Justin Timberlake

The 20/20 Experience

RCA (2013)
Από τον Ιάσονα Τσιμπλάκο, 24/04/2013
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Εφτά χρόνια μετά την τελευαία του δισκογραφική απόπειρα, ο Justin Timberlake επιστρέφει κοστουμαρισμνένος στο μουσικο προσκήνιο, διεκδικώντας -δικαίως- τον τίτλο του αναμφισβήτητου σύγχρονου βασιλιά της pop σκηνής.

Το "20/20 Experience" -10/20 μάλλον, καθώς ανάκοινωσε την κυκλοφορία του δεύτερου μέρους της «εμπειρίας» τον Νοέμβριο- είναι αυτό που θα χαρακτήριζα τουλάχιστον ως ποιοτική και σκεπτόμενη pop, για να μην πω avant-garde και μαζέψω τις μούτζες μία μία. Ο δίσκος απαρτίζεται από δέκα κομμάτια, από τα οποία μονάχα τα δύο δεν ξεπερνάνε τα έξι λεπτά σε διάρκεια, πράγμα που δεν συναντάς συχνά σε σύγχρονο δίσκο στοχευμένο στα ευρύτερα των κοινών, στο συνεχές ραδιοφωνικό airplay και στο μπουτησέηκιν στο συνοικιακό παρακμοκλάμπ.

Γενικότερα μιλώντας, ο Timberlake, σαν προσωπικότητα, θυμίζει κάτι από το μεγαλείο του παρελθόντος. Έχει μία αριστοκρατική στόφα pop-star, με την πρώτη του την έννοια,την καλή, και όχι αυτή την κούφια με την οποία τείνουμε να συνδέουμε τον χαρακτηρισμό. Πράγμα που καλώς ή κακώς συναντάμε πολύ σπάνια, με τη θηλυκή του αντιστοιχία να βρίσκω μονάχα στο πρόσωπο της Beyoncé, άλλο ένα όνομα το οποίο σέβομαι απόλυτα.

Δεν είναι μόνο η αύρα του Timberlake όμως που αναβλύζει αυτή την ρετρό αριστοκρατία, αλλά ο δίσκος όλος. Γενικώς, κουβαλάει μία ιδιαίτερη και περίπλοκη αισθητική που καταφέρνει να κάνει το δίσκο συγχρονώς προσβάσιμο αλλά και αρκετά δυσπρόσιτο. Οι ασυνήθιστες και ξενικές δομές των κομματιών γίνονται αμέσως οικείες καθώς περιτρυγιρίζονται από κολλητικά και ιδιόμορφα hooks, όπως τα έχει τοποθετήσει ιδανικά ο κύριος Timberland , μαέστρος πίσω από τις κονσόλες του παραγωγού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της ιδιαίτερης αισθητικής του δίσκου βλέπουμε στο "Don't Hold The Wall", κομμάτι που περνάει από χίλιες αλλαγές, ξεκινώντας με μία σχεδόν doo-wop εισαγωγή, περνόντας σε ανατολίτικους ρυθμούς και έπειτα στο κολλητικό refrain, μονο και μόνο να αποδομηθεί τελειώς και να ξαναχτιστεί από την αρχή.

Προσωπικά highlight, η δυάδα του "Let The Groove Get In" και "Mirrors". Το πρώτο είναι απευθείας ταξίδι σε κουβανέζικο μπαράκι με live μουσική. Τα γρήγορα κρουστά, τα πνευστά, το όλο vibe του κομματιού, είναι άκρως ξεσηκωτικά, για να μη πω για τη φωνίτσα που ακούγεται καθ' όλη σχεδόν τη διάρκεια του κομματιού που δε μπορεί να ξεκολλήσει από το κεφάλι μου. Το δεύτερο όμως κομμάτι, το "Mirrors", είναι αυτό που φανερώνει το αναμφισβήτητο star quality του Timberlake. Τραγούδι γραμμένο για αρένες, με την live μπάντα του -μέγας συντελέστης στο να μου δημιουργεί σέβας ένας καλλιτέχνης του είδους που αντιπροσωπεύει ο Timberlake- να δίνει ρεσιτάλ, από όλες τις απόψεις. Η -δυστυχώς κουτσουρεμένη- εκτέλεση του "Mirrors" στα φετινά Brit Awards (εδώ) τα δείχνει όλα αυτά χαρακτηριστικά, μην προσπαθώντας να κρύψει τα μεγάλα πράγματα που ξέρει πως έχει κατακτήσει ο Timberlake.

Το ίδιο όμως το μεγαλείο του δίσκου ανά στιγμές είναι και το αδύνατό του σημείο καθώς ο Timberlake φαίνεται να πάσχει από αυτό που μου αρέσει να ονομάζω «το σύνδρομο Metallica», που δεν ξέρει δηλαδή πότε πρέπει να τελειώσει ένα κομμάτι. Καλά τα οχτάλεπτα, αλλά κάποια είναι τραβηγμένα από τα μαλλιά καθώς εξαρχής δεν είχαν και πολλά να προσφέρουν. Καλύτερο παράδειγμα αυτού το Strawberry Bubblegum, που το εξαιρετικά αισθησιακό πρώτο μισό ρέει καταπληκτικά, αλλά μέτα απλά ρέει και ρέει και ρέει, ανούσια.

Συνοψίζοντας, ο δίσκος αναμφίβολα αποτελεί δήλωση και απόδειξη ότι καλλιτέχνες σαν τον Timberlake σπανίζουν, αυτοί δηλαδή που μπορούν να παράγουν ποιοτική δουλειά σε έναν χώρο που εμείς οι «ψαγμένοι» αντιλαμβανόμαστε σαν χαβούζα ρηχότητας και μη-trueίλας. Βαλε σε όλα αυτά μαζί και το γεγονός πως είναι απλά ένας γαμάτος τυπάς (links αιτιολόγησης παρακάτω), δεν έχεις κανέναν λόγο να μη δηλώνεις fan του Timberlake.

Αιτιολόγηση 1
Αιτιολόγηση 2
Αιτιολόγηση 3

Ps, το θεωρώ προσωπική μου νίκη που κατάφερα να αναφέρω τους Metallica σ'αυτό το review.
  • SHARE
  • TWEET