The National

Sleep Well Beast

4AD (2017)
Από την Βάσω Καραντζάβελου, 15/12/2017
Δυστοπικές καταστάσεις και φρέσκοι πειραματισμοί: η πιο ευαίσθητη, κατανυκτική indie rock στιγμή της χρονιάς γκρεμίζει οροφές
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Ο όρος «ψυχογράφημα» έχει καταντήσει κάπως κουραστικός. Σε πολλούς θυμίζει προσποιητό λεξιλόγιο μαθητών Λυκείου, σε άλλους κουλτουριάρικες κριτικές βιβλίων και ποιημάτων, πάνω κάτω όμως είναι μία λέξη την οποία κολλάμε παντού, όταν θέλουμε να δείξουμε το βάθος και την ακριβή καταγραφή διαφόρων συναισθημάτων και στοιχείων ενός ήρωα.

Είναι κάποια πράγματα που όταν ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή μαζί τους δε μου άφησαν κανένα αποτύπωμα. Τρανταχτά παραδείγματα τα έργα του Καμύ και η μουσική του Άσιμου. Το κενό ανάμεσα στις γενικότερες εγκωμιαστικές κριτικές και το ερωτηματικό πάνω από το κεφάλι μου μεγάλωνε τη σύγχυση μου, μέχρι που ένας αρκετά μεγαλύτερος φίλος έδωσε μία χρήσιμη  συμβουλή: «Δε φέρνουν τα πάντα άμεσα αποτελέσματα. Στο μέλλον, υπό ανάλογες συνθήκες, θα κατανοήσεις τι θέλουν να πουν αυτά που τώρα δε καταλαβαίνεις». Παρά τις αρχικές αντιρρήσεις (ε όχι να με λέει ανώριμη με πλάγιο τρόπο!), συμβιβάστηκα με μία τέτοια προοπτική, αφήνοντας παράμερα τη λύπη για το ελλιπές νοητικό δυναμικό μου και τους αφορισμούς τύπου «αφού δε το καταλαβαίνω, είναι μαλακία». Τον Καμύ τον κοίταξα κατάματα κάποια χρόνια μετά, για τον Άσιμο ακόμα επιφυλάσσομαι. Οψόμεθα.

Πάλι ξέφυγα από το θέμα. Το «ψυχογράφημα» λοιπόν, από εκεί που το κότσαρα στεγνά σε κάθε έκθεση, προπαρασκευαστική των Πανελλαδικών, το άφησα στην άκρη για καιρό, μέχρι να σπάσω εκ νέου την ετυμολογία του και να το ταιριάξω σε έργα που πράγματι μοιάζουν να έχουν τρυπώσει στο μυαλό σου, σαν άλλος John Cusack στο "Μυαλό Του Τζον Μάλκοβιτς" και αξιοποιούν ό,τι έμαθαν για να σε συγκινήσουν. Μήπως, τελικά, το συλλογικό ασυνείδητο είναι πιο ισχυρό απ’ όσο νομίζουμε και οι σκέψεις και εμπειρίες μας ταυτίζονται με αυτές άλλων ανθρώπων, προς αμφισβήτηση της λεγόμενης ελεύθερης βούλησης;

Ούτως ή άλλως, οι National, εκτός από την έντονη μελαγχολία, πετυχαίνουν διάνα στη δημιουργία ψυχογραφικής μουσικής. Οι χαρακτήρες που παίρνουν το λόγο μέσω του Matt Berninger είναι κυρίως ευαίσθητοι, πονεμένοι, ελεγειακοί, ενώ παράλληλα η μπάντα έχει κάνει διατριβή στη δραματικότητα. Το "High Violet" αντιμετωπίζεται ως η κορωνίδα της δισκογραφίας τους, με τις υπόλοιπες δουλειές να ακολουθούν κατά πόδας. Στο πιο πρόσφατο "Trouble Will Find Me" κάποιοι  λάτρεις τους παρατήρησαν μία λιγουλάκι βαρετή επανάληψη. ΟΚ, οι National δε διακρίνονται για τους πειραματισμούς. Αντιθέτως, το γνώρισμα τους που γοητεύει είναι η σταθερότητα, η καθαρότητα με την οποία στέκονται στη θέση τους, φτιάχνοντας πονεμένες down-tempo μελωδίες, κι έτσι παραμένουν ένας από τους τελευταίους γαλήνιους όρμους για όσους επιθυμούν να αράξουν σε σκοτεινά indie rock νερά.

