Gravitysays_i: «Θα γράφαμε για χαμένους έρωτες, αλλά μοιάζει με μνημόσυνο»

Το δίδυμο-πυρήνας της μπάντας μιλάει για το κβαντικό άγνωστο, τον έρωτα, την νέα ελληνική σκηνή, το πιάνο, τα σύνθια, τους Radiohead και το "The Wall"

Από την Κατερίνα Μυτιληναίου, 19/10/2016 @ 13:03

Λίγο μετά την κυκλοφορία της τρίτης δισκογραφικής τους δουλειάς, "Quantum Unknown", οι Πειραιώτες Νίκος Ρέτσος και Μάνος Πατεράκης, το δίδυμο του πυρήνα των Gravitysays_i συζητούν ανοιχτά με την Κατερίνα Μυτιληναίου και αποκαλύπτουν πολλά για τον τρόπο δουλειάς τους και το καλλιτεχνικό τους όραμα.

Πρώτος δίσκος ("The Roughest Sea") το 2007 με την υπογραφή του Σείριου του Μάνου του Χατζιδάκι. Δεύτερος δίσκος το 2011 ("The Figures Of Enormous Grey And The Patterns Of Fraud") που έτυχε μια ευρείας αποδοχής και μιας πολύ καλής υποδοχής από τον Τύπο, εγχώριο και μη...

Μ.Π.: Από blogs μπορεί, ναι... Στην ουσία, τώρα βγαίνουμε και εκτός συνόρων.

Εγώ είχα την αίσθηση ότι σας άκουσαν έξω με τον δεύτερο δίσκο.

Μ.Π.: Κοίτα, όταν βγάλαμε το πρώτο άλμπουμ δεν κάναμε καμία συναυλία. Οπότε πήγε λίγο στον βρόντο η συνεργασία με τον Σείριο. Πρακτικά ήμαστε ανύπαρκτοι.

Ν.Ρ.: Έτσι είναι. Είτε βγάλαμε άλμπουμ, είτε δεν βγάλαμε, δεν υπήρχαμε. Κάποιοι μόνο μας ανακάλυψαν...

Σε πόσα αντίτυπα κυκλοφόρησε ο πρώτος δίσκος;

Ν.Ρ.: Σε πολλά, όσα και ο δεύτερος! Το καλό είναι ότι ακόμα αγοράζεται ο πρώτος. Όλα αυτά τα εννιά χρόνια που έχουν περάσει.

Μ.Π.: Για να καταλάβεις, όταν παίξαμε με τους Electric Litany στο Gagarin για κάποιους κριτικούς ήμαστε ακόμη πρωτοεμφανιζόμενοι! Όταν εμείς είχαμε ήδη βγάλει το δεύτερο άλμπουμ, αυτοί έβγαζαν ντεμπούτο. Αλλά δεν είναι άδικο μιας και στην ουσία, δεν υπήρχαμε. Δυο συνεντεύξεις είχαμε δώσει όλες κι όλες. Και δεν μας ένοιαζε, είχαμε ήδη βουτήξει για τα καλά στο "Patterns"...

Ο τρίτος δίσκος βγαίνει μέσω της Inner Ear. Πρακτικά το πάτε δίσκο και δισκογραφική (γέλια). Πώς σας επηρεάζει η αλλαγή στέγης;

Μ.Π.: Πάντα είχαμε έτοιμο τον δίσκο όταν ψάχναμε την εταιρεία. Είναι σαν να βρισκόμαστε σε μια καλύτερη συνθήκη. Γιατί δεν ξέρω αν υπάρχει κάτι πιο τιμητικό στην εγχώρια δισκογραφία απ’ το να βγει ο δίσκος σου με τον Σείριο, αλλά ήταν μόνο αυτό. Μετά πήγαμε σε μια εταιρία στο ξεκίνημά της, που μας σεβάστηκε πάρα πολύ και υποστήριξε τον τρόπο που θέλαμε να παίζουμε ζωντανά. Το ότι παίζαμε σε θέατρα ήταν σημαντικό για μας τη δεδομένη στιγμή και είχε ένα κόστος σημαντικό. Η δισκογραφική μας κατάλαβε. Θεωρώ είμαστε τυχεροί στις συνεργασίες μας, όπως και τώρα, με την Inner Ear.

