Rock Culture #26: Ελάχιστοι μπορούν να συζητήσουν για ένα μουσικό υπο-ιδίωμα όπως ο Dayal Patterson

«Ήθελα να βάλω τα πράγματα στη θέση τους και να πω την ευρύτερη ιστορία του black metal, επειδή αυτή είχε αρχίσει να διαστρεβλώνεται»

Από τον Αποστόλη Ζαμπάρα, 29/11/2023 @ 11:19

 You can find the english version of the interview here.

Η μουσική ιστορία συχνά διασταυρώνεται με τους μύθους της. Χαρακτηριστική περίπτωση, το black metal. Ελάχιστα μουσικά υπο-ιδιώματα διαθέτουν τέτοιο αποτύπωμα στη μαζική κουλτούρα, προτρέποντας τον κόσμο να έχει σχηματίσει άποψη για αυτά, πρωτού καν να ακούσει νότα. Ελάχιστα επίσης μουσικά υπο-ιδιώματα, έχουν αποτελέσει αντικείμενο μελέτης, όχι μόνο επιστημονικής και δημοσιογραφικής, αλλά και καλλιτεχνικής. Η ιστορία του, λίγο πολύ γνωστή, ή και όχι. Ανάμεσα στην πληθώρα καταγραφών αυτής της ιδιαίτερης υπο-κουλτούρας, δεσπόζει το "Black Metal: Evolution Of The Cult".

Το βιβλίο που επιμελήθηκε ο επιφανής δημοσιογράφος Dayal Patterson, κυκλοφόρησε αρχικά το 2013, και αποτέλεσε ένα έργο - σταθμό στην ενασχόληση με το ιδίωμα. Με μια σειρά συνεντεύξεων με την πλειονότητα των προσώπων - κλειδιών στην γέννηση, διαμόρφωση, και εξέλιξη του ιδιώματος σε παγκόσμια κλίμακα, το βιβλίο κάλυψε μεγάλη έκταση σε μια ιστορία με πολλές στροφές και αναταράξεις. Ο Patterson όμως, υπεύθυνος και για την πρόσφατη βιογραφία των Rotting Christ, δεν ήταν ευχαριστημένος. Μέσω του εκδοτικού του οίκου Cult Never Dies, κυκλοφορεί σε λίγες ημέρες το "Black Metal: Evolution of the Cult - The Restored, Expanded & Definitive Edition". Όπως γίνεται αντιληπτό, η ιστορία σύμφωνα με τον εκδότη δεν ειπώθηκε ολοκληρωμένα.

Όντας ένα μέσο που καλύπτουμε εκτεταμένα τον εν λόγω ήχο, δεν θα μπορούσε να υπάρξει καλύτερη αφορμή για μια εκτενή συνομιλία με τον Dayal. Η κάτωθι συνέντευξη, επικεντρώνεται στο νέο, ογκώδες και πλούσιο έργο, τις διαφορές του από το πρωτότυπο, όπως και τους στόχους του εκδοτικού ομίλου. Γρήγορα όμως, θα ξεφύγει από αυτά, και θα μετατραπεί σε μια ειλικρινή συζήτηση γύρω από μια σειρά θεματικών για το black metal γενικότερα, τις ιδιαιτερότητες, τη φιλοσοφία και την αισθητικής του, όσο και την ιστορική εγχώρια σκηνή ειδικότερα. Προσωπικά μιλώντας, τρέφοντας ιδιαίτερη εκτίμηση προς το έργο του Patterson, βρήκα τη νέα, αναθεωρημένη έκδοση του "Evolution Of The Cult", αισθητά ανώτερη της πρωταρχικής ως ένα βιβλίο που διαφωτίζει αρκετές (αλλά όχι όλες) πτυχές της σκηνής, ενώ εξάπτει και την περιέργεια του αναγνωστικού κοινού ώστε να εγείρει ερωτήματα και να αποφασίσει το ίδιο για το πώς αντιλαμβάνεται ένα τόσο πολύμορφο ιδίωμα. Επιπρόσθετα, θεωρώ πως όσα θα διαβάσετε παρακάτω αποτελούν μια ουσιώδη εισαγωγή σε αυτό τον ιδιαίτερο καλλιτεχνικό κόσμο.

Το "Black Metal: Evolution of the Cult - The Restored, Expanded & Definitive Edition" θα είναι διαθέσιμο μέσω των εξής συνδέσμων:

Cult Never Dies Main Store
Cult Never Dies Europe
Decibel Books

Dayal Patterson

Καλησπέρα Dayal, είμαι ο Αποστόλης και σε καλωσορίζω στο Rocking.gr! Που σε βρίσκει αυτή η συνέντευξη;

Γειά σου Αποστόλη! Αυτή τη στιγμή κάθομαι στο γραφείο μου στην Φθινοπωρινή Αγγλική εξοχή με μια κούπα καφέ!

Πρόκειται να κυκλοφορήσεις το "Black Metal: Evolution of the Cult - The Restored, Expanded & Definitive Edition". Τι σε ώθησε στο να επισκεφθείς εκ νέου το σεμιναριακό σου αυτό έργο έπειτα από 10 χρόνια;

Ήθελα να αναθεωρήσω το βιβλίο καθ’ όλη τη διάρκεια των 10 αυτών ετών για να είμαι ειλικρινής. Η αρχική έκδοση κυκλοφόρησε από ένα εκδότη που μου έδωσε μέγιστο όριο λέξεων στις περίπου 200.000 και η ιστορία που ήθελα να πω χρειαζόταν πολλές περισσότερες. Για αυτό το λόγο, πολύ από το υλικό αποκλείστικε από την αυθεντική έκδοση οπότε είχα διαρκώς κατά νου πως θα ήθελα να αγοράσω πίσω τα δικαιώματα του βιβλίου εάν μπορούσα, και να αναδημιουργήσω το βιβλίο όπως το φανταζόμουν μέσω του δικού μου εκδοτικού οίκου, Cult Never Dies, δίχως καμία εξωτερική παρέμβαση. Μου πήρε μια δεκαετία να φτάσω εκεί αλλά πλέον είναι επιτέλους διαθέσιμο με 140.000 περισσότερες λέξεις καθώς και 350 επιπλέον φωτογραφίες, και φυσικά σκληρόδετες εκδόσεις.

