Naxatras

II

DK (2016)
Από την Σεμέλη Τριτάκη, 04/11/2016
H ελληνική psychedelic-stoner σκηνή συνεχίζει να εμπλουτίζεται μέρα με τη μέρα
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Κι όμως, δεν χρειάζεται να τρέχεις πλέον στα εξωτερικά για να ανακαλύψεις νέα, ενδιαφέροντα ακούσματα. Για την ακρίβεια, μην πας καν μακριά! H ελληνική psychedelic-stoner σκηνή συνεχίζει να εμπλουτίζεται μέρα με τη μέρα με new-entries και να μας ξαφνιάζει ευχάριστα, ειδικά τα τελευταία χρόνια. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι όλο και περισσότερες μπάντες του συγκεκριμένου είδους ξεπετάγονται καθημερινά, δεν είναι μόνο ότι κάποιες από αυτές δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από αντίστοιχες τους εξωτερικού, αλλά πολύ περισσότερο είναι το γεγονός ότι κάποιες από αυτές, δεν φοβούνται να πειραματιστούν και να προχωρήσουν ένα βήμα πιο πέρα, χωρίς να ακολουθούν καμία πεπατημένη, καμία «χρυσή συνταγή». Οι νεαροί Θεσσαλονικείς αντιπροσωπεύουν αρκετά από τα παραπάνω στοιχεία, και αν η «τροχιά» τους, για να μιλήσουμε και τη γλώσσα τους, συνεχίσει να διαγράφει τέτοια πορεία, αυτή δεν θα είναι τίποτα άλλο παρά ανοδική.

Το φρέσκο άλμπουμ των Naxatras κυκλοφόρησε την 1η Απριλίου του '16 και δεν είναι ψέμα. Με τον «νέτο - σκέτο» τίτλο "II", η μπάντα ακολούθησε την ίδια τελετουργική και μυστικιστική διάθεση του πρώτου δίσκου, και μας επέτρεψε να «αιωρηθούμε» ελεύθερα, στα δύο βασικά επίπεδα της ατμόσφαιρας, εντός και εκτός αυτής, μέσα σε μόνο 36 λεπτά. Και εξηγούμαι... Από τη στιγμή που κοιτιέσαι πρόσωπο με πρόσωπο με τον περίεργο αλλά κατά τα άλλα χαρακτηριστικό neon-πράσινο τύπο στο εξώφυλλο και ακούς το πρώτο καλωσόρισμα, το μίνι-intro "Oort Cloud", καταλαβαίνεις ότι δεν πρόκειται για εκείνο το κλασσικό stoner, της αστείρευτης τεστοστερόνης και της μπρουταλιάς, που έχεις συνηθίσει. Φυσικά, το σαγηνευτικό «χάσιμο» του είδους, το οποίο είναι και εκείνο που το χαρακτηρίζει σε κάθε περίπτωση, δεν θα μπορούσε με τίποτα να λείπει. Ίσα-ίσα, όμως, ο βαρύς του όγκος και η ωμή του φύση κινούνται σε τέτοια επίπεδα ώστε του επιτρέπουν να είναι και κάτι ακόμα· όχι μόνο αυτό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα του «και κάτι ακόμα» αποτελεί, το τρίτο κομμάτι του δίσκου, "Sisters Of The Sun", και το μόνο κομμάτι του δίσκου με στίχο, το οποίο απλώνει μια πιο χορευτική, ανάλαφρη, vintage, post-γουντστοκική ψυχεδέλεια. Άλλωστε, και όσον αφορά τον ακατέργαστο ήχο που διαπνέει όλο το "II", η ίδια η μπάντα σε πρόσφατη συνέντευξή της στο Rocking.gr έχει δηλώσει πως βρίσκει μια ιδιαίτερη γοητεία στη διαδικασία παραγωγής του δίσκου με αναλογικά μέσα, γι' αυτό και αυτήν τη φορά ηχογράφησε σε μπομπίνα.

Στην πορεία της ακρόασης, δεχόμαστε επίθεση στοιχείων λιγότερο προσγειωμένων, λιγότερο γήινων. Οι διακυμάνσεις της ηχητικής βαρύτητας είναι μπλεγμένες μεταξύ τους έτσι ώστε οι εναλλαγές της υφής, της έντασης, του ρυθμού και των συναισθημάτων να μην πλατειάζουν· να μη σε αφήνουν να επαναπαύεσαι στα γνωστά. Εκεί, λοιπόν, που μπορεί να πίνεις την μπύρα σου και να χτυπιέσαι με το "The Great Attractor", τέταρτο κατά σειρά κομμάτι, και το "Garden Οf Τhe Senses", αμέσως επόμενο του, έρχεται το τελευταίο "Evening Star" να σε αφήσει κυριολεκτικά με το στόμα ανοιχτό! Γιατί; Είπαμε γιατί! Για να μην επαναπαύεσαι! Η jazz-blues αίσθησή του, με την προσθήκη ενός μελωδικού σαξόφωνου, δίνει μια άλλη αίσθηση και προχωράει το όλο εγχείρημα σε περίεργα μονοπάτια δίνοντάς του, τι άλλο, μια διαφορετική διάσταση. Θυμίζει κάπως σκηνή film-noir, όπου ο πρωταγωνιστής μετανιωμένος και ολομόναχος πλέον, περπατά σκυφτός και μελαγχολικός, μισός εδώ μισός αλλού.

Η μπάντα ακολουθώντας κυκλικό σχήμα κλείνει με τα ίδια ακριβώς «δορυφορικά» στοιχεία με τα οποία άνοιξε τον δίσκο, και το κυκλικό αυτό σχήμα δίνει μια αίσθηση ολοκλήρωσης. Το ταξίδι έγινε, πέτυχε αλλά τελείωσε για εμάς· μόνο, όμως, προς το παρόν. Όπως δείχνουν όλοι οι οιωνοί, το τρίο φαίνεται να έχει να διανύσει μια αρκετά μεγάλη απόσταση μπροστά του. Όσο μεγαλύτερη για εκείνο, τόσο καλύτερα για εμάς.

Μπορείτε να ακούσετε ολόκληρο το άλμπουμ εδώ.

  • SHARE
  • TWEET