Συνέντευξη: Arnaud Fleurent-Didier

Από τον Μανώλη Γεωργακάκη, 24/12/2010 @ 12:47
Ο Arnaud Fleurent-Didier αναδύθηκε από τη γαλλική υπόγεια σκηνή, για να προκαλέσει αίσθηση στην πατρίδα του και παγκοσμίως, χάρη στο μήνυμα του τραγουδιού "France Culture". Προωθώντας τον εξαιρετικό τρίτο δίσκο του, "La Reproduction", μίλησε στο Rocking.gr για την ιδιαιτερότητα της μουσικής του πρότασης, για τη λειτουργία των ανεξαρτήτων δισκογραφικών, για τους προβληματισμούς της εποχής μας και για τα απίστευτα παρασκήνια της μουσικής βιομηχανίας.

Μπορείς να μας περιγράψεις τη μουσική σου πρόταση;
Είναι δύσκολη αυτή η ερώτηση και δεν ξέρω αν είμαι σε θέση να απαντήσω. Τις προάλλες συνάντησα έναν παραγωγό που μου είπε ότι η μουσική μου ανήκει στη λεγόμενη world music. Δεν κατάλαβα καθόλου τι εννοούσε. Νόμιζα ότι η μουσική μου είναι «chanson française». Μου είπε ότι δεν είναι «pop», γιατί η pop δεν είναι γαλλική μουσική. Εκείνος προφανώς εννοούσε «world music made in France», ότι δηλαδή πρόκειται πραγματικά για το γαλλικό ήχο. Μου εξήγησε, στη συνέχεια, ότι ορισμένες εναλλαγές ακόρντων, όπως στο τραγούδι "Mémé 68", ανήκουν σε μια κάποια γαλλική παράδοση που περνά από τους μεγάλους συνθέτες του γαλλικού κινηματογράφου, οι οποίοι με τη σειρά τους άντλησαν έμπνευση από τον Debussy και τον Ravel. Προσωπικά, δεν αισθάνομαι μεγάλη έλξη προς τη «chanson française». Προτιμώ τη μουσική των ταινιών και τους αγγλόφωνους τραγουδιστές, ή ακόμη τη λατινική μουσική. Θα έλεγα ότι η μουσική μου, τελικά, είναι γαλλική λόγω φυσικών επιρροών, με τάσεις λατινικές προς την Ιταλία και τάσεις αγγλοσαξονικές, που έπλασαν τη μουσική μου παιδεία.

Ίσως η γαλλική γλώσσα είναι αυτό που επηρεάζει το αυτί ενός αγγλοσάξονα, για να σε κατατάξει στη world music. Εγώ θα σε τοποθετούσα πολύ πιο κοντά στο αγγλοσαξονικό pop.
Πράγματι. Ήταν η πρώτη μου επιρροή. Αρχικά είχα μια μπάντα με κιθάρες, από τότε που ήμουν έφηβος και παίζαμε britpop. Ο τραγουδιστής που με έκανε να θέλω να επιστρέψω σε κάτι πιο γαλλικό ήταν παραδόξως ο Morrissey. Ακούγεται παράξενο, αλλά είναι η αλήθεια. Ήταν ο μόνος που μου προκαλούσε την ανάγκη να ψάξω τους στίχους του, γιατί καταλάβαινα λίγο τα αγγλικά. Ήταν τόσο ευανάγνωστο, τόσο διαυγές αυτό που ήθελε να διηγηθεί με τους Smiths και στη συνέχεια στην προσωπική καριέρα του, που με έκανε να θέλω να εκφραστώ στη γλώσσα μου. Δε θα έλεγα ότι τρέφω κάποια εξεζητημένη αγάπη για τα γαλλικά, αλλά αυτή είναι η γλώσσα στην οποία σκέφτομαι, ζω, ονειρεύομαι, αισθάνομαι. Έτσι άρχισα να στρέφομαι προς Γάλλους δημιουργούς. Αλλά η ενέργεια του αγγλικού pop/rock είναι αυτό που μου άρεσε αρχικά.

Θα υπάρχει προφανώς και μια επιρροή από τον David Bowie, στον οποίο κλείνεις το μάτι με το τραγούδι "My Space Oddity".
Βέβαια! Ειλικρινά, λατρεύω αυτό το τραγούδι του Bowie (σ.σ.: "Space Oddity"). Πάντως, είχα πάντα γύρω μου μουσικούς που ήταν πολύ πιο φανατικοί οπαδοί του από ό,τι εγώ. Είναι θαυμαστή η προσωπικότητα του και όλα όσα περιέβαλλαν τη μουσική του, όπως εκείνο το ερμαφρόδιτο στοιχείο. Έχει σίγουρα μια καλή θέση στο χώρο, αλλά για να είμαι ειλικρινής γενικά δε μου αρέσουν πολύ οι τραγουδιστές, δε με γοητεύει πολύ αυτός ο ρόλος. Ελάχιστοι μπορούν να κρατήσουν μια σταθερά αξιοπρεπή ποιότητα στην καριέρα τους. Όπως λέω στους στίχους ενός τραγουδιού του δίσκου, «δε συνηθίζω τα πράγματα που τελειώνουν». Νομίζω πως οι τραγουδιστές πάντα «τελειώνουν», ενώ το "Space Oddity" υπάρχει για πάντα. Προτιμώ τα τραγούδια, παρά τους τραγουδιστές (γελάει), Τώρα από ό,τι φαίνεται πρέπει να γίνω κι εγώ επιτέλους τραγουδιστής. Αυτό που με ενδιαφέρει περισσότερο είναι τα άλμπουμ, τα έργα. Είναι αυτά που με προσδιορίζουν, σε αντίθεση με τα ρούχα ή το στιλ.

