Parkway Drive, Stick To Your Guns, Darkest Hour @ Piraeus Academy, 23/04/17

Η επόμενη μέταλ μπάντα που θα γεμίζει αρένες, παίζει metalcore

Από τον Αντώνη Μαρίνη, 24/04/2017 @ 15:39

Δεν μπόρεσα να αντισταθώ στον τίτλο πρωτοσέλιδου εφημερίδας τρίτης διαλογής, ζητώ ταπεινά συγγνώμη. Αλλά τα πράγματα έτσι έχουν. Εδώ και αρκετό καιρό, ένα από τα φλέγοντα ζητήματα στον χώρο του σκληρού ήχου είναι ποια νέα σχήματα θα παραλάβουν τη σκυτάλη από τους «κλασικούς» και τους «μεγάλους», όλους εκείνους που έχουν ξεφύγει από το μικρομεσαίο μέγεθος και παίζουν στα μεγάλα σαλόνια. Ανά διαστήματα ξεφυτρώνουν ονόματα που δείχνουν ότι έχουν όσα χρειάζονται για να κάνουν αυτό το μεγάλο βήμα. Πιο συχνά, η μουσική βιομηχανία με τα δικά της κριτήρια διαλέγει κάποια και τους εναποθέτει το βάρος.

Η περίπτωση των Parkway Drive, παρά τις ξαφνικές πρόσφατες αγάπες από μεγάλη μερίδα του τύπου, κλίνει προς το πρώτο ενδεχόμενο. Αδιαμφισβήτητη απόδειξη αυτού είναι οι ζωντανές τους εμφανίσεις στη χώρα μας. Το μακρινό 2008 είχαν εμφανιστεί στο Underworld, δύο χρόνια αργότερα στο Κύτταρο και το 2013 στο Gagarin. Η δημιουργία και η σταδιακή αύξηση του κοινού είναι αλληλένδετη με τη βελτίωση του ίδιου του show κι εν τέλει με το χτίσιμο του ονόματος μιας μπάντας, και η παρέα από το Byron Bay δείχνει να το έχει κατανοήσει πλήρως.

Πριν ασχοληθούμε περαιτέρω με το μεγάλο όνομα της βραδιάς, ωστόσο, θα ήταν μεγάλη αδικία να περάσουν στα ψιλά οι δύο special guests που ήταν μαζί τους. Πρώτοι, και πιστοί στο χρονοδιάγραμμα που είχε γίνει γνωστό, εμφανίστηκαν οι Darkest Hour. Η πεντάδα από την Washington μπορεί να είχε καιρό να παίξει στα μέρη μας, όμως συναυλιακά και δισκογραφικά συνεχίζει ακάθεκτη. Τρομερά δεμένοι στη σκηνή, αποτέλεσμα της πολύχρονης (δύο γεμάτες δεκαετίες δεν είναι καθόλου μικρό πράγμα) εμπειρίας τους, θύμισαν πόσο κοντά μπορεί να έρθει το metalcore με το περισσότερο παραδοσιακό heavy ή το thrash.

Darkest Hour

Με δυνατό και καθαρό ήχο από το ξεκίνημα, η αρχή έγινε με το ολοκαίνουριο "Knife In The Safe Room". Το moshing ξεκίνησε σχεδόν αυτόματα, ενώ η μπάντα πήγαινε από το ένα κομμάτι στο επόμενο κρατώντας τις παύσεις στο ελάχιστο. Στο "No God" έγιναν οι πρώτες απόπειρες για crowdsurfing και το "Savor The Kill" συνοδεύτηκε από συγχρονισμένο headbanging πάνω και κάτω από τη σκηνή. Δυστυχώς λόγω χρόνου, και παρότι από το φρέσκο "Godless Prophets And The Migrant Flora" ακούστηκαν όλα κι όλα δύο κομμάτια, αρκετοί δίσκοι δεν εκπροσωπήθηκαν. Αλλά όσα σχόλια διαμαρτυρίας για την απουσία του "Deliver Us" κι αν υπάρχουν, το κλείσιμο με το καταιγιστικό "The Sadist Nation" δεν άφησε περιθώρια για αμφισβητήσεις.