Η νέα κυκλοφορία σηματοδοτεί επίσης την επέτειο του εκδοτικού οίκου Cult Never Dies. Πόσο δύσκολο σου ήταν να ξεκινήσεις αυτή την επιχείρηση, και επίσης, υπήρξε ποτέ κάποια στιγμή ανά τα χρόνια που θεώρησες πως ξεπέρασε τις προσδοκίες που είχες;

Το Cult Never Dies ξεκίνησε με τον πιο ταπεινό και D.I.Y. τρόπο, όντας πρακτικά ένα μικρό mail order που είχε κατάλογο μόλις δύο βιβλίων και ενός σχεδίου t-shirt, και το έτρεχα εγώ από το διαμέρισμά μου ενώ δούλευα παράλληλα σε μια κανονική δουλειά. Δεν υπήρχε start-up κεφάλαιο ή δάνεια στη διαδικασία, κάθε νέα κυκλοφορία χρηματοδοτούνταν από τα έσοδα των προηγούμενων, με αποτέλεσμα να μην διαθέτουμε πολλούς διαφορετικούς τίτλους. Η εταιρεία έγινε πλήρους απασχόλησης το 2016 και την επόμενη χρονιά προσέλαβα προσωπικό, οπότε έκτοτε επεκτεινόμαστε σταθερά και οργανικά από εκεί.

Σήμερα έχουμε κυκλοφορήσει περίπου 30 εκδόσεις, 100 αντικείμενα επίσημου merchandise και 8 ηχογραφήσεις, ενώ επιπλέον έχουμε δύο mail-order καταστήματα, με το κεντρικό να διανέμει περίπου 700 αντικείμενα προς όλους ανά πάσα στιγμή, συμπεριλαμβανομένων βιβλίων, fanzines, CDs και βινυλίων. Υπό αυτή την ένοια, διαρκώς ξεπερνούσε τις προσδοκίες που είχα, επειδή δεν έβλεπα ιδιαίτερα μπροστά στο μέλλον ούτε επιχειρούσα να προβλέψω πως θα εξελιχθεί - ήθελα απλώς να έχω ένα μέσο για να κυκλοφορώ τις δημιουργίες μου.

Αυτός ήταν από πάντα ο στόχος, να βάλω τα πράγματα στη θέση τους και να πω την ευρύτερη ιστορία του black metal

Όταν πρωτοκυκλοφόρησε, το "Evolution of The Cult" αντιμετωπίσθηκε από την ευρύτερη black metal κοινότητα, είτε ήταν ακροατήριο, είτε δημοσιογράφοι, ή μουσικοί φυσικά, ως μια σημαντική παρακαταθήκη στην ιστορία του ιδιώματος. Πέραν της «ιστορικής» του αξίας, τι άλλο ήθελες να πετύχεις με αυτό το έργο σου;

Αυτός ήταν από πάντα ο στόχος αλήθεια, να βάλω τα πράγματα στη θέση τους και να πω την ευρύτερη ιστορία του black metal, επειδή αυτή είχε αρχίσει να διαστρεβλώνεται όλο και περισσότερο από εξωτερικούς παρατηρητές που το υποβάθμιζαν ως ένα φαινόμενο που έλαβε χώρα στη Νορβηγία από το 1991 μέχρι το 1993. Με το πρώτο "Evolution…" ήθελα εξαρχής να δείξω πως το black metal είχε ξεκινήσει από τη δεκαετία του ’80 και πως υπήρχαν πολλές άλλες χώρες που ενεπλάκησαν με τη δημιουργία και την εξέλιξη του ιδιώματος, είτε ήταν η Βραζιλία, είτε η Ελλάδα, ή η Σουηδία. Πάντα ήθελα να δώσω τη δυνατότητα στους μουσικούς να πουν τις δικές τους ιστορίες και να συμπεριλάβω συνεντεύξεις με λιγότερο προφανείς μπάντες, όπως οι Master’s Hammer, VON, Beherit, Rotting Christ, Hellhammer/Celtic Frost, Thorns, και Blasphemy, καθώς και φυσικά «κράχτες» όπως οι Darkthrone, Mayhem και πάει λέγοντας.

Το black metal συγκροτείται από ξεχωριστούς ανθρώπους των οποίων τα κίνητρα πηγαίνουν πολύ πέραν του να φτιάχνουν απολαυστική μουσική

Το "Black Metal: Evolution Of The Cult - The Restored, Expanded & Definitive Edition", αποτελεί με ευκολία, κατά την ταπεινή μου άποψη, ένα από τα σημαντικότερα βιβλία που έχουν γραφτεί στη metal σκηνή και υποκουλτούρα. Γιατί πιστεύεις όμως, πως θα μπορούσε να ενδιαφέρει και ένα άτομο που δεν ακούει αυτό το ιδίωμα;

