Diana Krall

Glad Rag Doll

Verve (2012)
Από τον Παντελή Μαραγκό, 02/11/2012
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
ΟΚ, το παραδέχομαι: Είμαι μερακλής και το εξώφυλλο υπήρξε καταλυτικός παράγοντας στην απόφασή μου να γράψω για αυτό το άλμπουμ. Δεν χρειαζόταν βέβαια, να φτάσουμε στον ενδέκατο δίσκο της Diana Krall για να μάθουμε ότι η κυρία είναι μια ζωγραφιά. Πάντα γυναικάρα ήταν, απλά εδώ -ομολογουμένως- ξεπέρασε τον εαυτό της (ή έκαναν εξαιρετική δουλειά αυτοί που επιμελήθηκαν το εξώφυλλο) κι ας έχει «πατήσει» τα 47. Ωστόσο, προτού με καταδικάσετε ως μερακλολιγούρη, επιτρέψτε μου να σας εξομολογηθώ τα πρώτα σκιρτήματα του έρωτά μου για τη μουσική του πρώτου μισού του περασμένου αιώνα, με την οποία -τόσο όμορφα- καταπιάνεται στο "Glad Rag Doll" η κυρία του κυρίου Elvis Costello.

Βλέπετε, κάπου εκεί στα ντουζένια της εφηβείας μου -τον Οκτώβριο του 1995- οι Smashing Pumpkins είχαν βγάλει εκείνη την ιστορική δισκάρα, το "Mellon Collie And The Infinite Sadness". Πέμπτο σιγκλάκι (σωστό EP) ήταν το "Thirty-Three", το οποίο περιείχε ένα αδιανόητα όμορφο κομμάτι, το "My Blue Heaven". Αν σας έλεγα ότι στο άκουσμά του ταράχθηκε συθέμελα ο κόσμος μου, θα σας μετέφερα μόλις ένα κλάσμα εκείνου που πραγματικά μου συνέβη. Αλλά, τι ήταν αυτό και από που στην ευχή ερχόταν; Βλέποντας τα credits μού έγινε σαφές ότι επρόκειτο για διασκευή κι ακόμη και τα απαίδευτα εφηβικά αυτιά μου, μπορούσαν να καταλάβουν ότι τα ίχνη του χάνονταν σε μια μακρινή, ξεχασμένη εποχή. Λάβετε υπ' όψιν ότι στο (κοντινό) 1995 δεν ήταν και τόσο εύκολο να βρεις πληροφορίες. Ο πολύς ο κόσμος δεν είχε internet και αυτό το «λίγο» που είχαν κάποιοι βρισκόταν στα σπάργανα (ούτε λόγος για Wikipedia κλπ.), ενώ οι συνδέσεις ήταν τόσο αργές που μόνο κάποια αχαλίνωτη φαντασία θα μπορούσε να οραματιστεί την -προφανή στις μέρες μας- παροχή που συνιστά π.χ. το youtube.

Όπως καταλαβαίνετε, έμεινα στο σκοτάδι να αναρωτιέμαι τί ήταν αυτό και ακόμη κι όταν -λίγο καιρό αργότερα- έτυχε να ακούσω σε μια συλλογή τον Fats Domino να ερμηνεύει το "My Blue Heaven" από την πρώτη εποχή του rock & roll (1956), η απορία μου απλώς μεγάλωσε, καθώς ο Billy Corgan κι η παρέα του στους Pumpkins (για την ιστορία, ήταν η D'Arcy που τον είχε παρασύρει στα παλιά) δεν έπαιζαν το κομμάτι σε rock & roll ύφος. Για να μη μακρυγορώ, δεν έχει τόση σημασία το πώς -τυχαία, τελικά- ανακάλυψα ότι αυτό το διαμάντι είχε γραφτεί το 1924 (από τον Walter Donaldson την ώρα που περίμενε να έρθει η σειρά του σε ένα μπιλιαρδάδικο!) για να γίνει τεράστια επιτυχία (#1 για 13 εβδομάδες) το 1927 από τον Gene Austin και την ορχήστρα του Nat Shilkret˙ σημασία έχει ότι όλη αυτή η αναζήτηση, μου «εγκατέστησε» και μου καλλιέργησε το μικρόβιο της αγάπης για τις υπέροχες μελωδίες εκείνης της εποχής.