13 χρόνια μπάντα - Έχετε αλλαγές στη σύνθεσή σας, αλλά ο πυρήνας παραμένει ο ίδιος. Τι άλλαξε, τι παρέμεινε ίδιο μέσα στον Χρόνο;

Μ.Π.: Είναι ίδια η πειθαρχία και η διάθεση για δουλειά. Από κει και πέρα, ο καθένας μας έχει εξελιχθεί στον τομέα του. Ο Νίκος - εκτός της μουσικής, που την φτιάχνουμε μαζί- έχει επωμιστεί και το πιο «τεχνικό» κομμάτι της δουλειάς, εγώ βελτιώνομαι ελπίζω στο θέμα των μελωδιών. Και νιώθω πιο καλά με τους στίχους που γράφω.

Ν.Ρ.: Μέσα από τη συνεργασία μας, γνωρίσαμε και καλύτερα τον εαυτό μας. Ο ένας γίνεται μάρτυρας της εξέλιξης του άλλου. Κι έτσι αποκτάμε καλύτερη συνείδηση του τι κάνουμε τελικά. Αλλά η σχέση μας όταν δημιουργούμε είναι ακριβώς η ίδια, όπως στην αρχή.

Ποιο ήταν το κίνητρο για να φτιάξετε μουσική;

Μ.Π.: Είχαμε όρεξη για δουλειά. Αναπόφευκτα δημιουργήθηκε το σχήμα, μιας και υπήρχε η όρεξη για δουλειά.

Ν.Ρ.: Είχαμε κοινή αισθητική με τον Μάνο. Μπορεί να έχουμε διαφορετικά μουσικά background, αλλά η κοινή αισθητική ήταν και το πεδίο όπου τελικά συμφωνήσαμε καλλιτεχνικά.

Ποιες είναι αυτές οι διαφορές στο μουσικό σας background;

Ν.Ρ.: Έχει να κάνει κυρίως με την ηλικία... Βλέπεις, του ρίχνω εννιά χρόνια! (γέλια) Εγώ έχω μεγαλώσει με 70s ακούσματα, ο Μάνος ξεκίνησε με late 80s ή 90s, που εμένα μου λείπουν. Να καταλάβεις, οι Radiohead με έφεραν και πάλι πίσω στο rock, άκουγα jazz τότε. Είχα σιχαθεί τη φάση με το Μάντσεστερ, αλλά με τους Radiohead άκουσα κάτι γνήσιο. Ο Μάνος άκουγε περισσότερο punk, underground και Seattle.

Gravitysays_i

Αυτές ήταν οι διαφορές. Τα κοινά που εντοπίζονται;

Μ.Π.: Τα κοινά μας είναι στη νέα μουσική που ακούσαμε όταν βρεθήκαμε - τους Radiohead δεν τους ξαναλέω, είναι προφανές πλέον. 

Ν.Ρ.: Εγώ άρχισα να ακούω και πάλι νέα πράγματα, ο Μάνος άκουσε κάποια παλιότερα. Θυμάμαι, έτυχε τότε να πέσουμε πάνω στους White Birch, για παράδειγμα, και να πάθουμε και οι δύο την ίδια πλάκα, ταυτόχρονα. Ειδικά με το "Star Is Just A Sun". Έτσι κάπως διαμορφώθηκε και η κοινή μας αισθητική που είπαμε και προηγουμένως.

Μ.Π.: Το σημαντικότερο κοινό σου λέω, είναι η διάθεση για δουλειά. Για δημιουργία. Το να σε ευχαριστεί και να μην σε κουράζει να παίζεις επτά ώρες κιθάρα, ή το να είσαι σε ένα υπόγειο δώδεκα ώρες και να προσπαθείς να ενορχηστρώσεις ένα riff.

Ν.Ρ.: Βρεθήκαμε και στη φάση που θέλαμε και οι δύο να κάνουμε μπάντα. Εγώ έπαιζα σαν session μουσικός, ο Μάνος έπαιζε με διάφορες μπάντες, αλλά και οι δυο μας δεν είχαμε ποτέ τη δική μας μπάντα. Είχαμε ιδέες και οι δύο και δεν είχαμε μπάντα. Και είχα αρχίσει να καταλαβαίνω όλη αυτήν την παραμύθα γύρω από το «είμαι μουσικός, έχω δική μου μπάντα» που έκρυβε περισσότερο ματαιοδοξία, παρά διάθεση για δημιουργία...

