Πιστεύει ακράδαντα ότι υπάρχουν μόνο δύο είδη μουσικής, η καλή και η κακή. Σχολιάζει και από τα δύο στις σελίδες του Rocking.gr, αν και οι κακές γλώσσες λένε ότι γράφει κυρίως για ό,τι είναι ή μοιάζει...
Roger Waters
Dark Side Of The Moon Redux
Μία γυψοσανίδα στην Καπέλα Σιστίνα, ένα τσιμέντο στον Παρθενώνα
Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά. Το "Dark Side Of The Moon" είναι ένα από τα πιο πολυδιασκευασμένα άλμπουμ στην ιστορία του rock. Από τους Flaming Lips μέχρι τους Gov’t Mule και από τους Easy Star All Stars μέχρι τους Phish, πολλοί προσπάθησαν είτε να το φέρουν στα μέτρα τους είτε να το αποδώσουν ακριβώς όπως πρωτοκυκλοφόρησε. Με κανέναν από αυτούς δεν έγινε ο χαμός που έγινε όταν ο ίδιος ο δημιουργός του (έστω, βασικός δημιουργός του) αποφάσισε να το επισκεφτεί ξανά και να το επανερμηνεύσει. Η επίθεση που δέχτηκε ήταν άνευ προηγουμένου για αντίστοιχη περίπτωση, αν σκεφτεί κανείς ότι αρκετοί καλλιτέχνες (από τον John Cale μέχρι την Taylor Swift) έχουν προσπαθήσει να επιστρέψουν σε μία δημιουργία τους για οποιοδήποτε λόγο. Απόδειξη πιθανότατα δύο πραγμάτων. Από τη μία το πόσο αγαπητός δίσκος είναι, τι τεράστιο μουσικό τοτέμ και ιερό κειμήλιο θεωρείται, που αν ο δημιουργός του τολμήσει να το πειράξει είναι σα να υποννοεί ότι κάτι δεν πάει καλά με την αρχική ηχογράφηση. Από την άλλη, σαφής ένδειξη ότι η μεγαλομανία και ο εγωισμός που πολλές φορές βγάζει ο Waters αποτελούν το φίλτρο βάσει του οποίου πολλοί κρίνουν κάθε του κίνηση (βλ. και την παρεξήγηση περί των solo του Gilmour).
Είναι σαφές ότι σε αμφότερες τις περιπτώσεις η προσέγγιση είναι συναισθηματική. Στην πρώτη είναι απλό να επιχειρηματολογήσεις ως προς το ότι η αρχική ηχογράφηση είναι ακόμα, πάντα, εκεί για όποιον θέλει να την ακούσει. Το αρχικό έργο δεν αλλοιώνεται ανεξάρτητα με το ποιες αλλαγές θα του κάνει οποιοσδήποτε, ακόμα και ο αρχικός δημιουργός του, που, εδώ που τα λέμε, έχει και τα περισσότερα δικαιώματα πάνω του. Ανεξάρτητα ακόμα και με το τι πιστεύει για αυτό. Αν και στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Waters δεν εξέφρασε τίποτα κακό για την αρχική ηχογράφηση του "Dark Side Of The Moon" και πώς θα μπορούσε άλλωστε όταν έχει περιοδεύσει με αυτό, όταν μονίμως περιλαμβάνει κομμάτια του στις συναυλίες του, όταν το θεωρεί την απαρχή της χρυσής περιόδου των Pink Floyd. Το βασικό κίνητρο του Waters υπήρξε ότι το βασικό μήνυμα του δίσκου με τον καιρό χάθηκε και θέλησε να το επαναφέρει στο προσκήνιο. Έχουμε τις αντιρρήσεις μας για αυτό (και θα τις εκφράσουμε στη συνέχεια) αλλά σε καμμία περίπτωση δεν υπάρχει αντίρρηση ότι αυτό αποτελεί έναν καλό λόγο για τον Waters να θελήσει να προσαρμόσει το έργο του σε μία μορφή που θεωρεί πιο σύγχρονη. Όχι μουσικά απαραίτητα, αλλά εκφραστικά.
