Buñuel

Mansuetude

Overdrive/Skin Graft (2024)
Από τον Αντώνη Καλαμούτσο, 25/10/2024
Εκλεκτικός θόρυβος και θεατρική οργή, σε μία από τις κορυφαίες φετινές noise rock κυκλοφορίες
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Το ότι αυτός ο δίσκος τιτλοφορείται πραότητα δεν μπορεί παρά να αποτελεί μια ειρωνεία. Βλέπεις, το τέταρτο άλμπουμ των Buñuel εξαπολύει ένα noise rock γεμάτο δύναμη, δηλητήριο και μια σχεδόν τυφλή ενέργεια. Η τριπλέτα των Ιταλών μουσικών Xabier Iriondo (κιθάρα), Andrea Lombardini (μπάσο) και Franz Valente (τύμπανα) μοιάζει σαν την αγέλη που περιστοιχίζει τον αρχηγό-λύκο Eugene Robinson (Oxbow) - κι όλοι μαζί φαίνονται πολύ πεινασμένοι.

Ας βγάλουμε γρήγορα δύο σκέψεις από την μέση. Ο Robinson είναι ένας από τους πιο ιδιαίτερους, εκκεντρικούς και χαρισματικούς τραγουδιστές/performers μέσα στο rock σύμπαν, συνεπώς κάθε σχήμα που τον έχει για frontman ξεκινά με τεράστιο πλεονέκτημα. Ταυτόχρονα όμως, τώρα που οι Oxbow απ’ ότι φαίνεται διαλύθηκαν, το κενό τους θα μείνει δυσαναπλήρωτο. Κανείς δεν μπορεί να τους αντικαταστήσει, ούτε καν η κύρια πλέον μπάντα του Eugene. Ας έχεις αυτό στο νου σου κι ας αποφύγουμε τις άσκοπες συγκρίσεις και προσδοκίες.

Φαίνεται πως οι Buñuel ίσως και να κατανοούν πως δεν διαθέτουν την φινέτσα των Oxbow κι επενδύουν περισσότερο στην ενέργεια. Το "Mansuetude" πατάει πάνω στις εκλεκτικές αρετές του θαυμάσιου προκατόχου του "Killers Like Us" και, όσο μπορεί, τις προεκτείνει, με την συνταγή να περιέχει πολύ noise rock, μπόλικο metal, punk, grunge, post-punk και μικρά πασπαλίσματα πειραματισμού. Εξάλλου ένα σχήμα που παίρνει το όνομα του από τον μεγάλο του σουρεαλιστικού κινηματογράφου Luis Buñuel δεν θα έπρεπε να παίζει μουσική ούτε «λογικά», ούτε αναμενόμενα. Το κουαρτέτο τιμά τον σπουδαίο νονό του.

Όσοι δεν είναι εξοικειωμένοι με το τί εστί Eugene Robinson, ας είναι προετοιμασμένοι: (και) στους Buñuel ο Eugene δεν γράφει φωνές για να τραγουδήσεις πάνω σε verses και ρεφρέν. Αντίθετα, ουρλιάζει, κηρύττει, θυμώνει, κλαψουρίζει, οργίζεται και σατιρίζει με αυθάδεια, παίζοντας ένα σωρό από παράξενους ρόλους. Είναι εύκολα αντιληπτό πως ένας τέτοιος τραγουδιστής δεν είναι για όλους και πως ένα άλμπουμ σαν το "Mansuetude" δεν είναι φιλικό προς τους πάντες. Για όσους όμως ξέρουν και γουστάρουν τον καλλιτέχνη αυτόν, η ερμηνεία του εδώ είναι άγρια και θυμίζει κάτι από τα παλιά Oxbow αριστουργήματα - ίσως κάτι από "Serenade In Red" και "Evil Heat". Επιστρέφει μάλιστα στην συχνή πρακτική των αρκετών ταυτόχρονων καναλιών, αφήνοντας στην άκρη τις πιο straight φόρμες του "Love’s Holiday".

Όντας ένα αρκετά μακροσκελές άλμπουμ δεκατριών τραγουδιών και συνολικά 60 λεπτών διάρκειας, το "Mansuetude" φυλάει αρκετούς άσσους στο μανίκι. Η ροή του στα πρώτα επτά tracks είναι υποδειγματική: από το «ξύλο» του "Drug Burn" στην παράνοια του "Class" κι από τα free jazz στοιχεία του αριστουργηματικού "Movement No. 201" στο Soundgarden-ικό riff του "Bleat" (με την συμμετοχή του επίσης τεράστιου Jacob Bannon των Converge), το άλμπουμ ηχεί καθηλωτικό. Όταν μάλιστα φτάνουμε στις μελωδικές post-punk ατμόσφαιρες του "A Killing On The Beach" και στα έγχορδα του θεοσκότεινου "Leather Bar", η πιθανότητα ενός πραγματικού αριστουργήματος γιγαντώνονται.

Το δεύτερο μέρος του άλμπουμ φανερώνει μια μικρή πτώση. Η παρουσία του Duane Denison των Jesus Lizard στο "Americal Steel" και ο έξαλλος διάλογος ανάμεσα σε Robinson και Megan Osztrosits (Couch Slut) στο "Fixer" κρατάνε ψηλά το ενδιαφέρον, το "Trash" φλερτάρει μέχρι και με το thrash metal, από τις συνθέσεις όμως λείπει αυτό το αδιόρατο κάτι που θα τις εκτόξευε. Το "Mansuetude" θα ήταν ένα εντελώς ισοπεδωτικό άλμπουμ αν ήταν λίγο συντομότερο ή αν είχε και λίγο περισσότερο μελωδικό περιεχόμενο έναντι της παρατεταμένης θεατρικής του βίας. Κι ενώ η παράσταση κλείνει με το δραματικό "A Room In Berlin", η ακρόαση σε έχει αφήσει σίγουρα χορτασμένο, σχεδόν εξαντλημένο από την ωριαία συναισθηματική και ηχητική ένταση.

Συνυπολογίζοντας και ισορροπώντας όλα τα παραπάνω στοιχεία, οι Buñuel έχουν σκαρώσει ένα από τα πιο αξιόλογα και φιλόδοξα noise rock άλμπουμ της χρονιάς, σε μια χρονιά μάλιστα με τρομερά πολλές καλές δουλειές για το είδος. Όταν βασίζεται στις εναλλαγές και στην ποικιλία του, το "Mansuetude" πετάει πολύ ψηλά, κι όταν βασίζεται στην rock n’ roll οργή του παραμένει ένα άλμπουμ σφριγηλό. Για τους φίλους του noise rock, πρόκειται για δίσκο άχαστο, για όλους τους υπόλοιπους, αυτό εδώ είναι ένα άλμπουμ-στοίχημα. Όμως εδώ πρόκειται για τέχνη, ο τζόγος επιβάλλεται.

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET