Aφιέρωμα: Manic Street Preachers

28/09/2007 @ 05:35
Μεγάλος διαγωνισμός: Κερδίστε 10 cd ''Send Away The Tigers'' των Manic Street Preachers!

Οι Manic Street Preachers έρχονται επιτέλους στη χώρα μας, για μια μοναδική συναυλία. Ορμώμενοι από την επιτυχία του τελευταίου τους δίσκου "Send Away The Tigers", οι κήρυκες από την Ουαλία υπόσχονται να μας χαρίσουν μια συναυλιακή εμπειρία αντάξια του ονόματος τους.

Ποιοι είναι όμως αυτοί οι "Manics", για τους οποίους γίνεται λόγος; Σίγουρα πάντως, όχι άλλο ένα βρετανικό συγκρότημα των nineties... Όσο αναπολούμε την ιστορία τους, θυμόμαστε εκείνο που οι ίδιοι έχουν πει συνοπτικά για τους εαυτούς τους: «Από την αρχή ήταν θέμα τρόπου ζωής. Δεν ήταν απλά η μουσική, ήταν τα βιβλία και οι αναφορές στους στίχους και ο τρόπος που κοιτούσαμε το παρελθόν και οι αλλαγές της εικόνας μας. Πιστεύω γι' αυτόν τον λόγο οι οπαδοί μας έχουν μείνει μαζί μας»... Αυτοί είναι οι Manic Street Preachers! Το συγκρότημα που είχε απειλήσει να σκάσει σα βόμβα, ανατινάσσοντας μαζί με τον εαυτό του σύσσωμη τη rock σκηνή και μην αφήνοντας τίποτα όρθιο στο διάβα του! Αυτό που κατάφεραν οι Manics τελικά ίσως ήταν πιο σημαντικό και θα το δούμε σύντομα... Γι' αυτό ας πάμε ένα ταξίδι πίσω στον χρόνο λοιπόν. Στις αποσκευές μας, μαζί με τα άλμπουμ των Manics, έχουμε βιβλία, ποιητικού, λογοτεχνικού και πολιτικού περιεχομένου, make-up και σκιά ματιών, γυναικεία είδωλα του 20ου αιώνα σε παλιές καρτ-ποστάλ, ρητά πολιτικών αρχηγών, εφηβικά πόστερ των Sex Pistols και Guns N' Roses, καταχωνιασμένο σε μια σκοτεινή γωνία το "Closer" των Joy Division, και σε μια άλλη ένας καθρέπτης, τυλιγμένος σε μια κουκούλα. Αυτά είναι τα βασικά υλικά, είμαστε έτοιμοι για το ταξίδι!

Κάπου σε μια μικρή πόλη της Ουαλίας

Αυτός είναι ο πρώτος μας σταθμός. Σε κάποιο σχολείο αυτής της μικρής πόλης οι παιδικοί φίλοι James Dean Bradfield, Sean Moore (ξάδερφος του James), Nicky Wire (αληθινό όνομα: Nicholas Jones) και Flicker (αληθινό όνομα: Miles Woodward) αποφάσισαν να σχηματίσουν συγκρότημα, με το όνομα Betty Blue. Ο James στην κιθάρα, ο Sean στα drums, ο Nicky στη ρυθμική κιθάρα και ο Flicker στο μπάσο. Η χρονιά ήταν 1986 και το συγκρότημα σχηματίστηκε γιορτάζοντας 10 χρόνια από την εμφάνιση στο προσκήνιο της μπάντας που είχαν ως είδωλο, τους Sex Pistols. Μια παλιά φίλη του Nicky, ονόματι Jenny Watkins-Isnardi, ισχυρίζεται πως έκανε τα πρώτα φωνητικά για τη μπάντα, τα οποία στη συνέχεια ανέλαβε ο βασικός κιθαρίστας, James. Δύο χρόνια μετά ο Flicker εγκατέλειψε τη μπάντα, ισχυριζόμενος πως είχαν αρχίσει να ξεφεύγουν από τις punk ρίζες τους. Το συγκρότημα συνέχισε με τρία μέλη, με τον Nicky να αναλαμβάνει το μπάσο.

Καθοριστικό στάθηκε ένα επεισόδιο του 1986, τη χρονιά της ίδρυσης τους, όταν είχαν ξεσπάσει στην Αγγλία επεισόδια ανάμεσα σε μια τοπική κοινότητα ανθρακωρύχων και στους αστυνομικούς που είχαν καταπνίξει τη στάση τους... Θυμίζουμε πως ήταν ακόμα η εποχή της Μάργκαρετ Θάτσερ και της νεοσυντηρητικής πολιτικής της. Τον ίδιο καιρό οι Manics έτυχε να δουν μια ζωντανή επετειακή εμφάνιση των Clash στην τηλεόραση. Αυτό υπήρξε και το έναυσμα. Το δεύτερο μεγάλο χτύπημα ήταν η εμφάνιση στην άλλη άκρη του Ατλαντικού ενός χιπ-χοπ συγκροτήματος, ονόματι Public Enemy. Οι Manics είχαν εντυπωσιαστεί από το ανατρεπτικό του πνεύμα και οι Public Enemy μετατράπηκαν σε ένα από τα αγαπημένα τους σχήματα και πρότυπο. Το τρίτο κλικ ήταν η καταιγιστική παρουσία στις ΗΠΑ κάποιου συγκροτήματος με το όνομα Guns N' Roses. Αυτό ήταν, μουσικά οι Manics είχαν βρει τα πρότυπα τους.



