The Big Nose Attack: «Άμα έχεις μεγαλώσει με Βοσκόπουλο!»

Boogieman και Little Tonnie μιλούν για τον νέο δίσκο "Deader Than Disco", την παλιομοδίτικη μουσική, το tape transfer, τα Jack Daniels σε σουβλατζίδικα και τις σπάνιες συμπράξεις επί σκηνής

Λίγες μέρες πριν την επίσημη παρουσίαση του "Deader Than Disco" στο Gazarte, ο Γιώργος και ο Αντώνης, κατά κόσμον Boogieman και Little Tonnie, μας μίλησαν για το νέο σπλάχνο των Big Nose Attack, τους συντελεστές και τη διαδικασία δημιουργίας του δίσκου, την Έλενα Ναθαναήλ, τον Τόλη Βοσκόπουλο, το 1978, το tape transfer, τα Jack Daniels σε σουβλατζίδικα και τις σπάνιες συμπράξεις επί σκηνής.

Ποια ήταν η διαδικασία δημιουργίας του δίσκου;

Boogieman: Αυτός ο δίσκος φτιάχτηκε κομμάτι-κομμάτι, δηλαδή στάδιο με στάδιο. Ξεκινήσαμε σε ένα στούντιο στη Νέα Σμύρνη, στο Wudsound. Βάλαμε κάτω τα κομμάτια, γράψαμε τη δομή τους, τα τύμπανα κατά βάση, για να δούμε πως ακούγονται, πως θα μπορέσουμε να τα ενορχηστρώσουμε. Η ενορχήστρωση υπήρχε από πριν στο κεφάλι μας, θέλαμε σίγουρα τα πνευστά, θέλαμε σίγουρα διάθεση τέλη '70s, λίγο '80s, αλλά όχι με τον τρόπο που έχει παρουσιαστεί από άλλες μπάντες.

Στήσαμε τον εξοπλισμό μας, γράψαμε λίγο, βρήκαμε τις δομές. Αφού ακούσαμε αυτό που θέλαμε να ακούσουμε, κατά κάποιον τρόπο ακούσαμε τον νέο μας ήχο, ξεκινήσαμε να γράφουμε, χωρίς να πούμε οτιδήποτε. Τελειώσαμε τις ηχογραφήσεις σε ένα τρίμηνο, τετράμηνο. Μια μπάντα μπορεί να μπει σε ένα στούντιο και να τελειώσει σε μια βδομάδα, αλλά εμείς δεν δουλέψαμε έτσι, ούτε κυνηγούσαμε κάποιο χρονοδιάγραμμα, ούτε είχαμε μιλήσει με κάποια εταιρεία για να βγάλουμε τον δίσκο.

The Big Nose Attack

Little Tonnie: Δεν το δουλεύαμε όλο αυτό το διάστημα, το πιάναμε και το αφήναμε. Τα τύμπανα τα γράψαμε σε δύο μέρες, το μπάσο σε μία, την κιθάρα σε άλλες δύο.

Boogieman: Φωνάξαμε τους καλεσμένους, σε φάση «κάνεις αυτό, δες λίγο τα κομμάτια», κάπως έτσι. Τον νέο ήχο τον είχαμε στο κεφάλι μας, αλλά αν δεν απλώσεις τα παιχνίδια στο στούντιο και δεν παίξεις όντως τα κομμάτια, δεν θα αλλάξει δραματικά, γιατί όσο παραμένουμε ντουέτο, αυτό που κάνουμε είναι μουσική για ντουέτο. Φτάνει από εδώ ως εκεί, από τη στιγμή που ταυτόχρονα δεν μπορώ να τραγουδάω, να παίζω πνευστά και να κάνω δεύτερα γυναικεία φωνητικά στον εαυτό μου! (γέλια)

Αλλά όταν μπήκαν και τα υπόλοιπα στοιχεία, εκεί το ακούσαμε. Αλλά και όλα τα υπόλοιπα, η επιλογή των ενισχυτών, τα vibes του πως θα παίξουμε, το μπάσο θα είναι λίγο πιο μπροστά απ' ότι συνήθως στους άλλους δίσκους μας... Όταν θέλαμε σε κάποια σημεία να χρησιμοποιήσουμε μπάσο, ήταν πολύ θαμμένο πίσω, απλά έδινε έναν όγκο. Σε αυτό τον δίσκο το μπάσο έχει και σημεία που είναι μόνο του, κάτι που δεν είχαμε ξανακάνει.