Η συνοχή του νέου τους δίσκου, γι ακόμα μια φορά, είναι απίστευτη, τσουλάει άκοπα και το άλμπουμ δημιουργεί την εντύπωση ενός μεγάλου κομματιού με κάποιες κλιμακώσεις κατά διαστήματα. Κάτι σαν μακροσκελής στοχασμός που δε μπορεί να διακοπεί, παρά μόνο συνεχίζει και συνεχίζει, ξεθυμαίνοντας άγχη, οργή, μελαγχολία και, τέλος, γαλήνη. Η παραπάνω διαπίστωση δε σημαίνει και ανιαρή λούπα όσων έχουμε ακούσει. Στο "Sleep Well Beast" οι National δοκιμάζουν τα όρια τους σε φόρμες που δεν είχαν ακουμπήσει μέχρι σήμερα. Αυτό συνεπάγεται synths, drum machines και πιο ζωηρή, γκαζιάρικη διάθεση, προσθέτοντας μπόνους πόντους νεωτερισμού. Η νέα ανακάλυψη δεν επισκιάζει το χαρακτηριστικό ηχόχρωμα τους αλλά χαρίζει νέα πνοή στο δοκιμασμένο και αγαπημένο ηχητικό προσανατολισμό της μπάντας.

Το "Nobody Else Will Be There" υπενθυμίζει, σαφώς, τον γνώριμο βραδυφλεγή, λιτό χαρακτήρα, ενώ στο "Day I Die" οι παλμοί αρχίζουν να ανεβαίνουν, η διάθεση γίνεται πιο rock, κυρίως χάρη στο μανιασμένο drumming του Bryan Devendorf. Η εναρκτήρια τετράδα κλείνει με το "Walk It Back", το οποίο ξεχωρίζει για τα εισαγωγικά βαριά synths, ίσως τα πιο έντονα που έχουμε ακούσει από το συγκεκριμένο συγκρότημα, με το "The System Only Dreams In Total Darkness" να πιάνει πιο pop- radio friendly συχνότητες.

Με αυτά τα στοιχεία δημιουργείται ένας κορμός, γύρω από τον οποίο αναπτύσσεται μουσικά ο δίσκος. Μία τέτοια διαπίστωση ίσως ακούγεται αποθαρρυντική για εξερευνήσεις σε νέα βάθη, στην πραγματικότητα όμως λειτουργεί αντίστροφα. Οι αρχικές τάσεις, αντί να επαναλαμβάνονται, διευρύνονται, διαστέλλονται με διαστημικές διαστάσεις, θρυμματίζονται από το συναισθηματικό βάρος και εκπέμπουν ολόφρεσκα παράγωγα. Η δειλή αρχή που έγινε στο "Trouble Will Find Me" με την προσθήκη λίγων ηλεκτρονικών ήχων, βρίσκει εφαρμογή εδώ και χαράσσει οδούς που πριν από λίγα χρόνια δε φανταζόμασταν πως θα βλέπαμε.

Το γενικότερο πιο upbeat κλίμα κάνει αισθητή την παρουσία του, με χαρακτηριστικά παραδείγματα τα ορχηστρικά ξεσπάσματα του «σκληρού rock» του "Turtleneck" και το single "Day I Die", σχετικά νωρίς. Δεν αργεί να κατακρημνιστεί από τη σαρωτική κατήφεια που σηματοδοτεί το πιάνο, τα κιθαριστικά κομμάτια και το μουρμουρητό-απαγγελία του Berninger, στην προσωπικά φορτισμένη ερμηνεία των στίχων. Έτσι είναι οι National που ξέρουμε και εμπιστευόμαστε, άντε πες, κάπως πιο αμφιθυμικοί αυτή τη φορά.

