Υπαρξιακά δεμένος με την λογοτεχνία και τη μουσική, χαρτογραφεί και τις δύο με την υπενθύμιση ότι οι χάρτες δεν είναι ποτέ ο τόπος ο ίδιος. Του αρέσει ό,τι μπορεί να περιγράψει ως πολύχρωμο, παραμυθικό,...
OvO
Ignoto
«Δεν είναι νεκρό αυτό που αιώνια κείται, κι’ ίσως έρθουν παράξενες εποχές όταν ακόμη κι’ ο θάνατος πεθάνει» - Η.P. Lovecraft
Οι OvO είναι ένα Ιταλικό ντουέτο που παρά την εικοσαετή πορεία του έχει μείνει μάλλον μακριά από τα ραντάρ ακόμη και έμπειρων μουσικόφιλων. Αυτό δεν είναι τόσο παράδοξο - η noise μουσική τους ήταν δυσκολοχώνευτη ακόμη και για καταλήψεις που επιζητούσαν να δώσουν φωνή στο ριζοσπαστικό ήχο. Ωστόσο, το αναρχοκουίρ σχήμα έμεινε πιστό στον ήχο του (που συνδυάζει noise, black, sludge, και ό,τι άλλο θέλετε), και στην μινιμαλιστική του προσέγγιση - ας πούμε απλά ότι ο drummer Bruno Dorella «βρήκε τη φωνή του» όταν έμαθε το No Wave παίξιμο μουσικών της Νέας Υόρκης, και υπερηφανεύεται ότι έπαιζε με μισό drum kit. Σε συνδυασμό με τις άναρθρες κραυγές της Stefania Pedretti, τις χαοτικές της κιθάρες, και την επινοημένη «μεταλλική» της γλώσσα, οι OvO δεν προσφέρονταν για εύκολες ακροάσεις, και το αποδείκνυαν με κάθε κυκλοφορία τους.
Ωστόσο, φέτος επιστρέφουν με ενδεχομένως το πιο συνεκτικό τους άλμπουμ. Εδώ δεν έχουμε το θρυμματισμένο ξέσπασμα του προ διετίας "Miasma", ούτε την αρρώστια του παλαιότερου "Creatura". Η συρραφή αποσπασμάτων από βιβλία horror, το πλατύ άνοιγμα στον ακραίο ήχο με έμφαση περισσότερο στην παραγωγή παρά την τεχνική δεξιότητα, και ο αυτοσχεδιασμός ως κεντρικός άξονας, συνιστούν υλικά μίας συνθετικής αντίληψης που ακούγεται εστιασμένη μέσα στο χάος της. Το τελικό αποτέλεσμα θες να το πεις σχεδόν συμβατικό, παρ’ όλο που είναι προϊόν μίας συνάντησης με οριακές καταστάσεις, όπως ήταν/είναι η πανδημία, αλλά και το προσωπικό πρόβλημα υγείας της Pedretti, που την έσπρωξε πιο κοντά στο άγνωστο του θανάτου.
Ο θάνατος είναι χρόνια πια για μας ένας άγνωστος - Ignoto, στα Ιταλικά. Είτε συλλογικά είτε ατομικά, η επαφή με το θάνατο είναι κάθε φορά μία πρόκληση των ορίων μας, καλούμαστε να συνδιαλλαγούμε με το ακατανόητο σύνορό του. Ανάμεσα στις διάφορες αναγνώσεις της εποχής μας, υπάρχει κι εκείνη που εντοπίζει μία εμμονή με την διασφάλιση και επιμήκυνση της ζωής και την απώθηση του θανάτου, σε μία διαρκή απόπειρα να καθαρίσουμε το σώμα και το μυαλό μας από αυτόν. Η ζωή από δικαίωμα γίνεται καθήκον, κι ο θάνατος μοιάζει με ανωμαλία, οπότε πρέπει να απαλλαγούμε από την παρουσία του. Βρισκόμαστε, έτσι, σήμερα στους παράξενους εκείνους αιώνες που προφήτευσε ο H.P. Lovecraft με την κοσμική μυθολογία τρόμου του, όταν ο θάνατος ο ίδιος πεθαίνει.