Επιστρέφω στις επιρροές σου και θέλω να σε ρωτήσω ποιες είναι οι γαλλικές σου επιρροές. Εγώ, ως ακροατής, παρατηρώ μια σχέση με την παράδοση του Serge Gainsbourg και μια συγγένεια με τον Benjamin Biolay.
Ναι... Καταλαβαίνω αυτούς τους συσχετισμούς, γιατί μου τους αναφέρουν συχνά. Δε νομίζω όμως ότι είναι αυτή η αλήθεια. Ως προς τον Gainsbourg, στη Γαλλία είναι «ο βασιλιάς». Όχι επειδή ήταν και είναι γνωστός εκτός Γαλλίας, αλλά γενικότερα επειδή έχει μια αίγλη, χάρη στην οποία τα τραγούδια του γερνούν όμορφα. Για τους νέους είναι πολύ πιο εύκολο να ακούσουν Gainsbourg, παρά Jacques Brel ή άλλους. Εμένα με συναρπάζει η ποιότητα των παραγωγών του. Οι ενορχηστρώσεις του είναι κάτι που βρίσκεται μέσα στο υποσυνείδητό μου. Για αυτό το λόγο με κατηγόρησαν ότι τον αντέγραψα στο τραγούδι μου "France Culture". Στην πραγματικότητα το έκανα χωρίς να έχω στο μυαλό μου το "Bonnie And Clyde" ή κάποιο άλλο από τα τραγούδια του. Είναι ένα στιλ ενορχήστρωσης που ακολουθώ με πολλή φυσικότητα. Η αλήθεια είναι ότι δε συγκινούμαι πολύ από τα τραγούδια του. Υπάρχουν δυο-τρία που με αγγίζουν, αλλά συνήθως δεν ξεπερνούν τα όρια της καταπληκτικής αισθητικής που παράγουν. Τελικά, ίσως είναι όπως κάποιο συγκρότημα αγγλικής pop ή όπως κάποιο φορμαλιστικό σχήμα σαν τους Air ή ακόμα σαν τους MGMT, σήμερα, που μου αρέσουν πολύ, αλλά δε με «τρέφουν» όπως ένα καλό γαλλικό τραγούδι. Είναι πράγματα διαφορετικά, δεν είναι καλύτερα ή χειρότερα. Ο Gainsbourg είναι αυτό ακριβώς για εμένα. Είναι τραγούδια που δεν είναι και τόσο συγκινητικά. Από την άλλη, o Biolay είναι ένας καλλιτέχνης του οποίου εκτιμώ την εξέλιξη και οι δίσκοι του είναι όλο και καλύτεροι. Όμως ανήκει σε αυτή τη σειρά των τραγουδιστών κληρονόμων του Gainsbourg, που καλλιεργούν ένα ρόλο και παραμελούν τις ομοιοκαταληξίες τους - και οι δικές του δεν είναι και καταπληκτικές (γελάει). Δεν τον ακούω κάθε μέρα, αλλά παραδέχομαι ότι είναι ένας καλλιτέχνης με εξαιρετική δυναμική και ελπίζω ότι θα φτιάξει πραγματικά μεγάλους δίσκους στο μέλλον. Πάντως, δεν πιστεύω ότι μου ταιριάζει αυτή η μέθοδος.