Το 1989 τελικά ηχογράφησαν ως Manic Street Preachers το πρώτο τους single, ονόματι "Suicide Alley". Το σχέδιο στο εξώφυλλο είχε επιμεληθεί ένας άλλος σχολικός τους φίλος, ο Richey James Edwards. Ο Richey είχε αναλάβει επιπρόσθετα να γράφει τους στίχους των τραγουδιών μαζί με τον Nicky και να μεταφέρει με το όχημα του τη μπάντα από και προς τις συναυλίες. Ο Richey θα αναδεικνυόταν σύντομα σε εκείνη τη φιγούρα που θα έπαιζε καθοριστικό ρόλο στην εξάπλωση της φήμης των Manics και ο ίδιος έμελλε να μετατραπεί σε μια σχεδόν μυθική μορφή... Αυτός και ο Nicky είχαν σπουδάσει στο ίδιο πανεπιστήμιο, σε αντικείμενα όπως η Πολιτική Επιστήμη και η Ιστορία, και είχαν να περηφανεύονται για τους υψηλούς βαθμούς τους. Τελικά οι δυο τους ανέλαβαν όλο το στιχουργικό περιεχόμενο των Manics.



Σύντομα ο Richey έγινε το τέταρτο μέλος της μπάντας, αναλαμβάνοντας την ρυθμική κιθάρα, αν και ο ίδιος ήξερε μετά βίας να παίζει. «Μπορώ να παίζω λίγο, αλλά σε σχέση με τον James δε μπορώ ούτε στο ελάχιστο», είχε πει ο ίδιος. Γι' αυτόν τον λόγο στις συναυλίες περισσότερο μιμούνταν ότι έπαιζε κιθάρα, με την κιθάρα να βρίσκεται σε πολύ χαμηλή ένταση για να μην ακούγεται. Η μουσική γραφόταν αποκλειστικά από τα ξαδέρφια James και Sean, ενώ τα κιθαριστικά τμήματα στα άλμπουμ ήταν αποκλειστικά δουλειά του James. Γενικά, οι μουσικές επιρροές των Manics ξεκινούσαν από τους Who και τους πρώιμους Rolling Stones και έφταναν σε glam rock συγκροτήματα των '70s, στους Sex Pistols, τους Hanoi Rocks, τους T. Rex, ακόμα περισσότερο στους Clash, και ακόμα πιο πολύ στους Guns N' Roses, αλλά και σε αντίστοιχα hard-rock / metal σχήματα του τέλους των '80s. Η αρχή είχε γίνει...

Sex Pistols and Marilyn Monroe

Μπαίνουμε στα '90s, έχει περάσει ήδη πάνω μια δεκαετία από την έκρηξη του punk, το grunge κίνημα στις ΗΠΑ ετοιμάζεται να εκραγεί και η generation X ψάχνει για ταυτότητα. Στην Αγγλία όμως οι Manics είχαν άλλο στόχο. Δεν ήθελαν απλά να γράψουν μουσική, αλλά να αφυπνίσουν τον κόσμο από τον λήθαργο, την «βαρεμάρα και την ανουσιότητα της ζωής του 20ου αιώνα». Και δε τους αρκούσε αυτό μόνο. Ήθελαν να εξαπλωθεί η φήμη τους, να γίνουν το μεγαλύτερο συγκρότημα της εποχής τους, το πολιτισμικό ορόσημο όλης της δεκαετίας του '90. Και δεν υπερέβαλαν. Σε αυτό όπλο τους είχαν μια πλούσια βιβλιογραφία από αγαπημένους τους συγγραφείς και ποιητές όπως οι Albert Camus, Tennessee Williams, Sylvia Plath, William Burroughs, William Blake, George Orwell, Brett Easton Ellis, Aldus Huxley, Jack Kerouac, Franz Kafka, Fyodor Dostoevsky, F. Scott Fitzgerald, Oscar Wilde, R D Laing, T S Elliot, Guy Debord και άλλους. Οι Manic Street Preachers είχαν ξεκαθαρίσει από την αρχή πως δεν είχαν απλά σκοπό να παίξουν μουσική...

Το 1990 κυκλοφορεί το ep "New Art Riot" και ένα χρόνο μετά το περίφημο single "Motown Junk", με sample εισαγωγή από Public Enemy, ένας καταιγιστικός τετράλεπτος punk δυναμίτης. Στόχος των Manics δεν ήταν απλά η μουσική, αλλά ως άλλοι Sex Pistols να κάψουν ολόκληρο το ροκ οικοδόμημα. Στίχοι όπως "I laughed when Lennon got shot" και πολλαπλές επιθέσεις που εξαπέλυαν (κυρίως δια στόματος Nicky) στις συναυλίες τους τόσο σε άλλους μουσικούς και συγκροτήματα-μεγαθήρια της εποχής τους, όσο και στον Τύπο και την υποκρισία του, είχαν κάνει τους Manics σχεδόν μισητούς και η αρνητική τους φήμη είχε εξαπλωθεί παντού στην Αγγλία. Στις συναυλίες συχνά τους έριχναν μπουκάλια, ενώ ο Τύπος δεν έχανε την ευκαιρία να τους ειρωνευτεί και να γράψει τα χειρότερα γι' αυτούς.



Εκείνο όμως που πραγματικά έκανε τη διαφορά ήταν το image του συγκροτήματος. Πρόσωπα καλυμμένα με make-up και eyeliner, μάσκαρα, γούνες, φορέματα, θηλυπρεπείς πόζες και μια γενικότερα ανδρόγυνη εικόνα ανάλογη με εκείνη του glam rock κινήματος. Δεν έχαναν την ευκαιρία να δηλώσουν την προτίμηση τους στην Kylie Minogue σε σχέση με εκείνα τα «βαρετά» αντρικά συγκροτήματα που δεν έχουν κανένα ίχνος σεξουαλικότητας μέσα τους. Τους έκανε μάλιστα εντύπωση που τέτοια συγκροτήματα μπορεί να στόλιζαν με αφίσες τα δωμάτια! Το γκρουπ δεν είχε κυκλοφορήσει ακόμα τον πρώτο του δίσκο και είχε ήδη γίνει cult στην Αγγλία, με φανατικούς φίλους και εχθρούς. Η φιλοδοξία τους ήταν υπέρμετρη, δεν τους άρεσε που έπαιζαν σε μικρά σκοτεινά κλαμπ, ήθελαν μεγάλα στάδια, προκαλώντας έτσι και την αντιπάθεια των υπόλοιπων συγκροτημάτων που έπαιζαν μαζί. «Είμαστε αποτυχίες, πέρα για πέρα», δήλωνε ο Richey. «Μισούμε να βρισκόμαστε εδώ που είμαστε τώρα», έλεγε με τη σειρά του ο Sean. «Αν σε έναν χρόνο από τώρα βρισκόμαστε στο ίδιο σημείο που είμαστε τώρα, θα το διαλύσουμε». Προτιμούσαν, έλεγαν, αντί να αναφέρονται στον Μουσικό Τύπο, να τους μνημονεύουν δημοφιλείς βρετανικές εφημερίδες, όπως η Sun, η Star και η Daily Mirror, καθώς αυτές τις διαβάζουν περισσότεροι άνθρωποι.



