Ondskapt

Grimoire Ordo Devus

Osmose (2020)
Από τον Αποστόλη Ζαμπάρα, 14/12/2020
Μια από τις πιο ιδιαίτερες σουηδικές black metal μπάντες επιστρέφει έπειτα από δέκα χρόνια με τη δική της εκδοχή περί εφιαλτικής ατμόσφαιρας
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

Όταν οι Σουηδοί Ondskapt κυκλοφόρησαν το 2003 το ντεμπούτο τους, "Draco Sit Mihi Dux" είχαν «βαπτιστεί» από τα μέσα της εποχής ως η πιο νοσηρή (σ.σ. "evil") μπάντα στη σκηνή. Βέβαια, το συγκρότημα του οποίου το όνομα ερμηνεύεται ως «δημιουργημένοι από το κακό», δεν ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα στο να χτίσει κάποια τέτοια φήμη, ειδικά σε μια εποχή όπου η σκηνή φαινόταν να ταλαντεύεται μεταξύ εμπορικής αναγνώρισης και ριζοσπαστικής, υπόγειας και εκ βάθρων αναδιάρθρωσης. Οι τρείς δίσκοι που κυκλοφόρησαν μέχρι το 2010 οι Σουηδοί, τους βρήκαν να κατακτούν περίοπτη θέση μεταξύ του τότε, εκπληκτικού κύματος της σκηνής τους.

Σε αντίθεση με τον πιο ορθόδοξο και οργισμένο ήχο συγκροτημάτων όπως οι Watain του "Casus Luciferi" και οι Funeral Mist, οι Ondskapt κινούνταν πιο κοντά στην τελετουργία μπαντών όπως οι Mortuus, Nefandus και Ofermod. Κυρίαρχο συστατικό του, ιδιαίτερου ήχου τους, δεν ήταν τόσο η επικρατούσα mid-tempo προσέγγιση, όσο, το πώς μετουσιωνόταν σε ήχο ο επιδιωκόμενος αποκρυφισμός εξαιτίας του, για τους οπαδούς, αναγνωρίσιμου κιθαριστικού τόνου και των νεκρικών φωνητικών του Acerbus. Η μπάντα, έπειτα από το "Arisen From The Ashes" σιώπησε. Πριν λίγες μέρες όμως, η Osmose κυκλοφόρησε τον τέταρτο δίσκο των Ondskapt, "Grimoire Ordo Devus". Η επιστροφή αυτή, που προσωπικά μου φάνηκε ιδιαίτερα απρόσμενη, ήρθε σε μια εποχή όπου ο εν λόγω, «ορθόδοξος» ήχος, έχει καθιερωθεί ως τάση πέραν της τότε σκηνής, σε ολόκληρο το black metal underground.

Αν κάτι γίνεται άμεσα αντιληπτό από τις ακροάσεις του άλμπουμ, είναι πως αυτή τη φορά υφίσταται μια κρίσιμη ηχητική διαφοροποίηση. Η παραγωγή είναι διαυγέστατη όσο ποτέ, η γνώριμη χροιά παρούσα, αλλά οι ταχύτητες επαυξημένες. Οι Ondskapt επέλεξαν στην επιστροφή τους να ηχήσουν πιο μαζικοί και άμεσοι από ποτέ. Αυτό έχει ως συνέπεια, το καταιγιστικό τυμπάνισμα να βρίσκεται σε πρώτο πλάνο, όπως και τα κιθαριστικά riffs. Ακολουθώντας την παράδοση του προκατόχου του, το άλμπουμ ξεκινά με μια εφιαλτική εισαγωγή για να παραδοθεί στη μανία του "Semita Sinistram". Μια από τις καλύτερες στιγμές του δίσκου, το εναρκτήριο ουσιαστικά αυτό άσμα, ξεδιπλώνει τη φαρέτρα των Σουηδών.