Ποιά μέθοδος σου ταιριάζει;
Ξέρεις, πολλοί λίγοι προσπαθούν να χτίσουν ένα δίσκο με λόγο, όπως έκανα στα τελευταία δύο άλμπουμ. Για το "La Reproduction" εμπνεύστηκα από τραγουδιστές που ακούω εδώ και πέντε-έξι χρόνια, από τη δεκαετία του '70, με κυριότερο τον Pierre Vassiliu. Είναι ένας λιγότερο γνωστός τραγουδιστής, που ήταν παρών στη μεγάλη εποχή του Gainsbourg και έκανε επιτυχία με το "Qui C’est Celui Là", διασκευή ενός τραγουδιού του Chico Buarque (σ.σ.: "Patido Alto"). Έγραψε πολλά τραγούδια εκείνη την εποχή, την οποία βρίσκω πολύ σαγηνευτική. Έχει κάτι από τον ήχο του Gainsbourg, αλλά επιπλέον εξαιρετικά τρυφερούς και συγκινητικούς στίχους, μερικές φορές με τραγουδιστή απαγγελία - και εκεί βρίσκω την επιρροή του σε εμένα. Σε μερικά τραγούδια του "La Reproduction" «μιλάω», απαγγέλω τους στίχους, όπως εκείνος. Στις συναυλίες, διασκευάζουμε δύο τραγούδια του και αυτό δένει τέλεια με το show μας. Δεν προσπαθώ, βέβαια, να είμαι «vintage» πάση θυσία, ούτε να εκμοντερνίσω το στιλ. Αλλά με ενδιαφέρει αυτή η αναζήτηση, αυτή η μέθοδος που επιτρέπει στην έννοια των στίχων να λειτουργήσει καλύτερα μαζί με την ενορχήστρωση. Κατατάσσω περισσότερο τον εαυτό μου σε αυτή την τάση. Ή ακόμη στην υπερβολική φιλοδοξία των τραγουδιών του Léo Ferré. Βέβαια, δεν είμαι κανένας μεγάλος γνώστης της «chanson française» και ίσως έχω προσπεράσει μεγάλους τραγουδιστές.

Αναφέρθηκες στην έννοια του «δίσκου με λόγο». Ποιός είναι ο λόγος του "La Reproduction";
Το βλέπω τώρα, που αποστασιοποιούμαι λίγο από το δίσκο, ότι πρόκειται για ένα δίσκο που αφορά το πέρασμα στην ενηλικίωση. Ένας άνδρας ανακαλύπτει την ενηλικίωση, με τις αβεβαιότητές του. Ξεκίνησα με το τελευταίο τραγούδι του δίσκου, που λέγεται "Si On Se Dit Pas Tout" (σ.σ.: μτφ. «αν δεν τα λέμε όλα ο ένας στον άλλο»). Αναφέρεται στη γήρανση των γονιών. Η αρχή της ενηλικίωσης, για εμένα, είναι η συνείδηση του θανάτου που θα έρθει και η αρχή του τέλους. Αυτό προσπάθησα να σκηνοθετήσω, μαζί με έναν νέο τρόπο να ζει κανείς το sex. Από ένα σημείο και μετά, πιστεύω ότι δεν κάνουμε έρωτα με τον ίδιο τρόπο (γελάει). Ο μηχανισμός του δίσκου, που προσπάθησα να στήσω -γιατί αυτό ένοιωσα στη ζωή μου- είναι κατά κάποιο τρόπο αυτό το δίπτυχο. Δηλαδή, από τη μια ένα τραγούδι αφορά το sex, τον έρωτα με μια γυναίκα, όπως τον κάνει ένας τριαντάρης, και από την άλλη τη συνείδηση ότι είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπίσει κανείς τον εαυτό του ως προς το μέλλον, συνεπώς να αναπαραχθεί. Όταν βρήκα αυτό το μηχανισμό και αποφάσισα να γράψω τραγούδια με αυτόν κατά νου, μου ήρθε αυτόματα ο τίτλος: "La Reproduction" (σ.σ.: μτφ. η αναπαραγωγή). Στα γαλλικά, όπως και σε πολλές άλλες γλώσσες, η σημασία αυτής της λέξης μπορεί να έχει διάφορες πτυχές. Μπορεί να σημαίνει το sex, την αναπαραγωγή, να κάνεις ένα παιδί, αλλά μπορεί να σημαίνει και το φόβο ή η επιφυλακτικότητα μήπως αναπαράγεις το πρότυπο των γονιών. Το έμαθα εκ των υστέρων -γιατί δεν έχω κάνει τις σχετικές σπουδές- ότι υπάρχει ένα πασίγνωστο βιβλίο του κοινωνιολόγου Pierre Bourdieu, ο οποίος υποστήριζε μια θεωρία σχετικά με την αναπαραγωγή των κοινωνικών σχημάτων και των τάξεων. Με μέσο τα πολιτιστικά στοιχεία, τα παιδιά των πλουσίων γεννάνε πλούσιους και ούτω καθεξής. Φυσικά, δε μιλάω για αυτό στο δίσκο. Απλά γράφω τραγούδια. Πρέπει να είναι «διασκεδαστικά». Για εμένα, πρέπει να συγκινούν, όχι να είναι «ευφυή». Αλλά, ίσως και αυτό το στοιχείο να είναι κάτι που με κίνησε προς τη δημιουργία. Τέλος πάντων, το "La Reproduction" είναι η ιστορία κάποιου που μαθαίνει να κάνει ένα παιδί, ας το πούμε έτσι. Όχι επειδή δεν ξέρει πώς γίνονται τα παιδία, αλλά δεν ξέρει γιατί πρέπει να κάνει ένα παιδί. Γιατί φοβάται τον κόσμο, γιατί δεν ξέρει ποιόν να ψηφίσει, γιατί δεν καταλαβαίνει την οικονομική κρίση, γιατί δεν αντιλαμβάνεται γιατί οι γονείς του τον εγκαταλείπουν ώστε να ζήσει τη δική του ζωή. Στην πραγματικότητα, απλώς δεν ξέρει να αγαπά. Ήθελα στην ουσία να σκηνοθετήσω μια δύσκολη ερωτική ζωή.

