Iron Maiden

Dance Of Death

EMI (2003)
Από τον Παναγιώτη Λουκά, 14/05/2005
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Σίγουρα δεν περιμένετε από εμάς να σας πούμε ποιοι είναι οι Iron Maiden και ποια η συμβολή τους στο σκληρό ήχο. Ιερό τέρας του heavy metal που επηρέασε και ενέπνευσε χιλιάδες μουσικούς με τους καλπάζοντες ρυθμούς, την πρωτοποριακή χρήση κάθε είδους μελωδιών, τα υψηλά όσο και θεατρικά φωνητικά; Και λίγα λέμε... Αν δεν ήτανε οι Iron Maiden, το ευρωπαϊκό power metal δε θα υπήρχε, το αμερικάνικο θα αντέγραφε τους Judas Priest, ενώ το σουηδικό μελωδικό death metal θα ηχούσε πολύ διαφορετικό. Γενικά όρεξη να έχει κανείς να μετράει τις μπάντες που επηρέασαν.

Τεράστια λοιπόν η συνεισφορά αυτής της μπάντας, αλλά τι έχει να προσφέρει τώρα εν έτει 2003; Το "Dance Of Death", το 13ο δημιούργημα των Iron Maiden και το 2ο album μετά την επιστροφή των Bruce Dickinson και Adrian Smith, δίνει μια ξεκάθαρη απάντηση στο παραπάνω ερώτημα: Ποιοτικό metal με άφθονες μελωδίες, progressive εξάρσεις και πολλά επικά στοιχεία, δόσεις μελαγχολίας και συμφωνικές προεκτάσεις. Κοινώς μια αξιοπρεπής και καλοδουλεμένη εξέλιξη του εξαιρετικού "Brave New World". Όσο εξελικτικοί όμως γίνεται να είναι οι Iron Maiden. Όσοι περιμένουνε ένα "Number Of The Beast" ή ένα "Seventh Son Of A Seventh Son" χάνουνε τον καιρό τους. Αυτή η μπάντα έχει βρει πλέον μια χρυσή συνταγή και εμμένει σε αυτήν (και καλά κάνει). Όσοι τους βρίζουνε ως αντιεξελικτικούς και δεινοσαυρικούς οφείλουν τουλάχιστον να ακούσουνε το album. Τι θα ήτανε δηλαδή δείγμα εξέλιξης για τους Maiden; Να βάλουνε μάσκες και να αρχίσουνε να χοροπηδάνε από εδώ και από κει πάνω στη σκηνή;