Περίπου είκοσι λεπτά αργότερα, αφού οι ίδιοι οι Stick To Your Guns ετοίμασαν το drum kit και τον εξοπλισμό τους, το "Basket Case" από τα ηχεία έδωσε τη θέση του στο "Chariots Of Fire" και τα φώτα χαμήλωσαν για δεύτερη φορά. Οι Καλιφορνέζοι εμφανώς ευδιάθετοι παρατάχθηκαν στη σκηνή και δεν παρέμειναν σταθεροί για τα επόμενα σαράντα και κάτι λεπτά. Σε πλήρως πάνκικη λογική, ο ήχος ήταν αισθητά λιγότερο προσεγμένος σε σχέση με νωρίτερα, αλλά αυτό δεν είχε καθόλου σημασία. Έτσι κι αλλιώς το νόημα στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι να ακουστούν άψογα οι αρμονίες ή τα τεχνικά στοιχεία.

Stick To your Guns

Όλο το θέμα σε τέτοιες εμφανίσεις είναι το νεύρο, το κέφι και το attitude. Κι από αυτά το σετ της πεντάδας ήταν γεμάτο. Το μπάσιμο με το "Against Them All" ήταν σοφά διαλεγμένο με το moshing και τα crowdsurf να επιστρέφουν και το κοινό να αναλαμβάνει δεύτερα φωνητικά. Από το τρομερά δεμένο σετ ξεχώρισαν το ευθύ "We Still Believe", το "Nothing You Can Do To Me" με την ειλικρινέστατη εισαγωγή από τον Jesse Barnett και το άψογο "Amber". Συνολικά η παρουσία τους ήταν τόσο δυνατή που υπό άλλες συνθήκες θα είχαν χαντακώσει το headline όνομα, και απλά ελπίζω να μας δοθεί η ευκαιρία να τους παρακολουθήσουμε μόνους τους.

Χρειάστηκε κάτι παραπάνω από μισή ώρα για να αδειάσει η σκηνή από τους ενισχυτές, για να γεμίσει από φώτα και να ετοιμαστεί το υπόλοιπο setup των Parkway Drive. Είναι πραγματικά άξιο αναφοράς ότι τα σκηνικά που είχε μαζί της η μπάντα ήταν μόνο ένα μέρος από αυτά που έχει συνήθως, κι όμως ήταν περισσότερα από αυτά που η πλειοψηφία των συγκροτημάτων χρησιμοποιεί σε μόνιμη βάση. Όπως και να έχει, στις 22:00 ο χώρος μπροστά στη σκηνή πλέον ήταν γεμάτος, σε βαθμό που σε άλλη συναυλία στον ίδιο χώρο είχε ανακοινωθεί sold out.

Parkway Drive

Το εισαγωγικό μέρος του "Wild Eyes" δεν χρειάστηκε να ακουστεί παραπάνω από μία φορά και όλο το venue τραγουδούσε, με το αποτέλεσμα να φαίνεται στο τεράστιο χαμόγελο των πέντε με το που πάτησαν στη σκηνή. Τα φώτα άναψαν σαν ομοβροντία, κομφετί γέμισαν τον χώρο και ιδανικότερο ξεκίνημα δεν θα μπορούσε να υπήρχε. Τα γεμίσματα του "Gaz" Gordon εναλλάσσονταν με τα lead του Jeff Ling, ενώ το moshing έδινε και έπαιρνε. Πριν ηρεμήσουν τα πνεύματα, οι πρώτες νότες του "Carrion" ήχησαν και το circle pit πρέπει να κάλυψε περίπου το μισό μαγαζί. Μόνο ότι τέτοιο τραγούδι μπορεί να σταθεί τόσο νωρίς και το υπόλοιπο σετ να συνεχίζει σε εξίσου υψηλά επίπεδα, έχει αρκετά πράγματα να πει για τον κατάλογο που διαθέτει η μπάντα.