Ποιος παίζει μπάσο;

Boogieman: Εγώ, δεν είχαμε λεφτά για να πληρώσουμε άλλον! (γέλια) Νομίζω ότι εξυπηρετήσαμε τα κομμάτια, γράψαμε έναν δίσκο για τον δίσκο, όχι για το ντουέτο. Δηλαδή αν κάποιος μπει στο Spotify και ακούσει τα κομμάτια, δεν θα καταλάβει ότι είμαστε ντουέτο. Δεν με νοιάζει αυτό, θέλω απλά να είναι καλή μουσική.

Στο "69" η προσέγγιση ήταν η αντίθετη.

Boogieman: Στον προηγούμενο δίσκο ήταν πιο live προσέγγιση, αυτό που βγάζουμε στα live μας, θα μπούμε σε ένα στούντιο, θα παίξουμε, θα κρατήσουμε τα καλύτερα takes και αυτό θα είναι ο δίσκος.

Ο δίσκος λοιπόν διαμορφώθηκε σε σημαντικό βαθμό στο στούντιο.

Boogieman: Είχαμε συνθέσει τα κομμάτια μαζί, αλλά το μπάσο το αφήσαμε τελευταία στιγμή να δώσει το vibe, δεν είχα κάτσει στο σπίτι να φαντάζομαι μπασογραμμές. Θα πάω στο στούντιο και θα παίξω μέχρι να βγει κάτι που είναι μέσα στο κλίμα και εξυπηρετεί τα κομμάτια.

Γιατί μεσολάβησαν τρεισήμισι χρόνια από το "69";

Boogieman: Πολύ καλή ερώτηση, αυτό αναρωτιόμαστε κι εμείς. Είχαμε live, για κάποιο λόγο ξεχάσαμε ότι οι μπάντες πρέπει να βγάζουν και δίσκους. Πέσαμε λίγο στο ότι είχαμε πλέον τρεις δίσκους, έχουμε ένα μεγάλο playlist που παίζουμε, παίζουμε, παίζουμε, τα live ήταν πολλά. Τον δίσκο θέλαμε να τον ξεκινήσουμε ενάμισι χρόνο πιο πριν, αλλά συνήθως υπήρχε πάντα μια αναβολή.

Tο "Deader Than Disco" το βάζεις στο '77

Αναβολή στην αναβολή, είχα ένα θέμα με το αυτί μου, κάναμε μια μικρή παύση, ο Tonnie είχε πάθει τενοντίτιδα, είχαμε άλλη μία μικρή παύση. Δεν φάνηκε αυτό στα live μας, αλλά επειδή πάνω απ' όλα θες να το ευχαριστηθείς, δεν είχαμε κανένα συμβόλαιο να μας πιέζει, μ' αυτά και μ' αυτά πέρασε πολύς καιρός και εμένα μου έλειψε, και το στούντιο, και το νέο playlist. Τα παλιά κομμάτια δεν μπορώ να τα βλέπω, δεν μπορώ να τα ακούω! (γέλια)

Little Tonnie: Είναι σαν να διασκευάζεις τον εαυτό σου από ένα σημείο και μετά, όταν παίζεις τραγούδια που έχουν παλιώσει πολύ. Προσπαθείς να μπεις στο vibe που υπήρχε όταν τα έβγαλες, αλλά δεν γίνεται, θες κάτι άλλο...

Boogieman: Έχεις αλλάξει κιόλας, σίγουρα.

Little Tonnie: Το οποίο το έχεις μόνο εσύ στο κεφάλι σου, ο άλλος δεν το ξέρει, και μετά ακολουθούν αυτές οι συζητήσεις «ωραίο το live παιδιά», «ναι, αλλά που να ακούσεις και τα καινούρια κομμάτια»!