Στη δεύτερη προσέγγιση και πηγή αντιρρήσεων η συζήτηση είναι λίγο πιο πολύπλοκη. Ναι, ο Waters είναι ένας άνθρωπος που σίγουρα έχει (δικαιολογημένα ίσως) μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του. Ναι είναι μεγαλομανής, ναι πιστεύει στις ικανότητές του και τις δυνάμεις του πολύ περισσότερο από ό,τι αντικειμενικά θα έπρεπε (είτε πρόκειται για κάτι καθαρά μουσικό όπως η ικανότητά του στο τραγούδι, είτε για κάτι έξω από τη μουσική όπως η πεποίθησή του ότι μιλώντας στον ΟΗΕ θα σταματήσει έναν πόλεμο). Όμως, αυτή η μεγαλομανία του, αυτή η υπέρμετρη φιλοδοξία του, δεν ήταν που δημιούργησε αυτά τα έργα εξαρχής; Αυτή η προσπάθειά του να ερμηνεύσει, να αλλάξει, να συγκλονίσει τον κόσμο, δεν ήταν που είχε ως αποτέλεσμα και το αρχικό "Dark Side Of The Moon"; Το να αρνείσαι αυτό το μέρος του είναι σα να αρνείσαι την ίδια την κινητήριο δύναμη που γέννησε το αριστούργημα αυτό εξαρχής.
Και για να κλείσουμε αυτό το κομμάτι που πάντως προκάλεσε και τις περισσότερες συζητήσεις γύρω από το δίσκο, είναι σίγουρα πολύ λιγότερη ιεροσυλία να προσπαθείς με οποιοδήποτε τρόπο να επανασυνδιαλαγείς με ένα καλλιτεχνικό έργο παρά να αρμέγεις με συνεχή επετειακά remaster, remixes και live την αρχική του μορφή.
Απαλλαγμένοι από τα παραπάνω, ήρθε η ώρα να ακούσουμε το "Redux" για αυτό που είναι. Να θαυμάσουμε τα καλά του και να μας ξενίσουν τα αρνητικά του για αυτό που είναι. Ξεκινώντας από το βασικό, το μήνυμα. Ο Waters κάνει με το "Dark Side Of The Moon" το ίδιο «λάθος» που έκανε και με το "The Wall". Ας μας επιτραπεί το δικαίωμα να διορθώσουμε τον Waters ως προς το μήνυμα που είχαν αρχικά τα έργα αυτά και ας μας συγχωρεθεί η αυθάδειά μας αυτή. Αμφότερα τα έργα ήταν εσωτερικά, αφορούσαν το άτομο σε σχέση και ανταγωνισμό με την κοινωνία γύρω του. Είτε αυτό σήμαινε τον τρόπο επικοινωνίας ή την έλλειψη αυτής σε έναν γρήγορα μεταβαλλόμενο κόσμο και με νέα (για την εποχή) άγχη ("Dark Side Of The Moon") είτε την αποξένωση ενός καλλιτέχνη με το κοινό του, τη μάχη που δίνει με τους προσωπικούς του δαίμονες και την ταυτόχρονη δύναμη που έχει στα χέρια του να χειραγωγεί τη μάζα ("The Wall"). Σαφέστατα υπήρχαν αρκετά και σαφή κοινωνικά μηνύματα και στα δύο αυτά έργα. Αντιπολεμικά, αντικαπιταλιστικά, ελευθεριακά, ανθρωποκεντρικά. Αυτά όμως ήταν πάντα φιλτραρισμένα μέσα από μία εσωτερική, ψυχαναλυτική, υποκειμενική ματιά. Η προσπάθεια του Waters τα τελευταία χρόνια να τα μετατρέψει σε πανανθρώπινα, στεγνά πολιτικά, αντικειμενικά και οικουμενικά έργα έχει μεν βάση αλλά στην πραγματικότητα αντικατοπτρίζει καλύτερα το ποιος είναι τώρα ο Waters παρά το ποιος ήταν τότε και ποιο ήταν το μήνυμα που αρχικά περιέκλειαν οι δίσκοι αυτοί. Για αυτό και η "Redux" εκδοχή παρά την προσθήκη πολλών (πολλών!) παραπάνω κειμένων αποτυγχάνει ακριβώς σε αυτό το κομμάτι. Δεν πείθει στο νέο της μήνυμα περισσότερο από ό,τι στο παλιό γιατί μοιάζει με πρακτική προσθήκη σε ένα τόσο άρτιο αισθητικά και νοηματικά έργο. Μία γυψοσανίδα στην Καπέλα Σιστίνα, ένα τσιμέντο στον Παρθενώνα.