Πώς σας φαίνεται η ελληνική σκηνή τώρα;

Μ.Π.: Πλέον υπάρχουν πολλά αξιόλογα συγκροτήματα. Νομίζω τώρα τα παιδιά είναι πλέον πιο συντονισμένα με ό,τι συμβαίνει έξω.

Ν.Ρ.: Και είναι και καλύτεροι μουσικοί, πιο καταρτισμένοι. Έχουν κατακτήσει πιο πολύ το όργανό τους, δεν μιμούνται τόσο όσο παλιότερα. Δεν παίζουν «τουριστικά», είναι μέσα σ' αυτό που κάνουν. Αλλά σπάνια ακούω κάτι το όντως γνήσιο. Υπάρχουν μπάντες που παίζουν πολύ καλά, αλλά παίζουν «σαν κάποιον». Από την άλλη, οι νέες μπάντες φέρνουν κόσμο στα λαϊβάδικα. Οι πιτσιρικάδες πάνε να ακούσουν μουσική, από το να πηγαίνουν στα μπουζούκια, χίλιες φορές καλύτερο.

Θα σας ξαναγυρίσω στα δικά σας: "Quantum Unknown" - Το κατακερματισμένο Άγνωστο, ο άγνωστος κατακερματισμός;

Μ.Π.: Ας το κάνουμε επίθετο, το κβαντικό.

Άρα το «Κβαντικό Άγνωστο». Να ρωτήσω ποιο είναι το Άγνωστο;

Μ.Π.: Είναι μια αναφορά στο πού βρισκόμαστε όταν αρχίσαμε να κάνουμε τον δίσκο με τον Νίκο. Είχαμε φτιάξει το "Patterns", το οποίο είχε κυκλοφορήσει και ήταν πολύ ξεκάθαρο για εμάς τουλάχιστον άλμπουμ, και θέλαμε λίγο να βγούμε έξω από αυτό.

Ν.Ρ.: Θέλαμε κάτι να μας απελευθερώσει. Γενικά, είμαστε αντιδραστικοί με αυτό που φτιάχνουμε. Θέλουμε όχι απλώς να μην κάνουμε το ίδιο, αλλά πάμε στην αντίθετη κατεύθυνση.

Γιατί; Τι φοβάστε;

Ν.Ρ.: Την βαρεμάρα. Είναι ό,τι χειρότερο! Αν ακούς να βγαίνει το ίδιο πράγμα, τσαντίζεσαι με τον εαυτό σου που δεν εξελίσσεται.

Μ.Π.: Να κάνω μια παρένθεση και να πω ότι στα τόσα χρόνια που παίζω και γράφω μουσική, ένα πράγμα έχω καταλάβει: Η αφορμή μπορεί να είναι το τίποτα! Οτιδήποτε μπορεί να σε γεμίσει δύναμη και να σου ανοίξει ένα παράθυρο προς έναν άλλο κόσμο. Κλείνω την παρένθεση. Μια μέρα, λοιπόν, που χάζευα στο Ίντερνετ, πέφτω πάνω σ’ ένα animated βιντεάκι που εξηγούσε τα κβάντα και πώς τα νανοσωματίδια αλλάζουν τη φύση τους όταν «αντιλαμβάνονται» ότι τα παρατηρείς. Αυτό μου έκανε τρομερό κλικ! Αλλά στην ουσία όλο το παιχνίδι έγινε γύρω από τη σκέψη ότι μπορείς να ορίσεις την πραγματικότητά σου. Κυριολεκτικά!

Ν.Ρ.: Το πώς αντιλαμβάνεσαι τον κόσμο και τι νοιώθεις, τι σου συμβαίνει τελικά.

Μ.Π.: Όλα τα επιστητά...

Ν.Ρ.: Γιατί όλα είναι μια καταγραφή.

Μ.Π.: Οπότε και το άγνωστο είναι κβαντικό και το κβαντικό είναι άγνωστο. Υπάρχει αυτή η διττή μετάφραση. Και αυτή η σκέψη λειτούργησε απίστευτα απελευθερωτικά για μένα και στους στίχους και στη μουσική. Έτσι κι αλλιώς, είμαι πολύ συγκεκριμένος στο πού αφιερώνω χρόνο και πού εμβαθύνω συναισθηματικά για να παράξω λόγο. Δεν θα ήταν ποτέ οι στίχοι μου μια δεύτερη επανάσταση εντός εισαγωγικών, ή ο έρωτας που δεν κατέκτησα, για παράδειγμα. Μου είναι πολύ λίγα αυτά, χρειάζομαι κάτι πιο θεμελιώδες...