Τα τραγούδια έχουν επιμέρους χαρακτηριστικά, αλλά συνολικά δεν μπορείς να τοποθετήσεις κάπου χρονικά τον δίσκο, εκτός κι αν πεις '78.

Boogieman: Νάτος, μέσα έπεσε, είπα πριν που έλλειπες '77! (γέλια) Όπως είχαμε πει για το "69" ότι υπάρχουν αναφορές στο 1969, το "Deader Than Disco" το βάζεις στο '77, όπου υπάρχουν ακόμα οι μπάντες που είναι φουλ σεβεντίλα, υπάρχει η funk που είναι σούπερ, αλλά υπάρχει και η disco που δεν είναι και τόσο σούπερ, τουλάχιστον εκείνη την εποχή. Ξεκινάει και η εϊτίλα σιγά σιγά, που ακόμη δεν είναι εϊτίλα. Είναι λίγο περίεργη φάση, έχεις όλες αυτές τις επιρροές.

Τι σημαίνει deader; Στον δίσκο υπάρχει η υποσημείωση "to make something deade, you must first kill it, then kill it a second time and maybe a third time, just to be on a safe side", αλλά τα ντεσού ποια είναι;

Boogieman: Ήμουνα με μια κοπέλα η οποία ήταν αρκετά γκρινιάρα και την έπαιρνα αρκετά συχνά τηλέφωνο, κάτι που όποιος με ξέρει δεν το κάνω, για κάποιο λόγο «νοιαζόμουν»! Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια μέρα που την πήρα τηλέφωνο, ήταν πρωί και κοιμότανε, και μου λέει «τι θες κι εσύ και είμαι και πιο νεκρή κι απ' την disco;»!

Αυτό έμεινε, με σημάδεψε και είπα θα το κάνω κάτι. Μετά το αναλύσαμε περισσότερο με τον Tonnie και είπαμε ότι και μουσικά πάντα κάνεις έναν κύκλο και ξαναγυρνάς στις επιρροές που είχες πιο πιτσιρικάς, δηλαδή ας πούμε τώρα ακούω πιο πολύ Thin Lizzy ή ΖΖ Top από ποτέ. Αναλύοντας αυτή την έκφραση είδαμε ότι στέκει και στα αγγλικά, δεν είναι γλωσσοπλασία, είναι κάτι το οποίο υπάρχει και σημαίνει κάτι που είναι πολύ παλιομοδίτικο.

Συνήθως λέγεται το "rock is dead". Οπότε "deader than disco" σημαίνει rock;

Boogieman: Υπάρχει το "Rock & Roll Is Dead" των Hellacopters, όλα αυτά τα statements με τα οποία μεγαλώσαμε, και προφανώς είναι...

Άρα εσείς τι κάνετε; Ζόμπι φάση;

Boogieman: Αυτό, θέλω να ζήσω με ζόμπι, οπαδούς ζόμπι και τα λοιπά! (γέλια). Ούτως ή άλλως δεν κάνουμε αυτό που κάνουμε για να ακολουθούμε την τάση ή για να βγάλουμε χρήματα, αλλιώς θα είχαμε πάει σε κάποια μουσική που δεν θα χρησιμοποιούσαμε καν μουσικά όργανα.

The Big Nose Attack

Θα έγραφες electronica;

Boogieman: Μάλλον θα παίρναμε δυο κομμάτια beat, θα βάζαμε autotune και αυτό θα ήταν.

Little Tonnie: Πάντως και οι στίχοι του ομώνυμου τραγουδιού περιγράφουν αυτή την κατάσταση, έχει τη φιλοσοφία που έχουν τα hip hop τραγούδια αν τους διαβάσετε.

Καλή πάσα. Πού θα τους διαβάσουμε; Δεν έχετε πουθενά στίχους!

