
Seven Sisters
Shadow Of A Fallen Star Pt2
Κλασικά riffs, έπος, μεγαλοπρέπεια και οίστρος
Οι Seven Sisters, προερχόμενοι από το Λονδίνο, συγκαταλέγονται στις κορυφαίες δυνάμεις του σύγχρονου παραδοσιακού heavy metal κινήματος, έχοντας ήδη κερδίσει το κύρος μιας μπάντας που συνδυάζει αφοσίωση στην παράδοση και δημιουργικότητα. Από το ντεμπούτο μέχρι το "Shadow Of A Fallen Star Pt. 1", οικοδόμησαν ένα ηχητικό και αφηγηματικό σύμπαν που αναδεικνύει τη διπλή τους φύση: την κλασική heavy metal σφυρηλάτηση και την κοσμοπλαστική επική τάση. Το παρόν άλμπουμ, "Shadow of a Fallen Star Pt. 2" αποτελεί το αποκορύφωμα ενός concept που διατρέχει το έργο τους σαν χορδή μυθοπλασίας και κοσμικής περιπέτειας. Στο επίκεντρο βρίσκεται ο Kyle McNeill - ψυχή και κινητήριος μοχλός, πολυπράγμων δημιουργός και αλχημιστής του τρέχοντος μεγαλοπρεπούς metal ήχου - του οποίου το αποτύπωμα αναγνωρίζεται όχι μόνο εδώ, αλλά και στο παράλληλο εγχείρημά του, τους Phantom Spell, όπου δίσκοι σαν το "Heather and and Hearth" καταδεικνύουν το μέγεθος του καλλιτέχνη. Όταν ένας μουσικός παραδίδει δύο τόσο θεσπέσια έργα, η σοβαρότητα με την οποία οφείλουμε να τον προσεγγίσουμε καθίσταται αυτονόητη.
Μετά το, ομολογουμένως, πολύ αξιόλογο πρώτο μέρος του "Shadow Of A Fallen Star", η μουσική των Seven Sisters, υπό την εμπνευσμένη καθοδήγηση του McNeill, συνεχίζει να θέλγει τα ώτα και να προκαλεί ρίγη συγκίνησης σ' εκείνους που εξακολουθούν να αναζητούν στη σημερινή εποχή ήχους εμποτισμένους από την αύρα των mid–late ’70s και των early–mid ’80s, καθώς και με τη μεταμοντέρνα ανάγνωση αυτού που σχηματικά αποκαλείται New Wave of Traditional Heavy Metal. Οι τέσσερις συνθέσεις του παρόντος έργου αναδεικνύονται αναντίρρητα ανατατικές, επικές και μεγαλόπνοες. Το εναρκτήριο "Astral Prophecies" στέκει σε ευθεία συνομιλία με το "Astral Seer" των Hällas - δύο συγκροτήματα που φαντάζουν σα να ανταλλάσσουν αμοιβαία την ίδια αισθητική και καλλιτεχνική πνοή. Το "Solar Winds" κινείται σε Saxon-ικό έδαφος, με εκείνη την επιβλητική απλότητα που καθιστά τo riff μνημειακό, ενώ τα guitar harmonies του "Heart of the Sun" μοιάζει λες και εξήχθη απευθείας από το "Somewhere in Time" των Iron Maiden: μία ωδή στην επιστημονική φαντασία σε ευθεία συνάρτηση με την ηρωική μελωδία. Κι έπειτα αναδύεται το μνημειώδες, εικοσάλεπτο "Andromeda Descending (A Fallen Star Rises)", ένας απέραντος ηχητικός ορίζοντας: εδώ οι Seven Sisters δεν αρκούνται σε απλή σύνθεση, αλλά εγείρουν ένα ολόκληρο μυσταγωγικό δρώμενο: μια μουσική τελετουργία που εκτυλίσσεται με την έκταση και την ένταση ενός αυτόνομου EP. Οι μελωδικές γραμμές υψώνονται και κατακρημνίζονται σαν ουράνια σώματα σε τροχιά, τα riffs συστρέφονται με μελωδικά νήματα και οι ρυθμοί πλάθουν ένα συμφωνικό σχήμα μέσα από το σφυρηλάτημα του heavy metal. Στη μεγαλοπρεπή του κορύφωση, το κομμάτι υπερβαίνει τον χαρακτήρα του απλού τραγουδιού και αναδεικνύεται σε μυθική αφήγηση, σε ένα έπος όπου οι Maiden της Seventh Son εποχής συναντούν τους Rush του 2112 με το NWOBHM να ανταλλάσει χειραψία με το επικό ήθος των Virgin Steele, σε ένα ηχητικό πανόραμα που ισορροπεί ανάμεσα σε οίστρο και περισυλλογή.