Η αντιφατική σχέση με τον κόσμο που είχαν δημιουργήσει απεικονίζεται στο επόμενο single τους, "You Love Us". Στο εξώφυλλο του single παρελαύνουν μορφές που θεωρούσαν σημαντικές, όπως του Aleister Crowley, της Marilyn Monroe, των Who, του Bob Marley, και της Beatrice Dalle. Την ίδια εποχή οι Manics ξεκαθάρισαν στο άναυδο κοινό τους στόχους τους: να κυκλοφορήσουν το πρώτο και μοναδικό τους άλμπουμ, το οποίο θα ξεπερνούσε σε πωλήσεις το "Appetite For Destruction" των Guns N' Roses (μιλάμε για εκατομμύρια πωλήσεις δηλαδή) και το οποίο θα έθαβε το πτώμα του rock n' roll, να παίξουν headliners στο Wembley για τρεις βραδιές και μετά να διαλυθούν ως συγκρότημα. Θα άγγιζαν την απόλυτη δόξα, θα μετέφεραν παντού το μήνυμα τους και θα διαλύονταν μετά, συνεχίζοντας τις ζωές τους με την οικογένεια και τους σκύλους τους! Αυτό ήταν και το μανιφέστο τους, το οποίο φυσικά εξάπλωσε ακόμα περισσότερο τη φήμη τους. Σε μια θρυλική πλέον συνέντευξη σε δημοσιογράφο του NME, ο οποίος αμφισβητούσε την ειλικρίνεια και τις προθέσεις του συγκροτήματος, ο Richey άρπαξε ένα ξυράφι και χάραξε εκείνη τη στιγμή στο μπράτσο του τις λέξεις «4 REAL», σοκάροντας τους πάντες. Αμέσως μετά εισήχθη στο νοσοκομείο όπου και του έγιναν 17 ράμματα. Όταν ρωτήθηκε στη συνέχεια για το περιστατικό ανέφερε πως απλά ένιωσε να το κάνει, καθώς και για την καταπίεση που βιώνει η εργατική τάξη, η οποία συνήθως στρέφει την επιθετικότητα της προς τον εαυτό της. Το γεγονός αυτό άφησε εποχή και ενίσχυσε την άποψη ότι οι Manics ήταν οι διάδοχοι της punk κληρονομιάς. Λίγο καιρό μετά υπέγραψαν με την Sony Records και κυκλοφόρησαν το πρώτο τους single που έφτασε το βρετανικό top-40, με τίτλο "Stay Beautiful".

"Motorcycle Emptiness" και η αλλοτρίωση της αστικής κοινωνίας

Το έτος είναι 1992, οι Manics υπάρχουν ήδη σα συγκρότημα 6 χρόνια και ο καιρός ήρθε για την κυκλοφορία του πολυαναμενόμενου πρώτου (και τελευταίου;) δίσκου τους... Το όνομα που είχε επιλεγεί στην αρχή ήταν "Culture, Alienation, Boredom And Despair", τελικά όμως κατέληξαν στο "Generation Terrorists", το οποίο έμελλε να γίνει ένας από τους σημαντικότερους δίσκους στην ιστορία της εναλλακτικής ροκ σκηνής των nineties... Μουσικά το άλμπουμ ηχούσε σα μια μίξη των Guns N' Roses με δόσεις από punk, Queen, MC5, The Who και hard rock των '80s, στιχουργικά ήταν κάτι ανάμεσα σε Marx, Guy Debord, Clash και Public Enemy!

Το άλμπουμ γενικά ηχεί σαν ένας δυναμίτης έτοιμος να εκραγεί. Οι στίχοι αποτελούν μια σφοδρή κριτική και επίθεση στο σύγχρονο αστικό οικοδόμημα, των ανισοτήτων και των McDonalds, των πολυεθνικών και των γκέτο, της ασημαντότητας της τηλεόρασης και της σύγχρονης παθητικότητας. Οι στίχοι του Nicky σε γενικές γραμμές είναι πιο εξωστρεφείς, ενώ του Richey πιο ποιητικοί και μυστήριοι. Ο ναρκισσισμός των make-up και της glam πόζας εναλλάσσεται με τον μηδενισμό και τα δριμύ κατηγορώ. Στο τραγούδι "Little Baby Nothing", μαζί με τον James, συμμετέχει στα φωνητικά η πρώην porn star Traci Lords. Οι στίχοι αναφέρονται στη χρήση των γυναικών ως εμπορικά αντικείμενα, στον υποβιβασμό τους σε «Λολίτες» και «Μπάρμπι», τις οποίες «αρκεί να ταΐζεις γλειφιτζούρια για να χορτάσουν», και εντυπωσιάζουν για τη δύναμη και την ειλικρίνεια τους. Καθ' όλη τη διάρκεια της ιστορίας τους οι Manics θα επέστρεφαν στο θέμα της γυναίκας, για τις οποίες έτρεφαν πάντα μεγάλο σεβασμό.

Το τραγούδι ορόσημο πάντως του δίσκου είναι αναμφισβήτητα το "Motorcycle Emptiness", ένας από τους διαχρονικούς ύμνους της δεκαετίας του '90... Τραγούδι που αγγίζει το τέλειο, μουσικά και στιχουργικά, ένα αληθινό μουσικό μανιφέστο πάνω στη σύγχρονη μοναξιά και τη ζωή που καταντάει να γίνει αγώνας επιβίωσης.

