Gimme Shelter Film Festival: Προβολή "BOOM! A Film About The Sonics" & The Acid Visions live @ Gagarin 205, 06/11/23

Ο δρόμος συνεχίζεται για πάντα και το πάρτυ δεν σταματάει ποτέ

Από τον Θοδωρή Ξουρίδα, 10/11/2023 @ 20:39

Η ιστορία του ντοκιμαντέρ "BOOM! A Film About The Sonics" θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το ίδιο περιπετειώδης με την πορεία των θρυλικών The Sonics, με κοινό τόπο την ευτυχή κατάληξη. Ο δημιουργός του Jordan Albertsen, χωμένος στο grunge και την σκηνή του Seattle ως περήφανο τέκνο των βορειοδυτικών Η.Π.Α., έμαθε τους Sonics από τον πατέρα του, με τον οποίον τότε δεν είχε πολλά κοινά. Όταν άκουγε δυνατά Nirvana, o πατέρας του μίλησε για τους Sonics, τους οποίους φυσικά αγνοούσε. Λίγες μέρες αργότερα τον περίμενε στην πόρτα του δωματίου το "Boom", όπως φαίνεται και στην αρχή του φιλμ. Ο Jordan ξετρελάθηκε, μη μπορώντας να διανοηθεί ότι αυτό που άκουγε ερχόταν από το μακρινό 1966.

Να κάνω μια παρένθεση και να σας μιλήσω λίγο για την αφεντιά μου. Στις αρχές των '00s η Πλατεία Μαβίλη ήταν το hot spot της πόλης για botellón. Ένα βράδυ, φεύγοντας κάποιος έχει ξεχάσει μια σακούλα με δύο CD. Το ένα δεν με απασχόλησε ποτέ, το έτερο ήταν η εξαιρετική συλλογή "CBGB's And The Birth Of U.S. Punk". Ακόμη και αν κολλήσεις τελικά πολύ με ένα συγκρότημα, στην πρώτη επαφή υπάρχουν νομίζω τρεις βασικές περιπτώσεις: Πρώτον να μην τη θυμάσαι καν, δεύτερον να την θυμάσαι με λιγότερη ή περισσότερο ενθουσιασμό και τρίτον να πάθεις σοκ!

Το σοκ όταν άκουσα την εκτέλεση του "Louie Louie" ήταν τεράστιο, αντίστοιχο με εκείνο όταν ένα βράδυ χωρίς να έχουμε ακούσει νότα από Rush ο αδελφός μου έφερε σπίτι αγορασμένο καινούριο από δισκάδικο του Αγρινίου το "2112", ή όταν άκουσαμε για πρώτη φορά το "Holy Diver" και το "Painkiller". Έχοντας χωθεί κάπως για μερικά χρόνια στα '70s, δεν μπορούσα να διανοηθώ ότι αυτό το καταιγιστικό groove και αυτός ο ξερός ήχος της κιθάρας ερχόταν στα αυτιά μου από ηχογράφηση του 1965. Αυτό έγραφε το booklet. 1965!

Επανερχόμαστε στον Jordan Albertsen, ο οποίος αποφάσισε το 2008, αμέσως μόλις είδε ζωντανά τους επανενωμένους Sonics, να κάνει ένα ντοκιμαντέρ με την ιστορία τους. Αφότου η διαδικασία δημιουργίας πέρασε από χίλια κύματα, εν τέλει ολοκληρώθηκε το 2018. Το "BOOM! A Film About The Sonics" ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο και προβλήθηκε σε φεστιβάλ, απέσπασε βραβεία, και ενώ ήταν έτοιμο για ευρεία διανομή, έσκασε ο covid και όλα τα σχέδια πήγαν πίσω. Εν τέλει φτάσαμε στο σήμερα, και είχαμε την τύχη να δούμε το φιλμ όπως πρέπει, στα πλαίσια του Gimme Shelter Film Festival.

