Συνέντευξη Thee Holy Strangers (Αλέξης Καλοφωλιάς)

«Για κάθε ξενοφοβικό γρύλλισμα της εξουσίας και του κάθε φασίστα, θα υπάρχει ένα χέρι αλληλεγγύης που θα απλώνεται προς τους πρόσφυγες και τους αποστερημένους»

Από τον Κώστα Σακκαλή, 08/10/2015 @ 11:04
Κάποτε μπορούσαμε να έχουμε ένα από τα δύο. Ή τους Last Drive ή τα συγκροτήματα που ξεπήδησαν από τα μέλη τους (Blackmail, Earthbound, κτλ). Πλέον είμαστε πολύ πιο τυχεροί. Ταυτόχρονα με το «μητρικό» συγκρότημα, οι Blackmail του Γιώργου Καρανικόλα εδώ και καιρό είναι ξανά ενεργοί, ενώ ο Αλέξης Καλοφωλιάς έχει μαζέψει γύρω του τους δικούς του φίλους για ένα συγκρότημα που μας πρωτοσυστήθηκε πριν από περίπου δύο χρόνια με ένα single και σε λίγες ημέρες (10/10) θα παρουσιάσει και την πρώτη του ολοκληρωμένη δουλειά. Για αυτή τη νέα του δραστηριότητα είχαμε τη χαρά να συνομιλήσουμε με τον Αλέξη μαθαίνοντας λίγα παραπάνω πράγματα για τις καταβολές και το παρόν των Thee Holy Strangers.

Να ξεκινήσουμε συστήνοντας το συγκρότημα; Παρότι νέο συγκρότημα ο κάθε μουσικός έχει σημαντική ιστορία να κουβαλάει.
Όλοι γνωριζόμαστε μεταξύ μας και τριγυρίζαμε στα ίδια στέκια για χρόνια, αλλά δεν είχε τύχει να παίξουμε μαζί. Υπήρχαν κάποια κομμάτια που είχαμε δουλέψει με τον Νίκο σε ακουστική μορφή και έπειτα ακολούθησε ένα διάστημα κατά το οποίο σχεδόν σε κάθε πρόβα εμφανιζόταν στο στούντιο και ένα νέο μέλος - στην αρχή ήμαστε ο Νίκος (Dustbowl) και η αφεντιά μου με τον Πάνο από τους Earthbound στα τύμπανα, και έπειτα ήρθαν ο Τάσος (Down and Out, Dream Long Dead), ο Κώστας (a.k.a. Digital Alkemist, Nightstalker, Blend Sextet) που αντικατέστησε τον Πάνο, η Τζένη (Earthbound, MeWeathers) με τη Φλώρα (Ludmila, Make Believe) και ο Γιάννης (John Hardy, Dustbowl, Birds Of Paradise). Χρειάστηκε κάποιος χρόνος μέχρι να γίνει το πράγμα ενιαίο, να βρει ο καθένας τον χώρο του: ο Νίκος έδωσε στη κιθάρα του τον ρόλο μιας ακόμα «φωνής» εξερευνώντας μονοπάτια που πάντα τον ενδιέφεραν, ο Κώστας συμμετείχε τόσο σαν ντράμερ όσο και σαν παραγωγός που είναι, επεμβαίνοντας με τις ιδέες του στον πυρήνα των τραγουδιών και ο Τάσος στο μπάσο έδεσε μαζί του αβίαστα, παίζοντας πιο «στρογγυλά» αλλά διατηρώντας αυτό τον επιθετικό, αλήτικο χαρακτήρα. Η Φλώρα και η Τζένη είναι από μόνες τους τραγουδίστριες που μπορούν να μπορούν να κάνουν μια μπάντα να απογειωθεί. Ο Γιάννης έφερε μαζί του αυτή τη εξωτική αγάπη του για το lap steel, ένα παράξενο όργανο που πάντα μου κινούσε την περιέργεια και το ενδιαφέρον, χώρια που είναι ένας πολύπλευρος κιθαρίστας. Και ο Jim, που έκανε και την παραγωγή του άλμπουμ, έπαιξε καίριο ρόλο στο στήσιμο του ήχου μας. Έτσι οι Strangers απέκτησαν σιγά σιγά το δικό τους ηχητικό καλειδοσκόπιο.

