Gus G.

I Am The Fire

Century Media (2014)
Από τον Νίκο Καταπίδη, 05/03/2014
Ο Gus G. ανατρέπει ευχάριστα τις προσδοκίες για τον πρώτο solo δίσκο του
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Σόλο δίσκος του Gus G. Ωραία λέω, shredding θα έχουμε, γρήγορα κομμάτια, power metal και καμιά μπαλάντα να δέσει το γλυκό. Αμ δε. Έπεσα έξω. Και τον παραδέχτηκα γιατί έχει το θάρρος να κάνει κάτι που αψηφά τις προσδοκίες, απλά και μόνο γιατί θέλει να γράψει τα κομμάτια που γουστάρει. "I Am The Fire" λοιπόν, με μεγάλα ονόματα της μουσικής σκηνής να συμμετέχουν είτε ως instrumentalists είτε με φωνητικά. Έχουμε και λέμε: Mats Leven (Malmsteen, Therion), David Ellefson (Megadeth), Billy Sheehan (The Winery Dogs, Tallas, Mr. Big), Jeff Scott Soto, Tom S. Englund (Evergrey), Michael Star (Steel Panther), Devour The Day, Alexia Rodriguez (Eyes Set To Kill), Jacob Bunton (Adler, Lynam). Από την ποικιλία των καλεσμένων παίρνουμε και μια ιδέα για το σχετικά πολυδιάστατο ύφος του άλμπουμ, το οποίο όμως επικεκτρώνεται σε πιο hard rock συνθέσεις, χωρίς επιδειξιμανία και πάντα επικεντρωμένες στο να αναδείξουν τις φωνητικές μελωδίες.

Το άλμπουμ ανοίγει με το "My Will Be Done", το πρώτο single που κυκλοφόρησε, αφήνοντας ανάμεικτα συναισθήματα, προσωπικά απόρησα και με την επιλογή του ως single καθώς θεωρώ πως υπάρχουν σαφώς ανώτερα κομμάτια στο δίσκο. Φυσικά η φωνάρα του Mats ανεβάζει πολύ το τραγούδι, ενώ τα σολίδια του Gus G προσφέρουν την πρώτη (μικρή έστω) ικανοποίηση σε όσους περιμένουν να ακούσουν το χαρακτηριστικό παίξιμο του Gus. Συνέχεια με το "Blame It On Me", ένα όμορφο ρυθμικό κομμάτι, με την κιθάρα στο ρεφραίν να είναι σαν easter egg για τους οπαδούς των Firewind, φέρνοντας στο μυαλό την εισαγωγή του "Falling To Pieces". Πιασάρικο, hard rock, μελωδικό και δυνατό τραγούδι.

Το ομότιτλο κομμάτι αποτελεί και το αγαπημένο του γράφοντα, καθώς η συνεργασία με τους Devour The Day θεωρώ πως λειτούργησε ιδανικά σε συνδυασμό με το απλό αλλά κολλητικό riff, και ίσως από τα καλύτερα ρεφρέν που έχει γράψει γενικότερα ο Gus (λαμβάνοντας υπόψη και τους Firewind). Πραγματικά η φωνή του Blake Allison ταίριαξε γάντι με το τραγούδι, και νομίζω πως θα αποτελέσει και highlight στις συναυλίες του Gus. "Vengeance" στη συνέχεια, το πρώτο instrumental, με το μπάσο του Ellefson να κάνει αισθητή την παρουσία του. Αρκετά σύνετο κομμάτι, με τα γρήγορα riffs να δίνουν τη θέση τους σε ένα groovy μέρος κάπου στη μέση με drums και μπάσο, και τον Gus να υπενθυμίζει ότι έχουμε να κάνουμε με σόλο δίσκο ενός κιθαρίστα, και κάνοντας μια μικρή επίδειξη της σολιστικής του ικανότητας.

Το "Long Way Down" είναι ένα ακόμη κομμάτι όπου η παρουσία ενός guest αναδυκνείει ακόμη περισσότερο τη μουσική, καθώς η φωνή της Alexia Rodriguez έχει μια ωραία μίξη συναισθηματισμού και επιθετικότητας. Η ακουστική κιθάρα έχει την τιμητική της εδώ, ενώ στο ρεφρέν οι εντάσεις ανεβαίνουν και δημιουργούν ακόμη ένα τραγούδι που αποτελεί «single material». Η επόμενη σύνθεση με τίτλο "Just Can't Let Go" κινείται σε σχετικά παρόμοιο ύφος, μπαλαντοειδές κομμάτι που δυναμώνει προς το τέλος, αρκετά αξιόλογο κι αυτό.

Ακολουθεί το "Terrified", το τραγούδι που περίμεναν από την αρχή του δίσκου όσοι ήθελαν να ακούσουν καθαρά κιθαριστικές συνθέσεις, το οποίο κάλλιστα θα μπορούσε να βρεθεί σε ένα δίσκο των Firewind. Βαρύ (με το μπάσο του Sheehan να συμβάλλει πολύ σε αυτό), τεχνικό αλλά και μελωδικό, κι ομολογώ πως θα ήθελα λίγο περισσότερο υλικό σε αυτό το ύφος στον δίσκο.

Η συνέχεια του δίσκου πλέον είναι λίγο αναμενόμενη, χωρίς αυτό να μειώνει την αξία των κομματιών, για παράδειγμα το "Redemption" με τη συμμετοχή του Μichael Starr να ξεχωρίζει, ενώ το "Summer Days" αφήνει μια γλυκιά αισιοδοξία και τον Jeff Scott Soto να δίνει μια εξαιρετική ερμηνεία. O Tom Englund με τη ζεστή του φωνή ντύνει το "Dreamkeeper" που αποτελεί μια απο τις πιο όμορφες στιγμές του άλμπουμ.

Γενικότερα η αίσθηση που αφήνει ο δίσκος, ανεξαρτήτως των προσδοκιών που μπορεί να έχει κανείς, είναι πως πρόκεται για μια δουλειά που έγινε για να βγουν κρυμμένες ή και καταπιεσμένες επιρροές του Gus G στην επιφάνεια. Το ότι ίσως πολλά κομμάτια είναι πιο απλοϊκά απ' ότι περίμενα, δεν λειτουργεί αρνητικά, πόσο μάλλον όταν υπάρχουν τόσοι διαφορετικοί και μοναδικοί τραγουδιστές πίσω από το μικρόφωνο. Συμπερασματικά λοιπόν, το άλμπουμ είναι αξιόλογο, διασκεδαστικό κι ανατρέπει ευχάριστα τις όποιες προσδοκίες μπορεί να δημιουργεί το όνομα του Gus G. Έχει ψυχή μέσα του, κάτι που είχε αρχίσει να μου λείπει στους τελευταίους δίσκους των Firewind και αφήνει ελπίδες για το μέλλον.
  • SHARE
  • TWEET