Το άλμπουμ σημείωσε αρκετή επιτυχία στις περισσότερες χώρες και ειδικά στην Ιαπωνία, δεν έκανε όμως το μπαμ στις ΗΠΑ, όπου, κατ' αναλογία με το ντεμπούτο των Clash, κυκλοφόρησε τελικά σε λογοκριμένη μορφή, καθώς τα πιο «ακραία» τραγούδια έλειπαν από την αμερικανική έκδοση. Εξάλλου τον καιρό εκείνο ξεσπούσε το grunge κίνημα στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, με το οποίο ο περισσότερο προσανατολισμένος προς τα eighties ήχος των Manics δεν είχε καμία σχέση. Αυτό σε συνδυασμό με τους βαθύτατα κριτικούς και επιθετικούς (και προς τις ίδιες τις ΗΠΑ) στίχους ήταν δύο βασικοί λόγοι για τους οποίους οι Manics δε σημείωσαν επιτυχία εκεί. Είναι πάντως γεγονός πως το ντεμπούτο των Manic Street Preachers αποτελεί ένα από τα καλύτερα ντεμπούτα συγκροτημάτων στην ιστορία της μουσικής μας, το οποίο διατηρεί αναλλοίωτη τη σημασία του σήμερα.

Η μάσκαρα φεύγει, ο καθρέπτης μένει

Τελικά οι πωλήσεις του άλμπουμ δεν ανταποκρίθηκαν στο μανιφέστο και τις υψηλές προσδοκίες τους. Τι έμελλε λοιπόν για τους Manics; Υποστηρίζοντας πως «η επιτυχία δεν έρχεται αμέσως» και πως το περίμεναν πως η εξέλιξη θα ήταν αυτή, καθώς και το ότι είχαν ήδη έτοιμα από τις περιοδείες τους νέα τραγούδια, μπήκαν στο στούντιο για την ηχογράφηση του δεύτερου τους δίσκου. Η μπάντα δε διέλυσε τελικά. Μαζί με τις μεγάλες δηλώσεις, έβαλαν στην άκρη και το poser look και υιοθέτησαν ένα περισσότερο hard rock image. To "Gold Against The Soul" κυκλοφόρησε το 1993 και περιείχε αρκετές διαφορές σε σχέση με το ντεμπούτο. Ο ήχος εδώ είναι πιο κοντά σε παραδοσιακό hard-rock, ενώ ειρωνικά υπάρχουν και κάποια grunge στοιχεία. Το αλήτικο και punk στοιχείο του "Generation Terrorists" έχει αντικατασταθεί από ένα περισσότερο mainstream hard rock στοιχείο, με πολύ πιασάρικα και μελωδικά τραγούδια, ενώ δεν τυχαίο που οι Manics την ίδια περίοδο έκαναν περιοδεία στις ΗΠΑ με τους Bon Jovi. Η οργή του πρώτου άλμπουμ λείπει, τα τραγούδια στιχουργικά είναι πολύ λιγότερο πολιτικοποιημένα και περισσότερο εσωστρεφή, η παραγωγή είναι υπερβολικά «καλογυαλισμένη» και φαίνεται διαρκώς η ανάγκη των Manics για κάποιο hit-single. Σε κάποια τραγούδια οι θλιμμένοι στίχοι δεν εναρμονίζονται με την αρκετά χαρούμενη μουσική. Το άλμπουμ αυτό οι ίδιοι οι Manics το έχουν θεωρήσει ως το χειρότερο τους, ειδικά ο James Bradfield έχει μιλήσει με καθόλου κολακευτικά για τον δίσκο σχόλια.

Παρά την αμφισβήτηση ο δίσκος αυτός ξεπέρασε τελικά σε πωλήσεις το ντεμπούτο και σκαρφάλωσε στην όγδοη θέση των βρετανικών charts. Και είναι γεγονός πως ορισμένα από τα τραγούδια του άλμπουμ είναι εξαιρετικά, όπως το φοβερό "Sleepflower", με το καταιγιστικό riff, το συναυλιακό "La Tristesse Durera (Scream To A Sigh)", που παραμένει από τα αγαπημένα των οπαδών, και το εκπληκτικό "Life Becoming A Landslide", ένα από τα ομορφότερα τραγούδια που έχουν γράψει ποτέ. Σε γενικές γραμμές πρόκειται για έναν περισσότερο μεταβατικό δίσκο, χαρακτηριστικό του οποίου ήταν η στροφή προς τα μέσα, προς τα συναισθήματα και το υποσυνείδητο. Αυτό όμως δεν ήταν τίποτα σε σχέση με εκείνο που θα ακολουθούσε... Σκοτεινά σύννεφα απλώνονται πάνω από τον ουρανό των Manics, η συνέχεια ήταν εκείνη που θα ανέβαζε το όνομα τους στο μουσικό βάθρο της ροκ μουσικής, με βλέμμα όμως στραμμένο προς την άβυσσο...

"The Holy Bible"

Το 1994 ήταν η πιο σκοτεινή και δύσκολη χρονιά στην ιστορία των Manics. Ο Richey αντιμετώπιζε (ήδη από την εφηβεία του) πολλά προβλήματα, όπως κατάθλιψη, αλκοολισμό, ανορεξία και τάσεις για αυτό-ακρωτηριασμό. Σε μια συναυλία στην Ταϊλάνδη είχε εμφανιστεί με μαχαιριές στα χέρια του. Σε κάποια φάση χρειάστηκε να εισαχθεί σε ψυχιατρική κλινική και το συγκρότημα έπαιζε χωρίς αυτόν, φανερά επηρεασμένο από την απουσία του. Την ίδια περίοδο οι Manics είχαν επισκεφτεί γνωστά στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως το Νταχάου, καθώς και το Πάρκο της Ειρήνης στη Χιροσίμα, το μουσείο του οποίου απεικονίζει τη φρίκη της έκρηξης της ατομικής βόμβας. Παράλληλα είχαν αποφασίσει να φτιάξουν έναν δίσκο ύστερα από πολύ μελέτη και συγκέντρωση, βιβλιογραφική και μουσική. Και το αποτέλεσμα αυτών; Το "Holy Bible", ένας δίσκος αριστουργηματικός μέσα στο σκοτεινό του έρεβος και ένα από τα άλμπουμ μνημεία στην ιστορία της ροκ μουσικής. Και για πρώτη φορά οι ως τότε κυνικοί και επιφυλακτικοί κριτικοί αναγνώρισαν το μεγαλείο του δίσκου, και το μεγαλείο του συγκροτήματος.