Έχω την αίσθηση ότι ο περισσότερος κόσμος εστίασε κυρίως στην πολιτικοκοινωνική διάσταση του τραγουδιού "France Culture". Κάποιοι μετάφρασαν τους στίχους του σε διάφορες γλώσσες και το διέδωσαν στο διαδίκτυο. Πώς βλέπεις το «θόρυβο» που έγινε γύρω από αυτό το τραγούδι;
Στην αρχή, ήταν μια πολύ καλή είδηση για εμένα. Επειδή δεν ανήκω σε κάποια σχολή γαλλικού τραγουδιού, περίμενα ότι θα ήταν δύσκολη η ανταπόκριση των Γάλλων σε ένα τέτοιο τραγούδι. Χάρηκα πολύ με αυτό που συνέβη. Πρώτα έγινε στα ιταλικά. Ένας νεαρός από το Μιλάνο μετάφρασε το τραγούδι, γιατί όπως μου είπε μιλούσε για την πατρίδα του. Ήθελε να παρουσιάσει τη δική του εκδοχή και αρχίσαμε να συζητάμε. Μου άρεσε πολύ να ακούω τους στίχους μου στα ιταλικά, γιατί είναι μια όμορφη γλώσσα όταν τραγουδιέται, και ο τραγουδιστής είχε ωραία φωνή, αλλά δε με ικανοποίησε η ενορχήστρωση. Με λίγες τροποποιήσεις, όμως, θα κυκλοφορήσει στο διαδίκτυο. Μετά ήρθε μια γερμανική εκδοχή, πολύ όμορφη, που την πραγματοποίησε ένας Βερολινέζος, σε συνεργασία με την κιμπορντίτρια του συγκροτήματός μου (σ.σ.: Dorothée de Koon), που είναι Γερμανίδα και ανέλαβε να τραγουδήσει στα γερμανικά. Υπάρχει και μια εκδοχή στα κινέζικα, που ετοιμάζεται, και αυτό με εξέπληξε ιδιαίτερα. Την έκανε μια μικρή Κινέζα, μόνο 23 ετών, η οποία όπως μου εξήγησε αργότερα ήθελε να πει κάτι διαφορετικό στους στίχους, επιμένοντας περισσότερο στη διάσταση της κριτικής διάθεσης μεταξύ γενεών. Για εμένα δεν είναι αυτό το μήνυμα του τραγουδιού. Κρύβει περισσότερη στοργή και προσπαθώ να το τραγουδάω με πιο ουδέτερο τρόπο, ώστε να φανεί και η πτυχή της αγάπης που τρέφουμε για τους γονείς μας, ακόμη κι αν το τραγούδι λειτουργεί με αρνητική διάθεση. Δεν είναι απλά ένα τραγούδι που «μαλώνει» τη γενιά του Μάη του '68. Εν πάση περιπτώσει, η νεαρή Κινέζα ήθελε να εκφράσει αυτό που συνέβαινε στη χώρα της, δηλαδή ακριβώς το αντίθετο: οι γονείς κατακρίνουν την επόμενη γενιά, που τους φαίνεται πιο ανήθικη, πιο καπιταλιστική, πιο αλλοτριωμένη, χωρίς σεβασμό για τις αξίες. Ξέρεις, οι δίσκοι μου σημειώνουν περισσότερες πωλήσεις στην Ιαπωνία και στις Σκανδιναβικές χώρες, ενώ μόνο πρόσφατα γνώρισα επιτυχία στη Γαλλία. Πάντα μου άρεσε αυτή η ανταλλαγή και είχα την τύχη να πέφτω πάνω σε ακροατές που ήθελαν να μεταφράσουν τους στίχους και τούς απασχολούσε το νόημα. Όταν πρωτοείδα ότι ενδιέφερα κόσμο στην Ιαπωνία, εξεπλάγην. Σήμερα, για να είμαι ειλικρινής, είναι αυτό που με ικανοποιεί περισσότερο. Πριν λίγες μέρες, παίξαμε στο Λουξεμβούργο, όπου υπήρχαν αρκετοί που δεν μιλούσαν γαλλικά. Τραγουδήσαμε λοιπόν μερικά τραγούδια στα φλαμανδικά (γελάει)! Έχει πολύ πλάκα να μπορείς να μοιραστείς κάτι περισσότερο από τη μουσική με ανθρώπους που δε μιλούν τη γλώσσα σου.

