Χαμένος ανάμεσα σε όρια και συναρτήσεις αναζητά το σταθερό του σημείο στη μουσική που ακούει. Θαυμαστής μοναχά της μελωδίας, αδιαφορεί μεν για το είδος του πλαισίου που την παρέχει, όχι όμως και για...

Moonspell
Wolfheart
Vampiria, you are my destiny / My only Love and true destiny / Vampiria...
Τριάντα χρόνια συμπληρώθηκαν από τη μέρα που οι Πορτογάλοι άφησαν στον κόσμο το τεράστιο legacy του "Wolfheart". Λέω τεράστιο, γιατί τέτοιο είναι. Αν αναλογιστεί κανείς τι έφερε στο metal ο συγκεκριμένος δίσκος και κατ’ επέκταση οι Moonspell, η επιδραστικότητα του ήχου τους, η αισθητική, οι δρόμοι που άνοιξαν φέρνοντας σε επαφή το ακραίο με το folk και το goth στοιχείο, ο σκοτεινός ρομαντισμός με τη σαγηνευτική ατμόσφαιρα, η επιρροή τους στο χώρο είναι ακόμα ξεκάθαρη και τεράστια. Δε νομίζω ότι η πανσέληνος και τα πλάσματα που ξυπνάει το γοητευτικό μεγαλείο της, είχε ποτέ μεγαλύτερο αποτύπωμα στη διαμόρφωση της metal μουσικής, κι ας είχαν κυκλοφορήσει ήδη από την προηγούμενη χρονιά οι Cradle Of Filth το ντεμπούτο τους.
Οκτώ συν ένα κομμάτια, γιατί όταν οι Moonspell παρουσίασαν αρχικά το "Wolfheart" στην εταιρεία τους περιλάμβανε και την αδερφή της "Trebaruna", την "Ataegina", που όμως υποχρεώθηκαν να κόψουν τότε από το τελικό tracklist γιατί δεν ταίριαζε, λέει, στο κλίμα που έπρεπε να διατηρεί ο δίσκος. Κάτι τέτοιες ιστορίες με κάνουν κι αναρωτιέμαι τί σκατά ακούνε κάποιοι παραγωγοί. Η επιβλητική εισαγωγή του "Wolfshade" είναι τόσο σκοτεινή που μπορείς να δεις στο βάθος λύκους να ξεπροβάλλουν, να τους ακούσεις να αλυχτούν μέσα στη νύχτα και το πυκνό δάσος. Μέχρι την πρώτη κραυγή, κάλεσμα στην απόκοσμη μαγεία που φέρνει ένα ισοπεδωτικό, αργό ριφ. Η αλλαγή στη μέση του κομματιού πριν το σόλο στήνει ένα γοτθικό θρίαμβο από το πρώτο ακόμα τραγούδι, ενώ το ίδιο το σόλο τόσο χαρακτηριστικό που το μαθαίνεις απέξω και κρατάς μέσα σου κάθε μία από τις νότες του.
Το πέρασμα στο "Love Crimes" είναι τόσο δυνατό, σαν ένα λογοτεχνικό αριστούργημα του προηγούμενου αιωνα που συμπαρασύρει σε μια άγρια, ερωτική ιστορία. Οι maidenικές κιθάρες εντάσσονται πλήρως στο πλαίσιο του τραγουδιού και η κορύφωση με τις φωνητικές αναφορές στον Cronos δένει υπέροχα με το πριν και το μετά. Το δραματικό κλείσιμο οδηγεί χωρίς διακοπή στην είσοδο του "...Of Dreams And Drama". Midnight Ride, στο πιο punk, με οδηγό τον Danzig κομμάτι του δίσκου. Χορευτικό ξέσπασμα πριν τη γραμμή εκείνη που συνδέει το θάνατο με τη μετά ζωή, τον έρωτα με το πάθος, "Lua D'Inverno". Το πέρασμα είναι απλό, σε αντίθεση με τον προορισμό.
Η "Trebaruna" έρχεται να βάλει τα θεμέλια για την dark folk metal μουσική, ο μεσαίωνας κι οι αλλόκοτοι μύθοι του ζωντανεύουν μέσα σε τρία μεθυστικά λεπτά, το όραμα των Moonspell ανοίγει όλες τις πτυχές του, μία μία. Εδώ, κανονικά είναι η θέση της αδερφής της, η υπέροχη "Ataegina" που η αδυναμία μου στην ομορφιά της με κρατάει σκλάβο εδώ και δεκαετίες. Λίγα τραγούδια έχω ερωτευτεί όσο αυτήν.
Και μετά ανατριχίλα. Η βαμπίρια. Μοναδική και σκοτεινή μοίρα που ταίριαξε και ύμνησε τον έρωτα όσο καμία άλλη, σε μια από τις μεγαλύτερες, πιο υπέροχες και επιβλητικές μουσικές της διατυπώσεις. Οι καμπάνες διώχνουν τα σύννεφα and your star has started to shine, η βασίλισσα ουρλιάζει.
Μια ερωτική αλχημεία σχηματισμένη ανάμεσα στο goth rock και τη μοναδικότητα των πορτογάλων τροβαδούρων της νύχτας στήνει ένα ακόμα σκηνικό, ένα τελευταίο πριν το τελευταίο. Χωρίς βιασύνες οδηγεί με αργά βήματα προς την κορύφωση, πριν το "Alma Mater". Το τραγούδι που κλείνει αυτό το αριστούργημα, με ένα αριστούργημα. Κιθάρες που σαρώνουν τον κόσμο, κραυγές που σκίζουν στα δύο και κάθε τόσο Alma mater, ο χορός αρχίζει ξανά, φουντώνει ξανά, και ο πόθος άσβεστος πίνει και πίνει για να ξεδιψάσει.
Το "Wolfheart" είναι η κορυφή της δισκογραφίας των Moonspell. Σε μια εποχή που το ατμοσφαιρικό metal εξερευνούσε τους διαφορετικούς δρόμους που εμφανίζονταν στο διάβα του, οι Πορτογάλοι επέλεξαν να ανοίξουν αυτόν του ρομαντισμού. Τον άνοιξαν, τον περπάτησαν, τον έστρωσαν, τον άλλαξαν και τον ξανά άλλαξαν, με δίσκους που έθεσαν τη δική τους σχολή κι ακόμα γεννάει μαθητές, παντού και πολλούς. Η αγάπη για τις λέξεις του Μαρκήσιου ντε Σαντ, η μουσική θεατρικότητα, ο λογοτεχνικός τρόμος και το εξώφυλλο, το χάρτινο, με την ωμή του δύναμη ολοκληρώνουν έναν αξεπέραστο σε αισθητική και ποιότητα δίσκο, από αυτούς μα και τους άλλους, πολλούς άλλους, που προσπάθησαν.