The Phantom Band

The Wants

Chemikal Underground (2010)
Από την Εριφύλη Παναγούλια, 19/10/2010
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;
Οι The Phantom Band είναι σαν τα ανέκδοτα που αρχίζουν με τον Ιταλό, τον Γερμανό και τον Έλληνα. Τι κάνουν λοιπόν ένας βιβλιοθηκονόμος, ένας δικηγόρος, ένα μεγαλοστέλεχος εταιρίας και οι αντικοινωνικοί φίλοι τους στον ελεύθερο χρόνο τους; Γράφουν indie συνθέσεις αιχμής! Και δεν είναι ανέκδοτο. Μπορεί οι περισσότεροι να μην έδωσαν ιδιαίτερη σημασία στο περσινό ντεμπούτο album τους "Checkmate Savage", αλλά σίγουρα αυτοί που το άκουσανθα τους μείνει αξέχαστο, όπως και το "The Wants".

Κι ενώ υπήρχε ο φόβος για το επόμενο βήμα της μπάντας-φάντασμα, κι ότι μετά από ένα δοξασμένο δισκογραφικό ντεμπούτο, το μέλλον θα είναι ηχητικά κατώτερο, όπως έχει συμβεί με πολλούς, οι έξι indie rockers από τη Γλασκώβη αρνούνται πεισματικά να πέσουν μέσα σε κάθε είδος κλισέ. Και αντί για αυτό, από την πρώτη στιγμή θέλουν να εντυπωσιάσουν. Να βάλουν τον πήχη ψηλά, τόσο ψηλά που μπορεί να είναι και ριψοκίνδυνο.

Και τι άλλο μπορεί κάποιος να υποθέσει στο άκουσμα του εναρκτήριου "A Glamour", όπου οι συνθετικοί ήχοι και η αποπνικτική ατμόσφαιρα ακολουθούνται από τα ηλεκτρικά διακοσμημένα τύμπανα - εμβατήρια πολέμου, δημιουργώντας μια αρκετά μυστική διάθεση για όλα τα υπόλοιπα που πρόκειται να επακολουθήσουν. Η συνέχεια με τα "O" και "Everybody Knows It's True" δεν αφήνει κανέναν να χάσει το ενδιαφέρον του, με το πρώτο να έχει περιστοιχιστεί από τα απαραίτητα dark wave πλήκτρα και τη βαρύτονη χροιά των φωνητικών και το δεύτερο να έχει καθ' όλη τη διάρκεια του ένα υποσκάπτον e-bow που προσπαθεί συνεχώς να τραβήξει την προσοχή. Και κάπου εδώ φτάνουμε σε μία από τις κορυφαίες στιγμές του album, αφού στο "The One Of One" αφήνονται για λίγο πίσω οι «ηλεκτρικές» τάσεις των Phantom Band και αποκτά μια πιο folky μελαγχολική διάθεση και τα φωνητικά του Rick Antony μοιάζουν να έχουν εγκαταλείψει τα εδάφη της Γηραιάς Αλβιόνας και να έχουν εξαμερικανιστεί σε μεγάλο βαθμό. Μια ηχητική πραγματικότητα που δε θα κρατήσει πολύ, μιας και στο δεύτερο μισό του το album βυθίζεται πάλι στα γνωστά indie μονοπάτια, που θέλουν να είναι σπαρμένα με σκοτεινούς ήχους πλήκτρων και παραμορφώσεις. Ίσως αυτά να είναι τελικά και τα υλικά συνοχής που κρατούν το οικοδόμημα του "The Wants" και δίνουν στους Phantom Band τη δυνατότητα να προσδίδουν την απαραίτητη σκοτεινή διάθεση σε όλες τις συνθέσεις του.

Ο βασικός στόχος είναι να κάνουν τη μουσική τους λίγο πιο δύσκολη στο να την κατανοήσει κανείς. Στιχουργικά δεν προσκολλώνται σε συγκεκριμένες θεματολογίες και δεν αναλώνονται μόνο στα υπαρξιακά και στις χαμένες αγάπες, χωρίς να σημαίνει ότι και αυτά μένουν στην απ' έξω. Ας μην ξεχνάμε ότι αυτά είναι άλλα δύο στοιχεία που απαντώνται συνέχεια στο συγκεκριμένο ιδίωμα και, ας μην κρυβόμαστε, κανείς δε μπορεί να ξεφύγει από αυτά.

Γενικότερα, η αίσθηση που αφήνει το νέο album των The Phantom Band πολύ φοβάμαι ότι δε θα γίνει ευθέως αντιληπτή. Το περίεργο είναι ότι όσο αυξάνονται οι ακροάσεις, τόσο αποκαλύπτεται η ομορφιά του, χάρισμα το οποίο συνήθως έχουν μεγαλύτερες μπάντες και με περισσότερη εμπειρία. Και τι περιμένατε από έναν βιβλιοθηκονόμο, έναν δικηγόρο, ένα μεγαλοστέλεχος εταιρίας και τους αντικοινωνικούς φίλους τους; Πήγαν να φτιάξουν κέικ και τελικά έφτιαξαν πυρηνική βόμβα.
  • SHARE
  • TWEET