Yngwie Malmsteen

Parabellum

Rising Force (2021)
Από τον Σπύρο Κούκα, 15/07/2021
Προχειροφτιαγμένο και ανέμπνευστο, το "Parabellum" είναι ένας δίσκος που μονάχα βλάπτει τη μουσική κληρονομιά του Σουηδού βιρτουόζου
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Μοιάζει απίστευτο πώς αλλάζουν οι καιροί και σπουδαίοι μουσικοί του σκληρού ήχου καταλήγουν να φαίνονται, μετά από χρόνια λανθασμένων επιλογών, ως καρικατούρες. Ένας από αυτούς, ο Yngwie Malmsteen, αποτελεί δεδομένα έναν από τους κορυφαίους γητευτές που έχει γνωρίσει η εξάχορδη, ένας πραγματικός guitar hero το όνομα του οποίου ταυτίστηκε με τον νεοκλασικό metal ήχο όσο κανενός άλλου σε αυτόν το μισό αιώνα της heavy metal ιστορίας.

Έχοντας στο παλμαρέ του συναρπαστικές δουλειές για σχεδόν δύο γεμάτες δεκαετίες δισκογραφικούς δράσης, συνεργαζόμενος με μουσικούς από την ποιοτική αφρόκρεμα του χώρου, αλλά και μένοντας στην ιστορία για τον τεράστιο μουσικό, επαγγελματικό - και όχι μόνο - εγωισμό του, ο Σουηδός βιρτουόζος έχει φτάσει πια στο σημείο να πραγματοποιεί μια αδιάκοπη καλλιτεχνική ελεύθερη πτώση, η οποία όσο δειλά έκανε την εμφάνιση της εντός των ‘00s, άλλο τόσο συντριπτική και αναντίρρητη είναι την τελευταία δεκαετία. Με ένα ακόμη δισκογραφικό πόνημα να είναι προ των πυλών και τον ίδιο να φαντάζει γραφικότερος και από τα ηλιοβασιλέματα στη Σαντορίνη λόγω της εν γένει στάσης του, το "Parabellum" αφορά έτσι κι αλλιώς μονάχα τον σκληρό πυρήνα της οπαδικής του βάσης, έστω κι αν ακόμη και αυτός έχει κορεστεί από τη διαρκή μετριότητα των τελευταίων ετών. Υπάρχει, άραγε, κάποια βελτίωση των παθογενειών εδώ;

Η απάντηση μοιάζει ξεκάθαρη και δυστυχώς είναι πέρα για πέρα αρνητική. Ένας «αρπακολλατζίδικος», προχειροφτιαγμένος δίσκος, δίχως έμπνευση, χωρίς ούτε έναν καλό λόγο για να μπορέσει να πιαστεί ο ανυποψίαστος ακροατής για να τον ακούσει στο σύνολο του, ενός μουσικού που τον έχει ξεπεράσει το ίδιο του το όραμα. Με συνθέσεις που φαντάζουν περισσότερο ως επαναλαμβανόμενες ασκήσεις κιθαριστικού βιρτουοζιτέ παρά ως τραγούδια, η επαναληψιμότητα και η έλλειψη έμπνευσης είναι το λιγότερο που θα απασχολήσει κάποιον που θα τολμήσει να προσεγγίσει το άλμπουμ εξ ολοκλήρου. Ο Malmsteen και το υπερμέγεθες εγώ του καλύπτουν με μια καταστροφική σκιά πλήρως το υλικό, τέτοια που δεν αφήνει ούτε τη μαγεία ορισμένων όμορφων νεοκλασικών solos να φωτίσουν λίγο το περιβάλλον.

Το rhythm section ακούγεται απλοϊκό και πιθανότατα ανύπαρκτο, η παραγωγή φαντάζει αντίστοιχη ενός καλού demo, ενώ το γεγονός ότι ο Malmsteen συνεχίζει να βασανίζει τον εαυτό του όντας και πίσω από το μικρόφωνο είναι το κερασάκι σε μια πολύ δυσάρεστη, πικρή τούρτα. Φαντάζει αδιανόητο ότι ο ίδιος άνθρωπος είχε κυκλοφορήσει το "Marching Out", το "Trilogy" ή ακόμη και τα "Magnum Opus" και "Seventh Sign", συνεργαζόμενος με κορυφαίους μουσικούς και τραγουδιστές και προσφέροντας σπουδαίο υλικό παρά τις δεδομένες εμμονές του. Άλλωστε, με τελευταίο αξιοπρεπές άλμπουμ του το "Perpetual Flame", όπου και η σύμπραξη του με τον Tim "Ripper" Owens άφηνε υποσχέσεις, η δημιουργική του κατάσταση μοιάζει σχεδόν μη αναστρέψιμη, με τον ίδιο να αρκείται στο να τρέφεται πλέον με αυταπάτες μεγαλείου και να μην καταβάλει παρά την ελάχιστη δυνατή προσπάθεια για να κυκλοφορήσει κάτι καινούργιο.

Στον προσωπικό μου μικρόκοσμο, ο Yngwie Malmsteen αποτελεί έναν από τους πλέον λατρεμένους μου κιθαρίστες, ωθώντας με να ξεκινήσω μαθήματα ηλεκτρικής κιθάρας μια φορά κι έναν καιρό, αρκετά χρόνια πριν. Έτσι, η συγκεκριμένη του αυτο-απαξίωση δεν μπορεί παρά να μου προκαλεί θλίψη, ελπίζοντας άλμπουμ με το άλμπουμ ότι κάτι θα αλλάξει ξανά προς το καλύτερο. Μάταια ή όχι, το δείχνει το αποτέλεσμα και του "Parabellum", ενός δίσκου χωρίς απολύτως κανένα λόγο ύπαρξης, που μονάχα κακό κάνει στη μουσική κληρονομιά του δημιουργού του.

  • SHARE
  • TWEET