Oak

The Quiet Rebellion Of Compromise

Karisma Records (2022)
Από τον Χρήστο Καραδημήτρη, 23/11/2022
Εσωστρέφεια, μελαγχολία, ποιότητα και ποιητικότητα σε ένα από τα αδιαμφισβήτητα highlight της φετινής prog σοδειάς
Πώς βαθμολογείτε το δίσκο;

«Αν όλα πάνε καλά, θα έχουμε έτοιμο το νέο μας άλμπουμ το 2020» μας έλεγαν οι Oak στις αρχές του 2019, ενώ λίγους μήνες πριν είχαν κυκλοφορήσει το πολύ όμορφο, δεύτερο άλμπουμ τους «False Memory Archive», μια δουλειά που τους τοποθέτησε δυνατά στον μουσικό χάρτη και έκανε αρκετούς φίλους του prog ιδιώματος να σημειώσουν με highlight το όνομα των Νορβηγών. Τελικά, φτάσαμε σχεδόν στο 2023 για να κυκλοφορήσει η νέα δουλειά τους, αλλά ποιος τολμάει να ρωτήσει τι μπορεί να μην πήγε καλά στο ενδιάμεσο; Ακόμα κι αν οι ίδιοι οι Νορβηγοί prog (ή art όπως προτιμάνε) rockers το διέψευδαν, η μουσική και οι στίχοι τους δίνουν την βεβαιότητα πως δεν μένουν ανεπηρέαστα από το εξωτερικό περιβάλλον και τα ερεθίσματά του. Και στον κόσμο που ζούμε τα τελευταία χρόνια, δεν θα εκπλησσόμουν αν μέσα από τα όσα συμβαίνουν προέκυψε μια δουλειά που στιχουργικά καταπιάνεται με θέματα ψυχικής υγείας και την αυτοχειρία.

Η θεματική του άλμπουμ επηρεάζει την ατμόσφαιρα που το περικλείει με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο, δίνοντας στον ακροατή να καταλάβει ότι οι δημιουργοί του καταπιάνονται με κάτι σημαντικό ακόμα κι αν δεν γνωρίζει τι είναι αυτό. Κυρίως, όμως, το κάνουν με σεβασμό, με ποιότητα και με ποιητικότητα, όπως ακριβώς έχουν δείξει ότι προσεγγίζουν την τέχνη τους συνολικά ως τώρα. Για του λόγου του αληθές, απευθύνθηκαν σε ειδικούς επί του θέματος τους οποίους συμβουλεύτηκαν, ενώ οι γραμματοσειρές που χρησιμοποιούνται στο εξώφυλλο του δίσκου έχουν συντεθεί από πραγματικά γράμματα αυτοχείρων. Το ίδιο το εξώφυλλο είναι βασισμένο στην L'Inconnue de la Seine. Φυσικά, ανάλογη επιμέλεια έχει δοθεί και στην μουσική, με το αποτέλεσμα να είναι απολύτως εντυπωσιακό, καθιστώντας το "The Quiet Rebellion Of Compromise" όχι μόνο την καλύτερη ως τώρα δουλειά των Νορβηγών, αλλά κι ένα από τα highlight της φετινής prog σοδειάς.

Μουσικά, οι Oak χτίζουν πάνω στα αρκετά θετικά στοιχεία που είχε το δεύτερο άλμπουμ τους, καταφέρνοντας αυτή τη φορά να αποτυπώσουν μια ακόμα πιο ξεκάθαρη ταυτότητά και να γίνουν πιο μεστοί συνθετικά. Διαθέτουν μια σειρά από χαρακτηριστικά που τους καθιστούν ξεχωριστούς, και καταφέρνουν να τα αναδείξουν με τον καλύτερο τρόπο μέσα από τις επτά συνθέσεις της νέας τους δουλειάς.