Ο δίσκος αυτός παρομοιάστηκε με το "In Utero" των Nirvana, κυρίως λόγω της τραγικής τους συνέχειας... Ένα άλμπουμ που στέκει δίπλα σε δίσκους ορόσημα όπως το "Pornography" και το "Closer". Μουσικά εδώ οι Manics επαναπροσδιορίζονται. Το ποζεράδικο και το hard-rock ύφος έχει εξαφανιστεί και στη θέση του συναντάμε παγωμένα κιθαριστικά riff, με έντονο το gothic και το post-punk στοιχείο, κάποια industrial στοιχεία, ενώ τα punk ξεσπάσματα επιστρέφουν έντονα όσο ποτέ και ακούγονται σα να βγαίνουν μέσα από ένα σκοτεινό πηγάδι. Οι επιρροές από Joy Division πολλές, όπως και από Alice In Chains και Cranes. Η ατμόσφαιρα είναι εφιαλτική, υπαρξιακή, απελπισμένη, σα μυθιστόρημα του Κάφκα, η παραγωγή δίνει έναν κλειστοφοβικό τόνο, η απόγνωση και η οργή κυριαρχούν πέρα για πέρα. Η δομή του δίσκου και η εναρμόνιση των τραγουδιών με τη μουσική είναι πολύ ιδιαίτερη, σε κάποια σημεία μία μόνο λέξη τραγουδιέται με τρόπο τέτοιο που τραβάει πολύ σε μήκος, σε άλλα πάλι ολόκληρες προτάσεις βγαίνουν πολύ γρήγορα, έτσι ώστε να μην καταλαβαίνει ο ακροατής τι λέγεται. Οι Manics είχαν αλλάξει το image τους για άλλη μια φορά. Τώρα εμφανίζονται ντυμένοι με στρατιωτικά.

Στιχουργικά ο δίσκος είναι πολύ σκοτεινός, από τους σκοτεινότερους που έχουν γραφτεί ποτέ, σε σημεία γίνεται πραγματικά επώδυνος. Το 70% των στίχων αυτή τη φορά γράφτηκε από τον Richey και αντανακλά τον ψυχικό του κόσμο... Ο δίσκος καταπιάνεται με τις σκοτεινότερες όψεις της ανθρωπότητας, σαν ένας καθρέπτης που φανερώνει τις πιο τρομακτικές πλευρές της ανθρώπινης ύπαρξης... Η εκπόρνευση του σώματος, η αυτοκαταστροφή, το Ολοκαύτωμα, η απώλεια, ο μηδενισμός, η μετατροπή των πάντων σε εμπορεύματα, οι serial-killers, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ανάμεσα στα θέματα του "Holy Bible"... Το συγκλονιστικό "4st. 7lbs." Έχει ως θέμα του το δράμα της βουλιμίας και της νευρικής ανορεξίας, για πρώτη φορά στη δημοφιλή μουσική, με έναν σπαρακτικό αλλά και ρομαντικό τόνο («I want to walk in the snow And not leave a footprint I want to walk in the snow And not soil its purity»)... Η πολιτικοποίηση είναι έντονη για άλλη μια φορά σε τραγούδια όπως το "Ifwhiteamericatoldthetruthforonedayitsworldwouldfallapart" και το "P.C.P.", το θέμα του οποίου είναι η υποκρισία της πολιτικής ορθότητας. Ο δίσκος επιπρόσθετα είναι εμποτισμένος με αναφορές σε ιστορικά, λογοτεχνικά και πολιτικά πρόσωπα, και οι στίχοι συχνά είναι δυσνόητοι, αινιγματικοί και ποιητικοί, κατ' αναλογία με τον δημιουργό τους, του οποίου το έργο αυτό έμελλε να είναι το κύκνειο άσμα...

Το άλμπουμ, αν και αποθεώθηκε από τους κριτικούς, υπήρξε το λιγότερο επιτυχημένο τους ως τότε. Παραμένει ωστόσο το καλλιτεχνικό αριστούργημα τους και η αναγνώριση του στο ευρύ κοινό ήρθε, έστω και αργά. Η πρόσφατη επανέκδοση του έφτασε πολύ ψηλά στα βρετανικά charts. Το 2005, σε ένα δημοψήφισμα της εκπομπής του BBC "Newsnight Review" κατέκτησε την κορυφή των «αγαπημένων άλμπουμ», εκτοπίζοντας το "Ok Computer" των Radiohead στη δεύτερη θέση.



Η εξαφάνιση του Richey James Edwards

Το σκοτεινότερο κεφάλαιο στην ιστορία των Manic Street Preachers κλείνει με την εξαφάνιση του Richey, ο οποίος τόσα είχε προσφέρει στο συγκρότημα. Την περίοδο αμέσως μετά την κυκλοφορία του "Holy Bible" αυτό που είχε μεγαλύτερη σημασία για τους Manics, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Nicky Wire, ήταν «να κρατήσουμε τη μπάντα όρθια! Να κρατήσουμε ζωντανό τον Richey!». Προς υποστήριξη του νέου άλμπουμ το συγκρότημα παρουσίασε ζωντανά το πρώτο single "Faster" στην εκπομπή "Top of the Pops" του BBC. O τραγουδιστής James Bradfield ερμήνευσε το τραγούδι φορώντας στο πρόσωπο του μια κουκούλα που θύμιζε παραστρατιωτικές τρομοκρατικές οργανώσεις, εναρμονιζόμενος με το νέο look του συγκροτήματος. Οι αντιδράσεις όμως ήταν θυελλώδεις, καθώς ξέσπασαν πάνω από 25.000 διαμαρτυρίες, περισσότερες από ποτέ στην εκπομπή αυτή. Η τελευταία επεισοδιακή εμφάνιση του Richey με το συγκρότημα ήταν τον Δεκέμβριο του '94, στο London Astoria. Προς το τέλος της συναυλίας ο Richey διέλυσε την κιθάρα του και οι υπόλοιποι Manics ακολούθησαν, καταστρέφοντας όλο τον εξοπλισμό τους και τα μηχανήματα, αξίας 10.000 λιρών. «Ποτέ δε θα είμαστε τόσο καλοί ξανά», είπε ο Nicky μετά το τέλος της συναυλίας. Δυστυχώς ήταν και η τελευταία φορά που θα έπαιζαν και οι τέσσερις μαζί.