Μουσικά τα πράγματα δεν είναι τόσο άσχημα όσο οι εχθροί του θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε. Το αντίθετο. Οι ενορχηστρώσεις, τα παιξίματα από καταπληκτικούς μουσικούς, η έμφαση στην ατμόσφαιρα είναι υψηλών προδιαγραφών. Μάλιστα όσο περισσότερο απομακρύνονται από τις αρχικές συνθέσεις τόσο πιο ενδιαφέρον έχουν. Για παράδειγμα το "Great Gig In The Sky" εμφανίζεται σε μία πανέμορφη εκτέλεση χωρίς τα περίφημα φωνητικά αλλά με τη μελωδία τους εκεί. Πιο αργό, πιο ατμοσφαιρικό, πολύ λιγότερο πομπώδες, είναι μία μικρή αποκάλυψη, έτοιμο να χρησιμοποιηθεί σε κάποια κινηματογραφική σκηνή υψηλής συναισθηματικής φόρτισης. Η υποβλητική φωνή του Waters να απαγγέλει πάνω από τη μουσική βρίσκει στη συγκεκριμένη περίπτωση τέλεια εφαρμογή. Αντίστοιχα πράγματα θα μπορούσαμε να πούμε για το "Any Colour You Like", για τα αραιά κρουστά του "Time" πάνω από ambient πλήκτρα, ενώ δεν μπορούμε να μη χαμογελάσουμε με τον αυτοσαρκασμό του όταν αναλογίζεται πόσο τρελό τον θεωρούν για το εγχείρημα αυτού του δίσκου λίγο πριν πέσει ο εμβληματικός στίχος "the lunatic is on the grass".
Υπάρχουν βέβαια και χτυπητές αδυναμίες. Ενώ η φωνή του είναι ελκυστική, δεν έχει την εκφραστική δεινότητα, τον εσωτερικό ρυθμό ενός Leonard Cohen ώστε να την κάνει καθηλωτική, παραμένοντας ταυτόχρονα υπερβολικά μπροστά στην παραγωγή - μία παραγωγή βέβαια που κατά τα άλλα είναι σεμιναριακή. Ενώ τα επιπλέον κείμενα που έχει προσθέσει έχουν κάποιο ενδιαφέρον, ούτε προσαρμοσμένα με κάποιον τρόπο είναι στη μουσική, ούτε στιχουργικά συγκλονίζουν. Εν τέλει θα λειτουργούσαν καλύτερα ενδιάμεσα στα τραγούδια παρά πάνω τους. Και ενώ η δυσοίωνη, σκοτεινή ατμόσφαιρα περνάει το κλίμα που θέλει, δε φτάνει ποτέ τους ήχους, τους πειραματισμούς που ακριβώς το ίδιο έργο θα μπορούσε να έχει στα χέρια ενός Tom Waits.
Όπως συχνά συμβαίνει σε έργα που διχάζουν και πολώνουν η αξία του βρίσκεται κάπου στη μέση. Ή καλύτερα η μουσική του αξία. To "Redux" είναι μία όμορφη αλλά όχι συγκλονιστική ή απαραίτητη επανερμηνεία ενός κλασικού έργου, ενός από τους δίσκους που θα μείνουν στην ιστορία και σε 200 χρόνια από σήμερα (αν υποθέσουμε ότι υπάρχει ανθρωπότητα τότε). Μουσικά στέκεται πολύ καλύτερα από ό,τι στιχουργικά ή φωνητικά, σε βαθμό που ίσως μία instrumental εκδοχή του να είχε μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Είναι σκοτεινό και ατμοσφαιρικό, σε καμμία περίπτωση prog, εκμεταλλεύεται τις βάσεις του αρχικού έργου και ανοίγεται σε άλλες κατευθύνσεις παραμένοντας αναγνωρίσιμο. Ο εγωισμός του Waters ως προς αυτή την άποψη είναι η ευλογία και η κατάρα του. Καλλιτεχνικά όμως η αξία του είναι μεγαλύτερη από ό,τι καθαρά μουσικά. Άνοιξε συζητήσεις για το πρωτότυπο, το επανέφερε στο προσκήνιο, δίχασε ως προς τα δικαιώματα του δημιουργού πάνω στο έργο του… Αν αυτή δεν είναι η επίδραση ενός έργου Τέχνης, τότε δεν ξέρω τι είναι Τέχνη.