φέρνουν στο νου περισσότερο τους Steely Dan. Σε παρόμοια λογική είναι το "Walking In Daylight" που βρίσκει τον Keagy στα lead vocals και τον Morse να groovάρει και να jazzίζει στα πλήκτρα περισσότερο από όσο τον έχουμε συνηθίσει, σε μια ακόμα πολύ όμορφη σύνθεση

Από εκεί και πέρα, το δεύτερο μισό του άλμπουμ περιλαμβάνει το επικών διαστάσεων 38λεπτο "Deep Water Suite", το οποίο μπορεί να είναι τυπικά χωρισμένο σε εννέα επιμέρους τραγούδια, αλλά επί της ουσίας αποτελεί μια ενιαία σύνθεση. Κι όπως μπορεί να φανταστεί κάποιος, πολλά και ωραία συμβαίνουν κατά τη διάρκειά του, με μελωδίες που πάνε και έρχονται και με άπλετο χώρο για να επεκταθούν όλοι οι επιμέρους μουσικοί. Παρόλα αυτά, οι μελωδίες δεν φεύγουν ποτέ από το πρώτο πλάνο, ενώ η πλειονότητα των θεμάτων είναι και πάλι ξεκάθαρο ότι προέρχονται από τον Morse. Εδώ να σημειωθεί πως το γεγονός ότι ο Neal είναι ο μπροστάρης δεν σημαίνει ότι καπελώνει τους συμπαίκτες του, αντιθέτως δημιουργεί το κατάλληλο έδαφος για να αναδειχθούν.

Εν κατακλείδι, το νέο σχήμα των Cosmic Cathedral δεν βγάζει τον Neal Morse από το μουσικό του DNA, παρά περισσότερο βρίσκει τους υπόλοιπους μουσικούς να προσαρμόζονται σε αυτό. Προσαρμοζόμενοι, όμως, σε αυτό το πλαίσιο, οι Thompson, Keagy και House φέρνουν στην εξίσωση τις προσωπικότητες και τα ταλέντα τους, διαφοροποιώντας σε πολλά σημεία το τελικό αποτέλεσμα. Αυτή η - έστω ελεγχόμενη - διαφοροποίηση είναι απολύτως καλοδεχούμενη, λειτουργεί προς όφελος της μουσικής πρότασης και σε συνδυασμό με την υψηλή ποιότητα που χαρακτηρίζει κάθε πτυχή και στιγμή του άλμπουμ, καθιστά το "Deep Water" ως μια από τις progressive rock δουλειές που δεν πρέπει να αγνοήσει κανείς οπαδός του ιδιώματος, την τρέχουσα χρονιά. Κι ας μην θεωρείται στο μέλλον κάποιο από τα κλασσικά/σπουδαία/καλύτερα έργα της δισκογραφίας των μουσικών που απαρτίζουν το συγκρότημα.

  • SHARE
  • TWEET