Μανιακός ακροατής, με αδυναμίες που ξεκινάνε από το ακραίο metal και καταλήγουν σε ξεδιάντροπα χορευτικά άσματα, αναζητά διαρκώς, σε παρελθόν και παρόν, μουσικά διαμαντάκια ώστε να τα εντάξει σε κάποια...
Gumm
Slogan Machine
Post-hardcore ντεμπούτο που ξεχειλίζει πάθος και συναίσθημα
Μια από τις ενδιαφέρουσες εξελίξεις των τελευταίων χρόνων ήταν η μεγάλη επιστροφή του hardcore ήχου και των υποσυνόλων του στο προσκήνιο μέσα από συγκροτήματα που, είτε έμειναν πιστά στις παραδόσεις, είτε πειραματίστηκαν χωρίς αύριο, έχοντας πλέον πετύχει να κυκλοφορήσουν δίσκους που, όχι μόνο έχουν κερδίσει τα εύσημα σε καλλιτεχνικό επίπεδο, αλλά, πολλά από αυτά, δείχνουν πως πάνε εξαιρετικά και εμπορικά.
Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε δηλαδή πως σαν είδος, το hardcore σήμερα μοιάζει να είναι πιο δημοφιλές από ποτέ, κάτι που σίγουρα σπρώχνει όλο και περισσότερα γκρουπ να αναμειχθούν στη σκηνή. Στην, όλο και μεγαλύτερη λοιπόν λίστα των Turnstile, των Fury, των Militarie Gun και πολλών ακόμη σχημάτων που μπλέκουν alt στοιχεία με παραδοσιακό hardcore, έρχονται τώρα να προστεθούν και οι Gumm.
Το συγκρότημα από την Τσαττανούγκα του Τενεσί δημιουργήθηκε το 2018 και μέχρι σήμερα έχει κυκλοφορήσει διάφορα EPs και singles. Όσοι λοιπόν είχαν την τύχη να έρθουν σε επαφή μαζί τους νωρίτερα, μάλλον περίμεναν με ανυπομονησία το ντεμπούτο τους, "Slogan Machine", το οποίο τελικά κατέφτασε φέτος από την Convulse Records, μια εταιρία που έχει έρθει στο προσκήνιο τελευταία, έχοντας κυκλοφορήσει, μεταξύ άλλων, τα πρόσφατα άλμπουμ των Gel και των MSPAINT.
Όπως και να έχει, οι παλιοί φίλοι των Gumm εκτιμώ πως θα είναι και οι μόνο που, ακούγοντας το πρώτο κομμάτι με τίτλο "No Frontier" το οποίο είχε πρωτοκυκλοφορήσει ως single το 2021, δεν θα εντυπωσιαστούν. Όλοι οι υπόλοιποι όμως έχουν κάθε λόγο να ψαρώσουν. Και αυτό γιατί το συγκρότημα από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό ακούγεται απολύτως διαμορφωμένο, σίγουρο για την κατεύθυνση που ακολουθεί, και, κυρίως, γεμάτο πάθος και αγάπη για αυτό που κάνει.
Με άρωμα από την παλιά καλή Dischord Records που αγαπήσαμε, επιρροές από το screamo των ‘00s, αρκετά indie/ alt στοιχεία, και κοινές ανησυχίες με συγκροτήματα που έχουν ξεχωρίσει τα τελευταία χρόνια, οι Gumm συνδυάζουν μελωδικές γραμμές με γκρουβάτα περάσματα, πιασάρικα riffs, ξέφρενα punk ξεσπάσματα, και μονίμως τσαμπουκαλεμένα φωνητικά. Μάλιστα, ο τρόπος που τραγουδάει ο Drew Waldon μου έφερε έντονα στο μυαλό τους Touché Amoré της προ "Stage Four" περιόδου, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει απαραίτητα πως υπάρχουν έντονες ηχητικές συγγένειες μεταξύ των δύο σχημάτων.
Εξάλλου, αυτό που κάνουν οι Gumm είναι μάλλον πιο άμεσο κι ευθύ, και, με έναν τρόπο, θα τολμήσω να πω πιο εμπορικό αφού, παρόλες τις τσιτωμένες του στιγμές, το "Slogan Machine" έχει μια κοινή ρίζα με το περσινό "Hygiene" των Drug Church αφού μοιράζονται μια παρόμοια αγάπη για τον late ‘90s/ early ‘00s ήχο, ενώ ο τρόπος που δομούν ηχητικά τα κομμάτια τους έχει μια μακρινή συγγένεια με το "Blending" των High Vis.
Με δεδομένο λοιπόν πως το "Slogan Machine" ανήκει σε ένα σύμπαν που αποτελείται από πράγματα που λατρεύω, είναι αδύνατον να είμαι ιδιαίτερα αυστηρός μαζί του. Ειδικά αν πάρουμε υπόψιν μου ότι και στο στιχουργικό κομμάτι ο Waldon έχει πολλά κι ενδιαφέροντα να πει για την κοινωνία, τον πολιτισμό μας και, γενικότερα, για τους ανθρώπους. Και το κάνει με έναν αρκετά φλεγματικό τρόπο που, ίσως είναι ένα τσικ πιο διδακτικός απ’ ό,τι ταιριάζει στα γούστα μου, όμως, αδιαμφισβήτητα, είναι εύστοχος κι ευρηματικός.
Αν όμως εξαντλήσω την αυστηρότητά μου, μπορώ να βρω κάποια αρνητικά στοιχεία. Το γεγονός π.χ. πως ο δίσκος αποτελείται από μόνο οχτώ κομμάτια και διαρκεί μόλις 25 λεπτά σου αφήνει μια αίσθηση ανολοκλήρωτου. Το ότι ήδη μέσα σε αυτόν τον χρόνο αισθάνεσαι κάποιες φορές πως το συγκρότημα προλαβαίνει να επαναλάβει μοτίβα και ιδέες σίγουρα δεν λειτουργεί υπέρ τους ενώ εύκολα θα μπορούσε κάποιος υποστηρίξει πως έχουν λίγη δουλειά ακόμη να κάνουν προκειμένου να καταφέρουν να ισορροπήσουν όλες τις επιρροές τους, διατηρώντας μια απολύτως δική τους προσωπική φωνή.
Καλώς ή κακώς όμως, η μουσική δεν είναι μόνο φόρμουλες, κανόνες, και αναλύσεις. Είναι και συναίσθημα. Και από αυτό οι Gumm διαθέτουν τόσο πολύ που, θέλοντας και μη, είναι δύσκολο να μην τους συγχωρήσεις τυχόν ατέλειες που μπορείς σχετικά εύκολα να εντοπίσεις στο ντεμπούτο τους. Στα αυτιά μου όμως καταλήγουν να είναι ανεπαίσθητες καθώς συνεχίζω να επιστρέφω στο "Slogan Machine" και να μην απογοητεύομαι ποτέ. Τι κι αν υπάρχουν αρκετές πιο τεχνικές, πιο πρωτότυπες, πιο "σκληρές", πιο pop, και πιο πειραματικές μπάντες από τους Gumm; Τρεις μήνες πριν το κλείσιμο της χρονιάς, εγώ ομολογώ πως ελάχιστες άλλες κυκλοφορίες με ενθουσίασαν όσο αυτή. Τι να λέμε τώρα; Τα παιδιά σπέρνουν.