Boogieman: Γι' αυτό το τραγούδι υπάρχει lyric video, θα ενημερωθούν spotify, i-tunes, bandcamp. Η αλήθεια είναι ότι σαν ποίηση ξεπεράσαμε τον εαυτό μας αυτή τη φορά, με τον στίχο «I don't fancy no Armani, I'm coming straight from Brakhami»! (γέλια) Και να σημειωθεί ότι είναι πρώτη παγκόσμια εμφάνιση της λέξης Μπραχάμι στην αγγλόφωνη δισκογραφία! Και το κάναμε εμείς. (γέλια)

Το αγαπημένο σας τραγούδι στον δίσκο ποιο είναι;

Little Tonnie: Δεν θέλω να δώσω την κλισέ απάντηση, ότι όλα τα τραγούδια είναι παιδιά μας. Πιο βιωματικό είναι το "A Short Story About Love", τραγούδι που κανένας δεν σχολιάζει.

Boogieman: Μου κάνει εντύπωση που αυτό είναι το δικό σου αγαπημένο βιωματικό κομμάτι, γιατί τους στίχους τους έχω γράψει εγώ για μια κοπέλα, οπότε ξέρεις, πρέπει να μιλήσουμε γι αυτό.

Και το "Workin' So Hard (Not To Love Me)" φαίνεται βιωματικό. Καταρχάς να πούμε για το video. Από ποια ταινία είναι;

Boogieman: "Εκείνο Το Καλοκαίρι", 1971. Για να κάνουμε το μοντάζ, έπρεπε να τη δούμε όλη! (γέλια)

Πόσες μέρες σας πήρε;

Boogieman: Για να δούμε όλη την ταινία και να διαλέξουμε τα καλά σημεία, μία νύχτα ολόκληρη, αλλά το θέμα είναι η δικαιολογία. Σε παίρνουμε φίλοι σου και ρωτάνε «έλα, θα βγούμε, θα κάνουμε τίποτα;» και απαντάς «έχω δουλειά, βλέπω "Εκείνο Το Καλοκαίρι", Έλενα Ναθαναήλ».

Άμα έχεις μεγαλώσει με Βοσκόπουλο!

Έκλαψες;

Boogieman: Πάντα κλαίω, δεν μπορώ. Γέλασα κιόλας. Να πούμε για την Αναστασία Βελισσαρίου που συμμετέχει σε αυτό. Την Αναστασία την ξέραμε χρόνια αλλά δεν είχαμε συνεργαστεί προηγουμένως. Όταν την είχα ακούσει με τους Les SkartOi που παίζουν ska και γενικά up tempo και χαρούμενη μουσική, είχα εντυπωσιαστεί με τις φωνητικές της ικανότητες. Μέσα στο σετ που παίζανε μιάμιση ώρα, το μόνο μινόρε που είχε πρέπει να κράτησε γύρω στα είκοσι δευτερόλεπτα, αλλά εντυπωσιάστηκα και είπα ότι η κοπέλα αυτή πρέπει να τραγουδήσει κάτι πιο blues.

Την είχα στο μυαλό μου και είπαμε με τον Tonnie ότι αυτό το τραγούδι ίσως να το κάνουμε ντουέτο και η ιστορία να δίνεται όχι μόνο από το τύπο που την αφηγείται αλλά και από την κοπέλα, να είναι σαν διάλογος. Θέλω να ζητήσω και δημόσια συγνώμη από την Αναστασία που τη βάζω να τραγουδάει στίχους που έχουμε γράψει για άλλες γυναίκες!

Σας πάνε πολύ τα ντουέτα όπως φαίνεται!

Boogieman: Άμα έχεις μεγαλώσει με Βοσκόπουλο! (γέλια) Και αυτές οι εποχές ξανάρχονται απ' ότι φαίνεται, και γελάμε, και κλαίμε...

Little Tonnie: Εκτός από το ντουέτο, να πούμε ότι έχει κάνει σε όλο τον δίσκο τα φωνητικά.

Boogieman: Είναι αυτό που φωνάζεις τον άλλον για να κάνει το ντουέτο, και του λες «μιας και είσαι εδώ...»!

Τα τραγούδια είναι μεγάλα σε διάρκεια αλλά δεν τους φαίνεται, οπότε αυτό μάλλον είναι καλό.