Το βιβλίο είναι τόσο ευρύ θεματικά που πιστεύω πως μπορεί να το απολαύσει οποιοδήποτε άτομο νέο στο ιδίωμα εξίσου με όσα άτομα είναι εντός της σκηνής για πολλά χρόνια - ο Roy από το ιστορικό Imhotep fanzine σχολίασε πώς έμαθε πολλά νέα πράγματα παρά το γεγονός πως ήταν ενεργός στη σκηνή από τις πρωταρχικές ημέρες των Bathory, οπότε αυτό ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντικό. Επίσης πιστεύω πως το βιβλίο διαθέτει σίγουρα την προοπτική του να ενδιαφέρει κόσμο που δεν ακούνε επί του παρόντος τη μουσική, επειδή το black metal, και κατ’ επέκταση το βιβλίο, συγκροτείται από ξεχωριστούς ανθρώπους των οποίων τα κίνητρα πηγαίνουν πολύ πέραν του να φτιάχνουν απολαυστική μουσική. Δεν είμαι βέβαιος πως θα μπορούσες να γράψεις ένα τέτοιο βιβλίο για το death metal, όσο και αν απολαμβάνω να το ακούω, επειδή δεν υπέρχει τέτοιο βάθος πνευματικής, ιδεολογικής, καλλιτεχνικής και φιλοσοφικής φιλοδοξίας όσο στο black metal, και αυτό είναι κάτι που εξερευνάται μέσα στο βιβλίο.

Dayal Patterson

Η νέα έκδοση, περιέχει περίπου 1/3 νέου υλικού. Άλλαξε τόσο πολύ το black metal αυτή τη δεκαετία; Πώς βλέπεις τη σκηνή σήμερα;

Για να είμαι ειλικρινής το περισσότερο από το νέο περιεχόμενο του βιβλίου δεν σχετίζεται με την τελευταία δεκαετία στο black metal, παρόλο που υπάρχουν αρκετά κεφάλαια που την πραγματεύονται. Πρωταρχικά, το βιβλίο ασχολείται με τα διαμορφωτικά χρόνια του black metal, από τις απαρχές των ‘80s μέχρι τις αρχές των 2010s, παρόλο που ακολουθώ κάθε μια από τις μπάντες που περιέχονται μέχρι τη σύγχρονη εποχή - για παράδειγμα υπάρχει ένα κεφάλαιο στους Profanatica και μιλάμε πολύ για τις αρχές των ‘90s, αλλά επίσης εκσυγχρονίζουμε τα πράγματα με συζητήσεις γύρω από την επανένωση, τις πρόσφατες περιοδείες και κυκλοφορίες τους.

Η πλειοψηφία όμως του νέου περιεχομένου αξιοποιήθηκε για να επεκταθώ πάνω σε πράγματα που είχαν θιχτεί στο πρωτότυπο. Για παράδειγμα, όταν συζητάμε για το depressive black metal, στην αρχή επικεντρώθηκα μόνο στους Shining στο πρώτο βιβλίο εξαιτίας έλλειψης χώρου, αλλά στη νέα εκδοχή υφίστανται επίσης συνεντεύξεις με τους Forgotten Tomb, Bethlehem, Silencer, Forgotten Woods και πάει λέγοντας. Επιπρόσθετα, υπάρχουν ολόκληρα κεφάλαια που απλώς αναφέρονταν ονομαστικά στο πρώτο βιβλίο, όπως οι Necromantia, Mystifier, Immortal, Impaled Nazarene, Absu, Winterfylleth, Deviser, Hecate Enthroned, Vinterland, Satyricon, Arcturus, Deathspell Omega κ.ά.

Υπάρχουν κεφάλαια και προϋπάρχουσες συνεντεύξεις που πλέον έχουν επεκταθεί. Πώς επέλεξες, στην αρχική εκδοχή, το τι θα αφήσεις απ’ έξω; Θεωρείς πως η συμπερίληψή τους τώρα, αναδιαμορφώνει κανένα από τα αφηγήματα του βιβλίου;

Το νέο βιβλίο παρέχει μια ευρύτερη και πιο ακριβή εικόνα της ιστορίας του black metal επί της ουσίας. Με την αυθεντική έκδοση έπρεπε απλώς αναγκαστικά να ακυρώσω και να σταματήσω να εργάζομαι πάνω σε συγκεκριμένα κεφάλαια επειδή είχα φτάσει το μέγιστο όριο λέξεων και οι τότε συνεργάτες μου πίεζαν να ολοκληρωθεί και να εκδοθεί το βιβλίο. Δεν έχει να κάνει όμως μόνο με τα νέα κεφάλαια εντός του, όσο και με τις προσθήκες στα ήδη υπάρχοντα. Θεωρώ ένα προφανές παράδειγμα, θα ήταν τα μέρη για το κατάστημα του Helvete και την περιρρέουσα σκηνή, επειδή περισσότερος κόσμος που είχε εμπλοκή με αυτή έδωσε συνεντεύξεις οπότε υπάρχει πλέον μια πολύ πιο ρεαλιστική απεικόνιση και κατανόηση του πως ήταν πραγματικά. Είχα επίσης χώρο για να επεκτείνω προϋπάρχοντα κεφάλαια πάνω σε μπάντες όπως οι Thorns, Burzum, Rotting Christ, Sigh και Mayhem. Ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες με ένα θέμα όπως αυτό, και έχοντας στη διάθεσή μου περισσότερες λέξεις, αυτό σήμαινε πώς θα συμπεριλαμβάνονταν πολλές περισσότερες ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες.

