Υπαρξιακά δεμένος με την λογοτεχνία και τη μουσική, χαρτογραφεί και τις δύο με την υπενθύμιση ότι οι χάρτες δεν είναι ποτέ ο τόπος ο ίδιος. Του αρέσει ό,τι μπορεί να περιγράψει ως πολύχρωμο, παραμυθικό,...

King Gizzard & The Lizard Wizard
Phantom Island
Συμφωνικές ψυχεδέλειες αντηχούν απ’ το νησί των φαντασμάτων
Οι King Gizzard & the Lizard Wizard (από εδώ και στο εξής "KGLW"), αποτελούν τυπικό παράδειγμα ταλαντούχας ψυχεδελικής μπάντας που δισκογραφεί μανιωδώς. Όπως συμβαίνει με πληθώρα άλλων συγκροτημάτων, όπως λ.χ. οι The Brian Jonestown Massacre (απ’ την πλευρά της ψυχεδέλειας), ή με τους Motorpsycho (απ’ την πλευρά του prog rock), ή τους εκκεντρικούς σύγχρονούς τους Psychedelic Porn Crumpets και τους ρευστούς Osees, οι KGLW δεν αποτελούν τόσο πρωτότυπο δείγμα λόγω της ποσότητάς τους, που είναι εμφανέστατα εντυπωσιακή, αλλά λόγω της ικανότητάς τους να μεταπηδούν από είδος σε είδος με κάθε διαφορετικό άλμπουμ.
Αν μπορούσαμε να παίξουμε με τα κβαντικά νήματα τις ιστορίας και να κάνουμε ένα καλό ξεδιάλεγμα ανάμεσα στους δίσκους τους, θα μπορούσαμε να έχουμε ένα συγκρότημα με τη μισή σοδειά, αλλά με το ίδιο, λίγο πολύ εκτόπισμα. Κράτα κάτι απ’ τους πειραματισμούς των πρώτων δίσκων, τα milestones των ψυχεδελικών "Nonagon Infinity" (2016), "Microtonal Banana" (2017), "Polygonawandaland" (2017), τα thrash(ύτατα) "Infest the Rats Nest" (2019) και "PetroDragonic Apocalypse" (2023), τα δίδυμα "K.G." και "W.L." (2020-2021), το ηλεκτρονικό "The Silver Cord" (2023), και βάλε και το φανταστικά βαπτισμένο "Omnium Gatherum" (2022) για το τέλος, μόνο για το ομώνυμο που ανοίγει το δίσκο. Έχουμε έτσι μία πρώτη εικόνα για το εύρος της βεντάλιας του τι παίζουν οι Αυστραλοί, κι ακόμη έχουμε αφήσει κάποια πραγματάκια απ’ έξω στις jazz αυτοσχεδιαστικές φόρμες, λίγο folk, και κάμποσο pop, τα οποία θα καλύψει τούτο δω το δισκάκι.
Αυτό με φέρνει στο "Phantom Island", το οποίο με παρέπεμψε λόγω εξωφύλλου στο "The Tower" των Motorpsycho. Η δε ορχηστρική εισαγωγή με ψάρωσε, και με έκανε να φανταστώ μαζί και το "Death Defying Unicorn". Για να μην τα πολυλογώ, φανταζόμουν ένα μεγαλεπήβολο δίσκο συμφωνικού prog, στον οποίο θα είχε προσκρούσει το ανάλαφρο funky rock του τελευταίου τους, "Flight b741" (δείτε απλώς τη λεπτομέρεια στην κορυφή του νησιού).
Αλίμονο, φαίνεται πως όχι, όμως, αφού εδώ παραμένουμε σ’ ένα πεδίο που το funk και το spacey hard rock επιμένουν, με συμφωνικές δόσεις όμως. Αντί για κάποιο κινηματογραφικό έπος, έχουμε intro από ‘80s καρτούν (βλ. "Deadstick"). Και να σας πω κάτι; Ναι, με χάλασε που δεν είναι όλος ο δίσκος όπως το ομώνυμο, αλλά απ’ την άλλη δεν με χάλασε καθόλου, διότι καταφέρνει, καίτοι εμπροσθοβαρής, να ακούγεται συνολικά φρέσκος και συγκεντρωμένος, με πολύ δυνατό συνθετικό ένστικτο. Το "Lonely Cosmos" αποτελεί ίσως την αγαπημένη στιγμή, μιας και συνδυάζει την ατμόσφαιρα με την folk ψυχεδέλεια, ενώ το απειλητικό ‘70s γύρισμα της κιθάρας είναι απ’ τις αποδείξεις πως το συγκρότημα δεν γεννοβολά απλώς τραγούδια από «εύκολες» μελωδιούλες, αλλά πραγματικά επιμελείται τις συνθέσεις του.
Αυτό το «Beach Boys-meets-Led Zeppelin αλλά με ορχήστρα» στυλ επιβεβαιώνει την ονειρική αύρα του εξωφύλλου, και ακριβώς λόγω των ενορχηστρωτικών επιλογών έχω την αίσθηση ότι ο δίσκος αναδεικνύει καλύτερα τις ιδέες του, ίσως απαντώντας σ’ αυτήν την «τέλεια-αλλά-μίμηση» κριτική του Κώστα Σακκαλή για τον προηγούμενο δίσκο τους, ο οποίος στόχευε σε κάτι πιο δρομίσιο. Όμως, το "Silent Spirit" είναι τόσο θεατρικό στις διάφορες φάσεις του, με τα ανατολίτικα τσαλίμια του να συναρμόζουν καθαρότατα πάνω στα jazz χάλκινα, που δεν αφήνει περιθώριο αμφισβήτησης. Ρίχνοντας τους ρυθμούς τους (για την ώρα ενδεχομένως), οι KGLW βοηθούν την καμπύλη της έμπνευσής τους να επανακάμψει.
Το "Phantom Island" αποτελεί μία ακόμη εξαιρετική στιγμή σε μία ήδη ποιοτικά και ποσοτικά τιγκαρισμένη δισκογραφία. Είναι ίσως λίγο πιο πάνω απ’ τα όρια των τελευταίων τους κυκλοφοριών, δεν τραβάει το βλέμμα με τα φρενήρη κόλπα του (θα τα ξαναπούμε όταν αποφασίσουν να παίξουν crust punk), ούτε αγγίζει την ψυχεδελική τελειότητα ορισμένων προκατόχων. Ακόμη κι έτσι, όμως, ακούγεται πως μέσα στην αδιάκοπη ροή νέας μουσικής, η εξάδα δεν χάνει την έμπνευσή της, ούτε λειτουργεί διεκπεραιωτικά, αλλά εξακολουθεί να αντιμετωπίζει το πρότζεκτ κάθε δίσκου αυτόνομα και με σεβασμό. Στο "Phantom Island" δεν υπάρχει αυτό που περιμένεις, κι όμως αν τύχει και προσκρούσεις πάνω του, θα θέλεις να το εξερευνήσεις υπό τους ήχους αυτής της ανίερης κουστωδίας.