Αντιλαμβάνεται τη μουσική άλλοτε ως μια εναλλακτική γέφυρα επικοινωνίας, άλλοτε ως ένα θέαμα βγαλμένο από το θέατρο των ονείρων κι άλλοτε ως έναν πόνο που οφείλει να βιώσει αναζητώντας μια κάποια λύτρωση....
Need
Norchestrion: A Song For The End
Ένα σπουδαίο σε όλα του progressive metal άλμπουμ που σε καλεί να αφεθείς στο ταξίδι χωρίς να λογαριάσεις το τέλος
Το τέλος είναι μια ιδιαίτερη έννοια. Στις περισσότερες των περιπτώσεων είναι συνυφασμένο με μια αρνητική απόχρωση, όμως την ίδια στιγμή μπορεί να αποτελεί την ολοκλήρωση μιας αρνητικής περιόδου/κατάστασης, ήτοι να έχει έναν θετικό προσδιορισμό. Το μόνο σίγουρο είναι πως πάντα ακολουθείται από μια πιο δύσκολη αρχή.
Σε κάθε περίπτωση, είναι δύσκολο να αποκωδικοποιήσουμε πώς εννοούν το τέλος για το οποίο έρχονται να μας τραγουδήσουν στο νέο τους άλμπουμ οι Need. Στην πραγματικότητα, όμως, πριν φτάσουμε στο σημείο να επεξηγήσουμε το όποιο τέλος, οφείλουμε να ξεκινήσουμε από την αρχή. Η οποία βρίσκει τους συμπατριώτες μας progressive metallers να συνεχίζουν το μεγάλο ταξίδι που ξεκίνησαν εδώ και μερικά χρόνια.
Χτισμένο πάνω στην κληρονομιά και των απόηχο δυο σπουδαίων άλμπουμ, όπως το "Orvam: A Song For Home" και το "Hegaiamas: A Song For Freedom", το πέμπτο τους δισκογραφικό πόνημα βρίσκει τους Need πιο έμπειρους, ενδεχομένως και πιο μεγάλους υπό μια έννοια. Κι αυτό είναι κάτι που εισπράττει ο ακροατής από την πρώτη κιόλας φορά που θα έρθει σε επαφή με τις μουσικές που περιλαμβάνονται στο άλμπουμ. Ίσως με τα χρόνια γίνονται καλύτεροι μουσικοί, ίσως κεφαλαιοποιούνται οι εμπειρίες των περιοδειών σε Ευρώπη και Η.Π.Α, ίσως είναι το γεγονός πως η έμπνευσή τους συνεχίζει να τρέφεται από παρατεταμένες δύσκολες περιόδους σε προσωπικό, κοινωνικό, πολιτικό ή όποιο άλλο επίπεδο. Όπως και να το κάνουμε, ο Καζαντζάκης στην Ασκητική (την οποία τίμησαν στο προηγούμενο άλμπουμ) είχε δίκιο: ο ανήφορος είναι που σε κάνει καλύτερο. Κι οι Need έχουν διανύσει κάμποσα ανηφορικά χιλιόμετρα ως τώρα.
Είναι, πάντως, εντυπωσιακό το πόσο αβίαστα προκύπτει η αίσθηση πως το "Norchestrion: A Song For The End" αποτελεί την καλύτερη δουλειά των Need, δεδομένης της σπουδαιότητας των δυο προκατόχων του. Βέβαια, η μουσική συνήθως ανάγεται σε κάτι πιο ιδιαίτερο όταν ο ακροατής έχει φτάσει στο επίπεδο να βουτάει και να περιπλανιέται στα πιο βαθιά και ζόρικα νερά του progressive metal ιδιώματος, οπότε η απάντηση στην πραγματικότητα είναι πιο σύνθετη και κατά βάση προσωπική, απαιτώντας ενδεχομένως περισσότερο χρόνο για μια τέτοια ετυμηγορία. Παρόλα αυτά, θα εμείνω στο εν λόγω συμπέρασμα, καθότι στηρίζεται σε αρκετούς «μετρήσιμους» παράγοντες.
Ένας εξ αυτών των παραγόντων έχει να κάνει με την μεστότητα των συνθέσεων. Για παράδειγμα, οι πιο προσιτές εξ αυτών, το μελωδικό κι εναρκτήριο "Avia" ή το μπαρουτοκαπνισμένο, πρώτο single, "Nemmortal" είναι τραγούδια που πάνε ένα βήμα μπροστά τις ανάλογες συνθέσεις της μπάντας. Όντας πιο πιασάρικες και πιο δύσκολες την ίδια στιγμή, ακολουθούν τον άγραφο και παράδοξο αυτό κανόνα του καλού prog metal, καταδεικνύοντας ένα άμεσο level up σε όλα τα επίπεδα.
Την ίδια στιγμή τραγούδια σαν το φανταστικό "Circadian", με το υπέροχο ρεφρέν, μοιάζουν να έχουν τη μισή διάρκεια από την πραγματική τους, ενώ το "Beckethead" συμπυκνώνει τις επιμέρους μουσικές εκφάνσεις της μπάντας με έναν μοναδικά υπέροχο τρόπο, αποδίδοντας φόρο τιμής σε μια από τις μεγαλύτερες επιρροές της μπάντας, τους Rush, στο ξεκίνημά του, και καταλήγοντας στην κορύφωση ενός υπέροχου πολυφωνικού φινάλε.