Δεν είναι θεμελιώδης ο έρωτας;

Ν.Ρ.: Που έχασες;

Που έχασες, που κέρδισες...

Ν.Ρ.: Όχι, πρόκειται απλώς για μια χυλόπιτα και τον λόγο που έχουν γραφτεί το 95% των ελληνικών τραγουδιών.

Μ.Π.: Και που έχουν απωθημένα μέσα τους. Εγώ δεν θέλω να έχω απωθημένα!

Ν.Ρ.: Βασικά, όλο το κόνσεπτ θα μπορούσε να ήταν αυτό, ότι το τι έπαθες εσύ δεν μας αφορά. Το αν εσένα σε παράτησε μια γκόμενα και μου το λες για να ταυτιστώ κι εγώ, δεν πρέπει να μας αφορά.

Gravitysays_i

Εκεί όμως υπάρχει, λένε, το σημείο όπου το κοινό αγαπά πολύ και δένεται με ένα έργο Τέχνης, στην ταύτιση.

Ν.Ρ.: Είναι σαν να μου λες ότι ο μέσος άνθρωπος προτιμά να διαβάσει ένα κουτσομπολίστικο περιοδικό αντί ενός βιβλίου Φιλοσοφίας. Ναι μεν συμβαίνει, αλλά δεν είναι καλό. Δεν είναι εκεί η ουσία για μας, στην ταύτιση...

Μ.Π.: Η ουσία για μας είναι να νιώθουμε ότι μέσα από κάθε δουλειά μας γινόμαστε καλύτεροι άνθρωποι. Έχουμε διαβάσει ένα βιβλίο που δεν θα το διαβάζαμε αλλιώς ποτέ, έχουμε ασχοληθεί με την εκλαϊκευμένη Φυσική, τέτοια πράγματα... Και είναι πιο σημαντικά από το κουτσομπολιό.

Ν.Ρ.: Εκεί θα βρει και το όποιο κοινό μας το ενδιαφέρον να μας ακολουθήσει και να ακούσει αυτά που έχουμε να του πούμε. Κάθε καλλιτέχνης πρέπει να ενδιαφέρεται να δώσει τροφή στο μυαλό. Θα μπορούσαμε να γράφουμε για χαμένους έρωτες και παιδικά χρόνια, αλλά μας φαίνεται σαν μνημόσυνο.

Με συγκεκριμένο concept λοιπόν και ο νέος δίσκος - Πάντα θεματικές οι δουλειές σας...

Μ.Π.: Έχεις δει τον ναυτίλο, το κοχύλι; Χρησιμοποιεί το κέλυφός του και κάποια στιγμή το αφήνει για να βρει ένα μεγαλύτερο. Αυτό κάνουμε κι εμείς με τους δίσκους των Gravity. Κάθε ένας περιέχει μια διαδικασία αυτογνωσίας, γίνεται το συναισθηματικό αποτύπωμα μιας περιόδου που ζήσαμε και, μετά, φεύγει από μας. Κι εμείς από αυτόν.

Στροφή σε σαφώς πιο ηλεκτρονικό ήχο, με περισσότερα εφέ. Τι σας ώθησε προς τα εκεί;

Μ.Π.: Δεν ξέρω κατά πόσο αυτές οι στροφές, απότομες και μη, γίνονται ηθελημένα. Ενστικτωδώς λειτουργούμε περισσότερο και έχουν να κάνουν και με το υλικό που έχουμε ανά χείρας. Ήχοι από τα πετάλια, και από σύνθια αναπόφευκτα οδήγησαν προς τα εκεί.

Ν.Ρ.: Υπήρχε και η σχετική διάθεση, βέβαια. Θυμάμαι, όταν ήταν να φτιάξουμε το νέο άλμπουμ, λόγω του κάπως συμπαντικού concept, δεν θέλαμε τόσο τον rock ήχο. Δεν θέλαμε το επαναστατικό rock. Γι’ αυτό και πήγαμε προς τον ηλεκτρονικό ήχο, που όμως προϋπήρχε έτσι κι αλλιώς στις πρώιμες νέες συνθέσεις.

Μ.Π.: Μπορεί να ήταν όλο αυτό μια ευχάριστη σύμπτωση. Μπορεί και ούτε καν σύμπτωση... 