Το album ξεκινά με το "Wildest Dreams", ένα ευχάριστο rock κομμάτι δίχως ιδιαίτερες εκπλήξεις, αρκετά πιασιάρικο, στην παράδοση σχημάτων όπως οι Free και οι Cream, με στίχους που πραγματεύονται τη φυγή και την αλλαγή. Το "Rainmaker" που ακολουθεί είναι ακόμα πιο πιασάρικο, με φωνητικές μελωδίες που σου καρφώνονται στο μυαλό με τη μία. Το πρώτο μεγάλο κομμάτι σκάει μύτη, "No More Lies", με ατμοσφαιρική και ύπουλη εισαγωγή που έχει κάτι από "Children Of The Damned" ή από ένα "Fear Of The Dark" και ξεσπάει στη συνέχεια με το απλό αλλά πορωτικό και δυναμικό refrain του και τη διπλή κιθαριστική επίθεση στις μελωδίες, trademark των Iron Maiden. Το κομμάτι είναι πολύ συναισθηματικό και εντείνεται από τους μυστήριους και προσωπικούς στίχους του Harris. Το "Montsegur" που ακολουθεί μοιάζει λες και βγήκε μέσα από το "Number Of The Beast". Δυναμικό τραγούδι με έντονο επικό refrain, progressive κοψίματα και αρκετές αλλαγές στους ρυθμούς. Το ομώνυμο για τη συνέχεια, είναι μια μικρή έκπληξη, από τις πιο ενδιαφέρουσες στιγμές του album, με πολύ ήρεμη και μελαγχολική εισαγωγή και αφηγηματικό/Σαιξπηρικό ύφος από τον Dickinson, ενώ συνεχίζει με ένα κέλτικο ξέσπασμα στις μελωδίες (έντονα επηρεασμένο από Thin Lizzy), συνοδευόμενο από συμφωνικά όργανα. Από τις καλύτερες και πιο μοναδικές στιγμές των Maiden ever! Το "Gates Of Tomorrow" που ακολουθεί είναι ένα κλασικό κομμάτι Maiden, με ένα αισιόδοξο feeling και εξαιρετικό refrain που σώζει την όλη σύνθεση. Τo "New Frontier" έπειτα, είναι εκτός των άλλων και το πρώτο τραγούδι που συμμετέχει συνθετικά ο Nicko McBrain (μόνο 20 χρόνια του πήρε του ανθρώπου!) και είναι γενικά ένα up-tempo κομμάτι με αρκετές αλλάγες, progressive ρυθμούς στα τύμπαντα και ενδιαφέρουσες αλλαγές αλλά και pases στις κιθάρες. Το "Paschendale" στη συνέχεια, είναι από τις καλύτερες και μακρύτερες συνθέσεις του album, σύνθεση κυρίως στον Adrian Smith. Με μελαγχολικό και επικό τόνο που ταιριάζει άψογα στο πολεμικό στιχουργικό του θέμα, το τραγούδι κινείται από απλές μελωδίες στην αρχή σε εκρηκτικά ξεσπάσματα με riffs, υποβοηθούμενα από ορχηστρικά όργανα! Η χρήση της ορχήστρας το κάνει άκρως ενδιαφέρον και τονίζει έντονα την ατμόσφαιρα. Ένα μεγαλειώδες κομμάτι, ίσως το καλύτερο του δίσκου που συγκινεί με το συναίσθημα του και ενθουσιάζει με τη δύναμη του. Στη συνέχεια τo "Face In The Sand" μας πιάνει αδιάβαστους ύστερα από ένα τόσο έντονο τραγούδι με την ήρεμη εισαγωγή του, ενώ βλέπουμε πολύ έξυπνη χρήση των πλήκτρων, στιβαρό rhythm section και καταπληκτική επική ερμηνεία από τον Dickinson. Και αυτό από τα καλύτερα του δίσκου αφού το επικό συναίσθημα στα φωνητικά είναι καταπληκτικό και ξεχωρίζει. Το "Age Of Inoccence" για τη συνέχεια φαντάζει μάλλον αδύναμο, αν και ξεχωρίζουνε οι κοινωνικά συνειδητοποιημένοι στίχοι του Harris. Για το τέλος, έχουμε το "Journeyman", ένα ασυνήθιστο κομμάτι για Maiden, αφού είναι όλο ακουστικό με πλήκτρα, ενώ διακατέχεται και από ένα ταξιδιάρικο αίσθημα γενικότερα. Ό,τι πρέπει για να κλείσει ο δίσκος.

Η παραγωγή είναι άψογη, δουλεμένη με όλα τα όργανα να ακούγονται πεντακάθαρα και ο ήχος 100% live και αυθεντικός (αυτό φέρνει στο μυαλό συγκρίσεις με ένα άλλο μεγάλο σχήμα, πρώην καινοτόμους στο metal, που αυτό το καλοκαίρι πήγε να μας πουλήσει ξεκουρδισμένα τύμπανα και λασπωμένες κιθάρες για live και "χύμα" ηχογράφηση). Ο ήχος είναι για σεμινάριο στο album και βοηθάει πολύ στο να αναδειχτούν οι συνθέσεις.