Με τους Last Drive είχαμε ησυχάσει να αποκαλούμε τη μουσική σας απλώς rock 'n' roll και να τελειώνουμε. Με τους Thee Holy Strangers τι αντίστοιχο μπορούμε να πούμε;
Εντάξει, υπάρχει αυτό το kozmic swamp music αλλά είναι περισσότερο ένα αστείο, rock 'n' roll είναι μια χαρά.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι κατά μία έννοια μία συνέχεια του ήχου των Earthbound; Πέρα από ότι και τα δύο ήταν κατά μία έννοια «supergroup», μέχρι και στην κυκλοφορία του πρώτου single μέσω του Fractal Press υπάρχει σύμπτωση.
Όταν ακούω τη λέξη supergroup μου έρχονται στο μυαλό μαλλιάδες εκατομμυριούχοι των '70s που αποφασίζουν να ενώσουν τα εγώ τους για μια -συνήθως σύντομη- καριέρα με πολλά ναρκωτικά και άδοξη κατάληξη. Δηλαδή, πιο πολύ σαν κατάρα μου ακούγεται. Στην Αθήνα του 2015 έχεις να κάνεις με μερικούς ξεροκέφαλους τύπους που τους αρέσει να παίζουν μαζί - κάποιες στιγμές σε πείσμα της πραγματικότητας. Δεν υπάρχει κάποια ηρωική διάσταση στο πράγμα, αλλά όλοι ξέρουμε σε τι συνθήκες ζούμε. Όπως γίνεται πάντα, δημιουργήθηκε ένας κύκλος από φίλους που μας στήριξαν στα live και μας βοήθησαν σε πολλά, και το πράγμα άρχισε να κυλάει.

Με τους Earthbound υπάρχουν χιλιάδες διαφορές και ένα κοινό, που από την πλευρά μου το βλέπω σαν μεγάλη τύχη: Ότι όλα τα παιδιά -και στους Strangers και στους Earthbound- είναι μουσικοί πρώτης γραμμής με διαφορετικές επιρροές, που χωρίς πολλές κουβέντες πήγαν απλές ιδέες σε απροσδόκητα πεδία. Το single με το Fractal ήταν μια ωραία κίνηση από τον Παναγιώτη (Μπάρλα) που μας έκανε να νιώσουμε, όπως και με τους Earthbound, ότι κάνουμε ένα ξεκίνημα ανάμεσα σε φίλους, νιώθοντας την πολύτιμη αίσθηση της κοινότητας.

Ανάμεσα στο πρώτο σας single και τον δίσκο μεσολάβησαν σχεδόν δύο χρόνια. Τι σας καθυστέρησε τόσο;
Διάφορα γεγονότα της ζωής και δραστηριότητες με τις άλλες μπάντες μας. Επιπλέον, το εγχείρημα του άλμπουμ χρειάστηκε χρόνο για να ολοκληρωθεί, γιατί το αναλάβαμε οι ίδιοι. Γράψαμε το δίσκο σε τρεις κύκλους ηχογραφήσεων που κράτησαν από τον Οκτώβριο του μέχρι τον Μάιο που μας πέρασε.

Thee Holy Strangers

Πώς προκύπτει η σύνθεση των τραγουδιών; Πόσο συμμετοχική διαδικασία είναι;
Υπάρχουν κάποιες ιδέες που τις κουβαλάς μέσα σου για μήνες και πάνω κάτω έχεις φανταστεί πώς θα καταλήξουν, και άλλες που προκύπτουν ενώ κουρδίζεις την κιθάρα σου πριν από την πρόβα και κάποιος άλλος αρχίζει κι αυτός να παίζει και το πράγμα παίρνει σάρκα και οστά μπροστά στα μάτια σου με έναν τρόπο μαγικό, σχεδόν χωρίς τη δική σου παρέμβαση. Υπήρχαν στιγμές με τους Strangers που μου αρκούσε να ακούω την μπάντα να παίζει, σχεδόν δεν με απασχολούσε ο δικός μου ρόλος, τόσο με γέμιζε αυτό που άκουγα. Μου αρέσει να δημιουργώ χώρους για να κινηθεί το κάθε όργανο και έπειτα να χαίρομαι αυτό που προκύπτει.