Η Diana Krall πάλι, δεν είχε παρόμοιες δυσκολίες. Μεγάλωσε μέσα σε αυτά. Παίζει πιάνο από τα τέσσερά της, ακολουθώντας τα βήματα του φανατικού μουσικόφιλου πατέρα της και από μικρή εκδήλωσε την κλίση της, δείχνοντας ιδιαίτερη προτίμηση στον Fats Waller. Στο άλμπουμ με το οποίο έγινε ευρύτερα γνωστή ("All For You" - 1996) είχε αποτίσει φόρο τιμής στο μεγάλο Nat King Cole, μην αφήνοντας περιθώρια για παρερμηνείες σχετικά με τις μουσικές καταβολές της. Έκτοτε, πρακτικά παρέμεινε σε εκείνα τα μουσικά εδάφη, σημειώνοντας αξιοθαύμαστη εμπορική επιτυχία (τσίμπησε και δύο Grammys στην πορεία), ενώ παράλληλα έστρωσε το δρόμο στη Norah Jones, η οποία ακολούθησε τη συνταγή στο ντεμπούτο της ("Come Away With Me" - 2002), καταφέρνοντας να έχει τον εμπορικότερο δίσκο της περασμένης δεκαετίας, με πωλήσεις που ξεπέρασαν τα 11 εκατομμύρια. Μετά ήρθε η Amy (και μετά έφυγε η Amy...) και τα άπειρα κεφάλαια των ρετρό αναβιώσεων.

Για τις ανάγκες του "Glad Rag Doll", η Krall ταξίδεψε ακόμη πιο πίσω στο χρόνο. Έκανε «ανασκαφές» στον θησαυρό από jazz / blues δίσκους 78 στροφών που κοσμούν τη δισκοθήκη του πατέρα της και εστίασε σε μερικά ξεχασμένα διαμαντάκια των δεκαετιών του '20 και του '30. Επέδειξε -για ακόμη μια φορά- το εκλεπτυσμένο γούστο της διαλέγοντας 35 κομμάτια, αποφεύγοντας τις προφανείς επιλογές (όπως το "My Blue Heaven"). Είναι χαρακτηριστικό ότι τα περισσότερα από αυτά που ξεχώρισε δεν ήταν καν μεγάλες επιτυχίες στον καιρό τους. Οι παρτιτούρες των κομματιών δόθηκαν στον T-Bone Burnett, ο οποίος -εκτός από παραγωγός- θα ήταν κι εκείνος που θα είχε τον τελευταίο λόγο στο tracklist. Αυτός, κράτησε κρυφές τις προθέσεις του έως ότου η παρέα μπήκε στο studio.

Τελικά, στη βασική έκδοση του άλμπουμ βρίσκουμε δεκατρία κομμάτια, τα οποία η Krall προσεγγίζει με σεβασμό και παντελή έλλειψη επιδειξιομανίας, προτάσσοντας το απαράμιλλα cool ύφος της, χωρίς ωστόσο, να στερείται της απαραίτητης θεατρικότητας που απαιτείται για την απόδοση αυτού του ρεπερτορίου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το πολύ όμορφο "We Just Couldn't Say Goodbye" με το οποίο ξεκινά το άλμπουμ. Το κομμάτι αυτό υπήρξε μια μέτρια επιτυχία του Harry M. Woods, ενός εκ των μεγάλων συνθετών της Tin Pan Alley, αλλά στα χέρια της Krall, του Burnett και της μπάντας του, ακούγεται σαν ένα αδιαπραγμάτευτο standard.

Το άμεσο δέσιμο της Krall με την μπάντα γίνεται φανερό από τη χαλαρή ανταλλαγή μουσικών φράσεων στο "There Ain't No Sweet Man That's Worth The Salt Of My Tears", στο οποίο (σε στίχους του Fred Fisher από το 1928) μας καλεί να δώσουμε τη δέουσα προσοχή:

«So, broken-hearted sisters
Aggravating misters
Lend me your ears
There ain't no sweet man
That's worth the salt of my tears»