Η Ελλάδα είναι μια πολύ σημαντική χώρα στην ιστορία του black metal, και ανέκαθεν ένιωθα πώς υπάρχει μια πραγματική εσάνς μαγείας για αυτά τα πρώιμα χρόνια

Μια από τις σκηνές που κέρδισε αυτή την εκτενέστερη μεταχείριση είναι η ελληνική black metal σκηνή. Είναι ενδιαφέρον το γεγονός πως αρκετοί από τους συνεντευξιαζόμενους σχολιάζουν επίσης τον «ανταγωνισμό» εντός της πέραν της συνεργασίας. Πώς θα το εξηγούσες αυτό, λαμβάνοντας υπόψη τις καταθέσεις των αρκετών, ομολογουμένως, Ελλήνων καλλιτεχνών στο βιβλίο;

Η Ελλάδα είναι μια πολύ σημαντική χώρα στην ιστορία του black metal, και ανέκαθεν ένιωθα - ακόμα περισσότερο από όταν γράψαμε το βιβλίο στους Rotting Christ με το Σάκη - πώς υπάρχει μια πραγματική εσάνς μαγείας για αυτά τα πρώιμα χρόνια και περισσότερα να ειπωθούν. Οπότε ναι, πολλοί Έλληνες black metal μουσικοί μίλησαν για αυτό τον ανταγωνισμό στη σκηνή μεταξύ των μπαντών, κάτι που δεν συνάντησα τόσο σε άλλες σκηνές. Αυτό, όπως θίγουν ο Magus των Necromantia και ο The Dark των Agatus, μπορεί να είναι η άλλη όψη της θεωρητικής ενότητας που φαίνεται πως ήταν παρούσα στη σκηνή την ένδοξη εποχή των Storm Studios, Go Underground και πάει λέγοντας.

Dayal Patterson

Ποιο είναι το στοιχείο που σε εντυπωσίασε περισσότερο, όσο ξεδίπλωνες τη δημιουργία και την επέκταση της ελληνικής σκηνής;

Η Ελληνική σκηνή έχει πλούσια ιστορία που πραγματικά εξάπτει τη φαντασία μου, εξίσου με το να ακούω ιστορίες για το Helvete ή τη Νορβηγία των αρχών των ‘90s. Νομίζω πως υπήρχε εκεί μια υποδομή και αίσθηση κοινότητας στην Ελλάδα που στην πραγματικότητα μπορεί μόνο να συγκριθεί με τη Νορβηγία και τη Σουηδία της εποχής, από την άποψη του ότι πολλοί μουσικοί, ιδιοκτήτες labels, φανζινάδες, καλλιτέχνες, promoters και πάει λέγοντας συνεργάζονταν δημιουργικά και κοινωνικοποιούνταν. Βασικά θεωρώ πως η Αθήνα και η Ελλάδα είναι ενδιαφέρουσες γενικότερα, και πέραν της μουσικής, με την εκ νέου επίσκεψή μου στην πλατεία Εξαρχείων ή τα πλέον εγκαταλελειμένα μέρη των Go Underground, Metal Era ή των Storm Studios, να είναι πολύ σημαντική εμπειρία για μένα, κάτι που ελπίζω να διαφαίνεται και διαβάζοντας το βιβλίο.

Είσαι φυσικά και συγγραφέας του "Non Serviam: The Official Story Of Rotting Christ", οπότε και η εμπειρία σου με τη σκηνή μας είναι πιο άμεση. Οι Rotting Christ, θεωρούνται όχι απλώς ως η βασική μπάντα της τοπικής μας black metal σκηνής, αλλά και της ελληνικής metal γενικότερα. Πώς θα εξηγούσες το ότι σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, ένα ιδίωμα extreme μουσικής λειτούργησε ως φάρος για ένα μεγαλύτερο εύρος καλλιτεχνών, παρά τον χαρακτήρα του ως υποκουλτούρα;

Υπάρχει πιθανότατα ένας μεγάλος αριθμός από κοινωνιολογικούς και ιστορικούς παράγοντες που εξηγούν το γιατί συγκεκριμένα μέρη καθίστανται δυσανάλογα σημαντικά εντός του πλαισίου μιας συγκεκριμένης μουσικής - η Νορβηγία με το black metal, το Ηνωμένο Βασίλειο με το punk, η Florida με το death metal, η Φινλανδία με το folk metal και πάει λέγοντας - αλλά η προσωπική μου θεωρία είναι πως όταν δημιουργείται ένα ισχυρό σημείο αναφοράς ως επίκεντρο τότε οι άνθρωποι θα εμπνέουν ο ένας τον άλλο για να δημιουργήσουν κάτι που είναι διασυνδεδεμένο με όλα. Δεν αποτελεί σύμπτωση πως η Νορβηγία, η χώρα με το πρώτο λειτουργικό black metal δισκάδικο, γέννησε τόσες πολλές σπουδαίες και συνδεδεμένες μπάντες που παίζουν αυτό το είδος μουσικής.

Ομοίως, η Ελλάδα, και συγκεκριμένα η Αθήνα, ήταν ασυνήθιστη επειδή είχε πολλά δισκοπωλεία που πουλούσαν metal άλμπουμ, μερικά λειτουργικά labels, καθώς και ένα στούντιο στην ιδιοκτησία της μεγαλύτερης μπάντας της σκηνής. Και μόνο έχοντας αυτού του είδους την υποδομή και την κοινωνική δυναμική ήταν αρκετό για να εξάψει την παραγωγικότητα και τη δημιουργικότητα πολλών ανθρώπων που υπό άλλες συνθήκες δεν θα είχαν εμπλακεί τόσο, και αυτό είναι που βάζει τη χώρα στο χάρτη.