Boogieman: Αυτό είναι καλό. Όταν λέγαμε σε φίλους ότι βγάζουμε δίσκο με οκτώ κομμάτια, ήτανε σε φάση «θα χουν βάλει ότι έχει περισσέψει, οκτώ κομμάτια, σιγά μην είναι δίσκος», αλλά πιάσαμε διάρκεια 42 λεπτά και κάτι.

Little Tonnie: Είπαμε να γράψουμε δίσκο με τραγούδια που είναι ολοκληρωμένα, που έχουν πολλά πράγματα μέσα, γιατί με το ντουέτο κάπου κολλάς.

Boogieman: Σκέφτεσαι πάντα το βινύλιο, ότι ωφέλιμο σε κάθε πλευρά είναι ένα εικοσάλεπτο, για να έχεις το max σε απόδοση, οπότε υπολογίζεις γύρω στα 40 λεπτά τους δίσκους.

Little Tonnie: Νομίζω ότι όλη τη διαφορά την έχει κάνει η ενορχήστρωση.

Πολλά κομμάτια έχουν αλλαγές που μου θύμισαν '70s και '80s, σε ένα τραγούδι έβρισκες πολλές διαφορετικές ιδέες.

Boogieman: Αυτό το έκαναν πολύ καλά οι Black Sabbath.

Little Tonnie: Το 'χουμε κάνει αυτό, είναι δυο τρία κομμάτια που ξεκίνησαν από δύο διαφορετικές ιδέες.

Boogieman: Το 'χουμε κάνει σίγουρα στο "Heat Of The Night", στο τέλος υποτίθεται του κομματιού μπαίνει ένα άλλο riff, εκεί σκέφτηκα το "Into The Void" των Sabbath, όχι ότι μας επηρέασε στο συγκεκριμένο, που είναι αργό και στο τέλος μπαίνει ένα riff και γίνεται άλλο κομμάτι. Οπότε είπαμε γιατί όχι; Θα μπορούσαμε να φτιάξουμε ένα άλλο κομμάτι με αυτό το riff, αλλά γιατί να μην το κάνουμε όπως γινόταν παλιά;

Η shred κιθάρα στο "Electric Party" πώς σας ήρθε;

Boogieman: Κοίταξε, ότι δεν μπορώ να παίξω, το θεωρώ shred! (γέλια) Και επειδή δεν μπορώ να παίξω και πολλά... Είχαμε άλλο ένα κομμάτι που στο τέλος γίνεται κάτι άλλο, πάει κάπου αλλού, και λέω στον Tonnie «εδώ σκέφτομαι ένα σόλο εϊτίλα, εγώ δεν μπορώ να παίξω έτσι, να φωνάξουμε έναν άνθρωπο που να μπορεί». Είχαμε πετύχει τον Κωνσταντίνο Κυρίτση σε ένα μπαρ, κλασικά δηλαδή, και του λέμε «τι κάνεις Παρασκευή;» ξέρω γω. «Τίποτα; Θες να ρθεις...» και νομίζω ότι δεν έκανε πάνω από δύο προσπάθειες για να το κρατήσουμε, εγώ θα 'γραφα ακόμα.

Οκτώ κομμάτια γιατί οκτώ έχει μια καλή πίτσα;

Boogieman: Πολύ σωστό!

Little Tonnie: Δεν το 'χαμε σκεφτεί!

The Big Nose Attack

Ο πρώτος δίσκος ήταν κόκκινος, ο δεύτερος μπλε, ο τρίτος πορτοκαλί, ο τέταρτος μπουτάκια! (σε αυτό το σημείο κάποιος πνίγεται από τη μπύρα)

Boogieman: Αυτό έχει να κάνει με την οπτική του κάθε ανθρώπου. Εσύ μπορεί να βλέπεις τα πόδια της κοπέλας, άλλος βλέπει τη δισκομπάλα, άλλος μπορεί να βλέπει τα skate rollers, κατάλαβες; Συνειδητά, ήταν απόφαση να μην κάνουμε πάλι αυτό το ψυχαναγκαστικό πράγμα με τα χρώματα, να βρούμε ένα χρώμα και να το ξετινάξουμε.

Το ξεπέρασες.