Συνολικά πρόκειται για έναν καταπληκτικό δίσκο, πραγματικά δεν το περίμενα από τους Iron Maiden, οι οποίοι μας δείχνουν ξεκάθαρα ότι είναι ένα σχήμα που διατηρεί ακόμα και σήμερα το δυναμισμό και τη ζωντάνια του. Ο δίσκος έχει γνωρίσει ήδη τεράστια επιτυχία, αφού εκτοξεύτηκε στο νούμερο 1 σε πολλές χώρες της Ευρώπης (και στην Ελλάδα), ενώ μπήκε και στα charts των μεγαλύτεων χωρών του κόσμου. Κάτι μου λέει ότι οι Iron Maiden θα ξαναγίνουν το πελώριο σχήμα που ήτανε στα μέσα της δεκαετίας του '80. Κάθε οπαδός της μπάντας οφείλει να αποκτήσει αυτόν το δίσκο, ενώ για τους νεότερους οπαδούς είναι το καλύτερο ξεκίνημα για να έρθουνε σε επαφή με τον μύθο των Iron Maiden.

Νίκος Πάτσαρης


Επιστροφή των Iron Maiden μετά από 3 χρόνια από το reunion album "Brave New World". To νέο album "Dance of Death" κυκλοφόρησε στις 8 Σεπτεμβρίου σε παραγωγή του Kevin Shirley και σε λίγες ημέρες θα ξεκινήσουν την παγκόσμια περιοδεία τους (προς το παρόν η Ελλάδα δεν συμπεριλαμβάνεται στην περιοδεία τους παρόλο που το album είναι νούμερο 1 στα ελληνικά charts). Ακούγοντας το καινούριο album η πρώτη εντύπωση που αφήνει είναι κάτι παραπάνω από θετική. Αποτελείται από 11 τραγούδια στα οποία έχουν συμβάλει συνθετικά και τα 6 μέλη του συγκροτήματος με τον McBrain να συνυπογράφει για πρώτη φορά το "New Frontier". Στο album υπάρχουν 6 τραγούδια ("Rainmaker", "Gates of Tomorrow", "Paschendale", "Wildest Dreams", "Montsegur", "New Frontier") διάρκειας μέχρι 6 λεπτών τα οποία θα μπορούσαν να ενταχθούν άνετα στο set list της επικείμενης περιοδείας τους. Τα υπόλοιπα 5 κομμάτια ("Νο More Lies", "Dance Of Death", "Face In The Sand", "Journeyman", "Age Of Innocence") έχουν διάρκεια μέχρι 9 λεπτά και θυμίζουν αρκετά συνθέσεις από παλαιότερα album τους.

Ακούγοντας κανείς το album καταλήγει στο συμπέρασμα ότι είναι καλύτερο από τα τρία προηγούμενα ("Brave New World", "Χ Factor" και το "Virtual XI"), αλλά βέβαια για να σε κερδίσει θέλει αρκετές ακροάσεις. Είναι δύσκολο να διαλέξεις ανάμεσα στα κομμάτια και να πεις ποιο είναι το καλύτερο, αλλά αυτά που κλέβουν τις εντυπώσεις είναι το "Rainmaker", "Dance of Death" και "Paschendale". To album βρίσκει το γκρουπ σε μια δημιουργική φόρμα, αφού περιέχει τα γνωστά υψηλά στάνταρτ των Μaiden, όπως δισολιες, συναυλιακά και επικά κομμάτια, προσεγμένη παραγωγή κτλ.

O δίσκος θα αρέσει στους φανατικούς οπαδούς απλά ήθελε το κάτι παραπάνω για να περάσει στην συνείδηση των οπαδών σαν «κλασικό» τους (eg "Number of The Beast", "Piece of Mind", "Fear Of the Dark"). To group φαίνεται ότι έχει ακόμα την όρεξη και τις δυνατότητες για συνέχεια, δίχως να δείχνει σημεία κορεσμού, χαριζοντάς μας υψηλής ποιότητας albums.
Up the Irons!

  • SHARE
  • TWEET