Θεωρώ πως όταν εισάγεις την πολιτική εντός του black metal εν γένει, αυτό μετατρέπεται σε κάτι άλλο

Ένα από τα κεφάλαια που κέντρισαν το ενδιαφέρον μου και στις δύο εκδόσεις του βιβλίου, ήταν αυτό για τη σχέση του black metal με τον εθνικοσοσιαλισμό/φασισμό. Ως συνεντεύξεις αλλά και άρθρα, ήταν πραγματικά ενδιαφέροντα. Τα τελευταία χρόνια, έχω παρατηρήσει ένα σημαντικό κύμα αντιφασιστικών black metal συγκροτημάτων, που συχνά χρησιμοποιούν την ταμπέλα "red anarchist black metal". Πώς βλέπεις την εξέλιξη αυτού του παρακλαδιού, αν είσαι οικείος μαζί του;

Το RABM (σ.σ. "Red Anarchist Black Metal") and NSBM (σ.σ. "National Socialist Black Metal") έχουν παρόμοια σχέση με την ευρύτερη black metal σκηνή υπό την έννοια του ότι θεωρούνται από πολύ κόσμο υπέρ του δέοντος πολιτικά για να λογίζονται ως black metal και έτσι καταλήγουν να γίνονται ιδιαίτερα αυτάρκη κινήματα, με το δικό τους κοινό, προς μια κατεύθυνση μακριά από την υπόλοιπη σκηνή. Θεωρώ πως είναι ιδιαίτερα αποδεκτό να υφίστανται αριστερές ιδεολογίες εντός του black metal, έτσι και αλλιώς ένα μεγάλο εύρος συγκροτημάτων τις είχαν ανέκαθεν, όπως οι Rotting Christ, Mystifier, μέλη των Carpathian Forest, Fen κλπ, αλλά θεωρώ πως όταν εισάγεις την πολιτική εντός του black metal εν γένει, αυτό μετατρέπεται σε κάτι άλλο.

Οι NSBM μπάντες που διασταυρώθηκαν με την ευρύτερη black metal σκηνή είναι εν γένει τα μεγαλύτερα και τα καλύτερα γκρουπ, τα περισσότερα από τα οποία έκτοτε υποβάθμισαν το πολιτικό τους περιεχόμενο. Το RABM κίνημα είναι ακόμη πολύ φρέσκο και πιθανώς να συμβεί το ίδιο δεδομένου του χρόνου, αλλά μέχρι στιγμής, καμία μπάντα από αυτή τη σκηνή δεν διασταυρώθηκε με το black metal ως σύνολο, ενώ το κοινό τους τείνει να είναι κυρίως, από την εμπειρία μου, άνθρωποι με punk υπόβαθρο.

Αντιμετωπίζουμε τους καλλιτέχνες διαφορετικά για λόγους γούστου και όχι ηθικής, επειδή μας αρέσει να ταυτιζόμαστε με αυτούς σε κάποιο βαθμό

Η πλειοψηφία των συνεντευξιαζόμενων έχει πάρει τη θέση του «διαχωρισμού του έργου από τον καλλιτέχνη». Βέβαια, και αυτό είναι κάτι που απασχολεί και εμένα, πόσο έμπρακτος και ουσιώδης είναι αυτός ο διαχωρισμός, όταν οι καλλιτέχνες μιλούν σε συνεντεύξεις για την καλλιτεχνική και δημιουργική διαδικασία, ή όταν η στήριξη των οπαδών είναι επί της ουσίας οικονομική;

Λοιπόν, το οικονομικό ζήτημα είναι κάτι πολύ σχετικό πιστεύω. Κάποιος μπορεί να απολαύσει τη μουσική της μπάντας αλλά να επιλέξει να μην αγοράσει τους δτουςυς τους, να παρευρεθεί σε συναυλίες τους ή να συνεργαστεί μαζί τους, αν διαφωνεί με τα πιστεύω ή το μήνυμά τους. Όσον αφορά το βίωμα ή την απόλαυση της μουσικής ή της τέχνης, θεωρώ πως θα έπρεπε να διαχωρίζεται το έργο από τον καλλιτέχνη, στο βαθμό που προσωπικά μπορώ να απολαύσω μια συγκεκριμένη επίδοση ενός μουσικού που δεν συμπαθώ ως άνθρωπο. Θεωρώ πως στην πραγματικότητα όλοι το κάνουμε, απλά επιλέγουμε ο καθένας ξεχωριστά που τραβάμε αυτή τη γραμμή. Αναρωτιέμαι επίσης μήπως ο κόσμος, ειδικά στην εποχή του διαδικτύου, δίνει τόσο πολλή έμφαση στα πιστεύω καλλιτεχνών. Γιατί να μην αναρωτιέσαι για τις πολιτικές πεποιθήσεις των συναδέλφων ή του εργοδότη σου, ή του φούρναρη και του μανάβη από τους οποίους αγοράζεις το φαγητό σου, εάν είναι τόσο σημαντικό να συμφωνείς με τον κόσμο πριν έχεις οικονομικές συναλλαγές μαζί τους;

Εάν ο κόσμος πραγματικά προβληματιζόταν αναφορικά με την υποστήριξη ανθρώπων με διαφορετικές πεποιθήσεις, θα έπρεπε πιθανώς να αποφεύγει κεντρικά τραπεζικά ιδρύματα, να αλλάξει τα μέρη από τα οποία ψωνίζει το φαγητό του και πάει λέγοντας. Αντιμετωπίζουμε τους καλλιτέχνες διαφορετικά για λόγους γούστου και όχι ηθικής, επειδή μας αρέσει να ταυτιζόμαστε με αυτούς σε κάποιο βαθμό. Αυτό όμως είναι ένα ζήτημα προτίμησης, όχι ηθικής.