Boogieman: Ναι, ναι, ευτυχώς πήρα τα χάπια μου! Είχαμε πει για φωτογραφία.

Little Tonnie: Το σιχαθήκαμε το πορτοκαλί, έβλεπα πορτοκαλί και με 'πιανε ναυτία. Είχαμε κάτι πορτοκαλί ντουλάπια στην κουζίνα και τα αλλάξαμε.

Boogieman: Στα live θα παίξουμε με τα φώτα περισσότερο, παρά να καθόμαστε να βάφουμε πράγματα. Είχαμε λοιπόν τον τίτλο, είχαμε και το νόημα του τίτλου, παλιομοδίτικη μουσική, πεθαμένη για τον κόσμο, επιστροφή στις ρίζες αλλά δεν είχαμε εξώφυλλο. Είδαμε τη φωτογραφία σε μία έκθεση της Raquel Rodriguez που είναι φωτογράφος, η οποία δούλευε και στο Game Of Thrones, δηλαδή είναι καλή. (γέλια) Είχε την ευγενή καλοσύνη να μας την παραχωρήσει, δεν την κλέψαμε από κάπου!

Little Tonnie: Είχαμε σκεφτεί κάποιες ιδέες, αλλά όταν είδαμε αυτό...

Boogieman: Υπήρχαν εναλλακτικές, αλλά όταν το είδαμε, ήταν λες και είχε φτιαχτεί για εμάς.

Το tape transfer τι είναι;

Boogieman: Όταν ολοκληρώθηκαν οι ηχογραφήσεις, φωνάξαμε τον Άλεξ Μπόλμπαση. Πολύ γνωστός στην εγχώρια σκηνή, παίζει στους Steams, οι παραγωγές του είναι άπειρες για να τις αναφέρουμε. Του είπαμε ότι έχουμε γράψει τον δίσκο, είναι έτοιμος, θες να τον ακούσεις και να τον μιξάρεις; Τον άκουσε και πρέπει να του άρεσε γιατί είπε ναι και πολύ ελεύθερο χρόνο δεν είχε.

Φτάσαμε σε ένα σημείο που ο ίδιος μας πρότεινε πως η αισθητική του δίσκου σηκώνει ένα extra step. Να πάρουμε όλα αυτά τα ωραία πράγματα που έχουμε γράψει και έχουμε ηχογραφήσει και να τα βάλουμε μέσα σε μια αναλογική κονσόλα, και ενώ τρέχει η μπομπίνα, να τα μιξάρουμε αφού έχουμε πιάσει όλο το vibe. Να γίνει εκεί η τελική μίξη.

Στο κάτω κάτω το πληρώσαμε και πρέπει να είναι καλύτερο!

Οπότε η ηχογράφηση ήταν ψηφιακή και τελική μίξη είναι αναλογική.

Boogieman: Ναι. Και η αλήθεια είναι ότι αυτό το πράγμα που έγινε στο 90', λίγο πριν τη λήξη, ήταν μια απόφαση «άντε, ας το κάνουμε», για μένα έδωσε όλη την αισθητική.

Little Tonnie: Δεν το είχαμε ξανακάνει, το σκεφτόμασταν, το παίξαμε κορώνα-γράμματα, αλλά ακούσαμε όντως διαφορά. Να πούμε ότι το έκανε μαζί τον Άλεξ Κετετζιάν, γνωστός από δουλειές με Planet Of Zeus... Eίναι άτομα που το 'χουν αυτό, έχουν δουλέψει πολύ πάνω σε αυτό το πράγμα. Μπορεί να γυρίσει και μπούμερανγκ, υπάρχουν ιστορίες συγκροτημάτων που το προσπάθησαν και τελικά δεν βγήκε καλό.

Boogieman: Επειδή το έχουμε ακούσει σε όλα τα στάδια, έχει κάνει πάρα πολύ μεγάλη διαφορά. Συνήθως σε αυτές τις δουλειές, επειδή μπορεί να είσαι μπάντα αλλά για κάποιους είσαι πελάτης, τυχαίνει κάποιες φορές να συνεργαστείς με κάποιους που θα σου βάλουν κάτι και εσύ στην πραγματικότητα δεν θα ακούς κάποια διαφορά. Τα συγκεκριμένα παιδιά, εκτός από φίλοι είναι και άψογοι επαγγελματίες.