Προφανώς υπάρχει ένας διεθνής κοινός παρονομαστής σε αυτό το τραγούδι. Δεν αναφέρεται μόνο στο Μάη του '68, που «μιλά» περισσότερο σε Γάλλους ή Ευρωπαίους, αλλά διαπερνά και πολλά άλλα στοιχεία, όπως τους πολέμους του παππού, δημιουργώντας ένα σύμπλεγμα που αφορά όλη τη βαρύτητα της κληρονομιάς. Η εκάστοτε νέα γενιά κουβαλά μια θεόρατη κληρονομιά και δεν ξέρει τι να την κάνει.
Ακριβώς. Στη Γαλλία, η γενιά των γονιών μου ήταν αυτή των «trente glorieuses» (σ.σ.: η τριακονταετία 1945-1975), η μεταπολεμική γενιά, η τυχερή γενιά, που είχε δουλειές για όλους, που η Γαλλία και η Ευρώπη γνώρισαν μεγάλη ανάπτυξη. Βέβαια, ξέρω ότι για την Ελλάδα η κατάσταση ήταν πιο «περίπλοκη». Πάντως, βλέπω ότι εκείνη η γενιά της Γαλλίας σήμερα αποτελεί την πλειοψηφία. Η δική μου γενιά, η γενιά των σημερινών τριαντάρηδων, μειοψηφεί. Εκ των πραγμάτων, η δύναμη της ψήφου μας είναι μικρότερη και μας κυβερνά μια μάζα ανθρώπων που βγαίνουν στη σύνταξη και έχουν διαφορετικά σχέδια από τα δικά μας. Είναι και αυτό κάτι που ήθελα να εκφράσω. Φυσικά, είναι ένα τραγούδι που μιλά για την κοινωνική τάξη από την οποία προέρχομαι, τη μεσαία τάξη, που δεν είναι ούτε πλούσια ούτε φτωχή, που δεν είναι ιδιαίτερα θρησκευόμενη, που οι αξίες της είναι κατακερματισμένες και τίποτα δεν είναι απόλυτα σαφές. Σε αυτό ακριβώς εστιάζονται οι ενδοιασμοί του ήρωα του δίσκου, και για αυτό το λόγο αμφισβητεί προκλητικά την οικογένειά του. Στο βάθος, υπάρχει ένας πραγματικός κοινωνικός ίλιγγος στη Γαλλία. Το ίδιο συμβαίνει στη Ιταλία. Οι νέοι Ιταλοί βρίσκονται σε απόγνωση. Η χώρα τους είναι ακόμα πιο απαρχαιωμένη και από τη Γαλλία ως προς τη διαχείρισή της, όλα είναι ακριβά για τους νέους, όλα μοιάζουν δύσκολα για την πραγματική ενηλικίωση, για να βγάλουν το ψωμί τους, να ανεξαρτητοποιηθούν. Το να αγοράσουν ένα διαμέρισμα είναι αδύνατο. Πάντως, για άλλη μια φορά σου το λέω, Μανώλη, δεν είναι παρά μόνο τραγούδια. Δεν ξύπνησα ένα πρωί και είπα άντε πάμε να «μαλώσουμε» τους γονείς μας, να λογαριαστούμε με την άλλη γενιά. Η ιδέα ήταν να πλάσω μια μικρή ιστορία που να αντανακλά αυτό που ένοιωσα ή που είδα ότι ένοιωσαν οι φίλοι μου, ως προς αυτή την ηλικία. Όλα ξεκινούν από την ανάγκη να αποτυπώσω συναισθήματα. Δεν πρόκειται για κάποια μουσική προκήρυξη.