Το γεγονός πως ο κόσμος θέλει να χρησιμοποιεί τον όρο black metal και τους συναφείς συσχετισμούς, αλλά ταυτόχρονα να αποστασιοποιείται από αυτούς, είναι ιδιαίτερα προβληματικό

Αφιερώνεις ένα σημαντικό μέρος του βιβλίου σου για να εκφράσεις τις απόψεις σου αναφορικά με το τι είναι black metal και τι όχι, και εκτίμησα την κατακλείδα σου στο θέμα. Τα μέρη αναφορικά με το post-black metal και το blackgaze ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέροντα. Προσωπικά, αν και αντιλαμβάνομαι την οπτική σου, θεωρώ πως κάθε αυτοπροσδιορισμός είναι αποδεκτός, μιας και το black metal ήταν ανέκαθεν ένα διαρκώς επεκτεινόμενο ιδίωμα. Πόσο καίριο θεωρείς αυτό το ζήτημα σήμερα, λαμβάνοντας υπόψη την παρούσα κατάσταση του ιδιώματος;

Εάν κάθε προσδιορισμός είναι αποδεκτός τότε νομίζω πως πρέπει να καταλήξουμε πως θα ήταν προτιμότερο να μην χρησιμοποιούμε ποτέ προσδιορισμούς για τίποτα, επειδή αλλιώς μπορώ να ισχυριστώ πως οι Limp Bizkit ή οι The Beatles είναι black metal και κανείς δεν θα μπορεί να μου πει το αντίθετο. Εφόσον χρησιμοποιούμε ταξινομήσεις και όρους ιδιωμάτων τότε οφείλουμε να διασαφηνήσουμε τι σημαίνουν, καθώς και τι περιέχουν και τι όχι. Μιας και ο όρος "black metal" είχε μια ευρέως αποδεκτή ερμηνεία - ή ένα σετ ερμηνειών - για περίπου 30 χρόνια μες τη σκηνή, θεωρώ πως είναι προβληματικό πώς κόσμος εκτός της σκηνής επιχειρεί τώρα να επαναπροσδιορίσει τον όρο για να ταιριάξει με τις προτιμήσεις του. Ως προς αυτό το σημείο, θα έλεγα πως τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια πολιτισμική οικειοποίηση του black metal, και παρά το γεγονός πως υπάρχουν σημαντικότερα προβλήματα στον κόσμο, είναι φυσιολογικό να το αναγνωρίζω και να το σχολιάζω.

Ο όρος "black metal" χρησιμοποιείται από μπάντες, δισκογραφικές, ακαδημαϊκό προσωπικό και άτομα που δουλεύουν σε δημόσιες σχέσεις εταιρειών επειδή φέρει ένα μεγάλο βάρος, βασισμένο σε 40 χρόνια ιστορίας, ιδεολογίας και τέχνης. Βασίζεται στις έννοιες του αντι-Χριστιανισμού, της μισανθρωπίας, σε underground ηθικές και πρακτικές, στην ακραία και καινοτόμα μουσική, μεταξύ άλλων πραγμάτων. Το γεγονός πως ο κόσμος θέλει να χρησιμοποιεί αυτό τον όρο και τους συναφείς συσχετισμούς, αλλά ταυτόχρονα να αποστασιοποιείται από αυτούς, είναι ιδιαίτερα προβληματικό. Οι Deafheaven για παράδειγμα, δηλώνουν οι ίδιοι πως δεν είναι black metal, αλλά άλλος κόσμος τους χρησιμοποιεί ως ένα παράδειγμα μιας black metal μπάντας που δεν την αποδέχεται η στενόμυαλη black metal σκηνή. Τότε, οφείλουμε να αναρωτηθούμε ποιο είναι το κίνητρο για τέτοιου είδους εμπειρικά λανθασμένους ισχυρισμούς.

Οι δημοσιογράφοι πλέον έχουν μεγαλύτερη επιρροή μέσω των άρθρων και των συνεντεύξεών τους

Όντας ένας έμπειρος δημοσιογράφος, πόσο σημαντικές θεωρείς στη σημερινή εποχή τις δισκοκριτικές, ως προς το πώς βοηθούν στη διαμόρφωση και συντήρηση σκηνών και νέων κυμάτων καλλιτεχνών και ιδιωμάτων; Υπάρχει σήμερα η ίδια ανεκτικότητα στην κριτική όπως στις προηγούμενες δεκαετίες;

Δεν πιστεύω πως μπορεί να αμφισβητηθεί ότι το διαδίκτυο κατέστησε τις μουσικοκριτικές πολύ λιγότερο επίκαιρες σε σχέση με παλαιότερες εποχές, επειδή το ακροατήριο μπορεί να ακούσει το περιεχόμενο ακόμη και πριν είναι διαθέσιμες οι κριτικές του. Υπό αυτή την έννοια, οι κριτικές ταινιών και βιβλίων είναι πιο ασφαλείς, επειδή δεν είναι τόσο εύκολα καταναλώσιμες διαδικτυακά πριν την κυκλοφορία τους ή μόλις είναι διαθέσιμες. Θεωρώ όμως πως οι μουσικοκριτικές έχουν ακόμη νόημα, επειδή παρέχουν πλαίσιο στην τέχνη που κυκλοφορεί. Παρ’ όλα αυτά, θεωρώ πως οι δημοσιογράφοι πλέον έχουν μεγαλύτερη επιρροή μέσω των άρθρων και των συνεντεύξεών τους και αυτό είναι κάτι πολύ πιο σημαντικό σήμερα όσον αφορά τον αντίκτυπο στα ακροατήρια.

Πώς διαχωρίζεις την αγάπη σου ως οπαδός για ένα καλλιτέχνη/δίσκο από μια πιο «επιστημονική» δημοσιογραφική προσέγγιση όταν σχολιάζεις την τέχνη τους;

Θέλω να σκέφτομαι πως είμαι αρκετά αντικειμενικός όταν έχει να κάνει με τη μουσική, αλλά υπό μια έννοια αυτό δεν αποτέλεσε ποτέ σημαντικό παράγοντα στα βιβλία μου. Φυσικά, μιλώ για πράγματα που εγώ θεωρώ σπουδαία αναφορικά με συγκεκριμένους δίσκους και ούτω καθεξής, αλλά τα βιβλία δεν έχουν να κάνουν με εμένα να υποδεικνύω στο αναγνωστικό κοινό τι είναι καλό και τι όχι. Αντιθέτως, προτιμώ να επικεντρώνομαι πάνω στον ιστορικό αντίκτυπο των μπαντών και της μουσικής και έπειτα να φέρω τους καλλιτέχνες τους ίδιους να μιλήσουν αναφορικά με το από πού προήλθαν οι επιρροές και η έμπνευσή τους για να δημιουργήσουν τέτοια έργα, καθώς και πώς νιώθουν αναστοχαστικά για αυτά.

