Blackfield

Welcome To My DNA

KScope (2011)
Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 22/03/2011
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Μερικές φορές σκέφτομαι πως μόνο οι Βρετανοί θα μπορούσαν να κάνουν τη μελαγχολία εξαγώγιμο προϊόν, φυσικά θα τη διοχέτευαν μέσα από τη μουσική τους και πιθανότατα θα ήταν ο μόνος λαός που θα μπορούσε να την αποδώσει τόσο πειστικά. Ως φυσικό επακόλουθο, ο Steven Wilson, ένας πραγματικός Άγγλος με τα όλα του -την ιδιοφυΐα του, την παραξενιά του, το ξίνισμα και τη μελαγχολία του- δε θα μπορούσε να μείνει αμέτοχος, δεδομένου του χαρακτήρα και της πολυπραγμοσύνης του.

Το success story των Blackfield είναι ιδιαίτερα γνωστό, τόσο στη διεθνή, όσο και στην εγχώρια αγορά, σε μια σχέση αγάπης που δημιούργησε το ομώνυμο τραγούδι (από το ομώνυμο ντεμπούτο) με τα rock/alternative ραδιόφωνα και την «ύπουλη» εισχώρησή του στα αντίστοιχα mainstream. Τυπικά, η σύμπραξη του Wilson με τον Aviv Geffen δε θα έπρεπε να με συγκινεί, αφού είναι safe, γλυκανάλατη και τοποθετείται δίπλα σε ένα αγοραστικό κοινό από μπάντες που μου προκαλούν μουσική υπεργλυκαιμία. Παραδόξως, δεν ξέρω αν είναι ο υποσυνείδητος δούρειος ίππος του Wilson ή η αγάπη μου για την κάθε πτυχή των Pink Floyd -την εμπορική πλευρά των οποίων σφετερίζονται εμφανώς- αλλά μπορώ να πω ότι από την πρώτη στιγμή λάτρεψα και τα δύο προηγούμενα άλμπουμ.

Διατηρώντας μια πολύ ωραία αναλογία που συνδυάζει τα easy listening τραγούδια σε μελωδία, δομή και διάρκεια, η μουσική των Blackfield ξεχωρίζει λόγω της προσωπικότητας που προσάπτει ο μικρός Μίδας της rock μουσικής βιομηχανίας, τόσο με τις συνθέσεις, όσο και με τις ενορχηστρώσεις αλλά και το feeling που προσδίδει. Παρόλο που πολλοί θεωρούν τα τραγούδια του ντουέτου ως εμπορικά αποπαίδια των Porcupine Tree, κάτι τέτοιο δεν έγινε ποτέ αποδεκτό από τους δημιουργούς τους και εν τέλει θεωρώ πως αδικεί τη μουσική τους, όπως άδικη θα ήταν και η οποιαδήποτε σύγκριση μεταξύ των δύο σχημάτων.

Το τρίτο άλμπουμ το φοβόμουν, θεωρώντας πως θα είναι είτε μια από τα ίδια, είτε κάτι που προσπερνούσε τα όρια του pop/mainstream το οποίο μπορώ να εκτιμήσω.  Μάλλον ξέχασα με ποιον μουσικό έχω να κάνω, μιας και το άλμπουμ έχει μεν εισάγει νέα στοιχεία, αλλά έχει κρατήσει την προσωπικότητα της μπάντας και κυρίως εμπεριέχει πραγματικά αξιόλογες συνθέσεις. Οι διαδοχικές ακροάσεις του "Welcome To My DNA" με οδηγούν σε δύο βασικά συμπεράσματα. Πρώτον, το άλμπουμ δεν περιέχει κάποιο χτυπητό filler που να χαλάει τη ροή του και δεύτερον δεν περιέχει κάποιο τραγούδι με το potential να γίνει hit επιπέδου "Blackfield" ή "Pain".

Ξεχωρίζουν άμεσα η ευθύτητα των στίχων «Fuck You All, I Don't Care, Go To Hell», που επαναλαμβάνονται σε μια κολλητική μελωδία στο "Go To Hell", αλλά και το δυναμικό "Blood", που εισάγει κάποια ανατολίτικα στοιχεία σε μια εξαιρετική και ταυτόχρονα ιδιόμορφη σύνθεση. Από εκεί και πέρα, το "The Glass House" θα μπορούσε να είχε θέση σε δίσκο Porcupine Tree της τελευταίας περιόδου και το "Rising Of The Tide" σε κερδίζει μονομιάς, λόγω του πιάνου και της καταπληκτικής χρήσης βιολιών. Αυτά ακούγονται καλύτερα τοποθετημένα και απολαυστικότερα από ποτέ σε θαυμάσιες ενορχηστρώσεις, ενώ δε λείπουν και κάποια ψήγματα post rock αναφορών (π.χ. "Dissolving With The Night"), που παραπέμπουν στο "We're Here, Because We're Here" των Anathema. Το άλμπουμ κλείνει ιδανικά με το πανέμορφο "DNA", αν και τα συνολικά 36 λεπτά διάρκειας πιθανότατα υποδεικνύουν πως χώραγε μια ακόμα σύνθεση.

Οι ακροάσεις είναι πολύ νωπές για να μπορέσω να το κατατάξω σχετικά με τις δύο προηγούμενες κυκλοφορίες σε βάθος χρόνου, όμως φαίνεται πως στέκεται άξια δίπλα τους. Δεν έχω την απαίτηση από αυτό να μου ανοίξει τους μουσικούς ορίζοντες, όπως κάποια άλλα project του Wilson, αλλά να μου δίνει βραχυπρόθεσμες ευχάριστες τζούρες βρετανικής μελαγχολίας όποτε την αναζητήσω. Από τη μία, εγώ αναζητώ συχνά αυτή τη μουσική έκφραση της βρετανικής μελαγχολίας και από την άλλη ο Wilson την έχει στο DNA του... Κι ο Geffen θα έχει περισσότερα γνωστά τραγούδια να παίζει όποτε μας επισκέπτεται, οπότε είμαστε όλοι ικανοποιημένοι.
  • SHARE
  • TWEET