Korn

The Serenity Of Suffering

Roadrunner (2016)
Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 01/11/2016
Στην περίπτωση των Korn η εκμετάλλευση του know how μοιάζει αποδοτικότερη της προσπάθειας για εξέλιξη
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Δεν ζούμε στα '90s για να συζητήσουμε αν οι Korn αποτελούν ένα πυροτέχνημα που έστησε η μουσική βιομηχανία. Κι αν δεν ζούσαμε σε αυτήν τη χώρα, δεν θα ακούγαμε τόσους πολλούς να ισχυρίζονται ακόμα (με ζηλευτή αυτοπεποίθηση) ότι δεν έχουν καμία σχέση με τη metal μουσική ή πόσο κακό της έχουν προκαλέσει.

Είμαστε 22 χρόνια μετά από ένα ντεμπούτο άλμπουμ που σόκαρε, ενθουσιάζοντας και εκνευρίζοντας κόσμο, όπως άλλωστε οφείλουν να κάνουν οι πρωτοπόροι καλλιτέχνες και οι ρηξικέλευθες μουσικές προτάσεις. Εν έτει 2016, οι Korn παραμένουν τεράστιο εμπορικό μέγεθος, όμως... "nothing’s shocking" (που έλεγαν και οι Jane’s Addiction) πλέον.

Ειδικά από τη στιγμή που οι «πατέρες» του nu metal αποφασίζουν να αφήσουν για τα καλά στην άκρη τους πειραματισμούς (τύπου συνεργασιών με Skrillex) και να επικεντρωθούν σε αυτά που ξέρουν να κάνουν καλύτερα.

Από το πρώτο κιόλας δείγμα, με το πολύ πιασάρικο single "Rotting In Vain" (που παίρνει έξτρα πόντους λόγω του Chibbs στο βίντεο) φάνηκε πως εδώ ο σκοπός της μπάντας έγινε ακόμα πιο ξεκάθαρος: «Να ακουστούν όσο πιο trademark Korn γίνεται». Πιο ξεκάθαρα απ' ό,τι έγινε στο "Paradigm Shift", το οποίο σηματοδότησε την επιστροφή του Head στις τάξεις της μπάντας.

Φαντάζομαι πως δεν εκπλήσσεται κανείς με αυτήν την απόφαση. Οι περισσότεροι ακολουθούν αυτήν την τακτική, αργά ή γρήγορα. Π.χ. οι Metallica καλή ώρα. Και δεν είναι απαραίτητα κακό ως επιλογή, κάτι που επιβεβαιώνει το "The Serenity Of Suffering".

Μπορεί να μην παρουσιάζουν τίποτα το καινούργιο, αλλά γράφουν τραγούδια που «τους πάνε». Με τον Jonathan Davis δυνατό πίσω από το μικρόφωνο, το μπάσο του Fieldy επιβλητικό όπως πάντα, τα riff των Munky και Head χαρακτητιστικά και την παραγωγή μπόμπα.

Ακούς το εναρκτήριο "Insane" που είναι ταυτόχρονα οικείο ηχητικά και ωραίο σαν σύνθεση και μπαίνεις κατευθείαν στο κλίμα. Παράλληλα, τα "Black Is The Soul" και "A Different World" (με συμμετοχή από τον Corey Taylor) βγάζουν μια εσωστρεφή «αρρωστίλα» που κάποτε μπορεί να γούσταρες στο "Issues" ή στο "Untouchables" και εγκρίνεις. Ή μπορεί και να κολλήσεις λίγο με το "Rotting In Vain" ή το "The Hating" γιατί είναι όμορφα πιασάρικες συνθέσεις. Γενικά, στο πρώτο μισό του άλμπουμ όλα καλά.

Από εκεί και πέρα, με λίγες εξαιρέσεις ("Die Yet Another Night" ή το bonus "Calling Me Too Soon") - είτε διότι απλά επεκτείνεται η μανιέρα, είτε λόγω του ότι πέφτει η έμπνευση - πασχίζεις να κρατήσεις αμείωτο το ενδιαφέρον σου. Λογικό κι αυτό. Όταν κάποιος παίζει τόσο εκ του ασφαλούς κάτι κερδίζει και κάτι χάνει.

Η αλήθεια είναι ότι περίμενα ο πολύς Nick Raskulinecz (ο οποίος για πρώτη φορά βρέθηκε πίσω από την κονσόλα των Korn) θα έβαζε με κάποιον τρόπο τη σφραγίδα του, αλλά όπως φαίνεται απλά επιστρατεύτηκε για να διασφαλίσει ότι η μπάντα θα ακουστεί όπως ακριβώς το είχε σχεδιάσει. Και μάλλον έκανε καλά τη δουλειά του.

Σε γενικές γραμμές, το εγχείρημα κρίνεται επιτυχημένο, αφού το "The Serenity Of Suffering" βρίσκει τους Korn να κάνουν καλά... αυτό που ξέρουν να κάνουν καλά. Το βάθος του χρόνου συνήθως δεν αποδεικνύεται σύμμαχος σε τέτοιες περιπτώσεις, αλλά αυτό είναι μια άλλη κουβέντα. Στην προκειμένη περίπτωση η εκμετάλλευση του know how μοιάζει αποδοτικότερη της προσπάθειας για εξέλιξη.

  • SHARE
  • TWEET