Dayal Patterson

Το black metal, ήταν ανέκαθεν ένα μουσικό ιδίωμα που εμφάνιζε διακριτές σκηνές και ηχητικές διαφοροποιήσεις σε διαφορετικά μέρη του πλανήτη, όντας έτσι ένα από τα πιο δημιουργικά metal υπο-ιδιώματα. Η νέα εκδοχή του βιβλίου, εμβαθύνει περισσότερο σε αυτή την πτυχή του ήχου. Βρήκες καθόλου κοινό έδαφος στις συνθήκες που καθόρισαν τη διαμόρφωση σκηνών σε διαφορετικές περιοχές;

Η θέση μου είναι πως το black metal είναι πιθανώς το πιο ποικιλόμορφο και δημιουργικά ζωτικό είδος όχι μόνο του metal, αλλά της μοντέρνας μουσικής. Το εύρος των μπαντών που στέκονται με άνεση υπό αυτή την ταμπέλα είναι φανταστικό, από τους Blasphemy στους Deathspell Omega, από τους Bathory στους Mysticum, από τους πρώιμους Ulver στους Vlad Tepes, από τους Agalloch στους Black Witchery και πάει λέγοντας. Έως ένα βαθμό, η εξέλιξη διαφορετικών υπο-παρακλαδιών του black metal ήταν γεωγραφική - όπως συζητήσαμε, μια δυνατή τοπική σκηνή σχηματίστηκε στην Ελλάδα και συνεπώς είχαμε κάτι σαν τον «ελληνικό ήχο» να εμφανίζεται, για να χρησιμοποιήσω ένα παράδειγμα.

Όμως το black metal ήταν ανέκαθεν ένα διεθνές ρεύμα, ακόμη και πριν το διαδίκτυο, και θεωρώ πως αυτό είναι κάτι που προσπάθησα να δώσω έμφαση σε αυτό το βιβλίο. Ένα και μόνο demo ηχογραφούνταν και διαδιδόταν μέσω ανταλλαγών κασετών από οπαδό σε οπαδό και κατέληγε να έχει ξεκάθαρο αντίκτυπο σε μουσικούς στην άλλη άκρη του κόσμου. Τέτοια παραδείγματα περιλαμβάνουν τα demo των Tormentor και VON, τα οποία ταξίδεψαν μέσω tape trading από την Ανατολική Ευρώπη και τις Η.Π.Α. αντίστοιχα στη Σκανδιναβία, όπου και επηρέασαν πολλές μεταγενέστερες μπάντες.

Το black metal, και το metal εν γένει, διατηρεί ισχυρούς δεσμούς ανάμεσα σε διαφορετικές γενιές εξαιτίας αυτού του συνδυασμού πειραματισμού και παραδοσιοκρατίας

Επιπρόσθετα, όπως αποδεικνύεται και από αρκετά σημεία του τόμου, η ταυτότητα, αποτελούσε ανέκαθεν ένα από τα πυρηνικά στοιχεία της black metal αισθητικής. Πώς εκλαμβάνεις τις revival σκηνές και τις μπάντες που ξεπετάγονται μέσα από αυτές στο underground; Θεωρείς πως έχουν ευθύνη στη διατήρηση του είδους ζωντανού σε αυτό τον χαοτικό κόσμο, ή είναι ο ασταμάτητος πειραματισμός που το οδηγεί μπροστά;

Ξεκάθαρα πιστεύω πως έχουν παίξει και τα δύο ρόλο τόσο μουσικά όσο και πολιτισμικά. Θεωρώ πως το black metal, και το metal εν γένει, διατηρεί ισχυρούς δεσμούς ανάμεσα σε διαφορετικές γενιές εξαιτίας αυτού του συνδυασμού πειραματισμού και παραδοσιοκρατίας (σ.σ. "traditionalism"). Δεν είναι όλα τα μουσικά ιδιώματα τόσο τυχερά. Στο hip-hop ή στη dance μουσική νέα ρεύματα εμφανίζονται συχνά αλλά καταλήγουν να αφορούν τις εκάστοτε γενεές, οπότε το παιδί που ακούει το νέο σταρ του rap κατά πάσα πιθανότητα δεν ακούει τα κλασικά από τα ‘80s όπως οι Public Enemy (σ.σ. να ακούτε Public Enemy όπως και να ‘χει).

Στο metal, νέοι ήχοι δημιουργούνται αλλά δεν απαρνιώμαστε τις παλαιότερες δημιουργίες ως κοινότητα και για αυτό το λόγο έχουμε εφήβους που ακούν τις ίδιες μπάντες - είτε είναι οι Black Sabbath ή οι Mayhem - που ακούνε και κόσμος στα 60 τους. Οπότε, με τον ίδιο τρόπο, θεωρώ πως οι νεότερες μπάντες που διατηρούν ζωντανά τα ‘80s black/thrash ηχοχρώματα είναι εξίσου σημαντικές με τα πρωτοποριακά γκρουπ που συνθέτουν περισσότερο αυθεντική μουσική.