Parkway Drive

Πρώτος εκπρόσωπος από το υλικό του "IRE" ήταν το "Dedicated" που κέρδισε αρκετούς πόντους από το ζωντανό πλαίσιο και με το κλείσιμό του οδήγησε σε ένα από τα πιο πολυσυζητημένα «χιτ» του σχήματος. Όσες ενστάσεις κι αν έχει το αυστηρά metalcore κοινό για το "Vice Grip", αναμφισβήτητα είναι ένα τρομερά κολλητικό κομμάτι, που έχει κάθε λόγο να μπορεί να σταθεί σε αρένα και ταυτόχρονα να μη μοιάζει εκτός τόπου ανάμεσα στα πιο βαριά κομμάτια του συγκροτήματος. Έτσι, δεν ήταν καθόλου παράξενο που οι αντιδράσεις ήταν κάτι παραπάνω από θερμές και το sing along τόσο δυνατό που κάλυπτε χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία το backing track.

Parkway Drive

Κάπου εδώ πρέπει να αναφερθεί ότι ο Winston McCall έχει εξελιχθεί σε έναν από τους πιο ξεχωριστούς μπροστάρηδες στο ευρύ φάσμα του σκληρού ήχου. Δεν είναι μόνο ότι τα σκισμένα φωνητικά του είναι σταθερά από τα δυνατότερα εκεί έξω ή ότι σκηνικά βγάζει τρομερή ενέργεια, παραμένοντας όσο πιο προσγειωμένος γίνεται· είναι αυτά, σε συνδυασμό με το ότι καταφέρνει να διατηρεί την επικοινωνία με το κοινό με χαρακτηριστική φυσικότητα, χωρίς να μοιάζει υπερβολικός ή στημένος. Έτσι, όταν ανακοίνωσε ότι θα έπαιζαν «ένα γρήγορο τραγούδι», δεν χρειάστηκε κάτι περισσότερο. Το pit ξανάνοιξε και το drum break του "Karma" ακολουθήθηκε από τον αναμενόμενο παροξυσμό.

Parkway Drive

Το σερί συνεχίστηκε με τα "Sleepwalker" και "Dark Days" να ακούγονται χωρίς παύση ανάμεσά τους, με το κοινό να αναλαμβάνει αρκετά ρεφρέν και το ξύλο να συνεχίζεται αμείωτο. Η εισαγωγή του "Destroyer" θα μπορούσε να είχε πάρει παράταση για ένα παραπάνω πεντάλεπτο και οι φωνές ακόμα θα ακούγονταν, ενώ σύσσωμο το αθηναϊκό κοινό πιστεύω ότι μπορεί να ζητήσει βραβείο πρωτοτυπίας για το υπέροχο συρτάκι-pit που στήθηκε προς τα μέσα του κομματιού. Η απότομη στροφή στο παρελθόν ήταν απολύτως καλοδεχούμενη, με τα "Boneyards" και "Idols And Anchors" να μη χάνουν ούτε ελάχιστο από το νεύρο τους και να είναι η αιτία για μαζικά crowdsurf.

Parkway Drive

Η κανονική διάρκεια έκλεισε με πολλές φωνές και headbanging στο συναυλιακό-must "Swing" και το κενό του encore περισσότερο νόημα είχε για ανάσες, παρά για οτιδήποτε άλλο. Η επιστροφή με τα "Crushed" και "Bottom Feeder" ήταν το κερασάκι σε μία άψογη βραδιά και η επιβεβαίωση ότι το πρόσφατο υλικό της μπάντας δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από την «κλασική» περίοδό της. Μικρά σχόλια για την επιλογή των κομματιών προφανώς και θα υπάρχουν, καθώς μιλάμε για μια μπάντα με πέντε εξαιρετικούς δίσκους και στα περίπου ογδόντα λεπτά, αναγκαστικά κάτι θα μείνει εκτός. Αν ρωτάτε εμένα, ένα "Romance Is Dead", ένα "Home Is For The Heartless" ή ακόμα κι ένα "Dying To Believe" κάπου μπορούσαν να στριμωχτούν. Όπως και να έχει, όμως, μιλάμε για μια σαρωτική εμφάνιση, γεμάτη ενέργεια, moshing, χαμόγελα και ιδρώτα.

Φωτογραφίες: Διονύσης Παρθενιάδης / dionpa.com

SETLIST

Wild Eyes
Carrion
Dedicated
Vice Grip
Karma
Sleepwalker
Dark Days
Destroyer
Boneyards
The Writing's On The Wall
Idols And Anchors
Swing

Encore:
Crushed
Bottom Feeder

  • SHARE
  • TWEET