Η βραδιά με αναδιομορφωμένο πρόγραμμα ξεκίνησε ίσως και λίγο νωρίτερα από το αναμενόμενο με ζωντανή εμφάνιση των The Acid Visions. Η είσοδος στο Gagarin υπό τους ήχους τραγουδιών των Sonics δεν γινόταν να μην επαναφέρει μνήμες από τις καταπληκτικές συναυλίες του 2009, του 2010 και του 2016, έστω και αν οι συνθήκες ήταν αρκετά διαφορετικές. Το στήσιμο της εξάδας, με μπάσο, τύμπανα, κιθάρα, πλήκτρα και σαξόφωνο, ουσιαστικά όμοιο με εκείνο των Sonics, ευνοεί τον σκοπό της εμφάνισης, που είναι προφανώς η πιστή εκτέλεση των κλασικών τραγουδιών στο μέτρο του εφικτού. Οι εκτελέσεις είναι λοιπόν πιστές και συνολικά η απόδοση εξαιρετική, με ένα μικρό ερωτηματικό για τον ήχο που είναι αρκετά χαμηλά, ενώ η σχετική μουντάδα βγάζει άποψη και δεν ενοχλεί ιδιαίτερα. 

Υπό κανονικές συνθήκες, το Gagarin θα έπρεπε να βρίσκεται στο πόδι, με χορό μέχρι ξεβιδώματος σε συνθήκες πανζουρλισμού, αλλά με το υποχρεωτικό, κινηματογραφικό στήσιμο του χώρου, αυτό προφανώς δεν ήταν δυνατό. Σε κάθε περίπτωση, το σετ των Acid Visions ήταν συνολικά ιδανικό για εισαγωγή στη βραδιά με άψογη οπόδοση από όλους τους μουσικούς, περιλαμβάνοντας ορθά τις πιο κλασικές επιτυχίες των Sonics. Εντυπωσιακό ήταν το ξεκίνημα του "The Witch" στα τύμπανα, όπως και τα σόλο πλήκτρων και σαξοφώνου στο "Louie Louie" το οποίο δυστυχώς ήταν και το τελευταίο που ακούσαμε. Αν δεν τύχει να ξαναδούμε τους Sonics, η περίπτωση των Acid Visions θα πρέπει να εξαταστεί ως ένα πολύ καλό υποκατάστατο.

SETLIST

Have Love, Will Travel
Strychnine
Cinderella
Psycho
He's Waitin'
Boss Hoss
The Witch
Louie Louie

Την ζωντανή εμφάνιση θα ακολουθούσε υπό κανονικές συνθήκες Q & A με τον σκηνοθέτη του "BOOM! A Film About The Sonics", ωστόσο ένα έκτακτο σοβαρό οικογενειακό ζήτημα δεν επέτρεψε στον Jordan Albertsen να βρίσκεται στην Αθήνα και το Gagarin. Η εναλλακτική ήταν ένα στοχευμένο video με τοποθετήσεις του για διάφορα θέματα συνυφασμένα με την ταινία. Θα ήταν σίγουρα μεγάλη χαρά για όλους τους εμπλεκόμενους να δούμε τον δημιουργό από κοντά, να τον χειροκροτήσουμε και να δώσουμε τα συγχαρητήρια μας, από την άλλη όμως, πραγματικά μάθαμε όλα όσα θα έπρεπε να γνωρίζουμε για να κατανοήσουμε το φιλμ σε βάθος.

Επί των διαδικαστικών, μάθαμε ότι η προβολή θα ήταν η τελευταία σε φεστιβάλ, καθώς έπεται κανονική διανομή, on demand διάθεση αλλά και κυκλοφορία σε φυσικό φορμάτ, ενώ είχαμε την τύχη να παρακολουθήσουμε το λεγόμενο "final cut", με την ενσωμάτωση πλούσιου φωτογραφικού αρχείου που βρέθηκε και προστέθηκε στην πορεία. Αξίζει να σημειωθεί ότι κομβικής σημασίας στην όλη διαδικασία ήταν η τυχαία συνάντηση του Jordan με τον Mike McCready των Pearl Jam.

Ξεχωριστή αναφορά επιβάλλεται να γίνει σε τρία πρόσωπα που έχουν φύγει πλέον από την ζωή αλλά επηρέασαν καθοριστικά την δημιουργία της ταινίας. Πρόκειται για τον παραγωγό της Brian Scott Robinson, τον Buck Ormsby, μπασίστα των θρυλικών Wailers, αφεντικού της Εtiquette Records και manager των Sonics, αλλά και για τον πατέρα του Jordan Albertsen. Μάλιστα, τα όσα πέρασε στην πορεία ο Jordan αλλά και η διαδρομή του Ormsby, θα μπορούσαν να θεωρηθούν ξεχωριστές ιστορίες που από μόνες τους θα άξιζε να ειπωθούν.

