Heron Oblivion

Heron Oblivion

Sub Pop (2016)
Από τον Μάνο Πατεράκη, 06/05/2016
Μεθυστικότατο psych rock Δυτικής Όχθης από μέλη Comes On Fire, Assemble Head In Sunburst Sound και τη φωνή της Meg Baird να απογειώνει το αποτέλεσμα
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Δεν ξέρω πόσοι το θυμούνται, αλλά πριν τρία χρόνια είχαμε κάνει ένα από τα αγαπημένα μου συλλογικά αφιερώματα σε τούτον τον διαδικτυακό τόπο. «A Beginner's Guide»: Το νέο κύμα του αμερικάνικου Psych-Rock το είχαμε ονομάσει. Προφανώς είχε τις ελλείψεις του, beginner’s είπαμε ντε και η σκηνή είναι γεμάτη καλά κρυμμένα μυστικά που ξεπετάγονται στις σκιές γιγάντων σαν μανιτάρια, ωστόσο εκεί μέσα έβρισκε κανείς πολλά πράγματα, βασικά και μη. Κάπου εκεί θα πετύχετε το θορυβώδες "Avatar" των Comets On Fire, το ηλιόλουστο "When Sweet Sleep Returned" των Assemble Head In Sunburst Sound και το αιθέριο "II" των Espers...

Μέχρι πέρσι, οι τρεις παραπάνω δίσκοι δεν είχαν κάποια γνωστή κοινή συνισταμένη. Από φέτος, αυτή ονομάζεται Heron Oblivion και μας παρουσιάζεται μέσα από ένα μεθυστικό ντεμπούτο σε έναν από τους πιο βραδυφλεγώς εθιστικούς δίσκους των τελευταίων ετών. Οι Noel Von Harmonson (κιθάρα) και Ethan Miller (μπάσο) των Comets On Fire (ο Noel έχει περάσει και από τα λημέρια του Ben Chasny στους Six Organs Of Admittance) υποδέχτηκαν στη δυτική όχθη τη λιακάδα της Philadelphia που έφερε μαζί του ο Charlie Saufley (κιθάρα) των Assemble Head In Sunburst Sound και την πηγαία μελαγχολία της Meg Baird (φωνή/τύμπανα) των Espers.

Ο συγκερασμός προέκυψε με την αβίαστη ψυχεδελική χαλαρότητα των Crazy Horses, μια απροσδιόριστη αίσθηση φυσικού τοπίου που θα το κάνει να μυρίζει folk δίχως να είναι και τη σεληνιακή φωνή της Meg Baird σε γεμάτες ψυχή «ξεψυχισμένες» ερμηνείες που αφήνουν ανάγλυφη τη σφραγίδα τους στο αποτέλεσμα. Οι συνθέσεις είναι όλες ομαδικό αποτέλεσμα, με τον Noel να βάζει λίγο περισσότερο το λιθαράκι του, και αποτελούν τη δομημένη ουσία τζαμαρισμάτων, άνω των είκοσι λεπτών το καθένα. Ο δίσκος ηχογραφήθηκε ως DYI το 2015 και έπειτα επήλθε η συμφωνία με τη θρυλική Sub Pop, υπό τη σκέπη της οποίας κυκλοφορεί.

Από το εναρκτήριο "Beneath Fields", το οποίο εναποθέτει την ουσία του σε μια μελωδία της κιθάρας που ακούγεται σαν μυστήρια, μακρινή φωνή εξωτικού πτηνού σε τοπίο άγριας φύσης, είναι εμφανές πως ο δίσκος αντλεί την αξία του από τα ηχητικά ταξίδια τα οποία προκαλεί. Οι κορυφές εντοπίζονται κάπου μεταξύ του έβδομου άβαταρ του θεού Βίσνου ονόματι "Rama" (η μεγαλύτερη σύνθεση του δίσκου, διάρκειας άνω των δέκα λεπτών) και του "Seventeen Landscapes", με την τραγικότητα του ρεφρέν να το απογειώνει σε ανατριχιαστικά επίπεδα. Ωστόσο, δεν μπορούμε παρά να εκλάβουμε τα 45 λεπτά του δίσκου σαν μια συνεκτική οντότητα που λάμπει συνολικά δια του βηματισμού της.

Όπως είπε και ο Ethan σε συνέντευξή του, οι Heron Oblivion είναι «το ερωτικό γράμμα τεσσάρων μουσικών προς την ψυχεδέλεια δυτικής όχθης των '60s και '70s, τα ιαπωνικά πράγματα των '80s και '90s και το βρετανικό, ηλεκτρικό folk των '60s και '70s, είναι δύσκολο να το κρύψεις αυτό». Αν προσθέσουμε και ένα twist από Sonic Youth σε κομμάτια όπως το "Faro" -το παραδέχεται και η Meg, ε- φτάνουμε κοντά στην περιγραφή ενός πανέμορφου και ουσιαστικού, μέσα στην απλότητά του, δημιουργήματος.

 

  • SHARE
  • TWEET