Ενώ οι Manics ετοιμάζονταν για ένα ταξίδι στις ΗΠΑ, ο Richey εξαφανίστηκε. Το αμάξι του βρέθηκε εγκαταλελειμμένο λίγες μέρες μετά κοντά σε μια γέφυρα του Λονδίνου, η οποία αποτελούσε «δημοφιλές» σημείο αυτοκτονιών. Ο Richey δε βρέθηκε ποτέ έκτοτε. Το σοκ ήταν μεγάλο, οι έρευνες κράτησαν καιρό αλλά τα στοιχεία δε μπορούσαν να επιβεβαιώσουν τίποτα, καθώς ποτέ δεν βρέθηκε ο ίδιος νεκρός. Λίγο πριν εξαφανιστεί, ο Richey είχε αποσύρει χρήματα από τον τραπεζικό του λογαριασμό, τα οποία συνηγορούν στο ότι μπορεί να ήταν μια σκόπιμη εξαφάνιση από μέρους του και όχι αυτοκτονία. Εξάλλου από τις πρώιμες μέρες των Manics γινόταν λόγος για ένα «εντυπωσιακό φινάλε», μια «καταστροφή»... Η τραγωδία της πιθανής αυτοκτονίας είχε πια μετατρέψει τον μελαγχολικό ποιητή των Manic Street Preachers σε θρύλο, και ήταν πολλοί οι οπαδοί, ανάμεσα και πολλές γυναίκες, που έγραφαν γράμματα με αίμα παρακαλώντας τον να γυρίσει πίσω. Πολλοί ήταν οι μάρτυρες τα επόμενα χρόνια που ανέφεραν πως τον είχαν εντοπίσει, σε μέρη όπως η Ινδία ή διάφορα νησιά. Τίποτα όμως δεν επιβεβαιώθηκε. Οι υπόλοιποι Manics δήλωναν πως ήλπιζαν ότι ζει, αλλά δε μπορούσαν να γνωρίζουν ούτε αυτοί. Γιατί είναι γεγονός πως τα προβλήματα που αντιμετώπιζε ο Richey ήταν πέρα για πέρα αληθινά... Το 2000 η αδερφή του Rachel δήλωσε φορτισμένη πως «αν ακούει αυτή τη στιγμή, θέλουμε να ξέρει πως τον αγαπάμε πολύ και πως θέλουμε πολύ να γυρίσει». Η οικογένεια του το 2002, ενώ είχε τη δυνατότητα να τον κηρύξει επισήμως νεκρό, αποφάσισε να μην το κάνει.

Rebirth Through Fire

Οι επιλογές για τους εναπομείναντες Manics πλέον ήταν ή να διαλύσουν, ή να συνεχίσουν στον ίδιο δρόμο που χάραξαν από την αρχή. Και ευτυχώς, έκαναν το δεύτερο. Η επιστροφή τους μάλιστα τους εκτίναξε τελικά στα εμπορικά ύψη που από την αρχή επιθυμούσαν, χωρίς ωστόσο να μειώσει ούτε στο ελάχιστο την καλλιτεχνική αξία των έργων τους... Ήταν πραγματικά μια επιβεβαίωση. Βρισκόμαστε πια στο 1996 και οι τρεις πλέον Manic Street Preachers επιστρέφουν με το "Everything Must Go". Το εξώφυλλο είναι για πρώτη φορά τόσο λιτό και μινιμαλιστικό, στο στυλ του brit-pop κινήματος της εποχής, στο οποίο πρωτοστατούσαν συγκροτήματα όπως οι Oasis και οι Blur. Και ο νέος δίσκος αποτελεί πραγματικά μια ανάσα ζωής και δροσιάς μετά το έρεβος του "Holy Bible"... "All I want to do is live no matter how miserable it is". Αυτός ο στίχος συνοψίζει το πνεύμα του νέου δίσκου, ο οποίος ξεχείλιζε όχι μόνο από μελαγχολία, αλλά και από αισιοδοξία και ελπίδα. Κάποια από τα ωραιότερα τραγούδια του δίσκου έχουν τη στιχουργική υπογραφή και σφραγίδα του Richey, τα οποία είχε γράψει πριν εξαφανιστεί. Όλα μαζί δημιουργούν ένα μοναδικό και άρτιο ηχητικό σύνολο, οι κιθάρες του οποίου συνοδεύονται αυτή τη φορά και από άλλα όργανα όπως βιολιά και τρομπέτες, δίνοντας μια πιο μελωδική χροιά. Ο δίσκος γενικά είναι περισσότερο «ποπ» σε σχέση με τους προηγούμενους, αλλά αυτό δε μειώνει ούτε στο ελάχιστο την αξία της μουσικής του. Εδώ συναντάμε και το "A Design For Life", ένα από τα ωραιότερα τραγούδια των Manics, το οποίο στιχουργικά είναι ο ύμνος της εργατικής τάξης. Το άλμπουμ εκτοξεύτηκε στη δεύτερη θέση των βρετανικών charts, κέρδισε πολλά βραβεία, ανέδειξε τέσσερα singles και έγινε διπλά πλατινένιο. Οι Manic Street Preachers δέχονταν επιτέλους την επιτυχία που τους άξιζε.