Αρχικά, είναι η ιδανική συνύπαρξη των ετερόκλητων στοιχεία που φέρνουν τα επιμέρους μέλη της μπάντας: η jazz, η ηλεκτρονική μουσική, τα soundtrack ταινιών και φυσικά το progressive rock αλληλοσυμπληρώνονται υπέροχα. Δες για παράδειγμα πόσο ωραία σβήνει το υπέροχο "Sunday 8 AM" με το σαξόφωνο ή πόσο ωραία δένει το μεσαίο jazzy σημείο με τα ηλεκτρονικά στοιχεία και το δυνατό ρεφραίν του "Dreamless Sleep". Και πως δεν ταράσσεται καθόλου η ροή του 14λεπτου - κι εκπληκτικού στο σύνολό του - "Paperwings", περνώντας από πολλαπλά mood και διαφορετικές ηχητικές κατευθύνσεις πριν καταλήξει σε μια κλιμάκωση που περιλαμβάνει μέχρι και - όλως παραδόξως, απολύτως ταιριαστά - growls.

Επίσης, είναι η φωνή του Simen Valldal Johannessen (ο οποίος επίσης παίζει πιάνο και πλήκτρα) που αποτελεί παράγοντα ο οποίος δεν μπορεί να μην επισημανθεί. Με χροιά και προσέγγιση που πιο πολύ μου θυμίζει τον Fredrik Bergersen Klemp των Maraton παρά στον Einar Solberg των Leprous, γνωρίζαμε ήδη ότι έχει εξαιρετική πρώτη ύλη και ικανότητες, αλλά σε αυτή την δουλειά έχει ανεβάσει τις μετοχές του, τόσο σε επίπεδο γραμμών που έχει γράψει, όσο και σε επίπεδο εκφραστικότητας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν το φοβερό εναρκτήριο "Highest Tower, Deepest Well" και το "Quiet Rebellion" με τις ακουστικές κιθάρες και τις καταπληκτικές φωνητικές αρμονίες. Αμφότερες οι δυο συνθέσεις καταφέρνουν και ξεχωρίζουν σε ένα σύνολο που κανένα τραγούδι δεν υστερεί.

Χωρίς να υπάρχει απαραίτητα κάποια συγκεκριμένη (ηχητική ή συνθετική) συνάφεια με τα παρακάτω, υπάρχουν στιγμές που το άλμπουμ μου βγάζει κάτι από την υπέροχη κινηματογραφικότητα του "Perdition City" των Ulver και κάτι από την ζεστασιά του σκανδιναβικού κρύου του "Cold Light Of Monday" των Wolverine, αλλά κυρίως μοιάζει σαν να διαθέτει κάτι από την αστρόσκονη της χρυσής εποχής (2002-2007) των Porcupine Tree και των πρώτων προσωπικών δίσκων των Steven Wilson (βλέπε "Demagogue Communion" και "Guest Of Honour"). Μια ακαταμάχητη μελαγχολία, μια θελκτική εσωστρέφεια και εκείνη η αίσθηση πως δεν μπορείς να αποφύγεις το σκοτάδι αν θες εκτιμήσεις το φως.

Επιπλέον, ο εξαιρετικός ήχος του άλμπουμ, με τη συνεισφορά του David Castillo (Katatonia, Leprous, Opeth) στη μίξη και του Tony Lindgren (στα περίφημα πλέον Fascination Street Studios) στο mastering, συντελεί στο να αναδειχθούν ακόμα περισσότερο οι συνθέσεις και οι μουσικές δεξιότητες όλων των μελών της μπάντας και να ισορροπούν άριστα οι προαναφερθείσες πολλαπλές διακλαδώσεις των ήχων και επιρροών τους. Παίζει κι αυτό τον σημαντικό ρόλο του, σε ένα άλμπουμ που κάθε τι μοιάζει να έχει γίνει σωστά.

Κάπως έτσι, όλα τα παραπάνω αθροίζουν στο αβίαστο συμπέρασμα πως το "The Quiet Rebellion Of Compromise" δεν αποτελεί απλά ένα, αλλά αρκετά βήματα μπροστά για τους Oak. Πρόκειται για μια σπουδαία από πολλές απόψεις μουσική πρόταση από μια ομάδα μουσικών, με περίσσιο ταλέντο και υψηλό δείκτη αισθητικής που αξίζει να ακουστεί, να εκτιμηθεί και να αναγνωριστεί.

  • SHARE
  • TWEET