Δεν είναι αυτό που λέμε να τον γυαλίσουμε τον δίσκο, ίσα-ίσα, το ανάποδο, να τον βρωμίσουν ήτανε! Ακούς ένα πολύ πιο ζεστό, αναλογικό αποτέλεσμα, πολύ πιο γήινο. Μπορεί να το ακούς στο YouTube, αλλά το φαντάζεσαι να παίζει να παίζει από ξύλινα ηχεία και σε πικάκ, δεν ακούς αυτό το καλογυαλισμένο ψηφιακό με τα περίεργα πρίμα. Στο κάτω κάτω το πληρώσαμε και πρέπει να είναι καλύτερο! (γέλια)

Πρακτικά, θα μπορούσαμε να ηχογραφήσουμε όλο τον δίσκο σε ταινία, σε tape, αλλά νομίζω ότι είναι πάρα πολύ ακριβό σπορ, δεν το υποστηρίζουν όλα τα στούντιο. Στο επίπεδο που βρισκόμαστε, είναι ματαιόδοξο να το κάνουμε. Είναι πολύ μερακλίδικο, αλλά ακόμη και να είχα τα χρήματα, δεν ξέρω αν θα το έκανα. Μπορεί να το έκανα, μπορεί και να 'μουνα σε ένα νησί και να έπινα κοκτέιλ, και να έκανα πιο low-budget δίσκους.

Το βινύλιο κυκλοφορεί από την Ikaros Records. Πώς προέκυψε η συνεργασία;

Boogieman: Από τα πρώτα mix είχαμε ήδη μια πρώτη επαφή, ο Λευτέρης είναι οπαδός του βινυλίου, οπότε ανέλαβε να το κυκλοφορήσει. Εμείς αναλάβαμε το διαδικτυακό κομμάτι, τα πάμε άψογα με την τεχνολογία, θα πρέπει να μας πήρε ένα μήνα να τα ανεβάσουμε. (γέλια)

Πόσα σουβλάκια και πόσα Jack Daniels χρειάστηκαν για να πέσουν οι υπογραφές;

Boogieman: Δεν θυμάμαι καλά. Νομίζω δύο μπουκάλια Jack Daniels σε σφηνάκια, για να μας πείσει ο Λευτέρης να τον βγάλουμε σε βινύλιο μαζί του. Σε αυτό το level θα μπορούσε να μας πείσει να κάνουμε τα πάντα.

Το λέω αυτό γιατί το deal θα πρέπει να έγινε στον Πάρη.

Boogieman: Να πούμε τότε πως όταν υπογράψαμε είχαμε ζελατίνα για να μην πέσουνε λαδιές στο συμφωνητικό! Είχε προνοήσει ο Tonnie! (γέλια)

Το σκηνικά όταν έπαιξαν ακουστικά οι Mr. Highway Band και το ίδιο βράδυ πήρατε το βινύλιο στα χέρια σας ήταν επικά.

Boogieman: Πως ακούς κάτι ιστορίες για τις μπάντες του Seattle που είχανε τα μπαρ τους, εμείς έχουμε ένα σουβλατζίδικο στον Άλιμο.

The Big Nose Attack

Την Παρασκευή 15 Νοεμβρίου είναι η παρουσίαση του δίσκου στο Gazarte.

Boogieman: Στην επίσημη παρουσίαση στο Roof Stage του Gazarte με ελεύθερη είσοδο θα συμμετέχουν από τους συντελεστές του δίσκου, η Αναστασία Βελισσαρίου στα φωνητικά και ο Βασίλης Μανθόπουλος στα πνευστά. Ακόμη, θα είναι ο Jimmy Haursen στο μπάσο και ο Κώστας Δήμου στα κρουστά.

Πολλές φορές έχουμε βγει με καλεσμένους επειδή μας αρέσει να παίζουμε μουσική με άλλους και όποιος μας έχει δει στην επαρχία που δεν υπάρχει αυτό το αυστηρό, φεστιβαλικό πρόγραμμα που έχουμε εδώ στις μεγάλες διοργανώσεις, ξέρει ότι πάντα, μα πάντα, τζαμάρουμε με άλλους.