Η επιτυχία θα γινόταν ακόμα μεγαλύτερη όμως στη συνέχεια με το επόμενο άλμπουμ τους, "This Is My Truth Tell Me Yours", του 1998. Το άλμπουμ σκαρφάλωσε για πρώτη φορά στην κορυφή των charts και οι Manics ήταν πλέον ένα από τα μεγαλύτερα -και εμπορικά- ονόματα της βρετανικής ροκ σκηνής. Η παγκόσμια επιτυχία του συγκροτήματος ήταν πολύ μεγάλη πλέον, με εξαίρεση φυσικά τις ΗΠΑ, για τις οποίες όμως λίγο τους ενδιέφερε πλέον. Στο νέο άλμπουμ οι συνθέσεις εξακολουθούν να βρίσκονται σε υψηλό επίπεδο, με ορισμένα καταπληκτικά τραγούδια όπως το υπέροχο "The Everlasting", το ασιατικό "Tsunami" και το single "If You Tolerate This Your Children Will Be Next", άλλο ένα πολιτικοποιημένο τραγούδι από τους Manics, με θέμα του τον Ισπανικό Εμφύλιο, το οποίο υπήρξε και το πιο πετυχημένο single τους ως τότε. Υπήρξε επίσης το πρώτο τραγούδι που μπήκε στο βρετανικό Τop-40 με στίχους όπως "If I can shoot rabbits, then I can shoot fascists"! Είναι γεγονός πάντως πως ο δίσκος αυτός μουσικά βρίσκεται πολύ μακριά από τη δύναμη και τη φρεσκάδα του πρώτου τους άλμπουμ ή την οργή του "Holy Bible", τόσο, που αρκετοί παλιοί οπαδοί του συγκροτήματος απογοητεύτηκαν. Το ύφος εδώ είναι αρκετά χαλαρωτικό, πολλά τραγούδια έχουν μια ακουστική σχεδόν χροιά. Αυτό όμως κατά τη γνώμη μου δε μειώνει την αξία του δίσκου, ο οποίος παραμένει σε υψηλό επίπεδο στις συνειδήσεις του κόσμου.

Πλησιάζοντας το τέλος του ταξιδιού μας

Μπαίνουμε στο 2000 και οι πετυχημένοι και αναγνωρισμένοι πλέον Manics κυκλοφορούν το single "The Masses Against The Classes", ένα πολύ δυναμικό τραγούδι το οποίο ήταν και η απάντηση τους σε όσους τους κατηγορούσαν πως είχαν εγκαταλείψει τις ρίζες τους, και το οποίο χωρίς να δεχτεί καθόλου σχεδόν προώθηση κατέκτησε με ευκολία την πρώτη θέση στα βρετανικά charts. Έναν χρόνο μετά έπαιξαν σε μια ιστορική συναυλία στην Κούβα, στο θέατρο "Karl Marx" και συνάντησαν τον πρόεδρο Φιντέλ Κάστρο.



Στην ίδια συναυλία παρουσίασαν τραγούδια από το νέο, έκτο, άλμπουμ τους, το οποίο κυκλοφόρησε αργότερα μέσα στη χρονιά. Το "Know Your Enemy", όπως ονομάστηκε, σκαρφάλωσε κι αυτό πολύ ψηλά στα charts (στη δεύτερη θέση) και τα πρώτα δύο singles του κυκλοφόρησαν την ίδια μέρα. Το άλμπουμ είναι τεράστιο, περισσότερο πολιτικοποιημένο από τα τελευταία τους, και μουσικά αποτελεί ό,τι πιο πολυσύνθετο έχουν κάνει, με τραγούδια που ποικίλλουν από ξέφρενο rock εφάμιλλο των πρώτων ημερών τους, σε άλλα που θυμίζουν Joy Division και Sonic Youth, ως... Beach Boys και disco-funk! Το τελευταίο μάλιστα αφορά ένα από τα πιο ενδιαφέροντα τραγούδια του δίσκου, το "Miss Europa Disco Dancer", πίσω από τους πιασάρικους ρυθμούς του οποίου κρύβεται η σφοδρή επίθεση και το οποίο τελειώνει με τον όχι πιο «εμπορικό» τρόπο! Οι πειραματισμοί τους γενικά θυμίζουν Clash. Το κακό είναι πως δεν πετυχαίνουν πάντα, γι' αυτό και το "Know Your Enemy" είναι ένα άνισο άλμπουμ, του οποίου όμως οι θετικές στιγμές είναι περισσότερες από τις αρνητικές. Τραγούδια όπως τα "Ocean Spray", "Intravenous Agnostic", "The Convalescent", "Miss Europa Disco Dancer" είναι από τα highlights του συγκροτήματος.



Το 2004 οι Manics κάνουν την μεγαλύτερη ως τώρα στροφή στον ήχο τους κυκλοφορώντας το "Lifeblood", του οποίου το single "The Love of Richard Nixon" σημείωσε μεν επιτυχία, αλλά ο δίσκος συνολικά ήταν ο λιγότερο πετυχημένος τους ως τότε. Ο Nicky είχε περιγράψει τη μουσική ως «ελεγειακή ποπ» και κατά τη γνώμη μου περιγράφει πολύ καλά το ηχητικό φάσμα του "Lifeblood", το οποίο είναι όμορφο, μελωδικό, ταξιδιάρικο, με στοιχεία που θυμίζουν Cure, New Order, Pet Shop Boys και πρώιμους U2, αλλά το pop ύφος του οποίου και η υπερβολικά χαλαρή του ατμόσφαιρα το κάνουν να απέχει μίλια από τους Manic Street Preachers που γνωρίσαμε. Πάντως ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα τους έργα, ενώ το "1985" είναι από τα καλύτερα τραγούδια των Manics, κατά τη γνώμη μου.