Οι Ondskapt, δήλωσαν απερίφραστα πως αυτό το άλμπουμ δεν αποτελεί κάποια ιδεολογική τοποθέτηση αλλά την ηχητική αποτύπωση μιας εφιαλτικής ατμόσφαιρας. Η, ηχητικά εντυπωσιακή επιστροφή τους λοιπόν, παρουσιάζει ένα διαφορετικό προσωπείο. Οι Ondskapt συνθέτουν τον πιο οργισμένο τους δίσκο, ο οποίος, αποτελεί αμάλγαμα συγκεκριμένων πραγμάτων. Είναι ξεκάθαρο, πως αυτή η σουηδική φουρνιά, ενσωμάτωσε καλύτερα από οποιαδήποτε άλλη, την ηχητική πρόταση του "De Mysteriis Dom Sathanas", ενός δίσκου, που όσο σημαντικός και αν είναι για την ιστορία της σκηνής, αποδείχθηκε αντιστρόφως ανάλογα επιδραστικός ηχητικά. Υπό αυτό το πρίσμα, το παράδειγμα των Malign και της «ορθόδοξης» αναγέννησης της προ-προηγούμενης δεκαετίας που φαινομενικά πάτησε στους Dissection αλλά ουσιωδώς κρύβεται στο μωβ ιερό μιας εκκλησίας στο Nidaros, καθοδηγεί το "Grimoire Ordo Devus". Το "Ascension", εξαιρετικό μεν, αποπροσανατολίζει με το πνεύμα του Varg που κατέχει τον μπασίστα, ενώ το "Devotum In Legione" υπενθυμίζει αυτό που είχε υποστηρίξει στη συνέντευξή μας και ο ίδιος ο Danielsson των Watain. Το "Casus Luciferi" ξεσήκωσε ορδές μιμητών.

Σε καμία περίπτωση όμως η επιστροφή των Ondskapt δεν είναι απλώς αποκύημα της φαντασίωσης περί μιας πολύπλευρης σουηδικής ταυτότητας. Το πρώτο δείγμα του άλμπουμ, το κορυφαίο "Animam Malum Daemonium", ισορροπεί μεταξύ ταχύτητας και του γνώριμου ύφους που καθιέρωσε τους Ondskapt ως ιδιάζουσα περίπτωση. Οι Σουηδοί μάλιστα, εισάγουν περισσότερες heavy metal επιρροές, ενώ ακόμη και όταν ο Acerbus τιμά τις, ουγγρικής καταβολής φωνητικές του επιρροές, το αποτέλεσμα τον δικαιώνει. Αν υπάρχει όμως μια στιγμή στον δίσκο, όπου πράγματι η νέα, μαινόμενη όψη της μπάντας προσαρμόζεται στον κόσμο δίσκων όπως το κορυφαίο "Dödens Evangelium", είναι, το "Paragon Belial". Μην σας δημιουργήσει λανθασμένους συνειρμούς το όνομα. Αυτή η σύνθεση διακατέχεται από μια θυελλώδη ορμή η οποία από την ατμοσφαιρική εισαγωγή καταλήγει σε μεγαλειώδη leads, συνοψίζει ιδανικά το πώς μπορούν οι Ondskapt να ηχούν εφιαλτικοί, να κόβουν την ανάσα.

Το "Grimoire Ordo Devus" είναι μια σημαίνουσα επιστροφή για τη σκηνή. Εμφανίστηκε, όπως και οι περίφημοι «μονόλιθοι» της επικαιρότητας, και υπενθύμισε πως, χωρίς δηλώσεις, προώθηση, τίποτα, μερικές μελωδίες μπορούν να μαυρίσουν την ψυχή. Οι Ondskapt συνέθεσαν ίσως τον πιο ποικιλόμορφο δίσκο της πορείας τους, ακόμη και αν κλείνει το μάτι οπαδικά σε ήρωες του όπως στο "Old And Hideous", παραδίδοντας ένα έργο προορισμένο να ακουστεί από όσους δεν επαναπαύονται με περιπτώσεις συγκροτημάτων όπως οι Fides Inversa, οι Order Of Orias και λοιποί. Τέτοια αρνητική ενέργεια όπως το δεύτερο μισό του "Possession" ή τέτοιο κινηματογραφικό φινάλε όπως το "Excision" δεν γράφονται από μιμητές, αλλά από προκαθήμενους. Δύο ήταν οι επιστροφές για αυτήν τη φουρνιά φέτος. Η μια ήταν η παρούσα, η άλλη αυτή εδώ.

Youtube
Bandcamp

  • SHARE
  • TWEET