Opeth

Ghost Reveries

Roadrunner (2005)
20/09/2005
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Αναμφισβήτητα, το metal υπόκειται ραγδαίες αλλαγές τον τελευταίο καιρό. Νέα μείγματα ήχων, πιο άνετη χρήση μη μεταλλικών, αν θέλετε, στοιχείων, ακόμα και νέα είδη. Είναι όμορφο να βλέπεις για παράδειγμα συγκροτήματα σαν τους Mastodon, Lamb Of God, Tool και άλλα πολλά να προσφέρουν κάτι καινούργιο. Η πρωτοτυπία είναι λοιπόν κάτι δύσκολο να επιτευχθεί στο metal. Επίσης, καθαρά αντιληπτή γίνεται μόνο από το κοινό της, καθώς ότι και να γίνει, στον "έξω κόσμο" το metal θα είναι 5 μαλλιάδες που ουρλιάζουν. Όποιος επομένως δε βγάζει κανένα νόημα ή αδυνατεί να συσχετίσει τα παραπάνω με τους Opeth, ας προσπεράσει το κείμενο αυτό...

Κάθε δίσκος των Opeth είναι μια διαφορετική εμπειρία. Απρόβλεπτη εμπειρία μάλιστα. Έχοντας πλέον χάσει το παιχνίδι του να ξέρω τι θα ακούσω από αυτή τη μπάντα, απλά υποδέχομαι με ανοιχτές αγκάλες οτιδήποτε αυτή δημιουργήσει. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, το "Ghost Reveries" είναι ίσως ο πιο δύσκολος δίσκος της μπάντας και αρκετοί, θερμοί ή όχι, οπαδοί θα βιαστούν να τον κρίνουν, όπως έκανα και εγώ άλλωστε. Αρκεί μόνο να αναλογιστεί κανείς την προσθήκη του πληκτρά Per Wilberg στο μόνιμο lineup του group για να προϊδεαστεί για τις βασικές διαφορές.

Ε, ναι λοιπόν, στην αρχή δε μου κολλούσαν τα πλήκτρα ως επί το πλείστον. Κάτι δε μου μύριζε Opeth. Στη συνέχεια όμως αν συλλάβει κανείς τη στρατηγική τοποθέτηση, την ένταση και την ποικιλία τους, θα προσπεράσει οποιεσδήποτε αρχικές ιδέες ή προκαταλήψεις είχε. Καθώς είναι η βασική αλλαγή στον ήχο, είναι λογικό να κριτικαριστεί πιο εξονυχιστικά από όλους. Η προσθήκη τους βέβαια είναι αυτή που δίνει βαθμούς δυσκολίας στο δίσκο και τον κάνει να απαιτεί ορεξάτη ακρόαση. Εικάζω πως η μπάντα γνωρίζει ότι δεν έχει ως πιστό οπαδό τον πεζό κάφρο που ακούει βαβουριάρικες κυκλοφορίες, αλλά τον πιο ψαγμένο και ανοιχτόμυαλο οπαδό. Κατά συνέπεια, αυτή η κυκλοφορία έπεται να πουλήσει πιο πολύ σ' αύτη τη μερίδα και δε θα διευρύνει τους ορίζοντες της μπάντας. Καλώς ή κακώς, ποιος είμαι εγώ να κρίνω;

Αρχιτεκτονικά, ο δίσκος μοιάζει με το "Deliverance". Μ' αυτό εννοώ ότι ο δίσκος ξεκινάει με δύο άγριες δεκάλεπτες συνθέσεις, κλασσικές της μπάντας με εναλλαγές ύφους, φωνητικών και τρομερών ενορχηστρώσεων, μετά ρίχνει στροφές πέφτοντας σε mid tempo (και στην προκειμένη περίπτωση ανατολίτικες) καταστάσεις μέχρι να φτάσει σ' ένα χορωδιακό διάλειμμα για να τελειώσει με 2 κομμάτια, ένα επιθετικό και ένα για χαλαρό κλείσιμο. Πάντως, ότι και να λέμε, οι συνθέσεις είναι πάλι μία και μία. Αν και έχουν γίνει μόδα τα τραγούδια πάνω από 6 λεπτά, λίγα έχουν λόγο και αξίζουν αυτά τα παραπάνω 5 λεπτά από το συνηθισμένο.

Είναι ασύλληπτη η ικανότητα των ανθρώπων αυτών να αναμιγνύουν τόσο αρμονικά το βαρύ με το μελωδικό, την παραμορφωμένη με την κλασσική κιθάρα, και, για πρώτη φορά, τα πλήκτρα με τη συνηθισμένη σκοτεινάδα και απελπισία της μουσικής τους. Σε ατομικά επίπεδα, ο καθένας ζωγραφίζει. Ο Lopez τραγουδάει ως συνήθως με τα πιατίνια και τις εμπνεύσεις του. Όλη η δημιουργία πατάει πάνω στις χορδές του Mendez. Οι κύριοι Akerfeldt και Lindgren δείχνουν ακόμα μια φορά ότι το metal μπορεί να είναι ένα πολύ δύσκολο είδος να συνθέσει και να χωνέψει κανείς. Ο Wilberg, τέλος, στα πρώτα του βήματα απλά δίνει μια άπλετη μουντάδα στον ήχο και πραγματικά αναδεικνύει την ουσία του "Baying Of The Hounds". Δε γίνεται να περιμένεις παραπάνω πράγματα από την πρώτη ανάμειξη του βέβαια...

Το επόμενο στοιχείο που παρατήρησα είναι ότι τα κομμάτια αυτά, κατά τη γνώμη μου, είναι σαφώς πιο συναυλιακά από πρόσφατες δουλειές, κυρίως σε σχέση με το "Blackwater Park". Αυτό γιατί έχουν πιο πολλά πιασάρικα μέρη στα κομμάτια καθώς και περισσότερες στιγμές χάους και πανικού που "στέλνουν" τον οπαδό ακόμα και όταν είναι σπίτι του.

Εν ολίγοις λοιπόν, το "Ghost Reveries" είναι ένας δίσκος με τον οποίο μπορεί άνετα κανείς να πορωθεί και να κολλήσει. Εύκολα θα τον χαρακτήριζα αριστούργημα. Το σίγουρο είναι ότι δε τον βαριέσαι. Ύστερα δεν κουράζει. Δεν είναι τα ίδια και τα ίδια τόσο σε συλλογικό όσο και σε ατομικό επίπεδο. Η ποικιλία και οι αλλαγές ρέουν άφθονες στο δίσκο, αρκεί να υπάρχει όρεξη να τις εκτιμήσει κανείς όλες σιγά-σιγά. Καλές ακροάσεις λοιπόν...

  • SHARE
  • TWEET