The White Stripes

Get Behind Me Satan

XL (2005)
07/07/2005
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Που βαδίζει η μουσική μας; Που θα πάει να μας αφήσει τελικά; Το νόημα βρίσκεται στα ατελείωτα solo (καθώς όλα έχουν πλέον ειπωθεί) ή στις μελωδίες-πρόκες για το μυαλό (αλλά από κουλούς κιθαρίστες);

Τι με έπιασε πάλι και γράφω φιλοσοφίες μέσα στο ντάλα καλοκαίρι; Δοκιμάστε και εσείς να κρίνετε με 38º C υπό σκιάν το νέο πόνημα του κ. Jack White, ο οποίος μάλλον το έχει βάλει σκοπό να κάνει όλους εμάς τους κειμενογράφους να φάμε τα διπλώματά μας και να μην ξαναβάλουμε ετικέτες στη μουσική. Ποτέ πια. Γιατί διαφορετικά δε δικαιολογείται αυτό το απίστευτο ηχητικό αλαλούμ που λέγεται "Get Behind Me Satan", ούτε η αντίστοιχη καλλιτεχνική επιτυχία του. Όπως πέρυσι δυσκολεύτηκα να κρίνω το "Elephant" και μετά από αλλεπάλληλες ακροάσεις ηττήθηκα και αναγκάστηκα να παραδεχθώ ότι είναι μεγάλος δίσκος, έτσι και τώρα, το 2005, ο κ. White με ξανακερδίζει με τις ιδέες και τη μουσική του και δείχνει πως η προοδευτικότητα πολλές φορές έγκειται στο να κοιτάς τις ρίζες σου και να τις ανασταίνεις για να σε υπηρετήσουν, καλύτερα από τον κάθε άλλο...

Ναι λοιπόν! Αυτός είναι ένας δίσκος με ήχους-βαμπίρ, ήχους βγαλμένους από εκεί που άρχισε εκείνη η μουσική που αποκαλείται ροκ, και μάλλον εκεί που ξαναοδεύει, για να βρει ίσως τη χαμένη της ταυτότητα. Δε θέλω να ξανακάνω χαρακτηρισμούς. Ακούω τον δίσκο πάνω από ένα μήνα, ο Ηλίας φωνάζει για την κριτική του κι εγώ στέκομαι ανήμπορος απέναντι σε αυτό το μανιφέστο. Το μανιφέστο της χαμένης ροκ αθωότητας...

Ναι, γιατί ο Jack δεν ξεχνά πως κάποτε όλοι οι μεγάλοι άκουγαν blues, ήξεραν τις βασικές συγχορδίες, έγραφαν στίχους για την γκόμενα που τους παράτησε, για τα λεφτά που δεν έχουν και σε τελική ανάλυση για την καρ*$%λα τη ζωή και έτσι έφτιαχναν τα αριστουργήματα που όλοι αγαπάμε. Για τι νομίζετε πως μιλάνε τα blues, η country, τα rockabilly κτλ; Για την αλλοτρίωση και το πως αυτή εξυφαίνεται από την έντονη κοινωνική ανισότητα; Έγραφαν με την καρδιά τους για αυτά που τους απασχολούσαν, για αυτά για τα οποία μιλούσαν με τα φιλαράκια μετά από μια τρελά κουραστική μέρα στη δουλειά, και ενώ έπιναν μπύρες, κάποιος κιθαρίστας στη μικρή σκηνή του μπαρ έβγαζε την ψυχή του στα solo και τους στίχους του.

Αυτά νομίζω σκέφτεται και ο Jack. Και πάει μόνος (ω, ναι τόσο μόνος) να αναστρέψει το ποτάμι του ροκ, εκείνο το οποίο όσο πάει βαδίζει προς την υπερβολή, τον εντυπωσιασμό και την εύκολη επίδειξη τεχνικής δεινότητας. Και χάνει την ουσία. Ο Jack τα έχει σκεφτεί όλα σωστά. Από το εξώφυλλο, διαβολικό και σκοτεινό με απίστευτες σημειολογικές αναφορές, αν το καλοκοιτάξετε, μέχρι το booklet, τους στίχους, τα κομμάτια του που φλερτάρουν σχεδόν με την οποιαδήποτε μουσική, πραγματικές ηχητικές πουτ&#ες, παντού, παντού, παντού, ο Jack έχει το νόημα που θέλει να περάσει: κοίτα τη ζωή, κοίτα αυτά που σου αρέσουν, φώναξε τα, χάρισε τα , τραγούδησε τα. Έτσι απλά. Έτσι μεγαλειωδώς. Έτσι. Πιο ουσιαστικά δε γίνεται.

  • SHARE
  • TWEET