Albert Collins

Live At Montreux 1992

Eagle Vision (2008)
Από τον Κώστα Σακκαλή, 17/07/2008
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Το jazz φεστιβάλ του Montreux ιδρύθηκε το 1967 και διοργανώνεται στην ομώνυμη ελβετική πόλη και συγκεκριμένα στο εκεί καζίνο. Παρά την αρχική του ονομασία, γρήγορα ανοίχτηκε και σε άλλα είδη μουσικής όπως τα blues, κυρίως, αλλά και στο ευρύτερο φάσμα του ροκ. Με τον καιρό η συχνή μαγνητοσκόπηση των συναυλιών δημιούργησε ένα τεράστιο σε μέγεθος και αξία αρχείο, το οποίο η Eagle Vision φροντίζει σιγά σιγά με πολύ επιμελημένες εκδόσεις να φέρνει στην επιφάνεια.

Στη συγκεκριμένη κυκλοφορία μας δίνεται η ευκαιρία να απολαύσουμε τον Albert "Master Of The Telecaster" Collins στην εμφάνισή του το 1992, σχεδόν έναν χρόνο πριν από τον πρόωρο θάνατό του από καρκίνο.

Ο Albert Collins αποτελεί αδικημένη φιγούρα στο χώρο της blues μουσικής. Παρά την ευρεία αναγνώριση που δέχτηκε από κριτικούς και μουσικούς και τη σχετική εμπορική επιτυχία που κατάφεραν κάποιες ηχογραφήσεις του, ποτέ δεν κατάφερε να μπει στην Α' Εθνική του χώρου. Σίγουρα σε μεγάλο βαθμό αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στα μέσα της δεκαετίας του '60, όταν πλέον η μόδα επέβαλε τα blues να παίζονται κατά βάση από λευκούς μουσικούς για λευκά ακροατήρια. Μάλιστα είναι ειρωνικό ότι, όντας Τεξανός, θα έβλεπε λευκούς συμπατριώτες του όπως ο Johnny Winter να αναγνωρίζονται πολύ πιο γρήγορα από αυτόν, ενώ θα χρειαζόταν η παρέμβαση του Bob "The Bear" Hite των Canned Heat προκειμένου να βρεθεί γι' αυτόν δισκογραφική στέγη. Εκδίδοντας μία σειρά από singles, αλλά ουσιαστικά ελάχιστα άλμπουμ μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του '70, επιβραβεύθηκε για το παίξιμό του τη δεκαετία του '80, όταν και απέκτησε το δικό του κοινό.

Το παρατσούκλι που τον ακολούθησε σε ολόκληρη την πορεία του ήταν το "The Iceman". Αυτό οφείλεται αφενός στο πρώτο του single με τίτλο "The Freeze", που σημείωσε σχετική επιτυχία για να το διαδεχτεί μία σειρά άλλων με συναφείς τίτλους (ενδεικτικά "Sno-Cone", "Icy Blue", "Don't Lose Your Cool", "Frostbite" και το μεγαλύτερο hit του: "Frosty"), και αφετέρου στον καθαρό, κρυστάλλινο ήχο του. Το τελευταίο είναι ένα εμφανές στοιχείο από το ξεκίνημα της συναυλίας. Έχουμε την ευκαιρία να παρατηρήσουμε από πολύ κοντά το ιδιαίτερο παίξιμο της Telecaster από τον Collins, με το καποτάστο μόνιμα προσαρμοσμένο στην ταστιέρα της και τις χορδές να ταλαντεύονται από το άγγιγμα των δαχτύλων του και μόνο - πένες και λοιπά βοηθήματα είναι περιττά.

Στη διάρκεια της μίας ώρας που κρατάει η εμφάνισή του, ο Collins θα προλάβει να περιπλανηθεί σε γρήγορα, χορευτικά, ακόμα και funk κομμάτια που κερδίζουν το κοινό αλλά και αργά, πονεμένα blues. Η σκηνή γεμίζει από την παρουσία της εξαμελούς συνοδευτικής μπάντας του που αποτελείται από πλήκτρα, μπάσο, ντραμς, βοηθητική (και σχεδόν απαρατήρητη) κιθάρα, σαξόφωνο και τρομπέτα. Δυστυχώς η παρουσία των δύο πνευστών που διεκδικούν και απολαμβάνουν αρκετό χρόνο συμμετοχής αλλοιώνει λίγο το χαρακτήρα των κομματιών του Collins, «γυαλίζοντάς» τα. Επίσης οι φωνητικές ικανότητες του ίδιου είναι περιορισμένες, με αποτέλεσμα να μειονεκτούν ελαφρώς τα τραγούδια όπου η φωνή του κυριαρχεί, σε αντιπαραβολή με τα εκτεταμένα ορχηστρικά (ή σχεδόν ορχηστρικά). Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι όταν τραγουδάει, η κιθάρα του σιωπά πλήρως.

Ένα από τα σημεία αναφοράς είναι η, μόνιμη στα show του, κάθοδος στο κοινό για ένα εκτεταμένο σόλο που ξεσηκώνει, ενώ φυσικά δε λείπει και μία εκρηκτική εκτέλεση του "Frosty", με το οποίο κλείνει η συναυλία. Συνολικά η παράσταση είναι πολύ αξιόλογη και θα άξιζε το κόστος να την αποκτήσει κανείς και να βιώσει τι σήμαινε η παρακολούθηση στα 1992 μίας μεγάλης μορφής των blues αν...

...αν δεν υπήρχαν τα 4 bonus κομμάτια από την πρώτη του παράσταση στο Montreux το 1979 (περίπου 40 επιπλέον λεπτά) που καθιστούν το dvd κάτι παραπάνω. Ένα πολύτιμο ντοκουμέντο. Εδώ η μπάντα του Collins είναι σαφώς πιο δεμένη, βρίσκεται στο καλύτερο σημείο της πορείας της προς την καταξίωση, η παρουσία πνευστών περιορίζεται στο σαξόφωνο του γίγαντα A.C. Reed, που βοηθάει επίσης και στα φωνητικά, και η απόδοση των κομματιών είναι ένα σκαλοπάτι ανώτερη. Αυτό αποδεικνύεται εύκολα στο μόνο κοινό κομμάτι των δύο set, το "Frosty". Πέραν όμως του πολύ πιο ευφάνταστου και δυναμικού παιξίματος επιφυλάσσει και μία ακόμα έκπληξη που ακούει στο όνομα Clarence "Gatemouth" Brown. Ο συντοπίτης του, με βαθιά επιρροή στον Collins, ανεβαίνει στη σκηνή για ένα εντελώς απρογραμμάτιστο και αυτοσχεδιαστικό jam που, αν μη τι άλλο, αποτελεί ιστορική στιγμή.

Μόνο για λόγους χρονικής διάρκειας των δύο συναυλιών γίνεται δεκτή η κατηγοριοποίηση της ύστερης ως «κύριας» και της πρώτερης ως «επιπλέον υλικό». Σε κάθε περίπτωση, αυτό που μετράει είναι ότι ο χρόνος «παγώνει» στο 1979 και το 1992 και οι φίλοι του "Iceman" και του καλού blues γενικότερα έχουν έναν καλό λόγο να τρίβουν τα χέρια τους.

  • SHARE
  • TWEET