Είτε με μέλη από άλλες μπάντες, είτε με άσχετους. Τελευταία φορά που παίξαμε στη Λευκάδα, είχαμε κατέβει εμείς από τη σκηνή και παίζανε άλλοι με τον εξοπλισμό μας, δεν ξέρω πως έγινε αυτό. Βρήκανε σιγά-σιγά τη βάση και μετά μας διώξανε, βρήκαμε μια άλλη μπάντα να παίζει.

Δυστυχώς αυτά συμβαίνουν σπάνια, εσείς το είχατε κάνει με τους Noise Figures και στο επετειακό για τα πέντε χρόνια στο An.

Boogieman: Πάντα καταλήγω στο γιατί παίζεις μουσική. Δεν λέω ότι κάνω κάτι καλύτερα. Η ανάγκη μας, αυτό που μας λείπει επειδή είμαστε ντουέτο, είναι να παίζουμε με άλλους.

Νιώθετε μοναξιά.

Boogieman: Είναι μοναξιά. Έχουμε παίξει σε χώρους όπου η σκηνή είναι πολύ μεγάλη για δύο άτομα και όπως είχε πει και ο φίλος μας, ο Mickey Pantelous, πόση ώρα όχι να ακούει, να βλέπει ο άλλος δύο άτομα; Το βλέπω και σε σχήματα που παίζουν ηλεκτρονική μουσική, είναι compact και δεν κουνιούνται, είναι πολύ στάσιμοι.

Eίμαστε φουλ ανοιχτοί για συνεργασίες. Δεν υπάρχει πιο ωραίο πράγμα

Little Tonnie: Δεν έχει μεγάλη διαφορά από αυτό που λένε σόλο καριέρα. Κάποια στιγμή ξεμένεις από ιδέες, ενώ παίζεις και με άλλους ανθρώπους...

Boogieman: Δεν δείχνει ότι τσαλακώνεσαι, ότι χαλάς τον επαγγελματισμό σου, επειδή παίζεις στο τάδε φεστιβάλ και λες ξέρω γω «Γιάννη Παχίδη, έχεις φυσαρμόνικα μαζί σου, ναι, έλα, ανέβα». Συγνώμη, αλλά εμένα αυτό μου φαίνεται ωραίο.

Και δείχνει και μια άνεση.

Boogieman: Εντάξει, έχουμε τζαμάρει και με κακούς μουσικούς. Έχουμε τζαμάρει με Ιταλό τουρίστα που τραγούδαγε brutal death πάνω απ' τα κομμάτια μας και θέλαμε να ανοίξει η γη να μας καταπιεί! (γέλια)

Little Tonnie: Γιατί, και στη Λευκάδα με την Καναδέζα εδώ ήταν ο τόνος και αυτή ήτανε... Υπάρχουν φορές που παίξαμε κομμάτια με άλλους και μετά αλλάξαμε τον τρόπο που τα παίζουμε. Μπήκανε και άλλα vibes και πήγε αλλού το πράγμα.

Έχετε σκεφτεί κάτι συνεργατικό σε πιο μόνιμη βάση;

Boogieman: Είμαστε φουλ ρομαντικοί να το κάνουμε, αλλά πιστεύω ότι είναι δυσκίνητο στην πραγματικότητα.

Little Tonnie: Αυτά έχουν πλάκα όταν γίνονται και λίγο στο τυχαίο. Αν πρέπει να τα κανονίσεις, μπαίνουν διαδικαστικά στη μέση, δημιουργούνται παρεξηγήσεις. Προτιμώ με τον τρόπο που το κάνουμε, «έλα, ανέβα να τζαμάρεις».

Boogieman: Θέλω να κάνω συνεργασίες με πολλούς ανθρώπους. Γενικά είμαστε φουλ ανοιχτοί για συνεργασίες. Δεν υπάρχει πιο ωραίο πράγμα.

  • SHARE
  • TWEET