Sleaford Mods

Eton Alive

Extreme Eating (2019)
Από τον Αντώνη Αντωνιάδη, 01/03/2019
Οι Sleaford Mods επιστρέφουν πετυχαίνοντας το πέντε στα πέντε
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Είναι οι Sleaford Mods το κορυφαίο συγκρότημα του πλανήτη; Αν ρωτήσετε τους Luke Hains, Iggy Pop και Steve Albini θα σας απαντήσουν ότι αδιαμφισβήτητα είναι και πως όσοι διαφωνείτε κάνετε απλά λάθος. Και για να είμαι απόλυτα ειλικρινής το μόνο που με αποτρέπει από το να συμφωνήσω με την παραπάνω άποψη είναι ότι τη βρίσκω κάπως απόλυτη, αλλά όχι απαραίτητα υπερβολική. Όπως και να έχει, το δίδυμο από το Nottingham επιστρέφει με το "Eton Alive", που αποτελεί την πρώτη τους κυκλοφορία από τη δική τους δισκογραφική, και καταφέρνει να κερδίσει το στοίχημα του καθοριστικού πέμπτου δίσκου. Και γράφω πέμπτος καθώς, όπως και οι περισσότεροι, θεωρώ σημείο εκκίνησης της καριέρας τους το "Austerity Dogs" του 2013.

Από τότε μέχρι σήμερα λοιπόν μεσολάβησαν τρία εξαιρετικά άλμπουμ που κατάφεραν να τους εξασφαλίσουν αρκετή δημοσιότητα η οποία ευτυχώς φαίνεται πως μεταφράστηκε και σε αναβάθμιση του τεχνικού τους εξοπλισμού. Και αυτό είναι φανερό στο νέο τους άλμπουμ καθώς ο, σε γενικές γραμμές υποτιμημένος, Andrew Fearn καταφέρνει να δημιουργήσει τον πιο φιλόδοξο δίσκο στην πορεία του συγκροτήματος μπλέκοντας μουσικά είδη με τέτοιο τρόπο ώστε ο προβολέας επιτέλους να πέσει σε αυτόν. Post-punk αισθητική και μπασογραμμές που θυμίζουν Motown ζυμώνονται με επιρροές από τους Kraftwerk και το new wave ενώ παράλληλα η σύγχρονη ηλεκτρονική μουσική αναδεικνύεται σε βασική συνιστώσα του συνολικού αποτελέσματος. Με αυτό τον τρόπο ο Fearn πετυχαίνει να βάλει τη μουσική στο προσκήνιο ώστε να μην αποτελεί απλά το φόντο πάνω στο οποίο χτίζει ιστορίες το έτερο μισό του συγκροτήματος.

Φυσικά είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, το να καταφέρεις να τραβήξεις την προσοχή όταν μοιράζεσαι τη σκηνή με έναν καλλιτεχνικό οδοστρωτήρα όπως ο Jason Williamson. Και αυτό γιατί ο Williamson συγκεντρώνει όλα αυτά τα χαρακτηριστικά που τον καθιστούν performer πρώτης κατηγορίας ενώ, παράλληλα, αποτελεί έναν από τους πιο αξιόλογους και ευφυείς στιχουργούς εκεί έξω. Και αν για το δεύτερο διατηρείτε επιφυλάξεις, για το πρώτο θα πρέπει να δεχτείτε ότι δεν είναι κι εύκολη δουλειά να γεμίζεις μία σκηνή μόνος σου πετυχαίνοντας παράλληλα να καθηλώσεις το κοινό που σε παρακολουθεί. Και ο Williamson αυτό το κάνει σαν να είναι το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο.

Στον νέο δίσκο οι στίχοι του γίνονται πιο νιχιλιστικοί παραμένοντας όμως αστείοι και κοινωνικά επίκαιροι. Υπό αυτή την έννοια, δεν θα χαρακτήριζα τον δίσκο πολιτικό θεματολογικά αν και οπωσδήποτε όλα τα ζητήματα που θέτει ο Williamson άπτονται του χώρου της πολιτικής. Η διαφορά είναι ότι καταφέρνει με αμεσότητα να περιγράψει τη βρετανική κοινωνία μετά το Brexit και να εκφράσει ιδανικά τις ανασφάλειες της αποδεχόμενος όμως παράλληλα ότι δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις. "It's not enough anymore to want change, you have to do change but the only change I like sits in my pocket. I’m a consumer" ομολογεί στο "Subtraction" και μαζί του βρίσκει φωνή μια ολόκληρη γενιά η οποία μοιάζει εγκλωβισμένη σε αυτό που ο Williamson περιγράφει στο "Into The Payzone" ως "2019 death race. Post, recover, eat, post, hate".

Παράλληλα όμως οι στίχοι του γίνονται και πιο προσωπικοί. "We never touch the real feelings, just the empty discourse" γράφει στο "Discourse" και κάνει φανερό πως τα σημαντικότερα μηνύματα εκφράζονται καλύτερα με τον πιο απλό τρόπο. Και είναι αυτή η ανεπιτήδευτη απλότητα του που αποτελεί και το βασικό του όπλο. Kαι, φυσικά, από εδώ δεν θα μπορούσε να απουσιάζει το γνήσιο βρετανικό φλέγμα και οι μπηχτές που τον έκαναν διάσημο. "Graham Coxon looks like a left wing Boris Johnson" γράφει για τον κιθαρίστα των Blur ενώ σχολιάζοντας τη σύγχρονη μουσική παρατηρεί ότι "Playlist, caned it tame as fuck fits good for the news that chucks more shit up". Και αποδεικνύοντας στην πράξη ότι κανείς δεν είναι υπεράνω κριτικής δεν διστάζει να σχολιάσει και τον ίδιο του τον εαυτό μετά την επιτυχία γράφοντας "You know now I just fantasize in a house three times the size of my old one and I pretend that it don’t matter".

Όμως κι ερμηνευτικά, ο Williamson εμφανίζεται ανανεωμένος καθώς δημιουργεί περισσότερες φωνητικές μελωδίες ενώ στο "When You Come To Me" κάνει την έκπληξη φτιάχνοντας ένα τραγούδι αρκετά διαφορετικό από οτιδήποτε έχουν κυκλοφορήσει οι Sleaford Mods στο παρελθόν. Και αυτή η αίσθηση εξέλιξης είναι έντονη μέσα σε όλο τον δίσκο βάζοντας ταφόπλακα σε όποιες αμφιβολίες μπορεί να υπήρχαν σχετικά με τη βιωσιμότητα ενός τόσο ιδιαίτερου σχήματος.

Οι Sleaford Mods επέστρεψαν λοιπόν για τα καλά. Το "Eton Alive" για μένα δεν αποτελεί τον καλύτερο τους δίσκο, όμως νομίζω ότι ίσως είναι αυτός που θα τους κάνει ευρύτερα γνωστούς και που θα τους αναδείξει επιτέλους στην ελίτ των σύγχρονων βρετανικών συγκροτημάτων. Ο σπουδαίος John Peel εξηγώντας κάποτε γιατί οι Fall αποτελούν το αγαπημένο του συγκρότημα είχε πει ότι «Είναι πάντα διαφορετικοί. Είναι πάντα ίδιοι». Και νομίζω ότι αυτό είναι και το βασικό χαρακτηριστικό των Sleaford Mods που τους καθιστά τους καλύτερους εκφραστές της μεγάλης κληρονομιάς του Mark E. Smith κι ένα από τα σημαντικότερα και πιο επίκαιρα σχήματα της τρέχουσας δεκαετίας.

  • SHARE
  • TWEET