Κάνοντας άλλον έναν παραλληλισμό με τους Last Drive, αν εκείνο το ταίριασμά σας με τους Dead Moon ήταν ιδανικό,  με ποιό συγκρότημα κρίνεις ότι θα έκαναν ένα εξίσου δυνατό ταίριασμα οι Holy Strangers;
Όλα έχουν να κάνουν με τη στιγμή. Με τους Illegal Operation θα μου άρεσε να βγω στον δρόμο.

Ανάμεσα στο μπάσο και την κιθάρα, θεωρείς ότι έχεις ίδιες δυνατότητες έκφρασης ή ένα από τα δύο όργανα σου δίνει παραπάνω επιλογές; Και η φυσαρμόνικα; Νομίζω την «έχεις» αρκετά περισσότερο από όσο έχεις δείξει μέχρι τώρα στη μουσική σου.
Ποτέ δεν θεώρησα τον εαυτό μου κιθαρίστα∙ είμαι περισσότερο λαθρεπιβάτης της κιθάρας, λατρεύω το εύρος της, αλλά το μπάσο επιδρά επάνω μου με διαφορετικό τρόπο, περισσότερο «σωματικό». Έπαιζα περισσότερο για να στήνω κομμάτια με τους Drive και με τους Earthbound αυτό που μου άρεσε περισσότερο ήταν να προσθέτω κάποια ιδιαίτερα στοιχεία στο ηχητικό περιβάλλον- σχήματα για συγκεκριμένο σκοπό στη συγκεκριμένη στιγμή. Τώρα στους Strangers δοκιμάζω την τύχη μου στον ρόλο του ρυθμικού κιθαρίστα με μάλλον απλή προσέγγιση - επιστρέφω στη στιγμή που γεννιόταν το κομμάτι με μια ακουστική και μερικά ακόρντα, και μου αρέσει το «φάντασμα» αυτής της στιγμής να υπάρχει πάντα πίσω από τη συνολική ενορχήστρωση.

Είναι η πρώτη φορά που με ρωτάει κάποιος για τη φυσαρμόνικα και χαίρομαι, γιατί ήταν το πρώτο μουσικό όργανο που έπαιξα στη ζωή μου, πιτσιρικάς ακόμα. Αργότερα, όταν άκουσα στην εφηβεία μου Guthrie, Dylan, τα μπλουζ κλπ. ο ήχος της απέκτησε άλλη διάσταση. Είναι δυνατό και ιδιαίτερο όργανο με πλούσιες δονήσεις και αρμονικές και μπορείς το έχεις πάντα μαζί σου, η συντροφιά του hobo∙ με συντρόφεψε σε πολλά ταξίδια στη ζωή μου. Μετά μας πήρε παραμάζωμα το punk όπου δεν υπήρχε και πολύς χώρος για φυσαρμόνικα -άλλωστε έπαιζα μπάσο και δεν γίνονταν όλα μαζί- αλλά πάντα μου άρεσε να αυτοσχεδιάζω με άλλους μουσικούς και να συμμετέχω σε ηχογραφήσεις φίλων.

Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να τραγουδάς σε ένα σχήμα με τρεις φωνές και μάλιστα δύο γυναικείες; Τα τραγούδια γράφονται με δεύτερα και τρίτα φωνητικά ήδη στο μυαλό σας;
Είναι ονειρική κατάσταση αυτή για μένα! Η Φλώρα και η Τζένη έχουν πολύ διαφορετικές χροιές και προσεγγίσεις και ήθελα να μπορείς να τις ξεχωρίσεις όταν τραγουδούν μαζί, κάτι που μου άρεσε πολύ στα γυναικεία φωνητικά συγκροτήματα της δεκαετίας του '60. Συνήθως υπάρχει κάποια βασική μελωδική γραμμή και οι κοπέλες δουλεύουν τις αρμονίες. Όταν κάνουν δεύτερα, ο τόνος τους είναι τόσο σίγουρος που έχεις μια ολόκληρη λεωφόρο για να κινηθείς. Από την άλλη, είναι τόσο καλές τραγουδίστριες που είναι πολύ δύσκολο να μην σκεφτείς τραγούδια γι' αυτές - μερικές φορές φαντάζομαι έναν από τους επόμενους δίσκους των Strangers μόνο με τις φωνές των κοριτσιών.