Είχε έρθει λοιπόν η ώρα για τους Manics να φορέσουν τις παντόφλες, να αράξουν πίσω και να πουν «αυτό ήταν, ώρα να χαλαρώσουμε»; Την αποστομωτική απάντηση την έδωσαν οι ίδιοι με το φετινό "Send Away The Tigers"! Οι Manics είχαν επιστρέψει στον ήχο που τους έκανε μεγάλους, με ένα πραγματικά φοβερό άλμπουμ, γεμάτο δύναμη και ζωντάνια... Τραγούδια όπως το "Autumn Song", "I'm Just a Patsy", "Send Away The Tigers", "Imperial Bodyguards", "Rendition" και φυσικά το φοβερό πρώτο single "Your Love Alone Is Not Enough", στο οποίο συμμετέχει η τραγουδίστρια των Cardigans, Nina Persson, αποδεικνύουν πως οι Manics δε βρίσκονται τυχαία στη θέση αυτή που βρίσκονται, ως ένα από τα μεγαλύτερα σύγχρονα συγκροτήματα της βρετανικής ροκ σκηνής. Και όπως αναμενόταν, ο δίσκος τους εκτόξευσε ξανά στην κορυφή.



Αυτούς, τους Manic Street Preachers, το συγκρότημα που αντί να ανατινάξει το ροκ οικοδόμημα κατόρθωσε τελικά να το εμπλουτίσει με την υπέροχη μουσική και τους βαθύτατους στίχους του, θα έχουμε επιτέλους την ευκαιρία να απολαύσουμε σε λίγες μέρες στο Terra Vibe! Θα είμαστε εκεί...

Some Extras...

«Η διαφορά μεταξύ εμένα και του Richey ήταν πως εκείνος προτιμούσε πάντα να γίνεται κατανοητός, ενώ εγώ προτιμούσα να παρεξηγούμαι». Ο Nicky Wire, έτερος στιχουργός των Manics, σχετικά με τη διαφορά ανάμεσα σε αυτόν και τον Richey James Edwards...

«Έχω πτυχίο στις πολιτικές επιστήμες, περιμένεις τώρα να υποβιβάσω τον εγκέφαλο μου σε τέτοιο επίπεδο;». Ο Nicky Wire, όταν ρωτήθηκε ποια είναι η γνώμη του για το τηλεοπτικό σόου "Big Brother".

«Αυτό που δε μου αρέσει στους Judas Priest είναι ότι ο τραγουδιστής τους δε μπορεί να παραδεχτεί την ίδια του τη σεξουαλικότητα. Και αυτό το βρίσκω βαθύτατα προσβλητικό». Ο Richey, σε συνέντευξη στις αρχές των nineties γύρω από τη metal σκηνή.



«Πιστεύω πως η αμερικανική heavy metal σκηνή των eighties έχει παρέλθει για πάντα. Ήταν τόσο υπερβολική, φανταχτερή, και στόχευε αποκλειστικά στη διασκέδαση. Πιστεύω πως οι rock fans τώρα ντρέπονται γι' αυτό. Αυτές τις μέρες οι άνθρωποι ανησυχούν περισσότερο, για την κοινωνία, και έτσι η μουσική που είναι δημοφιλής τώρα είναι περισσότερο μελαγχολική και σκοτεινή». Ο Richey, στην ίδια συνέντευξη.

«Με την Αμερική πρέπει να είσαι ή έμμονα παθιασμένος μαζί της, ώστε να την κατακτήσεις, ή απλά πας και δε σε νοιάζει τίποτα. Πιστεύω πως εμείς έτσι είμαστε πια». Ο James Bradfield σχετικά με τις ΗΠΑ και την υποδοχή τους προς το συγκρότημα.

«Το να νομίζει κανείς πως τα ναρκωτικά μπορούν να είναι σύμβολο εξέγερσης στα 1990s είναι τόσο αφελές και παλιομοδίτικο. Στα 1990s είναι πολύ πιο επαναστατικό να βγεις έξω και να διαβάσεις ένα βιβλίο». Nicky Wire.

Το "Motown Junk", το παλιότερο και ένα από τα αγαπημένα τους singles, οι Manics στις συναυλίες τους το παίζουν κάθε φορά ξεκινώντας με κάποιο άλλο τραγούδι τους, ή σε μορφή medley όπου κατά καιρούς έχουν αποτίσει φόρο τιμής σε συγκροτήματα όπως οι Guns N' Roses, οι Lynyrd Skynyrd και οι Van Halen. Το τραγούδι "Roses In The Hospital" από τον δεύτερο τους δίσκο περιλαμβάνει στο τέλος μια αναφορά στους Clash, και στο τραγούδι τους "Rudy Can't Fail", με τη διαφορά ότι εδώ οι Manics λένε "Rudi Rudi Rudi gonna fail"!

Ο στίχος "We don't talk about love/We only want to get drunk" από το τραγούδι τους "A Design For Life" ήταν η ειρωνική απάντηση του Nicky στο κλισέ ότι το μόνο που ενδιαφέρει την εργατική τάξη είναι η μπύρα και ότι δεν έχει πολιτιστικό ή συναισθηματικό υπόβαθρο. Το τραγούδι πάραυτα έγινε ένας ύμνος του μεθυσιού.

Η κιθαριστική εισαγωγή στο τραγούδι "No Surface All Feeling" από το "Everything Must Go" είχε παιχτεί από τον Richey και είναι η μοναδική στιγμή σε άλμπουμ των Manics που περιλαμβάνεται δική του κιθαριστική δουλειά.

Η συναυλία τους στην Κούβα καταγράφτηκε στο dvd "Louder Than War", ο τίτλος του οποίου δόθηκε ύστερα από ένα αστείο που έκανε ο Φιντέλ Κάστρο, όταν ο Nicky είπε ότι η συναυλία μπορεί να είναι λίγο δυνατή.

Ύστερα από τόσα χρόνια μετά την εξαφάνιση του Richey James Edwards, το συγκρότημα εξακολουθεί να καταχωρεί ένα τέταρτο από τα έσοδα του σε έναν ειδικό λογαριασμό, ο οποίος φυλάσσεται γι' αυτόν.

  • SHARE
  • TWEET