Booze Control

Forgotten Lands

Gates Of Hell (2019)
Από τον Σπύρο Κούκα, 08/05/2019
Στο τέταρτο - και καλύτερο - άλμπουμ τους, οι Booze Control μας υπενθυμίζουν πως δεν πρέπει να κρίνουμε μια μπάντα από το όνομα της
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Αν και, ως κλασικός «καμένος» ακροατής των ιδιωμάτων που αρέσκομαι να ακούω, τσεκάρω ανά τακτά χρονικά διαστήματα για νέες κυκλοφορίες ή μπάντες που μπορεί να έχουν διαφύγει της προσοχής μου, ομολογώ πως στην περίπτωση των Booze Control ενήργησα παραδόξως ρηχά, καθώς το άστοχο όνομα τους με απωθούσε για καιρό από το να πάρω την περίπτωση τους στα σοβαρά. Λέγεται πως δεν πρέπει να κρίνεις ένα βιβλίο (ή έναν δίσκο) μονάχα από το εξώφυλλο του και στην περίπτωση των Γερμανών heavy/power metallers το συγκεκριμένο γνωμικό ταιριάζει «γάντι», καθώς το μουσικό τους ποιόν δεν συνάδει σε καμία περίπτωση με το γούστο τους στην επιλογή ονομασίας, ωθώντας μας να μιλήσουμε για μια μικρή αδικία που οφείλει να αποκατασταθεί.

Φτάνοντας, λοιπόν, στο τέταρτο - και καλύτερο - άλμπουμ τους, το οποίο και κυκλοφορεί από τη (θυγατρική της  δισκογραφικής Cruz Del Sur, που εσχάτως φαντάζει ως μια άτυπη εγγύηση ποιότητας για κάθε κυκλοφορία που φέρει τη σφραγίδα της) Gates Of Hell Records, οι Booze Control έρχονται για να μας υπενθυμίσουν πόσο παραγνωρισμένη παρέμεινε η γερμανική heavy/power σκηνή των late '80s/early '90s, ειδικά σε ό,τι αφορά τις μπάντες που έμειναν στη σκιά των κολλοσών Helloween/Gamma Ray, Blind Guardian και Running Wild.

Έτσι, ο ήχος των Chroming Rose, Scanner, Heavenward και λοιπών αφανών ηρώων του τευτονικού heavy/power ήχου της εποχής αναβιώνει ιδανικά μέσα από τις δέκα συνθέσεις του "Forgotten Lands", το οποίο, ωστόσο, δεν αποτελεί απλώς ένα νοσταλγικό ταξίδι ηχητικά και υφολογικά σε μια εποχή που η γερμανική κλασικομεταλλική σκηνή έβριθε ποιότητας και δεν αρκούνταν απλώς στην αναπαραγωγή των κλισέ και των trademarks της.

Αντιθέτως, το υλικό είναι καλοπαιγμένο και δεν εκβιάζει την προσοχή με flashy επιδείξεις τεχνικών δεξιοτήτων, ο κιθαρίστας/τραγουδιστής David Kuri είναι πρωτίστως μουσικός και κατόπιν ερμηνευτής αλλά σε κερδίζει με την απλότητα και την έξυπνη τοποθέτηση των φωνητικών γραμμών στο εκάστοτε κομμάτι, ενώ ακόμη και η παραγωγή φαντάζει ως ιδεατή για το συγκεκριμένο είδος, μακριά από τον αχρείαστο ψηφιακό όγκο πολλών σύγχρονων δίσκων και με κάθε όργανο να έχει παραπάνω από αρκετό χώρο για να ακουστεί όπως του πρέπει.

Είναι πραγματικά κρίμα, πάντως, τόσο για την ίδια την μπάντα όσο και για το ακροατήριο που απευθύνεται, η μουσική της να «προεξοφλείται» ως χαβαλεδιάρικη ή απλώς ανάξια ασχολίας μόνο και μόνο λόγω του απαράδεκτου ονόματος που φέρει. Σε όσους, λοιπόν, τα προαναφερθέντα συγκροτήματα λένε κάτι, όσοι θεωρούν τους Steelwing ως μια περίπτωση αδικοχαμένης μπάντας ή απλώς όσοι γουστάρουν το heavy/power τους απλό, καλοπαιγμένο και αρκούντως πιασάρικο αλλά ουχί με τους σύγχρονους όρους της μουσικής βιομηχανίας, το "Forgotten Lands" αξίζει την προσοχή τους και με το παραπάνω.

Bandcamp
YouTube

  • SHARE
  • TWEET