Παράλληλα με την «κανονική» δισκογραφική εταιρία που κυκλοφόρησε το δίσκο σου, υπάρχει και η δική σου ανεξάρτητη δισκογραφική, η οποία μάλιστα κυκλοφόρησε ταυτόχρονα το δίσκο σου σε βινύλιο. Μα τι σε έπιασε και μας πλασάρεις βινύλια σε αυτή την «εξελιγμένη» εποχή;
(Γελώντας) Πολύ καλή ερώτηση! Πάντα ήμουν «ανεξάρτητος». Ο πρώτος δίσκος μου έγινε μόνο και μόνο για να ανακαλύψω πώς γίνεται ένας δίσκος. Για τον δεύτερο, το "Portrait Du Jeune Homme En Artiste", δημιούργησα τη δική μου δισκογραφική. Δεν είναι ότι ήμουν αλλεργικός στη βιομηχανία του δίσκου, αλλά ήθελα να δω πώς λειτουργεί. Φυσικά, είχα την τύχη να συναντήσω τους κατάλληλους ανθρώπους που με πήραν από το χέρι και με καθοδήγησαν. Είχα διάφορες προτάσεις, αλλά ήταν πιο απλό να το κάνω μόνος μου. Αυτό λοιπόν λειτούργησε και με ευχαρίστησε πολύ. Βέβαια, αργότερα έγινε πολύ κουραστικό, όταν προσπαθούσαμε να οργανώσουμε περιοδείες ή όταν μας έλειπαν τα χρήματα για διαφήμιση. Είχε συνεπώς και τα αγκάθια του. Έτσι, για το "La Reproduction" δούλεψα μεν μόνος μου, στο δικό μου studio, χωρίς να έχω απίστευτα μέσα, αλλά στη συνέχεια βρέθηκε στο δρόμο μου μια από τις μεγάλες εταιρίες, η Sony/Columbia, η οποία με έπεισε. Είναι μια εταιρία που «έχει» όλους τους μεγάλους καλλιτέχνες της Γαλλίας, αλλά επιπλέον ο πρόεδρος της εταιρίας είχε πολύ καθησυχαστικά επιχειρήματα. Φαίνεται ότι έχουν πάρει το μάθημά τους από την κρίση του δίσκου και θέλουν επιτέλους να λειτουργήσουν διαφορετικά. Οπότε βρέθηκα πλαισιωμένος από μια ομάδα που είχε αυτά που δεν είχα, όπως το marketing, την πρόσβαση σε περισσότερο κόσμο, αλλά ταυτόχρονα μου επέτρεψε να πραγματοποιήσω τα video clip όπως τα ήθελα, το εξώφυλλο όπως το ήθελα και γενικότερα να λειτουργώ όπως πριν, σαν «ανεξάρτητος», και να συνεργαστώ με τους ανθρώπους που αγαπώ. Αυτή ήταν μια σημαντική ευκαιρία κι έτσι αποφάσισα κι εγώ να το παρακάνω. Είπα να φερθώ σαν «ανεξάρτητος» και να κυκλοφορήσω το βινύλιο μου, ώστε να κρατήσω την επαφή μου με τον κόσμο που αγαπώ και με το κοινό που αγαπώ. Βέβαια, δεν είχα δικαίωμα να πουλήσω cd, ούτε mp3. Θα ήταν πολύ περίπλοκο και θα χρειαζόμουν έναν πολύ καλό δικηγόρο (γελάει). Αλλά το βινύλιο μού το επέτρεψαν και ξέρεις πολύ καλά ότι υπάρχει πολύς κόσμος που προτιμά το βινύλιο. Ήδη από την εποχή που τελείωνα το προηγούμενο άλμπουμ είχα σκεφτεί ότι το επόμενο θα το κυκλοφορούσα μόνο σε βινύλιο και σε mp3, γιατί το cd ως αντικείμενο είναι πολύ άσχημο, δεν είναι κάτι όμορφο, είναι κάτι που θα πετούσες στα σκουπίδια.

Κι όμως, το δεύτερό σου άλμπουμ, το "Portrait Du Jeune Homme En Artiste" (σ.σ.: μτφ. πορτραίτο του νέου άνδρα ως καλλιτέχνη) είχε κυκλοφορήσει σε πολύ όμορφη και έξυπνη συσκευασία cd, με το χάρτινο περίβλημα που μοιάζει με καμβά και την αληθινή μεταλλική τριγωνοθηλιά. Είναι ένα cd που κυριολεκτικά μπορώ να κρεμάσω στον τοίχο!
Ναι, αυτό το έκανα χωρίς τη δισκογραφική και πράγματι μου άρεσε αρκετά η συσκευασία. Ήθελα να παρουσιάσω το δίσκο σαν ένα ιδιαίτερο αντικείμενο. Αν προσπαθούσα να το κάνω σήμερα αυτό με τη Sony, θα ήταν αδύνατο. Θα ήταν πολύ ακριβό. Θα τους φαινόταν απίστευτο αν τους ζητούσα να βάλουν μια τριγωνοθηλιά για τον «πίνακα» (γελάει). Είχαμε κι άλλες «έξυπνες» κυκλοφορίες περιορισμένης κοπής, όπως το cd - επαγγελματική κάρτα, που το λέγαμε «τραγούδι τσέπης» και που γνώρισε αρκετή επιτυχία στα καταστήματα. Αλλά ήταν λίγα κομμάτια, εξακόσια νομίζω. Είναι κάτι που βρίσκεται εκτός της βιομηχανικής λογικής μιας μεγάλης δισκογραφικής εταιρίας. Πάντως, υπάρχουν διάφορες εκδόσεις των δίσκων μου σε cd που δε μου αρέσουν. Ιδίως μια πρόσφατη που μου την επέβαλλαν και τη βρίσκω απαίσια. Στο μέλλον θα προσπαθήσω να επιβάλλω εγώ πιο όμορφες συσκευασίες.