Ν.Ρ.: Στο προηγούμενο άλμπουμ, η δυσκολία που αντιμετωπίσαμε εντοπίστηκε στο να δώσουμε κάτι υπερβολικά στιβαρό. Εδώ, προσπαθήσαμε να δώσουμε ηχοχρώματα νέα, πέραν της πεπατημένης μας. Να πειραματιστούμε. Το κεντρικό κομμάτι του δίσκου βασίστηκε ολόκληρο σ’ ένα δεκάλεπτο εφφέ του Μάνου που βγήκε από ένα πετάλι και στις ατμόσφαιρες που αυτό δημιούργησε. Αυτό μοιραία σε πάει σε πειραματισμούς και στον απόκοσμο ήχο του synth που δεν μπορεί να γραφτεί σε παρτιτούρα. Άσε που τα σύνθια είναι και πολύ κβαντικά! (γέλια)

Ποια παραδοσιακά όργανα «επέζησαν» της «κβαντικής» αυτής εξέλιξης; (γέλια)

Μ.Π.: Τα παραδοσιακά όργανα όχι απλά επέζησαν, αλλά προστέθηκαν και άλλα, νέα. Το σαντούρι είναι παρόν και έχουν εμφανιστεί και τα πνευστά.

Ν.Ρ.: Από κει και πέρα, τα έγχορδα εκπροσωπήθηκαν από ήχους βιολιών και προστέθηκε και το πιάνο, που δεν το είχαμε ποτέ ξανά. Σαν να ξεπεράσαμε δικά μας κόμπλεξ με κάποιους ήχους σ’ αυτό το άλμπουμ. Αλλά έχει να κάνει και με το concept και τις ισορροπίες. Δεν μπορείς να βάλεις πίσω από μια χορωδία μια άρπα, δεν έχεις drive μετά... Μπήκε ό,τι δεν δεχόμαστε πριν, που «έπρεπε» να είμαστε rock!

Σε ποια ταινία θα θέλατε να είχατε γράψει το soundtrack;

Μ.Π.: Ενδεχομένως σε μια ταινία που δεν έχει γυριστεί ακόμη! Δεν ξέρω τι ταλέντα υπάρχουν εκεί έξω που μπορούν να μας ανοίξουν το παραθυράκι που λέγαμε πριν και να δούμε έναν ολόκληρο νέο κόσμο. Δεν απαιτώ να φτιαχτεί η ταινία μαζί με τη μουσική, αλλά η εξαρχής διάδραση θα είχε, θεωρώ, πιο ενδιαφέρον αποτέλεσμα.

Ν.Ρ.: Από την άλλη πάλι, κι ένα στόρι αν υπάρχει που σε ενδιαφέρει, μπορείς να εμπνευστείς από κει και να γράψεις μουσική.

Μ.Π.: Καλά, λοιπόν! Θα ήθελα να παίζω μουσική για το "The Wall" και να είμαι εγώ οι Pink Floyd(γέλια)

Ομολογώ ότι πρώτη φορά μου την φέρνουν έτσι! Respect! Αλλάζω την κουβέντα και ρωτάω λοιπόν για τις νέες προσθήκες στο δυναμικό σας...

Στις ηχογραφήσεις συμμετείχε ο Γιώργος Κοντογιάννης στην κρητική λύρα και ο Αλέκος Γεωργουλόπουλος στις κιθάρες. Θα ακούσετε και την Πέγκυ Ζάρρου στα δεύτερα φωνητικά, που έχει μια πολύ ώριμη φωνή.

Πώς γεννιέται ένα τραγούδι σας;

Ν.Ρ.: Η διαδικασία είναι σχεδόν πάντα η ίδια: Έχει μια μουσική ιδέα ο Μάνος, ένα riff,μια φωνητική μελωδία, ένα concept. Γενικά, ο Μάνος έχει να κάνει με τη γέννηση της ιδέας. Παίρνουμε μετά την ιδέα του και πάνω σ’ αυτή χτίζουμε, ο καθένας προσθέτει πράγματα ανάλογα με τις ικανότητές του.

Μπορείτε να περιγράψετε με μία λέξη την μουσική των Gravity;

Μ.Π.: Ταξίδι!

Ν.Ρ.: Βίωμα...

Νομίζω με καλύψατε! Ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σας.

Μ.Π./Ν.Ρ.: Εμείς ευχαριστούμε!

Διαβάστε εδώ την κριτική του νέου δίσκου των Gravitysays_i, "Quantum Unknown", από τον Κώστα Σακκαλή.

  • SHARE
  • TWEET