Grizzly Bear

Painted Ruins

RCA (2017)
Από την Βάσω Καραντζάβελου, 19/09/2017
Το αρτιότερο art rock πάζλ του έτους απαιτεί την περιέργεια, το χρόνο, το μυαλό σου
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Σε έναν κόσμο όπου τα πάντα είναι απλουστευμένα, οι Grizzly Bear είναι φίλοι μας. Πέντε χρόνια έχουν μεσολαβήσει από το "Shields" μέχρι σήμερα και η Νεοϋορκέζικη μπάντα έλειψε όσο λίγες από το χώρο. Την απόλυτη σιωπή μισής δεκαετίας έσπασαν τα singles που προηγήθηκαν της κυκλοφορίας του "Painted Ruins" και μας προϊδέασαν σχετικά με το τι θα ακούσουμε. 

Μεταξύ μας, η μουσική των Grizzly Bear ήταν πάντα περίπλοκη και εγκεφαλική, συνδυάζοντας άπειρα μουσικά παρακλάδια υπό μία hazy, άκρως ψυχεδελική προσέγγιση, όπως την συναντάμε κι εδώ. Οι άμαθοι σε αυτά τα ακούσματα θα απογοητευτούν όσο να ‘ναι από τη ψυχρότητα που αποπνέει το "Painted Ruins", ενώ οι αποφασισμένοι πρωτάρηδες θα γνωρίσουν ένα δίσκο που φέρει μία πολύ διαφορετική λογική πρόσληψης.

Με το που πέφτει το "Wasted Acres" διακρίνεται η πολυεπίπεδη ενορχήστρωσης και όσο πιο βαθιά μπαίνουμε στον κόσμο των Grizzly Bear ψυλλιαζόμαστε τα χιλιάδες διαφορετικά πλαίσια από τα οποία εμπνεύστηκαν. Έχοντας μεταπηδήσει από την ambient (Horn of Plenty) σε πιο rock ακούσματα (Veckatimest) και πάλι πίσω (Shields), το “Painted Ruins” βρίσκει από νωρίς τα πειραματικά του πατήματα και χτίζει εικόνες εξωφρενικά γήινες, παρότι βουτηγμένες σε ψυχεδελικά χρώματα.

Το "Mourning Sound" ξεκινά στρωτά, ως ένα λυπημένο pop κομμάτι γεμάτο λεπτά ηλεκτρονικά στοιχεία, χωρίς να μπουκώνουν τον ήχο. Τα υπνωτιστικά ντραμς στο "Four Cypresses" μαλακώνουν κι άλλο τον ήχο μέχρι να πάρει τα πάνω του, με την καταπληκτική κλιμάκωση στο "Three Rings" να καταλήγει σε ένα μαγευτικό ρεφρέν. Τα πρώτα κομμάτια είναι ομολογουμένως τα πιο δυνατά του δίσκου -γι αυτό άλλωστε έγιναν και singles-, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ακολουθεί μία λίστα από fillers. To "Aquarian" ανεβάζει πάλι την ένταση, με πιο gloomy και sci-fi επιλογές, ενώ η ανάλαφρη electronica του "Neighbors" μοιράζεται ένα κοινό θλιμμένο μοτίβο με το "Systole", συμπληρώνοντας τα ορόσημα που κινούν ουσιαστικά τα νήματα σε ολόκληρο το δίσκο.

Μία τέτοια κυκλοφορία δεν απευθύνεται σε όσους ξεψαχνίζουν τις tracklist για να ξετρυπώσουν κομμάτια- φαντάζομαι θα την έχουν εγκαταλείψει πριν καν φτάσουν στη μέση. Η αποστολή του "Painted Ruins" τιμά την έννοια του άλμπουμ ως ολότητα και συνέχεια, γι αυτό δυσκολεύει να ξεχωρίσεις κάποια κομμάτια. Με εξαίρεση τα singles ("Three Rings", "Neighbors", "Mourning Sound", "Four Cypresses") που λειτουργούν ως κομβικοί και βολικοί κράχτες για λόγους τόσο εμπορικούς όσο και για τη διατήρηση της συνοχής, όλα τα υπόλοιπα λειτουργούν συμπληρωματικά μεταξύ τους, φτιάχνοντας ένα ευρύ πεδίο διαφόρων μουσικών αποχρώσεων, ό,τι πρέπει για ονειροπόληση. Δεν είναι απαραίτητα δύσκολο άλμπουμ, μην αποθαρρύνεσαι τόσο γρήγορα- δε χρειάζεται να έχεις το IQ του Sheldon Cooper για να το κατανοήσεις. Για την ακρίβεια δε χρειάζεται καν να το κατανοήσεις, παρά μόνο να φορέσεις ένα ζευγάρι καλά ακουστικά, να χαλαρώσεις, να κλείσεις τα μάτια και να χαθείς στη σπαραξικάρδια διήγηση ενός γάμου που τελείωσε άδοξα και όλων των αναμνήσεων της κοινής πορείας που χάνουν με τον καιρό την αίγλη τους.

Η μουσική των Grizzly Bear δεν είναι αυτό που θα ακούσεις όταν κάτσεις στον υπολογιστή για να δουλέψεις, να διαβάσεις ή τελοσπάντων για όλες εκείνες τις φορές που θέλεις απλά κάτι να παίζει στο background. Αν το δοκιμάσεις παρόλα αυτά δε θα βρεις κάτι να σε κρατήσει και θα τα παρατήσεις πολύ πολύ νωρίς. Για όλους εκείνους που είναι διατεθειμένοι να μπουν ολοκληρωτικά σε μία ακρόαση, χωρίς την πίεση του χρόνου, η πέμπτη ολοκληρωμένη δουλειά των Νεοϋορκέζων indie rockers επιφυλάσσει ένα σορό εκπλήξεις και ένα καλογραμμένο στιχουργικό σύνολο. Σε έναν κόσμο που τα πάντα είναι flat και εύληπτα, οι Grizzly Bear όντως είναι φίλοι μας.

  • SHARE
  • TWEET