Μα πώς είναι δυνατόν μια ακριβή ιδιαίτερη έκδοση να είναι πιο εφικτή για μια ανεξάρτητη δισκογραφική παρά για μια major;
Πιστεύω ότι είναι εφικτή και για τη major δισκογραφική, υπό τον όρο ότι θα κυκλοφορήσει και μια πάμφθηνη έκδοση που θα πουλήσει μαζικά, ώστε να καλυφθούν τα σαφώς μεγαλύτερα έξοδα προσωπικού, γραφείων, κλπ. Η major έχει μια πολυπλοκότερη δομή και είναι απαραίτητο να καλύψει το πολύ μεγαλύτερο κόστος που γεννά αυτή η δομή. Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα των μεγάλων εταιριών. Όταν πρόκειται απλά για μια ομάδα τριών ατόμων, που αποσκοπούν περισσότερο στην ηθική «πληρωμή» και ο καθένας είναι περήφανος για τη δουλειά του, τότε είναι πολύ πιο εύκολο να παράγουμε πέντε χιλιάδες όμορφους δίσκους, με προσωπικά χειρόγραφα μηνύματα για όποιον κάνει μια παραγγελία. Τέτοια πράγματα δίνουν ζωή στις ανεξάρτητες εταιρίες. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που έχουν το μεράκι να κάνουν όμορφα πράγματα. Χρειάζεται πολλή ενέργεια, πολλή καρδιά, πολλή θέληση. Είναι άνθρωποι που αγαπούν το δίσκο. Οι major συνήθως δε μπορούν να το κάνουν αυτό, όταν πρόκειται για τεράστια ονόματα όπως τους AC/DC (γελάει). Κι όμως, πρόσφατα αγόρασα μια περιορισμένης κοπής έκδοση βινυλίου του καινούριου άλμπουμ των MGMT, που είναι πολύ περιποιημένη.

Εννοείς την έκδοση του "Congratulations" με το «ξυστό» εξώφυλλο;
Ναι, ναι, ακριβώς. Πολύ όμορφη έκδοση, δε συμφωνείς;

Συμφωνώ. Τι γνώμη έχεις για την διαδικτυακή πειρατεία της μουσικής;
Στη Γαλλία υπάρχει μια αντιπαράθεση αποστομωτικής βλακείας σχετικά με αυτό το θέμα. Υπήρξα ανέκαθεν «πειρατής», πάντα «κατέβαζα» και πάντα με «κατέβαζαν». Ποτέ δε μου προκάλεσε πρόβλημα αυτό. Βλέπω ότι σήμερα πωλούνται λιγότεροι δίσκοι, εξαιτίας της πειρατείας, αλλά ίσως αυτό βελτιώνει την κατάσταση (γελάει). Δουλεύουμε καλύτερα έτσι. Κάνουμε φθηνότερες διαφημίσεις. Αναγκαζόμαστε να φερθούμε πιο έξυπνα και να μην ανοίγουμε σαμπάνιες μόλις δημοσιευθεί ένα άρθρο στην τάδε εφημερίδα. Να σου διηγηθώ μια ανατριχιαστική εμπειρία: Έτυχε να βρεθώ σε μια γιορτή της Sony, όπου μόλις έμαθαν ότι ο Michael Jackson πέθανε, έβγαλαν αμέσως τις σαμπάνιες. Έμεινα άναυδος. Αυτή η κατάσταση είναι γελοία. Ίσως συνάντησα τα λάθος άτομα, αλλά αυτό το πράγμα είναι εντελώς άθλιο. Ευτυχώς στη Columbia δεν κάνουν τέτοια πράγματα (γελάει). Πάντως, αυτού του είδους οι τακτικές οδηγούν στο παραλήρημα. Πιστεύω ότι η βιομηχανία του δίσκου είχε φτάσει σε ένα επίπεδο όπου ήταν εντελώς αποκομμένη από την πραγματική προστιθέμενη αξία την οποία παρήγαγε και που θα αντιστοιχούσε στην πραγματική εργασία των ανθρώπων της. Θέλω να πιστεύω ότι η πειρατεία δεν επηρεάζει τις αγορές αυτών που πραγματικά αγαπούν τη μουσική. Σε κάθε περίπτωση, όταν εγώ θέλω ένα δίσκο, τον αγοράζω είτε τον έχω «κατεβάσει», είτε όχι. Έχω, δε, την εντύπωση ότι η ίδια η πειρατεία έχει τα όριά της και αρχίζει να χάνει ταχύτητα. Όταν μπαίνω σε δίκτυα peer-to-peer και ψάχνω κάτι σπάνιο δεν το βρίσκω τόσο εύκολα όσο πριν από πέντε χρόνια. Ίσως κάνω λάθος, αλλά έχω την αίσθηση ότι έχει ηρεμήσει η κατάσταση λιγάκι. Βλέπω παράλληλα ότι η νόμιμη προσφορά μουσικής στο διαδίκτυο εξελίσσεται. Δεν ξέρω πώς είναι τα πράγματα στην Ελλάδα, βέβαια, αλλά αυτό που με ενοχλεί στη Γαλλία είναι ότι η αντιπαράθεση αφορά τις μεγάλες δισκογραφικές. Οι μικρές, αυτές που προσπαθούν να βρουν μια θέση στον ανεξάρτητο χώρο, δε χαίρουν καμίας χείρας βοηθείας, ενώ στην πραγματικότητα αυτές υποφέρουν περισσότερο από αυτή την κρίση. Κι όμως, βρίσκουν άλλους τρόπους, όπως κάναμε με την French Touch, την παλιά μου δισκογραφική. Δε χάσαμε ποτέ ούτε ένα ευρώ. Βέβαια, δεν κερδίσαμε και κανένα (γελάει). Πουλήσαμε πολλούς δίσκους, αν αναλογιστεί κανείς τα μέσα που είχαμε, και ήμασταν αρκετά ικανοποιημένοι. Σήμερα, όταν ακούω για απολύσεις στις μεγάλες δισκογραφικές, για μείωση του όγκου τους, για κλείσιμο γραφείων, δε βλέπω πού είναι το σκάνδαλο. Ίσως απλά πρέπει κάποιοι να αλλάξουν επάγγελμα, να μάθουν κάτι άλλο να κάνουν. Ίσως να ασχοληθούν με τη διαφήμιση. Θα έλεγα ότι αυτή η κρίση δεν είναι μια κρίση ηθικής φύσεως, αλλά μια απλή κρίση της βιομηχανίας, για ένα προϊόν που δεν υπάρχει πια ή που υπάρχει λιγότερο από πριν. Πρέπει απλά να βρεθούν άλλοι τρόποι να κερδίσουν τα προς το ζην οι άνθρωποι αυτοί.