Το black metal είναι διαρκώς εξελισσόμενο, αλλά η πραγματική του φύση είναι αρκετά σταθερή και συνεπής από τα ‘90s

Εάν μπορούσες να προβλέψεις το μέλλον του black metal, που το βλέπεις σε 10 χρόνια, όχι μόνο ως φόρμα και ήχο, αλλά και ως underground σκηνή;

Η αίσθησή μου είναι πως το black metal είναι διαρκώς εξελισσόμενο, αλλά η πραγματική του φύση είναι αρκετά σταθερή και συνεπής από τα ‘90s. Προσδιορίζεται από τη δυαδικότητα την οποία συζητήσαμε, με τις πειραματικές και πρωτοπόρες μπάντες να ισορροπούνται από τις πιο συντηρητικές που αναζητούν την τελειοποίηση παλαιότερων μορφών έκφρασης. Υπό αυτή την έννοια, ασχολείται τόσο με το μέλλον όσο και με το παρελθόν επί ίσοις όροις, οπότε δεν μπορώ να το φανταστώ να θρυμματίζεται με παρόμοιο τρόπο που συνέβη σε άλλα ιδιώματα όσον αφορά τα χάσματα γενεών. Πολιτισμικά η μεγαλύτερη αλλαγή πιθανότατα να επήλθε με την έκρηξη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και την εισροή οπαδών από άλλες σκηνές, όπως από την hardcore, και επέζησε από αυτά μένοντας ακέραιο.

Η χρονιά καταφθάνει στο τέλος της, και όπως γνωρίζεις, μέσα, δημοσιογράφοι και οπαδοί προετοιμάζουν τις λίστες τους με τα καλύτερα άλμπουμ. Έχεις φτιάξει τη δική σου; Υπάρχει κανένα άλμπουμ που απόλαυσες φέτος;

Όχι, καθόλου τίποτα, χα χα! Τους τελευταίους 12 μήνες ή και παραπάνω ακούω αποκλειστικά μουσική των τελευταίων 40 ετών στα πλαίσια της προετοιμασίας του νέου βιβλίου. Οπότε, είμαι ο τελευταίος άνθρωπος για να τον ρωτήσεις για νέα μουσική. Επιτέλους, θα μπορώ να ξεκινήσω να κάνω catch up με μουσική από το 2022 και ύστερα τώρα που το βιβλίο θα κυκλοφορήσει.

Ο βομβαρδισμός από περιεχόμενο τον οποίο βιώνουμε κάνει τα βιβλία πιο πολύτιμα από ποτέ

Στη σημερινή πραγματικότητα της γρήγορης πληροφορίας, του διαδικτύου, των podcasts και του ελάχιστου ελεύθερου χρόνου, ποια θεωρείς πως είναι η σημασία βιβλίων, ειδικά σχετικών με τη μουσική, και πως αντιμετωπίζετε αυτά τα ζητήματα στο Cult Never Dies;

Το προαίσθημά μου είναι πως ο βομβαρδισμός από περιεχόμενο τον οποίο βιώνουμε κάνει τα βιβλία πιο πολύτιμα από ποτέ. Υποθέτω πως αυτό ήταν το στοίχημά μου την προηγούμενη δεκαετία. Αυτές τις ημέρες ο κόσμος δεν χρειάζεται να πληρώνει για το περισσότερο από το περιεχόμενο το οποίο καταναλώνει, αλλά όταν το κάνει, ειδικά οι πραγματικοί λάτρεις της μουσικής, αναζητά πιο πολυτελή και λιγότερο αναλώσιμα αντικείμενα. Με τον ίδιο τρόπο που ο κόσμος πλέον επιλέγει βινυλιακές ή ειδικές εκδόσεις σε CD, θεωρώ πως τείνει να επενδύει σε βιβλία υψηλής ποιότητας, παράλληλα με το διάβασμα περιεχομένου στο διαδίκτυο και πάει λέγοντας. Αυτή φαίνεται να είναι τουλάχιστον η κατάσταση. Ας ελπίσουμε να συνεχιστεί!

Dayal Patterson

Σκοπεύει το Cult Never Dies να συνεχίσει να κυκλοφορεί βιβλία που καλύπτουν συγκεκριμένα επιμέρους extreme metal υπο-ιδιώματα και σκηνές;

Βεβαίως! Το Cult Never Dies είναι αφοσιωμένο σε μεγάλο βαθμό στο να εκδίδει βιβλία που ασχολούνται με τα ιδιώματα του black, death και doom metal, καθώς και με βιογραφίες συγκεκριμένων μπαντών. Νομίζω πως θα μπορούσαμε με άνεση να κυκλοφορήσουμε βιβλία από μεγαλύτερες μπάντες «του κόσμου μας» ας πούμε - για παράδειγμα, θα πουλούσα με χαρά ένα βιβλίο για τους Black Sabbath ή τους Judas Priest αλλά μάλλον όχι για τους Slipknot.

Τελευταία ερώτηση, και θα ήθελα να σε ευχαριστήσω για το χρόνο σου! Υπάρχουν τυχόν μελλοντικά σχέδια που θα ήθελες να μοιραστείς μαζί μας;

Αυτό το βιβλίο κατανάλωσε την πλειονότητα του χρόνου, της ενέργειας και των χρημάτων του εκδοτικού οίκου αυτό το έτος, οπότε έχουμε έναν ικανό αριθμό τίτλων που τους έχουμε καθηστερήσει και θα κυκλοφορήσουν το 2024 και το 2025, συμπεριλαμβανομένων μιας ανθολογίας για το Petrified Fanzine, ένα εικαστικό βιβλίο για τον Christophe Moyen, του τρίτου τόμου της σειράς μας Doom Metal Lexicanum, ενός βιβλίου με επίκεντρο την ιστορία του black metal merchandise καθώς και ενός βιβλίου για το dungeon synth. Επιπρόσθετα, θα διαθέσουμε και καινούριο επίσημο black metal merchandise. 

  • SHARE
  • TWEET