Suede

Autofiction

BMG (2022)
Από τον Αντώνη Αντωνιάδη, 22/11/2022
Μια θριαμβευτική δισκογραφική επιστροφή
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Με εξαίρεση το "A New Morning", από το οποίο έχουν περάσει πια 20 χρόνια και, μεταξύ μας, δεν ήταν καν ιδιαίτερα κακό, οι Suede έχουν καταφέρει να έχουν στο βιογραφικό τους μόνο πετυχημένα άλμπουμ που αγαπήθηκαν από το κοινό και τους κριτικούς. Πάντα σε διάλογο με την britpop αλλά χωρίς ποτέ να ενσωματωθούν πλήρως στο κυρίαρχο ρεύμα των ‘90s, οι Suede ακολούθησαν το δικό τους δρόμο και, μετά το reunion του 2010, κυκλοφόρησαν πολύ αξιοπρεπείς δίσκους, πετυχαίνοντας σήμερα να αποτελούν ένα από αυτά τα συγκροτήματα που χαιρόμαστε κάθε φορά που επιστρέφουν δισκογραφικά.

Και αυτό αποδεικνύεται για άλλη μία φορά στο "Autofiction". «Κάθε νέος δίσκος είναι μια αντίδραση στον προηγούμενο» δήλωσε σε μια συνέντευξη πριν κάποιους μήνες ο Brett Anderson και αυτό είναι απολύτως ξεκάθαρο εδώ. Εκεί που το "The Blue Hour" λοιπόν μπορούσε να περηφανεύεται για μια ηχητική ωρίμανση που γινόταν διακριτή μέσα από κινηματογραφικές, πιο ήρεμες μουσικές ατμόσφαιρες, το ένατο άλμπουμ των Βρετανών αποτελεί έναν πραγματικό δυναμίτη εναλλακτικού rock.

Οι Suede στο "Autofiction" μοιάζουν σαν αναζωογονημένοι βρικόλακες που έχουν μόλις ρουφήξει το αίμα 100 νεαρών μουσικών ή σαν τους νεαρούς εαυτούς τους που προσγειώθηκαν με το DeLorean στο στούντιο Konk στο Λονδίνο μόνο και μόνο για να γράψουν αυτό τον δίσκο. Δεν θυμάμαι δηλαδή την τελευταία φορά που το συγκρότημα ακουγόταν τόσο τσιτωμένο και δεν είμαι καν σίγουρος αν υπήρξε όντως άλλη φορά στο παρελθόν. Με μια "back-to-basics" προσέγγιση που συνδυάζει γοτθικές ανησυχίες, post- punk επιρροές και glam rock διάθεση με τους πιο αυτοβιογραφικούς στίχους του Anderson, το ένατο άλμπουμ της καριέρας τους είναι με βεβαιότητα αυτό με το οποίο θα συγκρίνουμε κάθε επόμενη δουλειά τους στο μέλλον.

Θα ήταν εξάλλου άδικο να τους συγκρίνουμε με το συγκρότημα που έφτιαξε τα δύο άλμπουμ με τα οποία τους γνωρίσαμε και τα οποία, με κάποια ακόμη, λίγο ή πολύ, έβαλαν τις βάσεις για το πως θα ακουγόταν το βρετανικό rock τη δεκαετία του 1990. Αν όμως ξέρετε κι εσείς τίποτα κακεντρεχείς ελιτιστές που ισχυρίζονται πως οι Suede ποτέ δεν ακούστηκαν το ίδιο καλοί μετά την αποχώρηση του Bernard Butler, σας προτείνω να τους βάλετε να ακούσουν το "Personality Disorder" από το "Autofiction" και, πιθανά, να αναθεωρήσουν.

Από τις πρώτες νότες του άλμπουμ με τη, σαφέστατα επηρεασμένη από τον Peter Hook, μελωδία του "She Still Leads Me On", το οποίο ο Anderson έγραψε για τη μητέρα του που πέθανε, γίνεται σαφές πως οι Suede είναι σε φόρμα. Και αυτό αποδεικνύεται με κάθε επόμενο κομμάτι. Το "15 Again" βγάζει μια γλυκιά παλιομοδίτικη 80-ιλα, το "That Boy on the Stage" συνδυάζει μια μαυρίλα που θα ζήλευαν και οι Bauhaus με ανεβαστικά glam ξεσπάσματα, τα "Black Ice", " "Shadow Self" και "It's Always the Quiet Ones" μοιάζουν με ξεχασμένα demo τα οποία ανακάλυψαν μετά από 30 χρόνια σε κάποιο ξεχασμένο συρτάρι, ενώ το κλείσιμο με το "Turn Off Your Brain and Yell" αποτελεί μια από τις (πολλές) κορυφαίες στιγμές του δίσκου καθώς οι Suede πετυχαίνουν να ενσωματώσουν όλα τα στοιχεία για τα οποία λατρεύτηκαν μέσα σε μόλις έξι λεπτά. Μοναδική στιγμή που πέφτουν οι τόνοι είναι στο "Drive Myself Home", το οποίο όμως αποτελεί μια μεγαλειώδης μπαλάντα για τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να μας στοιχειώσει το παρελθόν.

Φυσικά, όλα αυτά πιθανά δεν θα συνέβαιναν με τον ίδιο τρόπο χωρίς τον Ed Buller, τον άνθρωπο που σε μεγάλο βαθμό ευθύνεται για τον ήχο των Suede αφού κάθεται στην καρέκλα του παραγωγού από την εποχή του ντεμπούτου τους. Ο Buller πιθανά να γνωρίζει πια τον ήχο τους καλύτερα και από τους ίδιους κι έτσι, για άλλη μία φορά, καταφέρνει να αναδείξει με τον καλύτερο τρόπο όλες τις συνθετικές κι ενορχηστρωτικές αρετές τους και να εξυπηρετήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το καλλιτεχνικό τους όραμα.

Βέβαια, ο αρχικός στόχος ήταν το άλμπουμ να ηχογραφηθεί ζωντανά σε μικρά club στα οποία το συγκρότημα θα έπαιζε με το ψεύτικο όνομα "Crushed Kid", όμως ο Covid- 19 φρόντισε να χαλάσει τα σχέδια τους (και να ήταν οι μόνοι). Όπως και να έχει, οι Suede μπορεί να μην κατάφεραν να γράψουν τον δίσκο όπως θα ήθελαν όμως μετέφεραν αυτήν την έντονη, ζωντανή ενέργεια στο στούντιο και ο Buller την αιχμαλώτισε, της έδωσε μορφή και μας την παρέδωσε υπό τη μορφή ενός ακόμη εξαιρετικού άλμπουμ που φέρει πάνω του τη σφραγίδα του συγκροτήματος.

Δεν είναι πολλοί οι καλλιτέχνες που μετά από 30 χρόνια καριέρας (και τι καριέρας ε;) μπορούν να κυκλοφορούν άλμπουμ που έχουν κάτι να πουν ή έστω να προσθέσουν στην υπάρχουσα ιστορία τους. Οι Suede αυτό το είχαν καταφέρει εδώ και καιρό. Το σοκαριστικό στην περίπτωσή μας είναι πως ο ένατος δίσκος τους στέκεται άνετα ανάμεσα στους καλύτερους της πολύχρονης πορείας τους και αυτό αποτελεί έναν πραγματικό θρίαμβο για αυτούς τους πεισματάρηδες Λονδρέζους που δεν λένε με τίποτα να μας απογοητεύσουν. Λέτε το δέκατο να είναι ακόμη καλύτερο;

  • SHARE
  • TWEET