Έτσι, χαλαρά κυλάει ο δίσκος. Πότε αποφασιστικά και παιχνιδιάρικα ("I'm A Little Mixed Up") και πότε πιο «ευαίσθητα» ("Prairie Lullaby", "Let It Rain"). Ωστόσο, στο επίκεντρο του "Glad Rag Doll" βρίσκεται μια «εκτροχιασμένη» Διασκευή (με Δ κεφαλαίο) στο "Lonely Avenue" του Doc Promus που έγινε αθάνατο στην εκτέλεση του τιτανοτεράστιου Ray Charles το 1956. Επί επτά λεπτά η Krall είναι απολύτως πειστική, καθώς περιπλανιέται χαμένη στη μοναχική λεωφόρο, χωρίς να υπάρχει η παραμικρή ένδειξη ότι πρόκειται να βρει το δρόμο της. Κατά πάσα πιθανότητα, το κομμάτι αυτό θα μείνει ως μια από τις πιο «σκοτεινές» ηχογραφήσεις στη δισκογραφία της.
 
Το έτερο από τα «γνωστά» κομμάτια του δίσκου είναι το ομότιτλο, στο οποίο μας επιφυλάσσει μια αέρινη ερμηνεία με τη συνοδεία μόνο του Marc Ribot στην κιθάρα (στη deluxe έκδοση θα το βρείτε με την Krall σόλο στο πιάνο). Εδώ η όμορφη Καναδή πατάει ανάλαφρα, κυριολεκτικά «αναπνέοντας» πάνω στους υπέροχους στίχους του κομματιού που γράφτηκε το 1928 (ταινία υπό τον ίδιο τίτλο κυκλοφόρησε την επόμενη χρονιά). Στο υπόλοιπο άλμπουμ βρίσκεται πίσω από το πιάνο και το παίξιμο της -όπως πάντοτε- είναι ιδιαιτέρως γοητευτικό.  Μάλιστα, στο "I'm A Little Mixed Up" έχουμε μια σπάνια ευκαιρία να την ακούσουμε να παίζει σε στυλ rock & roll.

Εκείνο με το οποίο δέθηκα περισσότερο και θεωρώ ότι κλέβει την παράσταση είναι το "When The Curtains Come Down", με το οποίο κλείνει ο δίσκος. Μέσα σε μια αναβίωση της vaudeville αισθητικής, νιώθεις να εκτυλίσσεται μπροστά σου μια ολοζώντανη παρέλαση από καλλιτέχνες του βαριετέ και η ατμόσφαιρα μυρίζει ροκανίδι. Τα νοήματα, όμως, παραμένουν καταλυτικά μέσα στη διαχρονικότητά τους.

«If you are rich, if you are poor,
it's all the same I'm sure,
when the curtain comes down

Just go along doing your best,
and you'll find peace and rest,
when the curtain comes down»

Με το άλμπουμ αυτό, η Krall προσθέτει μια ιδιαίτερη κυκλοφορία στον πλούσιο κατάλογό της και μας πηγαίνει ένα ντελικάτο ταξίδι στη μελωδική όψη της πρώτης εποχής των blues και της jazz. Πέρα από τις άψογες ερμηνείες, το άρτιο παίξιμο και το αδιαμφισβήτητο καλό γούστο, η επιτυχία της έγκειται στο ότι το κάνει με έναν τρόπο εξαιρετικά ειλικρινή, που βρίσκεται έτη φωτός μακριά από την υποκριτική κι ανάλατη εκδοχή, όλων εκείνων που καπηλεύτηκαν το είδος τα τελευταία χρόνια οσμιζόμενοι «φαΐ».

Φυσικά, δεν θα μπορούσα να προτείνω το "Glad Rag Doll" σε κάποιον που δεν έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη μουσική του πρώτου μισού του περασμένου αιώνα, αλλά αν τυχαίνει να είστε «μολυσμένοι» με το μικρόβιο που βρίσκεται στις ρίζες των blues και της jazz, εδώ θα απολαύσετε μια πολύ όμορφη αναβίωση ορισμένων ξεχασμένων διαμαντιών.

Υ.Γ. προς τυχόν εγκάθετους αντιρρησίες: Παρθενογενέσεις στη μουσική δεν υπάρχουν και ούτε στο rock, ούτε στο metal φτάσαμε σε μια μέρα. Μπορεί να ακούγονται ξεπερασμένα αυτά που μας παίζει η Krall, αλλά η αξία τους ως σκαλοπάτι στην εξέλιξη της μουσικής είναι αδιαμφισβήτητη. Σεβασμός και αγάπη προς τους προ-προ-παππούδες, λοιπόν.
  • SHARE
  • TWEET