Αναμενόμενα, η μισή περίπου ταινία μεταφέρει όσα συνέβησαν στη δεκαετία του '60, με βασικούς άξονες τις συνθήκες που ευνόησαν την ανάδειξη των Sonics στην Tacoma της Πολιτείας Washington, τους λόγους για τους οποίους ξεχώρισαν στην πρωτοπορία του garage punk κινήματος, την μεγάλη επιτυχία σε τοπικό επίπεδο και το τέλος που ήρθε για μια σειρά από λόγους πολύ γρήγορα. Η δεκαετία του '70 ήταν μάλλον η πιο αδιάφορη σε όλα τα επίπεδα, καθώς όλα τα μέλη έπαψαν κάθε ενασχόληση με τη μουσική και απέκτησαν «κανονικές ζωές».

Ότι γράφει όμως δεν ξεγράφει, οπότε οι Sonics δεν πέρασαν στην ιστορία αλλά έγιναν μέρος της. Πενήντα χιλιόμετρα βορειότερα αλλά και στην άλλη άκρη του Αταλντικού, παρέμειναν ολοζώντανοι στη συνείδηση των μουσικόφιλων. Αφενός επηρεάσαν καθοριστικά την γέννηση του grunge κινήματος στο κοντινό Seattle ως τοπικοί ήρωες, αφετέρου τα τραγούδια τους έφτασαν με τον κλασικό υπόγειο τρόπο και στην Ευρώπη, αγαπήθηκαν ιδιαίτερα από μία μερίδα κόσμου και σιγά αλλά σταθερά έφτασαν σε πολύ περισσότερο κόσμο.

Καθοριστική σε αυτή τη φάση ήταν η συνεισφορά του Buck Ormsby. Το αφεντικό της Εtiquette Records έθεσε χωρίς υπερβολή σκοπό ζωής την ανάδειξη της μουσικής κληρονομιάς των Sonics. Φρόντισε όχι μόνο για την επανέκδοση των δίσκων, αλλά και για την διάδοσή τους, σαν να πρόκειται για κάτι ιερό. Σε μια εποχή πολύ πριν το inernet, γέμιζε βαλίτσες με δίσκους, ταξίδευε στην Ευρώπη και τους μοίραζε σε όποιον θεωρούσε ότι μπορεί να κάνει γνωστή την περίπτωση των Sonics.

Αργή ήταν και η διαδικασία της επανένωσης. Οι προσφορές συνέχισαν να έρχονται για χρόνια από την Ευρώπη, αλλά τα αυθεντικά μέλη δεν μπορούσαν να πάρουν εύκολα την απόφαση, καθώς ο καθένας είχε μια «κανονική ζωή» εκτός μουσικής που δεν ήταν εύκολο να διατάραξει. Προφανώς ούτε οι ίδιοι ήταν σίγουροι για τις ικανότητές τους επί σκηνής μετά από δεκαετίες. Όπως αναφέρθηκε χαρακτηριστικά έπρεπε να μάθουν ξανά να παίζουν μουσική!

Εν τέλει η επανένωση ήρθε το 2008 και ήταν θριαμβευτική, με κορυφές τις δύο πρώτες εμφανίσεις στο Forum του Λονδίνου αλλά και εκείνη στο Paramount Theatre του Seattle. Αυτό το σημείο είναι και το πλέον συγκινητικό, καθώς χωρίς υπερβολή, ό,τι είχαν δημιουργήσει πέντε έφηβοι στα '60s αποδείχθηκε επίκαιρο μετά από τέσσερις ολόκληρες δεκαετίες. Στα επόμενα δέκα χρόνια, οι Sonics θα πραγματοποιούσαν δεκάδες συναυλίες σε ολόκληρο τον κόσμο, θα κυκλοφορούσαν αξιόλογη καινούρια μουσική και θα πετύχαιναν την ευρύτερη αναγνώριση που άξιζαν εξαρχής.

Θεωρώ πως το φινάλε της ταινίας αφήνει μια κάπως πικρή γεύση, ως μια υπενθύμιση της θηντότητας που χαρακτηρίζει τις ζωές μας. Σε διαφορετικό πλαίσιο άλλωστε, δεν θα είχαν νόημα οι όμορφες στιγμές, δεν θα είχε νόημα η διασκέδαση και το ξεφάντωμα, η ουσία δηλαδή της μουσικής των Sonics. Όπως μας είχε πει άλλωστε ο ίδιος ο Rob Lind το 2017, το μήνυμα του συγκροτήματος προς τους απανταχού ροκάδες είναι ότι «ο δρόμος συνεχίζεται για πάντα και το πάρτυ δεν σταματάει ποτέ».

  • SHARE
  • TWEET