Hilary Woods

Birthmarks

Sacred Bones (2020)
Από τον Αντώνη Καλαμούτσο, 13/07/2020
Ένα πανάξιο και ιδιαίτερα σκοτεινό indie άλμπουμ που αγωνιά να πετύχει την ίδια του την κάθαρση
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Όσοι και όσες έχετε προσωπική εμπειρία, άμεση ή έμμεση, ίσως συμφωνήσετε μαζί μου ότι τίποτα δεν είναι ενεργειακά περισσότερο ισχυρό και αντιφατικό από την εγκυμονούσα γυναίκα. Η δύναμη της κυοφορίας, η ελπίδα και ο τρόμος, η μεγαλειώδης αγάπη και οι πληγές της αυτοεκτίμησης, το αύριο και το χτες, συντελούν όλα σε έναν χαοτικό συναισθηματικά χορό. Είναι ο μεγαλόπρεπος, επίπονος χορός της πραγματικής δημιουργίας. Μέσα σε αυτό το διάστημα των εννέα παράξενων μηνών είναι που διάλεξε η Hilary Woods να ηχογραφήσει τον δεύτερο δίσκο της και να τον ονομάσει εκ γενετής σημάδια.

Η Woods είναι τραγουδίστρια και visual artist, αποτελεί δε γνήσιο τέκνο της ιρλανδικής folk παράδοσης. Από αυτήν την άποψη, είναι συνταρακτικό και αναπάντεχο να την βλέπεις να εξελίσσει την τέχνη της προς μια θεοσκότεινη, μινιμαλιστική και αρκετά πειραματική indie. Κανείς φυσικά δεν είναι σε θέση να γνωρίζει αν αυτή η στροφή είναι μόνιμη, αν εμπνεύστηκε από την ανάγκη για κάθαρση ή αν είναι καθαρό προϊόν της συνεργασίας της με τον Νορβηγό noise/experimental παραγωγό Lasse Marhaug.

Ηχογραφημένο ενώ η Woods ταξίδευε συνεχώς ανάμεσα στο Galway της Ιρλανδίας και το Oslo, το "Birthmarks" φέρει έναν σχεδόν πένθιμο παλμό σε πολλές από τις συνθέσεις, ενώ οι θόρυβοι από ήχους και field recordings αντιμάχονται με θλιμμένα έγχορδα και την ατμοσφαιρική - αν και συναισθηματικά αποστασιοποιημένη - χροιά της φωνής της Woods. Τίποτα βέβαια δεν είναι γραφτό να επικρατήσει σε αυτή την μάχη. Τα οκτώ τραγούδια του άλμπουμ θα διαγράφουν μια σύντομη πορεία ημερολογιακού χαρακτήρα και θα επιχειρήσουν να αποτυπώσουν έναν βαθύ κι εύθραυστο ψυχισμό.

Το εξαιρετικό μπάσιμο του "Tongues Of Wild Boar" σκεπάζει τον ήλιο και φέρνει στο νου κάτι από τις σκοτεινότερες στιγμές των Bjork και Fever Ray. Τα "Orange Tree" και "Through The Dark, Love" αντιπαρατάσσουν τα σημάδια μιας πειραματικής και καλά συγκαλυμμένης folk που χτίζει μια πανέμορφη αντίθεση. Σε αυτό το σημείο, το "Birthmarks" έχει ήδη διατυπώσει την υπόσχεση ενός σπουδαίου άλμπουμ, μίας δουλειάς που θα κινηθεί ελεύθερα ανάμεσα στα genres, αναζητώντας μια ανώνυμη λύτρωση.

Κι όμως, από τα μισά του κι έπειτα, το "Birthmarks" κάνει μια βαθιά βουτιά σε μια experimental εσωστρέφεια, σε tracks που ενώ το κάθε ένα ηχεί εντυπωσιακά, συνολικά μάλλον αποπροσανατολίζουν την ακρόαση. Παρά την παράξενη ανάπτυξη, το άλμπουμ θα αφήσει μια χαραμάδα φωτός να περάσει μέσα από το "There Is No Moon" και θα αφήσει μια σχετική αίσθηση ολοκλήρωσης ενός κύκλου.

Το "Birthmarks" τελικά δεν θα χαρακτηριστεί ως σπουδαίο διότι η συνολική του εικόνα είναι λίγο πιο αφηρημένη από τα επιμέρους κομμάτια του. Ούτε θα επιφέρει κάθαρση, διότι τα τριάντα και κάτι λεπτά του είναι αρκετά σύντομος χρόνος, ειδικά όταν απουσιάζουν τα μεγάλα ξεσπάσματα και αυξομειώσεις. Ακόμα κι έτσι όμως, παραμένει ένα φοβερά αξιόλογο indie άλμπουμ - πολύ πιο εύστοχο από άλλα και πολυδιαφημισμένα - διότι έχει μια δυνατή ηχητική κι αισθητική άποψη, ένα νατουραλισμό στις διαθέσεις που στέκει μάλλον μακριά από δήθεν art pop αναζητήσεις και, κυρίως, διότι μέσα του φωλιάζει κάτι από τον σπόρο της αληθινής δημιουργίας.

Spotify

  • SHARE
  • TWEET