Αυτό ακριβώς εξαγγέλει η πρώτη από τις δύο εικοσάλεπτες συνθέσεις του άλμπουμ (η κάθε μία χωρισμένη σε τέσσερα parts), το "La Morte Muore". Ένα τέτοιο συμβάν δεν θα μπορούσε, βέβαια, παρά να συνοδεύεται από ένα μοιρολόι βυθισμένο στον ηχητικό βούρκο. Όσο οι χορδές του μπάσου ακούγονται σαν τεντωμένα καλώδια και δημιουργούν μία ατμόσφαιρα γεμάτη ομίχλη, οι ψίθυροι της Pedretti έρπουν από πίσω και σταδιακά κορυφώνονται σε κραυγές αγωνίας. Μπορεί σε σχέση με τα προηγούμενα (εννιά, παρακαλώ!) άλμπουμ τους οι OvO για πρώτη φορά να χρησιμοποιούν κανονικούς στίχους, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα μας τους τραγουδήσουν κιόλας. Μέσα από τα αργόσυρτα ακόρντα πνιγμένα στο reverb και τα εκκωφαντικά ντραμς, οι OvO μας τραβούν από το χέρι για να παρακολουθήσουμε το κουφάρι του μαυροντυμένου θεριστή να λιώνει. Drone ήχοι καλύπτουν τα πάντα με την λάσπη τους, και όταν σκάνε τα απανωτά χτυπήματα στο τέλος του "La Morte Muore (Part 2)", σε παρασέρνουν σε μία κατάσταση τρανς, που ενισχύεται με τα τελετουργικά τύμπανα του "La Morte Muore (Part 3)".
Όμως το βαθύ σκοτάδι έρχεται μετά, αποσταγμένο, με όλη την αγωνία που κρύβει η αρχική κραυγή του "Distillati Di Tenebre (Part 1)". Αμείλικτα blast-beats και εναλλαγές στο ρυθμικό μοτίβο που φτάνουν στο σημείο να ακούγονται ακόμη και ως black n’ roll, με την επανάληψη του βασικού θέματος να θυμίζει ένα σμάρι από μανιασμένες σφήκες. Η αδιάκοπη ταχύτητά και η νευρικότητα κάνουν ύστερα το Part 2, με τους κατεβασμένους του ρυθμούς και την μονοτονία του, να ακούγεται ακόμη πιο ασφυκτικό. Γενικά, θα λέγαμε ότι το δεύτερο μισό του "Ignoto" αντλεί από όλη την industrial παράνοια ενός "Filth", και οι κλιπαριστοί ηλεκτρονικοί ήχοι που ακολουθούν για τα τελευταία πέντε λεπτά μπορεί να μοιάζουν με μία μουσική (εντός πολλών εισαγωγικών) αποφόρτιση, παραπέμπουν ωστόσο με το lowercase στυλ τους, στο αχαρτογράφητο, στο άγνωστο, για το οποίο δεν έχουμε προσδιορίσιμη μορφή και εικόνα.
Μαγεία, αποκρυφισμός, οριακότητα και διεύρυνση - αυτό είναι το μήνυμα, μουσικό και πολιτικό, των OvO, και το "Ignoto", έστω και άθελά του, ακούγεται σαν μία πρόσκληση επαναπροσδιορισμού του πιο πρωταρχικού ορίου που έχει θέσει η κοινωνία μας, εκείνου μεταξύ ζωντανών και νεκρών. Εξάλλου το OvO προκύπτει από το nuovo - ή αλλιώς, νέο - και ίσως χρειαζόμαστε το μανιακό ταρακούνημα ενός ιδιόρυθμου σχήματος από την Ιταλία για να δούμε τη σχέση μας με τη ζωή και το θάνατο από μία νέα σκοπιά.