Κι αν το πιο χεβιμεταλλικό "Bloodlux" παρά τα επιμέρους, εντυπωσιακά τεχνικά μέρη του θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως η μόνη "ΟΚ" σύνθεση του δίσκου, ο βασικός λόγος που το 20λεπτο - και για μια ακόμα φορά υπέρ-πλούσιο σε μελωδίες και εναλλαγές συναισθημάτων όπως όλες οι μακροσκελείς συνθέσεις της μπάντας - "Ananke" δεν στρογγυλοκάθεται στην κορυφή είναι γιατί υπάρχει το 10λεπτο, «σχεδόν ομώνυμο», "Norchestrion", το οποίο κάλλιστα θα μπορούσε να θεωρηθεί αν όχι το καλύτερο, τότε ανάμεσα στα 2-3 καλύτερα τραγούδια που έχουν γράψει ποτέ οι Need. Η φανταστική βασική μελωδία, η υπέροχα παθιασμένη ερμηνεία και το εκπληκτικό instrumental/solo μέρος (μεταξύ άλλων) συνθέτουν ένα από τα καλύτερα τραγούδια που έχω ακούσει προσωπικά από οποιοδήποτε εγχώριο σχήμα.
Ταυτόχρονα, πέραν του συνθετικού τομέα υπάρχει ξεκάθαρη αναβάθμιση στο ήδη υψηλό παικτικό επίπεδό. Δεν μπορεί να μη σημειωθεί η εντυπωσιακή απόδοση του Στέλιου Πασχάλη στα drums πρωτίστως και του Βίκτωρα Κουλουμπή στο μπάσο δευτερευόντως, καθώς αμφότεροι έχουν λάβει περισσότερο χώρο στη μίξη και το master του Έκτορα Τσολάκη (ο οποίος για μια ακόμα φορά έκανε εξαιρετική δουλειά στην παραγωγή του άλμπουμ) και είναι ως και εκθαμβωτικοί. Παράλληλα, το παίξιμο του Αντώνη Χατζηκωνσταντή στα πλήκτρα μοιάζει πιο ποικίλο σε ήχους και ώριμο από ποτέ, δίνοντας πάντα την επιπρόσθετη αξία εκεί που πρέπει, ενώ ο Γιάννης Βογιαντζής ακούγεται φρέσκος και ορεξάτος, αποδεικνύοντας με ευκολία πως παραμένει (μαζί με τον Γιώργο Προκοπίου των Poem και Mother Of Millions) η - κατά την ταπεινή μου άποψη - καλύτερη φωνή της χώρας μας στον metal χώρο. Και, βεβαίως, το άλμπουμ είναι ποτισμένο σε κάθε του γωνία από τον συνθετικό οίστρο και το παράξενο μυαλό (δεν είναι τυχαίος ο χαρακτηρισμός) του Γιώργου Τζαβάρα, μια γεύση από το οποίο μπορεί να πάρει κανείς, προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσει τους διαλόγους του "V.a.d.i.s.".
Για τους πιο παρατηρητικούς/λεπτολόγους υπάρχουν κάποιες ομοιότητες και κάποιες διαφορές στη δόμηση του άλμπουμ σε σχέση με το παρελθόν: η πρόζα και το outro είναι και πάλι εδώ, με το δεύτερο, όμως, να είναι αποκομμένο από το μεγάλο σε διάρκεια τραγούδι, το οποίο αυτήν τη φορά δεν είναι το ομότιτλο κοκ. Γνωρίζοντας την προσοχή στην λεπτομέρεια που δίνει στην αρχιτεκτονική κάθε νέας δουλειάς ο Γιώργος Τζαβάρας, ακόμα κι αυτές οι μικρές ιδιαιτερότητες έχουν τη δική τους σημασία, καθότι τα πάντα βγάζουν ακόμα περισσότερο νόημα ως κομμάτια του συνολικού δημιουργήματος. Και τα 67 λεπτά του "Norchestrion" μοιάζουν να ρέουν καλύτερα από κάθε άλλη τους δουλειά - αβίαστα και απολαυστικά από αρχής μέχρι τέλους.
Στο ολοένα και πιο διευρυμένο πλαίσιο του progressive metal ιδιώματος, το "Norchestrion: A Song For The End" στέκεται - εκ της Αγίος Τριάδος του ιδιώματος - κοντύτερα στη σχολή των Fates Warning, όχι μόνο λόγω των ερμηνευτικών παραλληλισμών, αλλά κυρίως γιατί προτάσσει την ψυχή περισσότερο από την τεχνική αρτιότητα, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν υπάρχουν κάμποσα εξαίσια ενσωματωμένα Theaterικά φίλτρα ή εστίαση στην κάθε (τεχνική) λεπτομέρεια. Στην ουσία, οι Need καταφέρνουν όχι μόνο να διατηρήσουν, αλλά να ενισχύσουν ακόμα περισσότερο το προσωπικό ηχόχρωμα που έχουν αποτυπώσει στην ως τώρα πορεία τους.
Εδώ έχουμε ένα σπουδαίο σε όλα του progressive metal άλμπουμ που έρχεται να ικανοποιήσει τη δίψα όσων ακόμα επιζητούμε ολοκληρωμένες δουλειές, οι οποίες σφύζουν ταλέντο, έμπνευση και συναίσθημα. Κι εν τέλει, δεν χρειάζεται να αποκωδικοποιήσουμε το τέλος για το οποίο μιλάει. Γιατί σημασία δεν έχει το όποιο τέλος, αλλά το ταξίδι αυτό καθαυτό. Και το ταξίδι συνεχίζεται. Για πάντα, λίγο ακόμα.
Προμηθευτείτε το από εδώ.