Όπως κάθε δουλειά τους, το "Sleep Well Beast" καταγράφει μία κρίση. Αυτή τη φορά, μία κρίση μέσης ηλικίας και όσα αυτή επιφέρει. Έναν νεκρό έρωτα που έχει αφήσει πίσω του λίγα ίχνη αγάπης, το γήρας που πλησιάζει, τη μοναξιά, την ανησυχία για το μέλλον και τη δυσκολία να προσαρμοστείς σε έναν κόσμο που όλο αλλάζει. Παίζοντας μέσα στο δίπολο ασαφές-συγκεκριμένο, οι διηγήσεις των National τοποθετούνται στην πόλη που αγαπούν να μισούν, όπως διευκρινίζεται στο "Born To Beg" ("New York is older/And changing its skin again/It dies every ten years/And then it begins again"), κάπου στη μέση του άλμπουμ.

Η εσωτερική μάχη που εκτυλίσσεται καταλήγει σε εκτόνωση, γλυκόπικρη ήττα ή αποδοχή. Το "Sleep Well Beast" πήρε τον τίτλο του από ένα παράξενο φαινόμενο που ονομάστηκε πρόχειρα «σύνδρομο της παραίτησης», όταν παιδιά προσφύγων έπεφταν σε βαθύ ύπνο μόλις έφταναν στις νέες τους χώρες και δεν ξυπνούσαν, παρά μόνο μετά από πολλές εβδομάδες.

Οι National μπορεί να έφτιαξαν ένα άλμπουμ εμπνευσμένο από την ασυνείδητη παραίτηση, ένα σκόπιμο νανούρισμα των ονείρων ή κάποιας σκοτεινής πλευράς. Γεμάτο διττά μηνύματα, παραλληλίζει τις σχέσεις αγάπης και το επώδυνο διαζύγιο με κάτι βαθύτερο. Κάτι τέτοιο μπορεί να θεωρηθεί η πολιτική, ακόμα και πιο υπαρξιακοί προβληματισμοί- καλυμμένοι πίσω από απλό λεξιλόγιο και καθημερινά ζητήματα. Η Νέα Υόρκη μπορεί να είναι μία μικρογραφία ενός κόσμου που παρακμάζει, πεθαίνει και αναγεννιέται από τις στάχτες του σε κάτι καινούργιο. Κάθε τόσο αλλάζει δέρμα, κουλτούρα, ηθική, κοσμοθεωρία, μέχρι να την αντικαταστήσει σε, το πολύ, δέκα χρονάκια. Το πώς μας βολεύει να ερμηνεύσουμε ένα φαινομενικά μονοδιάστατο θέμα είναι καθαρά υποκειμενικό και πάνω σε αυτή τη ρευστότητα της ερμηνείας πατάνε οι National και φτιάχνουν έναν μεγαλειώδη δίσκο που μοιράζεται στοιχεία concept και βρίσκει σε κάθε ακροατή προσωπικό αντίκρισμα.

Το "Sleep Well Beast" δεν είναι νοσταλγικό, κοιτάει το παρελθόν χωρίς ψεύτικες προσπάθειες αναζωογόνησης, μολύνει την «αγνότητα» της μινιμαλιστικής ενορχήστρωσης με ηλεκτρικές πινελιές και συνοδεύει τον καθένα ξεχωριστά σε μία ιδιαίτερη αφήγηση. Βαρύ, καταθλιπτικό με κάποιες δυναμικές στιγμές, προσθέτει στο φαιό φάσμα των αδερφών Dessner λίγες φωτεινές σταγόνες και ορίζει νέο ποιοτικό ταβάνι στις δυνατότητες τους. Πολύ ψηλό ταβάνι. Μέχρι την επιστροφή τους.

  • SHARE
  • TWEET