Αξίζει, εν προκειμένω, να σταθούμε στα ίδια τα λόγια του ιθύνοντος νοός: Ο Kyle McNeill ομολογεί πως η διαδικασία της ηχογράφησης στάθηκε ως «άλμα στο άγνωστο», όπου κάθε σύνθεση λειάνθηκε και ξαναπλάστηκε με ακόμη μεγαλύτερη φροντίδα, ενώ η ιατήρηση του ίδιου line-up για δύο διαδοχικές κυκλοφορίες, προσέδωσε συνοχική συνεκτικότητα. Το "Shadow of a Fallen Star Pt. 2" , παρά την οργανική του σύνδεση με τον προκάτοχό του, αυτονομείται αισθητικά, διεκδικώντας θέση όχι απλώς ως συνέχεια, αλλά ως ισάξιο και αυτάρκες έργο μέσα στο corpus του συγκροτήματος. Ο ίδιος ο McNeill δε διστάζει να χαρακτηρίσει το εικοσάλεπτο φινάλε ως την επιτομή του «τι σημαίνει Seven Sisters», ένα μουσικό μωσαϊκό συναισθημάτων, υφασμένο με νήματα από ταχύτητα, μελωδία, λυρισμό και θεατρικότητα. Εάν, όπως είπε ο Brian Tatler των Diamond Head, οι Seven Sisters είναι ένα από τα «λαμπρότερα νέα φώτα» του βρετανικού metal, τότε τούτος ο δίσκος αποδεικνύει ότι το φως αυτό δεν είναι απλώς αναλαμπή, αλλά φλεγόμενος αστέρας που χαράζει την τροχιά του στο στερέωμα της παράδοσης, αποκαθιστώντας το heavy metal τόσο ως τέχνη αφήγησης όσο και ως βιωματική εμπειρία.
Συνοψίζοντας, οι Seven Sisters προσφέρουν ένα έργο που λειτουργεί ως σπουδή πάνω στη διαχρονικότητα του heavy metal, αποδεικνύοντας πως η τέχνη τους δε συνίσταται σε μία απλή αναβίωση, αλλά σε μία βαθιά αναδημιουργία. Το άλμπουμ υπερβαίνει κάθε ρηχή μιμητική πρόθεση, διανοίγοντας έναν ορίζοντα όπου η παράδοση μεταστοιχειώνεται σε ζώσα εμπειρία και ηχητική αφήγηση που αγγίζει τα όρια του μυθικού και του ποιητικού. Κάθε σύνθεση αντανακλά μια αίσθηση μεγαλείου, όχι μόνο ως τεχνική κατάκτηση αλλά ως αισθητικό και συγκινησιακό βίωμα, αντλώντας από την ίδια την καρδιά του είδους. Έτσι, το δεύτερο μέρος της διλογίας δεν αποτελεί απλώς συμπλήρωμα του πρώτου, αλλά στέκει ως μνημείο δημιουργικής συνέχειας, που υπερβαίνει το εφήμερο επικαιροποιώντας την αξία του.