Οι στίχοι έχουν μια σημαντική θέση στο έργο σου. Πιστεύεις ότι η γαλλική γλώσσα είναι ένα εμπόδιο για την εξαγωγή των δίσκων σου;
Ειλικρινά, ναι. Είναι σίγουρα ένα εμπόδιο. Αλλά δεν είναι και το μόνο εμπόδιο, στην περίπτωσή μου. Είναι και το όνομά μου, που είναι αρκετά δύσκολο για τους ξένους και ίσως θα ήταν ευκολότερο αν ονομαζόμουν Air ή Daft Punk (γελάει). Για να σου απαντήσω σοβαρότερα, θα έλεγα ότι πράγματι η γλώσσα είναι ένα εμπόδιο, αλλά από την εμπειρία μου βλέπω ότι αυτό αποτελεί και ένα από τα πλεονεκτήματά μου. Ο πρώτος μου δίσκος κυκλοφόρησε στην Ιαπωνία, με μεταφρασμένους στίχους στο booklet. Τα πρώτα soundtrack που πραγματοποίησα ήταν στη Νορβηγία και στη Σουηδία. Μεγάλο μέρος του κοινού που με παρακολουθεί βρίσκεται στη Γερμανία και στην Ιταλία. Αισθάνομαι ότι ίσως κατά κάποιο τρόπο η γλώσσα αναγκάζει τον κόσμο να προσπαθήσει να καταλάβει τι έχω να πω. Αυτή την εποχή έχω στραφεί προς τις Ηνωμένες Πολιτείες και δεν ξέρω καθόλου ποιό κοινό θα αντικρίσω. Ίσως περισσότερο ανθρώπους από τη Νέα Υόρκη και το Los Angeles. Υπάρχει για εμένα ένα συγκεκριμένο κοινό, που έχει μεγαλύτερη περιέργεια. Ξέρεις, μου αρέσει πολύ η βραζιλιάνικη μουσική, όπως αυτή του Chico Buarque, αλλά δε μιλάω πορτογαλικά. Βάζω τους φίλους μου να μου μεταφράσουν όλους του τους στίχους, γιατί είναι ταυτόχρονα ποιητικοί και πολιτικοί. Είναι ένα μίγμα των ειδών, το οποίο βρίσκω εξαίσιο και φυσικά έχει όμορφες μελωδίες. Μακάρι άνθρωποι από όλο τον κόσμο να ενδιαφερθούν για τα τραγούδια του "La Reproduction", προσπαθώντας να καταλάβουν, να μαντέψουν τι λέω. Στην περίπτωσή μου, η Αγγλία είναι πιο δύσκολη από την Ιταλία, αν καταλαβαίνεις τι εννοώ. Οι Ιταλοί ενδιαφέρονται πολύ περισσότερο για το περιεχόμενο, ενώ οι Άγγλοι προσέχουν το στιλ, τις αναφορές στον Gainsbourg κλπ. Όλες οι συνεντεύξεις που έχω δώσει στο βρετανικό Τύπο αφορούν το πώς παράγουμε μουσική στη Γαλλία, τους Phoenix, τις συναυλίες με τους Air κλπ. Ποτέ δεν ασχολούνται με το περιεχόμενο του δίσκου. Αντιθέτως, οι Ιταλοί ασχολούνται μόνο με αυτό, με τις πολιτικές προεκτάσεις κλπ. Μου προκαλεί μεγάλη έκπληξη αυτή η διαφορά.

Να λοιπόν που θα παρουσιαστεί και η πρώτη σου συνέντευξη στα ελληνικά! Δεν ξέρω αν θα μπορέσεις να την διαβάσεις, αλλά σε βεβαιώνω στο γραπτό λόγο θα φανεί ότι τα μιλάς πολύ καλά! Άφησέ το πάνω μου.
(Γελώντας) Έκανα αρχαία ελληνικά στο λύκειο, οπότε θα προσπαθήσω να τη διαβάσω.

Μανώλης Γεωργακάκης
  • SHARE
  • TWEET