Thee Holy Strangers

Στις συναυλίες σας πέρα από το νέο δίσκο παίζετε και διασκευές; Αν ναι, ποιός είναι ο χώρος από όπου προέρχονται, και κατά πόσο υποδηλώνουν την ταυτότητα σας ως συγκρότημα;
Αυτή την εποχή παίζουμε κάποιες διασκευές- δυο τραγούδια του Link Wray από την «αγροτική» του περίοδο στις αρχές των '70s- ήταν εμμονή την εποχή που στήναμε τα πρώτα τραγούδια παρέα με τον Νίκο, «το "Exile On Main Street" του φτωχού»- και ένα των Beasts Of Bourbon, το "Can't Say No" από το "The Low Road" του '91. Μας «τραβάει» αυτό το κλίμα αποκάλυψης και συντέλειας του κόσμου που υπάρχει σε πολλά τραγούδια του αμερικανικού Νότου - το δικό μας πλαίσιο βέβαια δεν είναι θρησκευτικό, αλλά η κατάσταση καταστροφής που ζούμε καθημερινά.

Με αφορμή την για άλλη μια φορά πολύ όμορφη αφίσα σας, θες να μας πεις δυο λόγια για τον δημιουργό της; Με τόσες αφίσες που έχετε μαζέψει και ως Last Drive, σκέφτεστε να κάνετε κάποια έκδοση ή κάπως να τις αξιοποιήσετε;
Είμαστε περήφανοι για τις αφίσες των Strangers. Είναι όλες έργα του φίλου μας του Πέτρου Βούλγαρη (Indyvisuals) με τον οποίο συνεργαζόμαστε από το ξεκίνημά μας. Ο Πέτρος συνδυάζει τη ψηφιακή ρευστότητα με την δημιουργική τρέλα μποέμ καλλιτέχνη των αρχών του περασμένου αιώνα- πράγμα πολύ σπάνιο κατά τη γνώμη μου. Έχει το δικό του όραμα για το γκρουπ, μια δεξαμενή από αναφορές από τις οποίες επιλέγει για να φτιάξει ένα αντίστοιχο της μουσικής των Strangers στο «εικαστικό» πεδίο, αλλά αυτό που τον ξεχωρίζει ότι κατέχει και το περιεχόμενο αυτών των αναφορών, όχι μόνο την εικόνα τους. Έχει κάνει και πολλές αφίσες των Drive. Πάντα δίναμε μεγάλη σημασία στις αφίσες των Last Drive, μάλιστα στις αρχές τις φτιάχναμε μόνοι μας αλλά σταθήκαμε και τυχεροί, γιατί συνεργαστήκαμε με ανθρώπους που αντιμετώπιζαν με φαντασία αυτή τη δημιουργική πρόκληση. Μια αφίσα για μια rock συναυλία δεν είναι απλά μια διαφημιστική αφίσα- είναι μια έκρηξη εικόνας, που εκφράζει τις προσδοκίες για τη βραδιά, τις επιρροές του γκρουπ, ολόκληρο το σύμπαν του. Θα ήταν πολύ ωραίο να κυκλοφορούσαν κάποιες από τις αφίσες των Drive σε ένα λεύκωμα.

Θα ήθελα και ένα σχόλιο για το όνομα του συγκροτήματος. Παρότι αμφιβάλλω αν ήταν στις προθέσεις σας, τα τελευταία γεγονότα με τους πρόσφυγες από τη Συρία μου δίνουν μία άλλη οπτική στην έννοια του «ιερού ξένου».
Αυτό για την ιερότητα των ξένων μπορεί να ακούγεται σαν αστείο στις μέρες μας, αλλά το νόμισμα έχει δύο πλευρές και δείχνει για μια ακόμη φορά πόσο μακριά βρίσκονται οι κυβερνήσεις από την κοινωνία: Για κάθε ξενοφοβικό γρύλλισμα της εξουσίας και του κάθε φασίστα, θα υπάρχει ένα χέρι αλληλεγγύης που θα απλώνεται προς τους πρόσφυγες και τους αποστερημένους. Έτσι είναι πάντα, σκοτάδι και φως.
  • SHARE
  • TWEET