Wayfarer

American Gothic

Profound Lore Records / Century Media Records (2023)
Από τον Πάνο Ζαρκαδούλα, 03/11/2023
​Πειστική μουσική αποτύπωση μιας εποχής με παράνομους, μπότες, σπιρούνια και καυτές σέλες
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Ήρθε η ώρα να πετάξουν τους μανδύες τους και να κλείσουν τα βιβλία με τα ξόρκια, ακουμπώντας τα στην άκρη μαζί με τα πολυεδρικά ζάρια. Προσωρινή παύση για Dungeons & Dragons ιστορίες. Τα ¾ των Stormkeep ξαναφοράνε μπότες σπιρουνάτες, ponchos και καπέλα για να συνεχίσουν την αφήγηση και την περιγραφή της Άγριας Δύσης: σαν τον Daniel Day - Lewis στο "There Will Be Blood" και τα νεόπλουτα αφεντικά των σιδηροδρόμων. Τότε, που οι ζωοκλέφτες ήταν οργανωμένοι σε συμμορίες και οι άνθρωποι του νόμου ενίοτε έκαναν τα στραβά μάτια, γεμίζοντας τις τσέπες τους με ασήμι.

Από τούτες τις σελίδες, το "A Romance With Violence" εκτιμήθηκε όπως του άρμοζε, σαν ο δίσκος που έδιωξε μακριά την ομίχλη η οποία κάλυπτε τα σχέδια της μπάντας έως τότε. Έκανε προφανή και ξεκάθαρη την πρόθεσή της να ενώσει το black metal με την americana και την gothic country, δίνοντας υπόσταση σε ένα νέο υβρίδιο metal μουσικής. Έπεισε και πέτυχε, η «εντοπιότητα» αποτελεί ισχυρό παράγοντα για κάτι τέτοιο και η εκ Colorado τετράδα απέδωσε την σκληρή ιστορία του τόπου της, όπως ελάχιστοι θα μπορούσαν.

Έχοντας θέσει πλέον τις μουσικές τους βάσεις, γερές και στέρεες, συνεχίζουν να εξερευνούν και να μεταφέρουν εκείνη την εποχή στα ηχεία μας, εδραιώνοντας τον χαρακτηριστικό τους πλέον ήχο, με τη βοήθεια τού - θα με βρίσκετε συνέχεια μπροστά σας - Arthur Rizk. Ενδεχομένως να οφείλεται σε αυτόν η μαζεμένη διάρκεια τού δίσκου, ειδικά σε σχέση με τον προκάτοχό του, καθώς δε θα βρούμε ούτε μία δεκάλεπτη σύνθεση. Τρεις υπήρχαν πριν τρία χρόνια, με την ένσταση τότε να έγκειται ως προς την αμεσότητά τους και ως προς το χρονικό χάσμα συγκριτικά με τις υπόλοιπες. Εδώ δεν υφίστανται τέτοιοι προβληματισμοί, η ροή και η συνοχή τού δίσκου είναι αξιοζήλευτες.

Η εντελώς western εισαγωγή τού εναρκτήριου κομματιού και η εξέλιξή του φαντάζουν σαν ένα μεσημέρι σε κάποιο saloon: να θες να χαλαρώσεις με ένα ποτό και να νιώθεις βλέμματα επάνω σου. Να αδιαφορείς και να δυσκολεύεσαι. Να καταπίνεις την πρώτη και δεύτερη προσβολή, ώσπου να ξεκινήσει η μανούρα. Γιατί είναι θέμα χρόνου να ξεκινήσει. Κάπως έτσι ενώνεται το ακραίο πρόσωπο της μπάντας με τις ντόπιες μουσικές καταβολές της, κάπως έτσι εξελίσσεται το πρώτο μισό της νέας δουλειάς των Αμερικάνων.

Πέραν της χρονικής διάρκειας των συνθέσεων, ο νέος δίσκος διαφοροποιείται και ως προς τη συχνότητα εμφάνισης των καθαρών φωνητικών: μεγαλύτερη σαφώς, ποτισμένα με reverb και echo, επιτείνουν τη μουντίλα που κυριαρχεί ως ατμόσφαιρα. Δεν υπάρχει στιγμή που να μη νιώθεις έναν βαρύ και συννεφιασμένο ουρανό πάνω από το κεφάλι σου, με ελάχιστες σταγόνες βροχής να ποτίζουν το γεμάτο χωμάτινη σκόνη σκηνικό. Αν προσθέσουμε κακομούτσουνα και χαρακωμένα από ουλές πρόσωπα, το παζλ συμπληρώνεται.

Σαν τέτοιο λογίζεται και η ένωση ειδών που λαμβάνει χώρα στα παρά κάτι πενήντα λεπτά τού δίσκου: usbm, western/country, post/core metal, δημιουργούν ένα μοναδικό μουσικό χαρμάνι, που αν αφαιρεθεί οποιοδήποτε από αυτά, αλλάζει παντελώς η δομή του. Τόσο απαραίτητο θεωρείται έκαστο, ώστε η προσπάθεια αυτή να αποδειχθεί ολοκληρωτική. Ακόμα και τα ογδόντα πέντε δευτερόλεπτα στο "1934" έχουν την αξία τους, ειδικά αν σχετίζονται με το δίδυμο Bonnie & Clyde. Αρκετές οι εξέχουσες στιγμές κατά την ακρόαση, άλλοτε με «χτισίματα» που οδηγούν σε κορυφώσεις και άλλοτε με πιο ήπιες μουσικές νόρμες, αμφότερες φέρουσες εικόνες και ιστορίες στον νου. Από μια ταραγμένη ιστορική περίοδο μακρινής για εμάς χώρας, που ταυτόχρονα μας είναι οικεία.

Μιλώντας για εικόνες, το μαύρο εξώφυλλο με την υπέροχη γραμματοσειρά - θα μπορούσε να κρέμεται έξω από κάποιο τοπικό «κοράκι» στο Leadville του Colorado - έρχεται ως η πρόκα που θα σφραγίσει το φέρετρο του αμερικάνικου ονείρου. Τα παλικάρια, εκτός από καπέλα και μπότες, κουβαλάνε και φτυάρια ανά χείρας. Έσκαψαν τον λάκο πριν τρία χρόνια και φέτος τον σκεπάζουν. Έγραψαν, εκφώνησαν τον επικήδειο, φύγαμε για bourbon.

Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET