Bewitcher

Cursed Be thy Kingdom

Century Media Records (2021)
Από τον Αποστόλη Ζαμπάρα, 15/04/2021
Ενοχικές και συνάμα βλάσφημες black 'n' roll απολαύσεις σε ένα καλαίσθητο περιτύλιγμα
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Τα τελευταία χρόνια, με αφορμή το σάρωμα των Midnight, καθώς και τη στροφή του ακραίου ήχου προς πιο cult underground καταστάσεις, το ιδίωμα του black/speed metal έχει έρθει στο προσκήνιο. Συγκροτήματα όπως οι Hellripper, οι Butcher πρόσφατα, ακόμη και ο «ντόρος» που είχαν προκαλέσει παλαιότερα με εξαιρετικές κυκλοφορίες οι Destroyer 666, είναι απλώς παραδείγματα, διαφορετικής εμπορικής διαβάθμισης, των πτυχών του ήχου αυτού. Γενικότερα όμως, από τις απαρχές του πρώτου κύματος του black metal, η απλουστευμένη μεν, στοχευμένη και ουσιώδης δε, αισθητική του metal/punk υβριδίου με νοσηρό concept, δεν παραμερίστηκε ποτέ.

Μια από τις μπάντες που φάνηκαν να εκμεταλλεύονται αυτήν την, «υπόγεια», κινητικότητα των τελευταίων ετών, είναι οι Bewitcher. Η μπάντα από το Portland, έχοντας κυκλοφορήσει πριν δύο χρόνια το "Under The Witching Cross", το οποίο συγκέντρωσε αξιοσημείωτη προσοχή πάνω τους, επιστρέφει με τον νέο της δίσκο υπό τη σκέπη της αρκετά πιο mainstream Century Media Records. Το ιδιότυπο, σχεδόν sleaze ανά στιγμές, black/speed των Αμερικανών, φάνηκε, παρά τον ξεκάθαρο μύλο επιρροών που αποτελεί, να κερδίζει οπαδούς και ακροάσεις, με αποτέλεσμα το νέο άλμπουμ να είναι εν πολλοίς και το μεγάλο στοίχημα της μπάντας.

Με το "Cursed Be Thy Kingdom", οι Bewitcher αντιλαμβάνονται πλήρως το στοιχείο που δύναται να τους διαχωρίσει στον συγκεκριμένο χώρο. Μειώνουν αισθητά τις υψηλών οκτανίων επιθέσεις και, μετατρέποντας το αποτέλεσμα συνολικά σε ένα απολαυστικό/ mid-tempo ξέγνοιαστο διάλειμμα 36 λεπτών. Η έμφαση στα hooks, τα ποιοτικά ρεφραίν και τα μνημονικά κιθαριστικά τερτίπια, ανά στιγμές επισκιάζει τις πιο extreme πτυχές του ήχου, μεγιστοποιώντας την επιρροή των Kiss και Motley Crue στη μουσική τους. Ταυτόχρονα, εμμένοντας στο βρώμικο, NWOBHM της σχολής των Venom, οι Bewitcher συνθέτουν τον πιο δουλεμένο τους δίσκο. Συνθέσεις όπως το "Valley Of Ravens", αν και φέρνει κάτι από Viking μπυροποσία, εν τέλει καταλήγει εξαιτίας της κιθαριστικής του δουλειάς να παρουσιάζει μια συνθετική εξέλιξη.

Σε δίσκους όπως το "Cursed Be Thy Kingdom" όμως, είναι αναμενόμενο η προσοχή να καταλήγει στις ευθείες, μνημονικές συνθέσεις. Η λάγνη βρωμιά και η ανεπιτήδευτη απόλαυση που παρέχουν εξαιρετικές στιγμές όπως το "Satanick Magick Attack" ή το "Mystifier (White Night City)", όσο έντονες και να είναι οι επιρροές και η πηγή προέλευσής τους, δεν θα πάψουν ποτέ να συγκινούν όσες/ους εκτιμούν αυτό το ηχόχρωμα. Οφείλω σε αυτό το σημείο βέβαια να τονίσω πως το δεύτερο άσμα από τα δύο προαναφερθέντα, με τέτοια θεματική, είναι ικανό να εξελιχθεί σε cult classic. Παρά την εμφανή του όμως διάθεση να συνθέτουν υμνητικού τύπου κομμάτια, οι Bewitcher καθίσταται σαφές πως στην προσπάθεια τους αυτή, μερικές φορές φλερτάρουν με την επιτήδευση. Έτσι, κομμάτια όπως το ομότιτλο ή το "Electric Phantoms", αν και συνεισφέρουν στη συμπάγεια του συνόλου, μεμονωμένα ηχούν παράταιρα.

Η συνολική θεώρηση του νέου δίσκου των Αμερικανών, τους βρίσκει να νιώθουν εμφανώς πιο οικεία ως μια μπάντα ενός traditional metal revival. Οι προσαρμογές του σχήματος σε riffs και leads, όπου το extreme στοιχείο, όπως προαναφέρθηκε κάνει ένα βήμα πίσω, δίνει μεν στον δίσκο μια τίγκα metal αίσθηση και τον καθιστά βλάσφημη απόλαυση, αλλά δεν παύει να του στερεί πόντους αλητείας και ωμής αγριότητας. Συνεπώς, οι Bewitcher, ενώ επιτυγχάνουν να συνθέσουν τον πιο προσωπικό τους δίσκο, νιώθοντας στην πορεία πιο άνετα να εκφράσουν τις διαφοροποιημένες με το γενικότερο black/speed metal ιδίωμα επιρροές, ταυτόχρονα ακροβατούν μεταξύ κόσμων. Λίγη σημασία έχει όμως όταν τραγούδια όπως το "The Widow's Blade" επιτυγχάνουν έστω και στιγμιαία να μεταδώσουν την ανεπανάληπτη μαγεία του σκοτεινού heavy metal.

  • SHARE
  • TWEET